αφού θεωρούσε τους Σλάβους ως κατώτερη φυλή και μισούσε θανάσιμα τον κομμουνισμό. Επιπλέον, θεωρούσε ότι έτσι εξασφάλιζε τον απαιτούμενο για τους Γερμανούς «ζωτικό χώρο» (Lebensraum), ενώ παράλληλα προσδοκούσε ότι η Βρετανία, έχοντας χάσει το ηπειρωτικό της στήριγμα, θα ζητούσε συνθηκολόγηση μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ.
Η προετοιμασία
Η προετοιμασία της γερμανικής επίθεσης άρχισε από τη Βέρμαχτ το 1940. Ο πρώτος επιτελής που ανέλαβε την εκπόνηση σχετικών σχεδίων ήταν ο στρατηγός Έριχ Μαρκς, ο οποίος κατέστρωσε τη μεγαλύτερη μάχη αναστρεφόμενων μετώπων που είχε ποτέ σχεδιασθεί. Ο Χίτλερ απέρριψε το σχέδιο (πιθανόν από προσωπική αντιπάθεια προς τον δημιουργό του) δηλώνοντας ότι πρέπει κανείς να έχει υπερβολικά περίπλοκο εγκέφαλο για να εκπονήσει σχέδια όπως αυτό[1]. Δεύτερος ανέλαβε ο Φρίντριχ Πάουλους που εκτέλεσε αεροπορική αναγνώριση των εδαφών και τρόμαξε από την ευρύτητά τους, με αποτέλεσμα ένα σχετικά απλό σχέδιο. Ούτε αυτό όμως έτυχε της έγκρισης του Φύρερ.
Τελικά το οριστικό σχέδιο ενέργειας, υπό την κωδική ονομασία «Μπαρμπαρόσα», αποτέλεσε έμπνευση του ίδιου του Χίτλερ. Όσο κι αν φαίνεται παράξενο λόγω της τεράστιας απόστασης, προϋπόθεση για την έναρξή του αποτελούσε η κατάκτηση της Κρήτης! Οι γερμανοί είχαν υπολογίσει ότι τα ρουμανικά διυλιστήρια, από τα οποία θα προμηθεύονταν τα καύσιμά τους, βρίσκονταν εντός του βεληνεκούς των συμμαχικών βομβαρδιστικών, εάν τα τελευταία εφορμούσαν από το νησί. Φρόντισαν λοιπόν να κατακτήσουν την Κρήτη έστω και με μεγάλες απώλειες (Μάχη της Κρήτης), πριν ξεκινήσουν την εκστρατεία στη Σοβιετική Ένωση.
Με την πτώση της Κρήτης την 1η Ιουνίου 1941, η υλοποίηση του σχεδίου Μπαρμπαρόσα μπήκε στην τελική ευθεία. Προβλέπονταν δύο φάσεις:
* Μέχρι την έναρξη του φθινοπώρου έπρεπε να έχουν καταληφθεί με αστραπιαίο πόλεμο (Blitzkrieg) οι πόλεις Μινσκ (Λευκορωσία), Κίεβο (Ουκρανία) και Λένινγκραντ (ΒΔ Ρωσία). Ακολούθως όλες οι διαθέσιμες δυνάμεις θα συγκεντρώνονταν μπροστά στην πρωτεύουσα Μόσχα, η οποία έπρεπε να πέσει πριν ξεκινήσει ο βαρύς ρωσικός χειμώνας.
* Έχοντας τον έλεγχο των σημαντικότερων σοβιετικών πόλεων, οι Γερμανοί θα συνέχιζαν το 1942 να επεκτείνονται στις πλούσιες σε πρώτες ύλες περιοχές του Ντον, του Βόλγα και του Καυκάσου - ιδιαιτέρως του τελευταίου, λόγω των πλούσιων πετρελαιοφόρων κοιτασμάτων του.
Τελικός αντικειμενικός σκοπός ήταν η οριστική διάλυση του σοβιετικού κράτους. Για τους κατακτημένους πληθυσμούς επιφυλασσόταν μια πραγματική γενοκτονία: εξαφάνιση των «υπανθρώπων» (Untermenschen, κατά τον Χίτλερ) Σλάβων και εβραίων είτε με την εξολόθρευσή τους ή με την απώθησή τους πέρα από τα Ουράλια.
Ήταν, επίσης, η πρώτη εκστρατεία του Β' Π.Π. που ο ρόλος της Βέρμαχτ θα περιοριζόταν σε αμιγώς στρατιωτικές επιχειρήσεις. Την καταστολή στα κατειλημμένα εδάφη θα αναλάμβανε η Γκεστάπο και παραστρατιωτικές ομάδες του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος (Ες-Ες, Τάγματα Θανάτου κτλ). Τέλος, ειδική οδηγία του Χίτλερ διέταζε την επί τόπου εκτέλεση όσων πολιτικών κομισάριων του Κόκκινου Στρατού συλλαμβάνονταν (Komissarbefehl).
Το Σχέδιο Μπαρμπαρόσα τρόμαζε τα στελέχη της Βέρμαχτ. Έβλεπαν ξανά τον εφιάλτη των δύο μετώπων να ανοίγεται μπροστά τους (όπως στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο) και έκριναν ότι οι δυνάμεις τους ήταν ανεπαρκείς για τόσο μεγάλη επιχείρηση. Ο ίδιος ο Γκέρινγκ προσπάθησε να αποτρέψει την έναρξη του σχεδίου, ενώ ο επιτελάρχης Βάλτερ φον Μπράουχιτς έλεγε στο συνάδελφό του Φραντς Χάλντερ, μερικές ημέρες πριν την έναρξη της επίθεσης, ότι πρέπει να διατηρήσουμε την φιλία μας με την Ρωσία.[2]
Επίθεση και άνετη προέλαση
Τα χαράματα της 22ης Ιουνίου 1941, παραβιάζοντας το Σύμφωνο Μη Επίθεσης, ο Χίτλερ διέταξε τις δυνάμεις του να εφορμήσουν αστραπιαία εναντίον της ΕΣΣΔ κινητοποιώντας την μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη που είχε ως τότε γνωρίσει η ανθρωπότητα σε μία μόνη επιθετική επιχείρηση: 3.000.000 άνδρες, 3.580 άρματα μάχης, 7.184 πυροβόλα, 2.830 αεροπλάνα και 750.000 άλογα, κατανεμημένες σε τρεις ομάδες: Ομάδα Στρατιών Βορρά (Nord, επικεφαλής Βίλχελμ φον Λέεμπ), Ομάδα Στρατιών Κέντρου (Μitte, επικεφαλής Φέντορ φον Μποκ) και Ομάδα Στρατιών Νότου (Sud, επικεφαλής Γκερντ φον Ρούντστεντ). Ο Κόκκινος Στρατός έδειξε απόλυτη αδυναμία να απωθήσει τον εισβολέα και η άμυνά του κατέρρευσε εξίσου αστραπιαία σαν πύργος από τραπουλόχαρτα. Οι λόγοι ήταν πολλοί και αλληλοσυμπληρούμενοι:
* Οι Γερμανοί διέθεταν πολλαπλάσια αεροπλάνα και τεθωρακισμένα, το δε πλεονέκτημα αυτό μεγενθυνόταν ακόμη περισσότερο από την επίπεδη μορφολογία του εδάφους. Η επιλογή του Κλιμ Βοροσίλοβ να αντιτάξει το ηρωικό αλλά ξεπερασμένο σοβιετικό ιππικό, αποδείχθηκε στρατηγικά αυτοκτονική.
* Οι σταλινικές εκκαθαρίσεις της δεκαετίας του '30, αλλά και η φυσική γήρανση των εμπειροπόλεμων στρατηγών, είχαν στερήσει τον Κόκκινο Στρατό από την κατάλληλη ηγεσία. Η πλειοψηφία των ηγητόρων του ήταν νέοι αξιωματικοί, προσκείμενοι στο Κομμουνιστικό Κόμμα, που δεν είχαν βρεθεί ποτέ σε πολεμικό πεδίο.
* Οι Σοβιετικοί δεν είχαν σωστή αίσθηση του χρόνου εκδήλωσης της επίθεσης. Ενώ από τις αρχές του 1941 η σοβιετική αντικατασκοπεία ενημέρωνε συνεχώς την πολιτική ηγεσία για επερχόμενη επίθεση, εν τούτοις οι εκτιμήσεις του Κόμματος και του Στάλιν προέβλεπαν αυτό το ενδεχόμενο για αργότερα.
Σύντομα το Κίεβο, το Μινσκ και οι Βαλτικές Δημοκρατίες βρίσκονταν υπό γερμανική κατοχή. Η κατάληψη της Ουκρανίας με τους σιτοβολώνες και τις πρώτες ύλες της έδωσε ένα ακόμη πλεονέκτημα στον Χίτλερ, τόσο σημαντικό, που απέτρεπε τον στρατό του να καταλάβει τη Μόσχα πριν ολοκληρωθεί η κατάληψή της Ουκρανίας. Επιπλέον, στην Ουκρανία οι γερμανικές δυνάμεις κατέστρεψαν μεγάλο τμήμα του σοβιετικού στρατού, αλλά τελικά αυτή η αργοπορία τις έφερε αντιμέτωπες με το ρωσικό χειμώνα. Ήταν πλέον τέλη φθινοπώρου, όταν οι γερμανικές στρατιές έφθαναν έξω από την πρωτεύουσα και οι σοβιετικοί άρχιζαν τη μεγάλη εκκένωση της. Πρώτη εγκατέλειψε τη Μόσχα η σορός του Λένιν με προορισμό το Τσελιάμπινσκ. Το Συμβούλιο Ύπατης Ηγεσίας παρέμεινε στην πόλη.
Η σοβιετική αντίσταση
Οι γερμανικές κτήσεις στο πρώτο εξάμηνο του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου.
Σε λιγότερο από τέσσερις μήνες, όλα τα σοβιετικά εδάφη δυτικά της γραμμής Αζόφ - Λάντογκα ήταν κατεχόμενα. Ελεύθερες έμεναν οι δύο μεγαλύτερες πόλεις της ΕΣΣΔ, η Μόσχα και το Λένινγκραντ, που τελικά κρατήθηκαν με λυσσαλέα αντίσταση. Η αντίσταση των δύο πόλεων - συμβόλων αναπτέρωσε το ηθικό στις κατακτημένες περιοχές και σύντομα συγκροτήθηκαν αντάρτικες ομάδες που έδωσαν τρομερά χτυπήματα στη ναζιστική μηχανή. Υπήρξαν όμως και δωσιλογικά σώματα προς υποστήριξη των δυνάμεων κατοχής, αποτελούμενα κυρίως από αντικομμουνιστές ή από μέλη τουρανικών μειονοτήτων του Καυκάσου, που ήλπιζαν ότι ο Χίτλερ θα τους αντάμοιβε με ανεξαρτησία από τη Σοβιετική Ένωση μετά τη λήξη του πολέμου.
Πολιορκία του Λένινγκραντ
Στο βορρά το Λένινγκραντ έγραφε την ηρωικότερη σελίδα της ιστορίας του. Στις 8 Σεπτεμβρίου 1941 η Βέρμαχτ και φρανκιστές εθελοντές έφθασαν στα όρια της πόλης και σχημάτισαν έναν ημικυκλικό κλοιό στα νότια, ενώ ο φινλανδικός στρατός είχε παραταχθεί στο βορρά εμποδίζοντας πιθανή εκκένωση ή αποστολή ενισχύσεων. Θεωρώντας τη νίκη της σίγουρη, η γερμανική διοίκηση είχε εκ των προτέρων τυπώσει προσκλητήρια για την επινίκια δεξίωση στο πολυτελές ξενοδοχείο Αστόρια στο κέντρο της πόλης. Αυτή όμως η δεξίωση έμελλε να μη γίνει ποτέ, χάρη στην αυταπάρνηση των κατοίκων.
Τρία εκατομμύρια κάτοικοι μαζί με μονάδες του στρατού υπερασπίσθηκαν την πόλη επί σχεδόν 900 μέρες παρά το λιμό, τις κακές συνθήκες διαβίωσης και την τεχνολογική υπεροπλία των επιτιθεμένων. Ο αριθμός των νεκρών στην πόλη εκτιμάται σε περίπου ένα εκατομμύριο. Με αυτόν τον τρόπο δε σώθηκε μόνο η παλιά πρωτεύουσα της Ρωσικής Αυτοκρατορίας αλλά και η Μόσχα, αφού η Ομάδα Στρατιών Βορρά παρέμεινε καθηλωμένη στη ΒΔ Ρωσία και δε μπόρεσε να ενισχύσει τις Στρατιές Κέντρου στη Μάχη της Μόσχας. Εκφράζοντας το θαυμασμό του, ο συνθέτης Ντμίτρι Σοστακόβιτς έγραψε τη Συμφωνία του Λένινγκραντ (7η) - οι παρτιτούρες ρίχθηκαν στην πολιορκημένη πόλη με αεροπλάνο και η συμφωνία παρουσιάσθηκε από μία ορχήστρα ανδρών του μετώπου στις 9 Αυγούστου 1942, με ηχεία που ακούγονταν μέχρι τις γραμμές του εχθρού.
Μάχη της Μόσχας
Στις 7 Νοεμβρίου 1941, επέτειο της Μεγάλης Οκτωβριανής Επανάστασης αλλά και τελικής ημερομηνίας που είχε ορίσει ο Χίτλερ για την πτώση της πόλης, η Ομάδα Στρατιών Κέντρου βρισκόταν ήδη προ των πυλών της Μόσχας. Ο Στάλιν παρακολούθησε από την οροφή του (άδειου) μαυσωλείου του Λένιν την παρέλαση μονάδων του Κόκκινου Στρατού, οι οποίες από την Κόκκινη Πλατεία κατευθύνονταν απευθείας στο μέτωπο λίγα χιλιόμετρα μακριά. Η Μάχη της Μόσχας διήρκεσε έως τις 6 Δεκεμβρίου και κερδήθηκε από τους Σοβιετικούς χάρη στην αυτοθυσία και τον ηρωισμό των ελλιπώς εξοπλισμένων στρατιωτών, αλλά και την πρόνοια του Γκεόργκι Ζούκοφ να χρησιμοποιήσει μονάδες από τη Σιβηρία και τα παράλια του Ειρηνικού (η Ιαπωνία, αν και ήταν μέλος του Άξονα, δε συμμετείχε στην επιχείρηση Μπαρμπαρόσα διότι ενδιαφερόταν κυρίως για την Ινδοκίνα). Επίσης συνέβαλε σημαντικά ότι το μεγαλύτερο μέρος των επιχειρήσεων διεξήχθη υπό συνθήκες και θερμοκρασίες για τις οποίες η Βέρμαχτ δεν ήταν καθόλου προετοιμασμένη.
Η αντεπίθεση του Κόκκινου Στρατού
Η αποτυχία της Βέρμαχτ να καταλάβει τη Μόσχα και το Λένινγκραντ πριν το χειμώνα '41-'42, είχε αρνητικές συνέπειες για την έκβαση της επιχείρησης Μπαρμπαρόσσα. Το μοναδικό σκέλος της πολυδιαφημισμένης Αντιμπολσεβικικής Σταυροφορίας που προχωρούσε σύμφωνα με τα σχέδια, ήταν η μαζική εξολόθρευση εβραίων και κομμουνιστών από τα ειδικά Τάγματα Θανάτου - εκατοντάδες χιλιάδες εκτελέσθηκαν στην ύπαιθρο και ρίχθηκαν σε μαζικούς τάφους, ή μεταφέρθηκαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Στο αμιγώς στρατιωτικό επίπεδο, όμως, ήταν εμφανές ότι οι εισβολείς βρέθηκαν σε απροσδόκητο τέλμα: αφενός αδυνατούσαν να προχωρήσουν περισσότερο, αφετέρου έπρεπε να αντιμετωπίσουν καιρικές συνθήκες που όχι μόνο δεν τους ήταν γνώριμες, αλλά και δεν είχαν προτοιμασθεί επαρκώς για να τις αντιμετωπίσουν.
Οι επικεφαλής πρότειναν στον Χίτλερ να κρατηθεί το Κίεβο και το Μινσκ, ενώ οι υπόλοιπες δυνάμεις να οπισθοχωρήσουν στην Πολωνία μέχρι την άνοιξη, αλλά ο γερμανός ηγέτης τους διέταξε να παραμείνουν. Την ίδια στιγμή οι σοβιετικοί μετέφεραν ολόκληρα εργοστάσια στα Ουράλια και τη Σιβηρία και παρήγαν αδιάκοπα νέο πολεμικό υλικό, οχήματα και αεροπλάνα, ενώ είχε αρχίσει να φθάνει και η συμμαχική βοήθεια από τις ΗΠΑ μέσω του Ειρηνικού.
Το καλοκαίρι του 1942 τα γερμανικά πλάνα άλλαξαν. Ο Χίτλερ ακύρωσε το πρώτο σκέλος του Σχεδίου Μπαρμπαρόσα και έδωσε εντολή να προχωρήσουν στο δεύτερο, δηλ. να καταληφθούν ταυτόχρονα οι πετρελαιοπαραγωγές περιοχές της Κασπίας και του Καυκάσου. Ήλπιζε έτσι να εξασφαλίσει τον εφοδιασμό των μονάδων του για πιθανή μακροχρόνια παραμονή, δημιουργώντας ταυτόχρονα τις προϋποθέσεις για νέα επίθεση κατά της Μόσχας από τα νότια. Η απόφαση αυτή αποδείχθηκε εκ των υστέρων μοιραία, διότι ανάγκασε τους στρατηγούς να ανοίξουν ταυτόχρονα δύο καινούρια μέτωπα και να προχωρήσουν πολύ βαθιά στη ρωσική ενδοχώρα, πέρα από τις πραγματικές επιχειρησιακές ικανότητες και τις δυνατότητες ανεφοδιασμού.
wikipedia
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου