Στις 14 Ιουλίου 2015 στη Βιέννη, το Ιράν μαζί με τα πέντε μόνιμα μέλη του
Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ (ΗΠΑ, Ρωσία, Κίνα, Γαλλία, Ηνωμένο Βασίλειο) συν τη
Γερμανία, με τη συμμετοχή της ΕΕ και του ΟΗΕ ύστερα από πολύμηνες
διαπραγματεύσεις κατέληξαν σε συμφωνία αναφορικά με την επιτήρηση του πυρηνικού
προγράμματος του Ιράν και την σταδιακή άρση των διεθνών οικονομικών κυρώσεων. Η
πυρηνική συμφωνία με το Ιράν λιγότερο γνωστή στο ευρύ κοινό με την επωνυμία
JointComprehensive Plan of Action (JCPOA) χαιρετίστηκε ιδιαίτερα από τη
Φεντερίκα Μογκερίνι, Ύπατη Αρμοστή της ΕΕ για την Εξωτερική πολιτική και την
Ασφάλεια και Αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Η JCPOA, σύμφωνα με την επίσημη ανακοίνωση της Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης (ΥΕΔ) της ΕΕ, εξασφαλίζει ότι το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν θα αφορά αποκλειστικά ειρηνικούς σκοπούς και ευελπιστεί ότι η πλήρης εφαρμογή της θα συμβάλλει θετικά στη περιφερειακή και διεθνή ασφάλεια και ειρήνη. Η πυρηνική συμφωνία με το Ιράν, σύμφωνα πάντα με την ανακοίνωση της ΥΕΔ ανοίγει νέες ευκαιρίες και αποτελεί πρόοδο με την έννοια ότι σηματοδοτεί τη λήξη μίας κρίσης στις σχέσεις της Διεθνούς κοινότητας με το Ιράν που διήρκεσε περισσότερο από δέκα χρόνια. Ο ενεργός ρόλος της ΕΕ στην επίλυση της Ιρανικής πυρηνικής κρίσης θα πρέπει να αποδοθεί στο ευρύ φάσμα των εμπορικών σχέσεων και στους μακροχρόνιους οικονομικούς και πολιτικούς δεσμούς μεταξύ Ιράν και ΕΕ. Ειδικότερα η πολιτική της ΕΕ έναντι του Ιράν καθοδηγείτο από την ανάγκη των κρατών μελών της ΕΕ και της ίδιας της ΕΕ για πρόσβαση στα τεράστια ενεργειακά αποθέματα του Ιράν. Το Ιράν είναι τέταρτο στον κόσμο σε πετρελαϊκά αποθέματα και δεύτερο σε αποθέματα φυσικού αερίου. Πριν από την επιβολή εμπάργκο στις εισαγωγές Ιρανικού πετρελαίου από την ΕΕ το 2012, το Ιράν ήταν ο έβδομος μεγαλύτερος προμηθευτής πετρελαίου της ΕΕ. Στη συνέχεια η δραματική επιδείνωση στις σχέσεις ΕΕ-Ρωσίας με αφορμή την Ουκρανική κρίση το 2014 οδήγησε πολλούς Ευρωπαίους αξιωματούχους να εκτιμήσουν ότι μια πυρηνική συμφωνία με το Ιράν θα είχε ως αποτέλεσμα την απελευθέρωση των ενεργειακών εξαγωγών του Ιράν προς την ΕΕ.
Στις 24 Σεπτεμβρίου 2014 ο Πρόεδρος του Ιράν Χασάν Ρουχανί διακήρυξε πως η χώρα του μπορεί να αποτελέσει ένα «ασφαλές ενεργειακό κέντρο για την Ευρώπη». Ωστόσο μία εβδομάδα αργότερα ο ίδιος ο Ρουχανί αναγκάστηκε να παραδεχθεί ότι το Ιράν δεν είναι έτοιμο να γίνει ο βασικός προμηθευτής φυσικού αερίου για την Ευρώπη υποκαθιστώντας τη Ρωσία. Και αυτό γιατί οι δυνατότητες εξόρυξης και εξαγωγής φυσικού αερίου για το Ιράν είναι περιορισμένες και πρέπει να ικανοποιήσει κατά προτεραιότητα τις δικές του ενεργειακές ανάγκες. Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειώσουμε ότι οι Ευρωπαϊκές επιχειρήσεις ήταν από τους πιο ένθερμους υποστηρικτές της πυρηνικής συμφωνίας με το Ιράν. Σύμφωνα με το Bloomberg περίπου 500 εκπρόσωποι Ευρωπαϊκών επιχειρήσεων προγραμμάτισαν να συναντηθούν στις 24-25 Σεπτεμβρίου 2015 στη Γενεύη με εκπροσώπους Ιρανικών εταιριών προκειμένου να συζητήσουν πιθανές συνεργασίες κατά τη διάρκεια του 2ου Forum Ευρώπης-Ιράν.
Ο γράφων εκτιμά ότι, παρά τις νέες προοπτικές που διανοίγονται για την ΕΕ ως αποτέλεσμα της πυρηνικής συμφωνίας με το Ιράν, δεν σημαίνει ότι θα γίνουμε μάρτυρες ραγδαίων θετικών αλλαγών τόσο στην εξωτερική όσο και στην εσωτερική πολιτική του. Θα ήταν εξαιρετικά πρόωρο να αναμένουμε την άμεση εποικοδομητική συνεργασία του Ιράν με την ΕΕ για μια σειρά διεθνών ζητημάτων και πολύ περισσότερο την πολιτική βούληση εκ μέρους της Ιρανικής κυβέρνησης να προωθήσει τις απαραίτητες δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις και να σεβαστεί τα ανθρώπινα δικαιώματα στο εσωτερικό της χώρας. Οι προσδοκίες της ΕΕ για μείωση της αστάθειας και της έντασης στην Μέση Ανατολή, εκτόνωση της κρίσης στη Συρία και απεξάρτηση από τις εισαγωγές Ρωσικού φυσικού αερίου ως αποτέλεσμα της πυρηνικής συμφωνίας με το Ιράν θα αποδειχθούν κατά πάσα πιθανότητα υπεραισιόδοξες αν όχι ανεδαφικές. Επιπρόσθετα η συνεχιζόμενη υποστήριξη των Σιιτών ανταρτών Χούτι στην Υεμένη από το Ιράν είναι ένας πρόσθετος ανασταλτικός παράγοντας για την πλήρη ομαλοποίηση των σχέσεων ΕΕ-Ιράν.
Συμπερασματικά, η ΕΕ (και τα κράτη μέλη) θα πρέπει να είναι εξαιρετικά προσεκτική στην συμπεριφορά και τις προσδοκίες της και θα ήταν φρόνιμο να μην προχωρήσει στην πλήρη αποκατάσταση των σχέσεων με το Ιράν τουλάχιστον μέχρι να εξασφαλιστεί η πλήρης εφαρμογή των όρων της πυρηνικής συμφωνίας της 14ης Ιουλίου 2015.
Η JCPOA, σύμφωνα με την επίσημη ανακοίνωση της Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης (ΥΕΔ) της ΕΕ, εξασφαλίζει ότι το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν θα αφορά αποκλειστικά ειρηνικούς σκοπούς και ευελπιστεί ότι η πλήρης εφαρμογή της θα συμβάλλει θετικά στη περιφερειακή και διεθνή ασφάλεια και ειρήνη. Η πυρηνική συμφωνία με το Ιράν, σύμφωνα πάντα με την ανακοίνωση της ΥΕΔ ανοίγει νέες ευκαιρίες και αποτελεί πρόοδο με την έννοια ότι σηματοδοτεί τη λήξη μίας κρίσης στις σχέσεις της Διεθνούς κοινότητας με το Ιράν που διήρκεσε περισσότερο από δέκα χρόνια. Ο ενεργός ρόλος της ΕΕ στην επίλυση της Ιρανικής πυρηνικής κρίσης θα πρέπει να αποδοθεί στο ευρύ φάσμα των εμπορικών σχέσεων και στους μακροχρόνιους οικονομικούς και πολιτικούς δεσμούς μεταξύ Ιράν και ΕΕ. Ειδικότερα η πολιτική της ΕΕ έναντι του Ιράν καθοδηγείτο από την ανάγκη των κρατών μελών της ΕΕ και της ίδιας της ΕΕ για πρόσβαση στα τεράστια ενεργειακά αποθέματα του Ιράν. Το Ιράν είναι τέταρτο στον κόσμο σε πετρελαϊκά αποθέματα και δεύτερο σε αποθέματα φυσικού αερίου. Πριν από την επιβολή εμπάργκο στις εισαγωγές Ιρανικού πετρελαίου από την ΕΕ το 2012, το Ιράν ήταν ο έβδομος μεγαλύτερος προμηθευτής πετρελαίου της ΕΕ. Στη συνέχεια η δραματική επιδείνωση στις σχέσεις ΕΕ-Ρωσίας με αφορμή την Ουκρανική κρίση το 2014 οδήγησε πολλούς Ευρωπαίους αξιωματούχους να εκτιμήσουν ότι μια πυρηνική συμφωνία με το Ιράν θα είχε ως αποτέλεσμα την απελευθέρωση των ενεργειακών εξαγωγών του Ιράν προς την ΕΕ.
Στις 24 Σεπτεμβρίου 2014 ο Πρόεδρος του Ιράν Χασάν Ρουχανί διακήρυξε πως η χώρα του μπορεί να αποτελέσει ένα «ασφαλές ενεργειακό κέντρο για την Ευρώπη». Ωστόσο μία εβδομάδα αργότερα ο ίδιος ο Ρουχανί αναγκάστηκε να παραδεχθεί ότι το Ιράν δεν είναι έτοιμο να γίνει ο βασικός προμηθευτής φυσικού αερίου για την Ευρώπη υποκαθιστώντας τη Ρωσία. Και αυτό γιατί οι δυνατότητες εξόρυξης και εξαγωγής φυσικού αερίου για το Ιράν είναι περιορισμένες και πρέπει να ικανοποιήσει κατά προτεραιότητα τις δικές του ενεργειακές ανάγκες. Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειώσουμε ότι οι Ευρωπαϊκές επιχειρήσεις ήταν από τους πιο ένθερμους υποστηρικτές της πυρηνικής συμφωνίας με το Ιράν. Σύμφωνα με το Bloomberg περίπου 500 εκπρόσωποι Ευρωπαϊκών επιχειρήσεων προγραμμάτισαν να συναντηθούν στις 24-25 Σεπτεμβρίου 2015 στη Γενεύη με εκπροσώπους Ιρανικών εταιριών προκειμένου να συζητήσουν πιθανές συνεργασίες κατά τη διάρκεια του 2ου Forum Ευρώπης-Ιράν.
Ο γράφων εκτιμά ότι, παρά τις νέες προοπτικές που διανοίγονται για την ΕΕ ως αποτέλεσμα της πυρηνικής συμφωνίας με το Ιράν, δεν σημαίνει ότι θα γίνουμε μάρτυρες ραγδαίων θετικών αλλαγών τόσο στην εξωτερική όσο και στην εσωτερική πολιτική του. Θα ήταν εξαιρετικά πρόωρο να αναμένουμε την άμεση εποικοδομητική συνεργασία του Ιράν με την ΕΕ για μια σειρά διεθνών ζητημάτων και πολύ περισσότερο την πολιτική βούληση εκ μέρους της Ιρανικής κυβέρνησης να προωθήσει τις απαραίτητες δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις και να σεβαστεί τα ανθρώπινα δικαιώματα στο εσωτερικό της χώρας. Οι προσδοκίες της ΕΕ για μείωση της αστάθειας και της έντασης στην Μέση Ανατολή, εκτόνωση της κρίσης στη Συρία και απεξάρτηση από τις εισαγωγές Ρωσικού φυσικού αερίου ως αποτέλεσμα της πυρηνικής συμφωνίας με το Ιράν θα αποδειχθούν κατά πάσα πιθανότητα υπεραισιόδοξες αν όχι ανεδαφικές. Επιπρόσθετα η συνεχιζόμενη υποστήριξη των Σιιτών ανταρτών Χούτι στην Υεμένη από το Ιράν είναι ένας πρόσθετος ανασταλτικός παράγοντας για την πλήρη ομαλοποίηση των σχέσεων ΕΕ-Ιράν.
Συμπερασματικά, η ΕΕ (και τα κράτη μέλη) θα πρέπει να είναι εξαιρετικά προσεκτική στην συμπεριφορά και τις προσδοκίες της και θα ήταν φρόνιμο να μην προχωρήσει στην πλήρη αποκατάσταση των σχέσεων με το Ιράν τουλάχιστον μέχρι να εξασφαλιστεί η πλήρης εφαρμογή των όρων της πυρηνικής συμφωνίας της 14ης Ιουλίου 2015.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου