Άρθρο του Francesco Lamendola
Μετάφραση – σχόλια: Ιωάννης Αυξεντίου
Ζούμε σε μία ανεκτική και ηδονιστική κοινωνία, σχετικιστική και πλουραλιστική, που έκανε σημαία της τον αγώνα ενάντια στην προκατάληψη. Εάν ερωτηθούν εκατό, χίλια πρόσωπα τι πιστεύουν για την προκατάληψη, μετά βίας θα βρεθούν 1-2 που δεν θα παπαγαλίσουν το ποίημα της πολιτικής ορθότητας: ότι η προκατάληψη είναι ο πρώτος εχθρός, το αίσχος που πρέπει να καταργηθεί, το όνειδος που πρέπει να εξαλειφθεί από τα μυαλά μας και από τις καρδιές μας, και, φυσικά από όλη την κοινωνία. Μόνον τότε, μόνον όταν θα την έχουμε αναγνωρίσει, απομονώσει και καταστρέψει, μόνον όταν θα την έχουμε διαγράψει από εμάς έστω και ως ανάμνηση, μόνον τότε θα μπορούμε να οικοδομήσουμε μία σωστή ζωή, μόνον τότε οι κοινωνίες μας θα μπορούν να είναι πολιτισμένες και προοδευτικές.
Κρίμα που, χωρίς την προκατάληψη, οποιαδήποτε σκέψη γίνεται αδύνατη: είναι η προκατάληψη που μας δίνει τις συντεταγμένες για την εκκίνηση οποιουδήποτε συλλογισμού, για οποιαδήποτε περιπέτεια του πραγματικού. Ακόμη και αν δεν την θέλουμε, θα την βρούμε σε εμάς υπό την μορφή γενετικής κληρονομιάς και ως αποτέλεσμα της εκπαίδευσης, του περιβάλλοντος, της ιστορίας. Η προκατάληψη μας προσφέρει την βασική νοητική και
γνωστική δομή : κανείς από εμάς δε είναι μία tabula rasa, κανείς από εμάς ξεκινά από το μηδέν όταν τίθεται εμπρός από τον κόσμο και πρέπει να σχηματίσει κρίσεις, να πάρει αποφάσεις, να κάνει επιλογές.
Η προκατάληψη δεν είναι, ή δεν είναι αναγκαστικά, ένας παραμορφωτικός φακός που αλλοιώνει την αντίληψή μας για την πραγματικότητα και μας εμποδίζει να κατανοήσουμε ορθά τα γεγονότα : αυτή είναι η αναγκαία θεμελιώδης δομή, αν και προσωρινή(αφού υπόκειται σε συνεχή αναθεώρηση)για την ελεύθερη και υπεύθυνη άσκηση της κριτικής σκέψης.
Εξάλλου, ιστορικά, η προκατάληψη πολεμήθηκε από τον Διαφωτισμό και από τα διανοητικά κινήματα που σχετίζονταν με αυτόν. Πρακτικά, η δαιμονοποιησή της είναι μία εφεύρεση του 17ου αιώνα, του ''αιώνα των Φώτων'', που αντιλαμβάνεται την Λογική με έναν άκαμπτο τρόπο, δηλαδή εντελώς ανεξάρτητη από τις ψυχολογικές, συναισθηματικές και κοινωνικές δομές, που δεν συνιστούν ένα εμπόδιο γι’αυτήν, αλλά την αναγκαία ολοκλήρωση της.
Ένας από τους λίγους σύγχρονους φιλοσόφους που επισήμαναν την θετική λειτουργία της προκατάληψης, υπήρξε ο Hans Georg Gadamer ο οποίος άσκησε κριτική στην έννοια της ''μεθόδου'' και έδειξε την ανεπάρκεια της για να θεμελιώσει τις επιστήμες του πνεύματος. Δεν αρκεί η ''μέθοδος'', χρειάζονται ''προ-κατανοήσειςις'' ή ''προ-κρίσεις'' σε οποιαδήποτε γνωστική πράξη: η ερμηνευτική γίνεται έτσι όχι η θεωρία της ''μεθόδου'', αλλά, κατά μία έννοια, η κριτική στην ''μέθοδο'' και η αναγκαιότητα της κατασκευής ενός δικτύου πρόσκαιρων ερμηνευτικών γραμμών, που επιτρέπουν τουλάχιστον τις αρχικές φάσεις της γνώσης, όταν επιχειρούμε σε ένα ανεξερεύνητο έδαφος και δεν διαθέτουμε τις συντεταγμένες.
Μετάφραση – σχόλια: Ιωάννης Αυξεντίου
Ζούμε σε μία ανεκτική και ηδονιστική κοινωνία, σχετικιστική και πλουραλιστική, που έκανε σημαία της τον αγώνα ενάντια στην προκατάληψη. Εάν ερωτηθούν εκατό, χίλια πρόσωπα τι πιστεύουν για την προκατάληψη, μετά βίας θα βρεθούν 1-2 που δεν θα παπαγαλίσουν το ποίημα της πολιτικής ορθότητας: ότι η προκατάληψη είναι ο πρώτος εχθρός, το αίσχος που πρέπει να καταργηθεί, το όνειδος που πρέπει να εξαλειφθεί από τα μυαλά μας και από τις καρδιές μας, και, φυσικά από όλη την κοινωνία. Μόνον τότε, μόνον όταν θα την έχουμε αναγνωρίσει, απομονώσει και καταστρέψει, μόνον όταν θα την έχουμε διαγράψει από εμάς έστω και ως ανάμνηση, μόνον τότε θα μπορούμε να οικοδομήσουμε μία σωστή ζωή, μόνον τότε οι κοινωνίες μας θα μπορούν να είναι πολιτισμένες και προοδευτικές.
Κρίμα που, χωρίς την προκατάληψη, οποιαδήποτε σκέψη γίνεται αδύνατη: είναι η προκατάληψη που μας δίνει τις συντεταγμένες για την εκκίνηση οποιουδήποτε συλλογισμού, για οποιαδήποτε περιπέτεια του πραγματικού. Ακόμη και αν δεν την θέλουμε, θα την βρούμε σε εμάς υπό την μορφή γενετικής κληρονομιάς και ως αποτέλεσμα της εκπαίδευσης, του περιβάλλοντος, της ιστορίας. Η προκατάληψη μας προσφέρει την βασική νοητική και
γνωστική δομή : κανείς από εμάς δε είναι μία tabula rasa, κανείς από εμάς ξεκινά από το μηδέν όταν τίθεται εμπρός από τον κόσμο και πρέπει να σχηματίσει κρίσεις, να πάρει αποφάσεις, να κάνει επιλογές.
Η προκατάληψη δεν είναι, ή δεν είναι αναγκαστικά, ένας παραμορφωτικός φακός που αλλοιώνει την αντίληψή μας για την πραγματικότητα και μας εμποδίζει να κατανοήσουμε ορθά τα γεγονότα : αυτή είναι η αναγκαία θεμελιώδης δομή, αν και προσωρινή(αφού υπόκειται σε συνεχή αναθεώρηση)για την ελεύθερη και υπεύθυνη άσκηση της κριτικής σκέψης.
Εξάλλου, ιστορικά, η προκατάληψη πολεμήθηκε από τον Διαφωτισμό και από τα διανοητικά κινήματα που σχετίζονταν με αυτόν. Πρακτικά, η δαιμονοποιησή της είναι μία εφεύρεση του 17ου αιώνα, του ''αιώνα των Φώτων'', που αντιλαμβάνεται την Λογική με έναν άκαμπτο τρόπο, δηλαδή εντελώς ανεξάρτητη από τις ψυχολογικές, συναισθηματικές και κοινωνικές δομές, που δεν συνιστούν ένα εμπόδιο γι’αυτήν, αλλά την αναγκαία ολοκλήρωση της.
Ένας από τους λίγους σύγχρονους φιλοσόφους που επισήμαναν την θετική λειτουργία της προκατάληψης, υπήρξε ο Hans Georg Gadamer ο οποίος άσκησε κριτική στην έννοια της ''μεθόδου'' και έδειξε την ανεπάρκεια της για να θεμελιώσει τις επιστήμες του πνεύματος. Δεν αρκεί η ''μέθοδος'', χρειάζονται ''προ-κατανοήσειςις'' ή ''προ-κρίσεις'' σε οποιαδήποτε γνωστική πράξη: η ερμηνευτική γίνεται έτσι όχι η θεωρία της ''μεθόδου'', αλλά, κατά μία έννοια, η κριτική στην ''μέθοδο'' και η αναγκαιότητα της κατασκευής ενός δικτύου πρόσκαιρων ερμηνευτικών γραμμών, που επιτρέπουν τουλάχιστον τις αρχικές φάσεις της γνώσης, όταν επιχειρούμε σε ένα ανεξερεύνητο έδαφος και δεν διαθέτουμε τις συντεταγμένες.
Είναι ακριβώς εκείνο που έλεγε ο
Πλάτωνας, όταν υποστήριζε ότι, κατά την απόκτηση της γνώσης, γνωρίζουμε
ήδη κάτι από πριν, διαφορετικά δεν θα ξέραμε τι, πως και που να ψάξουμε
• αλλά βέβαια δεν γνωρίζουμε τα πάντα, διαφορετικά δεν θα υπήρχε η
αναγκαιότητα της έρευνας. Φυσικά η ''προ-κρίση'' δεν είναι επαρκής,
και, προπάντων, δεν μπορεί, και δεν πρέπει, να αποτελεί την τελική
κρίση: αυτή είναι μόνον το αρχικό εργαλείο, το οποίο πρέπει να τεθεί σε
επαλήθευση, να διορθωθεί ή να μεταβληθεί, διότι η λειτουργία του δεν
είναι εκείνη του κλεισίματος της γνωστικής διαδρομής, αλλά του
ανοίγματος και της διευκόλυνσης της.
«Το σημείο κλειδί της θεωρίας του
Gadamer, υποστηρίζει ότι ο ερμηνευτής προσεγγίζει το ερμηνευόμενο μόνον
διαμέσου μίας σειράς ''προ-κατανοήσεων'', ''προ-κρίσεων'' που, στο
σύνολό τους, συνιστούν προκαταρκτικές υποθέσεις αποκωδικοποίησης του
ίδιου του ερμηνευομένου. Μακριά από το να είναι μία tabula rasa το μυαλό
του ερμηνευτή, είναι λοιπόν κατοικημένο από μία σειρά προσδοκιών ή
εννοιολογικών σχημάτων , δηλαδή από μία πλειάδα πρόσκαιρων ερμηνευτικών
γραμμών. Αυτή η κυκλική κατάσταση, για την οποία αυτό που πρέπει να
κατανοηθεί έχει ήδη εν μέρει κατανοηθεί, αποτελεί τον λεγόμενο
''ερμηνευτικό κύκλο'', που ο Heidegger, κατά τον Gadamer, είχε το προσόν
να μην υποβαθμίσει σε έναν φαύλο κύκλο, θεωρώντας τον όχι μόνον ως κάτι
το ανεξάλειπτο, αλλά ως μία θετική κατάσταση της γνωστικής πράξης,
δηλαδή ως τον μοναδικό τρόπο για να υπάρξει πρόσβαση στο ερμηνευόμενο. »
Hans Georg Gadamer |
Η θεωρία του ερμηνευτικού κύκλου
συνοδεύεται στον Gadamer, σε μία από τις πιο χαρακτηριστικές θεωρίες της
σκέψης του, δηλαδή στην αποκατάσταση των προκαταλήψεων, της
«αυθεντίας-Αρχής» και της Παράδοσης. Ο Gadamer αποσαφηνίζει ότι οι
προκαταλήψεις δεν είναι κάτι αναγκαστικά αρνητικό(σύμφωνα με το
Διαφωτιστικό σχήμα που επηρέασε όλη την σύγχρονη κουλτούρα, υπό την
μορφή μιας προκατάληψης ενάντια στην προκατάληψη): Μία ανάλυση της
ιστορίας των εννοιών αποδεικνύει ότι μόνον στον διαφωτισμό η έννοια της
προκατάληψης αποκτά την αρνητική χροιά με την οποία συνήθως συνδέεται.
Οι προκαταλήψεις είναι αναπόσπαστο μέρος της πραγματικότητας μας ως
κοινωνικά και ιστορικά όντα (εφόσον πολύ πριν φθάσουμε σε μία
αυτοκατανόηση διαμέσου ενός σαφούς στοχασμού, εμείς κατανοούμε τον εαυτό
μας σύμφωνα με σχήματα που αντανακλώνται μέσα στην οικογένεια, στην
κοινωνία, στο κράτος) σε σημείο που μία υποθετική εξάλειψη τους, θα
συνέπιπτε, στην πραγματικότητα, με την ακύρωση της συγκεκριμενικότητας
τού εγώ μας.
Σχόλια του Μεταφραστή:
Για να γίνει κατανοητή η πρακτική διάσταση όλων αυτών των αναλύσεων, σκεφθείτε τα εξής:
Α) Που θα οδηγείτο η κοινωνία μας, εάν
δεν υπήρχαν προκαταλήψεις έναντι κάποιων ιδιαίτερων φυλετικών
μειονοτήτων, οπότε δεν θα λαμβάναμε κανένα είδος προστασίας έναντι
αυτών; Ποια θα ήταν η κατάληξη των ηθών, εάν δεν υπήρχε η προκατάληψη
έναντι κάποιων σεξουαλικών συμπεριφορών; κλπ
Β) Η προκατάληψη λειτουργεί και ως
ασπίδα προστασίας του μέσου ανθρώπου, αυτού δηλαδή που δεν έχει την
υψηλή παιδεία για να μπορεί να αμυνθεί εναντίον της εισαγωγής «καινών
δαιμονίων» .
Γ) Όμως ο ''προοδευτικός'' αγώνας
ενάντια των προκαταλήψεων στοχεύει σε κάτι ακόμη πιο βαθύ, δηλαδή σε
αυτό που αναφέρθηκε στο τέλος του άρθρου : την ακύρωση της
συγκεκριμενικότητας τού εγώ. Η σταδιακή, αλλά συνεχής
αποσυγκεκριμενοποίση του εγώ οδηγεί, αφενός, σε μία διαταραγμένη
ψυχολογικά προσωπικότητα και αφετέρου, στην διάλυση των προσωπικών
ταυτοτήτων (αφού καταργεί κάθε διαχωριστική γραμμή) μέσα σε μία
απροσδιόριστη μάζα-ολότητα : ο
αγώνας ενάντια στην προκατάληψη είναι ο αγώνας του γνωστικισμού
ενάντια στην κοσμική τάξη, ενάντια στο ξεχωριστό – αρχετυπικά δομημένο -
Πρόσωπο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου