Κρίση
στα Ίμια ονομάζεται η ένταση που
δημιουργήθηκε μεταξύ Ελλάδας και
Τουρκίας στο ΝΑ Αιγαίο εξ αιτίας της αμφισβήτησης της ελληνικότητας των
ομώνυμων βραχονησίδων εκ μέρους της Τουρκίας.H κρίση αυτή που έγινε επί πρωθυπουργίας του Κ. Σημίτη
κορυφώθηκε τη Ν30/31 Ιανουαρίου 1996,
όπου οι δύο χώρες έφθασαν στα πρόθυρα πολεμικής σύρραξης. Τελικά, η κατάσταση αποκλιμακώθηκε ύστερα από παρέμβαση των
ΗΠΑ και αφού βέβαια είχαν χάσει τη ζωή
τους τρεις έλληνες αξιωματικοί του Πολεμικού Ναυτικού εν ώρα καθήκοντος.
Μετά από αυτή τη μικρή εισαγωγή και πριν
αναφερθούμε στο χειρισμό της κρίσης από τη στρατιωτική ηγεσία θα
παραθέσουμε ορισμένα στοιχεία για τη
γεωγραφία της περιοχής, την τότε πολιτική κατάσταση της χώρας και το ιστορικό της κρίσης.
Γεωγραφικά Στοιχεία
Τα Ίμια είναι
δύο βραχονησίδες 25 και 14 στρεμμάτων που βρίσκονται ΒΑ της ν.Καλύμνου.
Ανήκουν στα Δωδεκάνησα και στο
Δήμο της Καλύμνου. Απέχουν από την ν.Καλόλιμνο 2,5 ναυτικά μίλια (ν.μ) και από τις τουρκικές ακτές 3,8 ν.μ. Η δυτική βραχονησίδα είναι
μεγαλύτερη, έχει βλάστηση και παρουσιάζει και κτηνοτροφική δραστηριότητα.
Η ελληνικότητα των βραχονησίδων αυτών
επιβεβαιώνεται από την Ιταλοτουρκική Συμφωνία της 4ης Ιανουαρίου
1932 , το Ιταλοτουρκικό Πρωτόκολλο της
28ης Δεκεμβρίου του 1932 και
τη Συνθήκη των Παρισίων της 10ης Φεβρουαρίου του1947 με την οποία τα
Δωδεκάνησα παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα. Σύμφωνα, λοιπόν, με τα διεθνή αυτά
κείμενα τα Ίμια ανήκουν στην Ελλάδα, καθόσον τα σύνορα, μεταξύ Ελλάδας και
Τουρκίας στη συγκεκριμένη περιοχή, οριοθετούνται κατά τον πλέον σαφή και κατηγορηματικό
τρόπο με βάση τα τρία αυτά έγγραφα.
Πολιτική Κατάσταση
Η
πολιτική κατάσταση στη χώρα εκείνη την περίοδο ήταν δραματική. To έλλειμμα
πολιτικής ηγεσίας πρωτοφανές. Ο
πρωθυπουργός Α. Παπανδρέου στο Ωνάσειο
και στο διάστημα από 25/12/1995 μέχρι 19/01/1996 ουδείς ενδιαφέρθηκε για την επίλυση του
θέματος διπλωματικά, σχεδόν καμία ενέργεια δεν έγινε πέραν της χλιαρής και με
καθυστέρηση 15 ημερών ρηματικής διακοίνωσης του ΥΠΕΞ.
Η πολιτική αυτή αβουλία είχε ως συνέπεια
τη σκλήρυνση της στάσης εκ μέρους της Τουρκίας, με αποτέλεσμα ένα συνηθισμένο
μεθoριακό επεισόδιο να
μετατραπεί σε κρίση. Ο τρόπος άσκησης της εξουσίας είχε φθάσει στον έσχατο
εξευτελισμό. Όλοι ασχολούντο με το θέμα της διαδοχής τού ΠΑΣΟΚ.
Τη 19/01/1996, με αντίπαλο τον εκλεκτό των
προεδρικών Άκη Τσοχατζόπουλο, εξελέγη πρωθυπουργός ο Κ. Σημίτης. Το γεγονός αυτό «πάγωσε» τους
προεδρικούς καθόσον μέχρι τότε τον θεωρούσαν «αμελητέα ποσότητα».
Με την εκλογή Σημίτη άρχισε ο
«μικροπόλεμος» ανάμεσα στους προεδρικούς και στους σημιτικούς, ο οποίος θα
τερματισθεί μετά από πεντάμηνο με την εκλογή του και ως προέδρου τού ΠΑΣΟΚ. Ο
Σημίτης, ως στέλεχος του ΠΑΣΟΚ, γνώριζε ότι η ηγεσία του ΥΕΘΑ πολιτική και
στρατιωτική ήταν προεδρική και επομένως κατά τη συγκρότηση της κυβέρνησής του
την 22/01/ 1996 έπρεπε να λάβει τα μέτρα του,
ορίζοντας ως υπουργό άμυνας ένα
πρόσωπο της απολύτου εμπιστοσύνης του
(όπως έπραξε με το ΥΠΕΞ). Με μια τέτοια κίνηση ίσως τα πράγματα να είχαν
εξελιχθεί διαφορετικά.
Εδώ αξίζει να σημειωθεί ότι, ο τρόπος που
επέλεξε η πολιτική ηγεσία της χώρας μας να διαχειρισθεί την κρίση ήταν πέρα για πέρα λανθασμένος τόσο ως σκέψη
όσο και ως ενέργεια.
Ιστορικό Κρίσεως
Αφορμή
για την κρίση αυτή αποτέλεσε η προσάραξη τουρκικού πλοίου κοντά στην ανατολική
Ίμια την 25 /12/ 1995 και η άρνησή του αρχικά να ρυμουλκηθεί από μέσα
των ελληνικών αρχών, καθόσον βρισκόταν σε τουρκικό έδαφος κατά την άποψη του
καπετάνιου. Τελικά το πλοίο την 28/12/1995 αποκολλήθηκε από ελληνικό ρυμουλκό
και μεταφέρθηκε στα τουρκικά παράλια.
Στη συνέχεια άρχισε η αμφισβήτηση εκ μέρους της Τουρκίας της ελληνικότητας των Iμίων. Η αντίδραση της Ελλάδας στην στάση αυτή της
γείτονος ήταν, όπως προαναφέρθηκε, μια καθυστερημένη χλιαρή ανακοίνωση εκ
μέρους του ΥΠΕΞ.
Η κατάσταση αυτή συνεχίσθηκε μέχρι την 25
/01/ 1996, όπου ο Δήμαρχος Καλύμνου πήγε στην ανατολική Ίμια και τοποθέτησε
την ελληνική σημαία. Την 27/01/96 δύο τούρκοι δημοσιογράφοι αποβιβάσθηκαν στη
βραχονησίδα αφαίρεσαν την ελληνική σημαία και ύψωσαν την τουρκική.
Eνώ είναι γνωστό τοις πάσι ότι σε αυτές τις περιπτώσεις
τον πρώτο λόγο έχουν οι πολιτικοί και οι διπλωμάτες και δευτερευόντως ο στρατός
, εδώ συνέβη το αντίθετο και μάλιστα χωρίς να ξεκαθαρίσουν τι ακριβώς ήθελαν
από το στρατό. Την 28η
Ιανουαρίου περιπολικό του Πολεμικού Ναυτικού αφαίρεσε την τουρκική σημαία και
υψώνει την ελληνική και αποβιβάζονται και βατραχάνθρωποι για φρούρησή της.
Στις 29 και 30 και τις πρώτες ώρες της 31
Ιανουαρίου συνεχίζονται οι παιδαριώδεις χειρισμοί εκ μέρους της πολιτικής και
στρατιωτικής ηγεσίας( σύγκληση ΚΥΣΕΑ στη
Βουλή, ανυπαρξία πληροφόρησης, διαπραγματεύσεις κρυφά από τους
ενδιαφερόμενους, κ.λπ.) .
Στις
310140 Ιαν 1996 τουρκικό τμήμα καταλαμβάνει τη δυτική Ίμια. Το γεγονός αυτό η
ελληνική κυβέρνηση το πληροφορείται από τους Αμερικανούς και τα ΜΜΕ και θέλησε
να το επαληθεύσει με την αποστολή Ε/Π παρά τις αντίξοες καιρικές συνθήκες με αποτέλεσμα
κατά την επιστροφή του στο πλοίο το Ε/Π κατέπεσε και το τριμελές πλήρωμα έπεσε
υπέρ πατρίδος.
Στη
συνέχεια οι Αμερικανοί δια του Χολμπρούκ
επέβαλαν την εκτόνωση της κρίσης με την αμοιβαία αποχώρηση εκ μέρους της
Ελλάδας και της Τουρκίας στρατευμάτων, πλοίων και σημαιών ( no troops,no ships,no flags) και τη ΜΗ επιστροφή τους (status quo ante). Παράλληλα ο πρωθυπουργός από το βήμα της Βουλής
ευχαρίστησε την κυβέρνηση των ΗΠΑ για τον καταλυτικό τους ρόλο.
Ο
χειρισμός της κρίσης εκ μέρους της τότε στρατιωτικής ηγεσίας, ως σύλληψη,
προπαρασκευή και εκτέλεση, κατά την άποψή μας, ήταν εσφαλμένος διότι:
Πρώτον, για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού δεν έγινε
η προβλεπόμενη/ενδεδειγμένη χρησιμοποίηση του προσωπικού βάσει της οργάνωσης,
της συγκρότησης, της εκπαίδευσης και του εξοπλισμού του . Η ασφάλεια των βραχονησίδων
δεν ανατέθηκε στο Στρατό Ξηράς που ήταν το αντικείμενό του, αλλά στο Πολεμικό
Ναυτικό (Π.Ν). Η απόφαση αυτή του ΓΕΕΘΑ , δηλαδή, να θέσει εκτός ενεργείας τον κατεξοχήν για αυτή την αποστολή κλάδο των
Ενόπλων Δυνάμεων και στη συνέχεια να «πάρει
πάνω του» μέσω του Π.Ν το θέμα της επάνδρωσης των βραχονησίδων αποτέλεσε την
αρχή της κακής τροπής των πραγμάτων, καθόσον στο θέμα αυτό διαπράχθηκαν λάθη τα
οποία δεν θα έκανε ούτε λοχαγός.
Δεύτερον, οι ενέργειες που έλαβαν χώρα την 28η και
το πρωί της 29ης Ιανουαρίου ( αφαίρεση τουρκικής σημαίας, τοποθέτηση ελληνικής
και τμήμα φύλαξης) καταδεικνύουν ερασιτεχνισμό,
έλλειψη συντονισμού, σύγχυση και αδυναμία συνεργασίας/ συνεννόησης πολιτικής
και στρατιωτικής ηγεσίας. Αν και η εντολή του ΥΕΘΑ ήταν ΜΟΝΟ η απομάκρυνση της
τουρκικής σημαίας, εντούτοις υπήρξε ένα «αλαλούμ» γύρω από τα αναφερθέντα στην
παρένθεση θέματα, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί μια «μίνι» κρίση μεταξύ ΥΕΘΑ
και Α/ΓΕΝ.
Τρίτον, οι προπαρασκευαστικές κινήσεις
του στόλου αντί να γίνουν με άκρα μυστικότητα, όπως επιβάλλεται σε τέτοιες περιπτώσεις,
έγιναν ήμερα με απευθείας μετάδοση από τα ΜΜΕ.
Τέταρτον,
η απόφαση του ΓΕΕΘΑ για τη ΜΗ επάνδρωση της δυτικής βραχονησίδας και τη ΜΗ
εξασφάλισή της με άλλα μέσα αποτέλεσε το
μοιραίο σφάλμα που έγειρε την πλάστιγγα υπέρ των τούρκων. Για όσους
διαθέτουν βασικές επιτελικές γνώσεις η απόφαση αυτή είναι ακατανόητη και
ανεξήγητη, καθόσον έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την κοινή λογική και την ορθή
σκέψη.
Πέμπτον,
δεν υπήρχε παρακολούθηση των εχθρικών
δηλώσεων- κινήσεων και ενεργειών
και δεν γινόταν επανεκτίμηση της κατάστασης . Απόδειξη τούτου αποτελεί το
γεγονός ότι ενώ το ΥΕΘΑ είχε ενημερωθεί από τους αμερικανούς ότι η Τουρκία δεν
δέχεται να αποκλιμακώσει την κρίση εάν
δεν απομακρυνθεί η ελληνική σημαία, δεν έπραξε απολύτως τίποτε. Αυτό για όποιον έχει στοιχειώδη τακτική
γνώση σήμαινε ότι, εφόσον η Τουρκία δεν
συμφωνούσε για την αποκλιμάκωση θα ενεργούσε για τη δημιουργία ισοδύναμου
τετελεσμένου, δηλαδή, θα προσπαθούσε να εξισορροπήσει τα πράγματα με την
τοποθέτηση σημαίας ή την αποβίβαση προσωπικού επί ελληνικού εδάφους στην
επίμαχη περιοχή.
Έκτον,
το σχέδιο του ΓΕΕΘΑ εκτός των άλλων στερείτο ευκαμψίας, δεν
προέβλεπε εφεδρικά τμήματα έτοιμα για
άμεση επέμβαση και αυτό
αποδείχθηκε από την απάντηση του ΓΕΕΘΑ στο αίτημα του πρωθυπουργού για
ανακατάληψη της βραχονησίδας εντός 45΄ όταν διαπιστώθηκε η παρουσία τουρκικού
τμήματος στη δ. Ίμια. Η απάντηση του ΓΕΕΘΑ( αεροπορικός /ναυτικός βομβαρδισμό ή
ανακατάληψη με τμήματα γενικά και αόριστα) ήταν μια απάντηση για αίθουσα
διδασκαλίας, καθόσον παρουσίαζε μόνο θεωρητικό ενδιαφέρον και δεν είχε πρακτική
χρησιμότητα .
Σήμερα, μετά από είκοσι χρόνια από τα
τραγικά εκείνα γεγονότα στα Ίμια, μπορούμε να πούμε με πλήρη βεβαιότητα ότι:
˃ Κατά τη διαχείριση της υπόψη κρίσης έγιναν αρκετά λάθη
εκ μέρους της πολιτικής και της στρατιωτικής ηγεσίας. Όμως, η απόφαση του ΓΕΕΘΑ
για τη ΜΗ επάνδρωση της δυτικής βραχονησίδας αποτέλεσε το ολέθριο σφάλμα καθόσον έδωσε στην Τουρκία τη δυνατότητα να
ισχυροποιήσει τη διαπραγματευτική της θέση. Επιπλέον αποτέλεσε και μια πρώτης
τάξεως ευκαιρία για τους έλληνες πολιτικούς να ρίξουν τις ευθύνες τους στο ΓΕΕΘΑ.
˃
Αυτό που συνέβη στα Ίμια τον Ιανουάριο του 1996 δεν ήταν πολεμικό επεισόδιο ή
πολεμική αψιμαχία αλλά ένα επεισόδιο χειρισμού κρίσεως για την αποκλιμάκωση του
οποίου η ηγεσία της Ελλάδας (πολιτική και στρατιωτική) ενήργησε παιδαριωδώς,
καθόσον έπαιρνε αποφάσεις και έδινε εντολές χωρίς να έχει πλήρη εικόνα για την
πραγματική κατάσταση με συνέπεια η όλη υπόθεση να καταλήξει σε φιάσκο με
τραγικό τέλος. Επομένως, η άποψη ότι στα Ίμια ηττήθηκε ο στρατός δεν
ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, διότι στα Ίμια όχι μόνο δεν έλαβε χώρα
πολεμικό γεγονός αλλά ούτε καν ανταλλαγή πυρών αναγνωριστικής φύσεως.
˃ Κατά τη εκτέλεση οποιασδήποτε
στρατιωτικής ενέργειας η παραβίαση ή η μη ορθή εφαρμογή αρχών με διαχρονική
αξία, όπως είναι η ασφάλεια και η ενδεδειγμένη χρησιμοποίηση των στρατιωτικών
τμημάτων, οδηγεί εκ τους ασφαλούς και με μαθηματική ακρίβεια σε αποτυχία.
˃ Η ταπεινωτική αυτή υποχώρηση αποτέλεσε
το έναυσμα για την «ξέφρενη κούρσα» των εξοπλιστικών προγραμμάτων, με
αποτέλεσμα η Ελλάδα να γίνει η καλύτερη
πελάτις τών απανταχού της γης «οπλάδων» με τα γνωστά αμαρτωλά επακόλουθα
Ιωάννης Δημητρόπουλος
Αντιστράτηγος ε.α-
Μαθηματικός
http://greeknation.blogspot.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου