Τρίτη 24 Ιανουαρίου 2017

Για το καίριο ζήτημα των τουρκικών στρατευμάτων στην Κύπρο

του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
Να θυμίσω κατ’ αρχήν, σε όσους τυχόν δεν το αντιλήφθηκαν, ότι η Διάσκεψη της Γενεύης όχι μόνο δεν έχει τελειώσει, αλλά δεν προβλέπεται να τελειώσει παρά μόνον αν επέλθει συμφωνία, με δική μας μάλιστα πρωτοβουλία αυτό. Είναι open ended, διαρκής θεσμός, όπως η Ιερά Εξέταση, και θα παραμείνει ως Δαμόκλειος Σπάθη πάνω από το κεφάλι του ελληνικού λαού μέχρι, είτε να κόψει το κεφάλι του κυπριακού κράτους, είτε να αποφασίσει κάποιος να τη διακόψει.

Η κυπριακή και η ελληνική κυβέρνηση υποστηρίζουν ότι προσέρχονται στη Γενεύη ανυποχώρητες στο θέμα των εγγυήσεων και ξένων στρατευμάτων στην Κύπρο.

Αυτό δεν είναι ασφαλώς το μόνο κρίσιμο θέμα – διότι δεν αρκεί να φύγουν τα στρατεύματα, πρέπει να μας προκύψει στο τέλος και κάποιας μορφής κράτος στο νησί, όχι μπάχαλο. Είναι όμως ένα από τα κρισιμότερα.

Αν αυτό όντως προκύψει ο γράφων θα είναι ο πρώτος που
θα χαιρετίσει αμφότερες τις κυβερνήσεις, ανεξαρτήτως οποιασδήποτε άλλης κριτικής ή διαφωνίας.

Εν τούτοις, δις εξ αμαρτείν ουκ ανδρός σοφού, πόσο μάλλον πολλάκις εξ αμαρτείν.

Ο μεν Αναστασιάδης εξελέγη υποσχόμενος να μην επιτρέψει ποτέ το κούρεμα των καταθέσεων, που έκανε δύο μήνες μετά την εκλογή του και αφού φρόντισε τα οικονομικά της οικογενείας του. Εξελέγη επίσης διακηρύσσοντας ότι το σχέδιο Ανάν και οι συγκλίσεις Χριστόφια-Ταλάτ έχουν πεθάνει. Ευθύς μετά την εκλογή του ανέστησε τους πεθαμένους και άρχισε επί τη βάσει αυτών τις διαπραγματεύσεις.

Ο ελληνικός λαός εμπιστεύτηκε τη διαβεβαίωση της παρούσας κυβέρνησης ότι δεν θα υπογράψει νέα Μνημόνια, για να ξυπνήσει με το τρίτο και χειρότερο. Αν ήταν σοφότερος θα είχε ανησυχήσει πολύ νωρίτερα και οπωσδήποτε διαβάζοντας την επιστολή του ‘Ελληνα Υπουργού Οικονομικών προς τους Ευρωπαίους συναδέλφους του, στην αρχή ήδη της διαπραγμάτευσης, που αναγνώριζε και τις προηγούμενες συμφωνίες και το ελληνικό δημόσιο χρέος.

Γι’ αυτό και θέλουμε να τους πιστεύουμε όλους αυτούς, μακάρι να λένε αλήθεια αυτή τη φορά, αλλά προτιμάμε να παραμένουμε άπιστοι Θωμάδες, μέχρις αποδείξεως τού, και ευχόμενοι να αποδειχθεί το ενάντιο.

Γιατί διαφορετικά, αν τυχόν γίνει κάποιο λάθος στο κυπριακό τώρα, στην κατάσταση που είναι η Ελλάδα, μπορεί να είναι η χαριστική βολή στον ελληνικό λαό στο σύνολό του. Καλύτερα λοιπόν σε αυτή την περίπτωση να μην ακολουθήσουμε το “Πίστευε και μη ερεύνα”, αλλά το “Ερευνάτε τας Γραφάς”.

Πόσο μάλλον που οι εκπρόσωποι τόσο της Λευκωσίας, όσο και της Αθήνας, με την ορολογία που οι ίδιοι χρησιμοποιούν εγείρουν σοβαρότατα ερωτηματικά για το τι εννοούν αμφότερες με τη φόρμουλα “λύση χωρίς ξένα στρατεύματα και εγγυήσεις”. Διαφωτιστικές επ’ αυτού είναι οι συνεντεύξεις των κ.κ. Κοτζιά και Αναστασιάδη στη Καθημερινή (26-9-2016 και 25-12-2016) που κάνουν λόγο για μεταβατικές περιόδους αποχώρησης των τουρκικών στρατευμάτων, αφού προηγουμένως έχει διαλυθεί η Κυπριακή Δημοκρατία και η Εθνοφρουρά της.

Τα τουρκικά στρατεύματα θα μείνουν για πάντα αν δεν έχουν αποχωρήσει προ της εφαρμογής της λύσεως και όχι μετά τη λύση.

Υποστηρίζεται ότι χρειάζεται μια μεταβατική περίοδος για την αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων (“και για πρακτικούς λόγους”, Καθημερινή, τους άλλους τους αγνοούμε).

Τα τουρκικά στρατεύματα ήρθαν πολύ γρήγορα στην Κύπρο και δεν καταλαβαίνουμε γιατί δεν μπορούν να φύγουν εξίσου γρήγορα. Αν όμως δεν μπορούν να φύγουν τότε μπορούμε ασφαλώς να περιμένουμε όσο χρειάζεται για να φύγουν και μετά να εφαρμόσουμε τη λύση.

Διότι αυτό που τώρα ζητείται από την ελληνική πλευρά είναι στην πραγματικότητα να διαλυθεί το υπάρχον κυπριακό κράτος και η Εθνοφρουρά του έναντι μιας υποσχέσεως του κ. Ερντογάν.

Θα τηρήσει η Τουρκία τις υποσχέσεις της;

Δεν βλέπω κανένα λόγο να είμαι πιο Τούρκος από τους Τούρκους, αποδίδοντάς τους προθέσεις που όχι μόνο δεν έχουν, αλλά λένε ότι δεν έχουν.

Την απάντηση την έχει δώσει ο πρώην Πρόεδρος της Τουρκίας Αμπντουλά Γκιουλ. Στη διάρκεια επισκέψεως στο Μπακού, όπου οι Αζέροι τον ενεκάλεσαν για τις συμφωνίες με την Αρμενία, τους απάντησε ότι κακώς νομίζουν ότι η ‘Αγκυρα υπέγραψε τις συμφωνίες για να τις τηρήσει.

Διδακτική φαντάζομαι είναι και η εμπειρία από τη Συρία και το Ιράκ, όπου ο τουρκικός στρατός έχει εισέλθει χωρίς να ζητήσει την άδεια κανενός και παραβιάζοντας όλο το διεθνές δίκαιο.

Τι μας λέει άλλωστε ο ίδιος ο κ. Ακιντζί, απείρως σοβαρότερος και ειλικρινέστερος από τη δική μας πλευρά; Χρειαζόμαστε λέει τον τουρκικό στρατό καμιά δεκαπενταριά χρόνια και, αν το πράγμα δουλέψει, το συζητάμε.

(Διερωτάται κανείς και πάλι τι ακριβώς εξυπηρετεί και σε τι μπορεί να είναι ωφέλιμη οποιαδήποτε διαπραγμάτευση με παρόμοιους όρους).

Τι θα κάνουμε αν δεν τηρήσει η Τουρκία τις υποσχέσεις της;

Υπό τέτοιες συνθήκες, τα “δεσμευτικά χρονοδιαγράμματα” δεν φαίνονται παρά να δεσμεύουν μόνο τα θύματα της εισβολής, που φυσικά δεν θα μπορούν να κάνουν πολλά πράγματα.

Μία περίπτωση είναι να στείλουμε τους Ευζώνους που φυλάνε τη Βουλή να διώξουν τα τουρκικά στρατεύματα από την Κύπρο. ‘Αλλη να τους αναγκάσει να τηρήσουν τη συμφωνία η κυπριακή Εθνοφρουρά. Φαντάζομαι ότι δεν υπάρχουν τέτοια σενάρια. ‘Αλλωστε, η συζητούμενη συμφωνία προβλέπει την αποχώρηση των στρατευμάτων μετά και όχι πριν τη διάλυση της Εθνοφρουράς και του κράτους.

Ο κ. Αναστασιάδης υπόσχεται, στην Καθημερινή (25.12) ότι, αν δεν τηρηθούν οι τουρκικές υποσχέσεις, θα προσφύγει στην ΕΕ και στον ΟΗΕ. Δεν ξέρω αν θα υπάρχει η ΕΕ όταν θα προσφύγει εκεί ο Αναστασιάδης, ξέρω ότι δεν θα μπορεί να το κάνει. Διότι το σχέδιο λύσης προβλέπει 50-50% την Κύπρο και αμφιβάλλω ότι θα τον αφήσει το σύνοικο στοιχείο να πάει να το καταγγείλει οπουδήποτε.

Τα ψηφίσματα του ΟΗΕ που ζητούν την άμεση, χωρίς όρους και χωρίς διασύνδεση με λύση ή μη λύση ή όποια λύση του κυπριακού, αποχώρηση των ξένων στρατευμάτων από την Κύπρο και την πλήρη αποκατάσταση της κυριαρχίας του κυπριακού κράτους, είναι το πολιτικό προϊόν μιας τελείως διαφορετικής εποχής και είναι αδύνατο να ξαναβγούν τώρα.

Ακόμα όμως κι αν βγαίνανε, δεν υπάρχει πρακτικός τρόπος να υλοποιηθούν, όπως δεν υπήρχε και μέχρι τώρα. Η κρίσιμηδιαφορά όμως της παρούσης με τη μέλλουσα κατάσταση είναι ότι τώρα υπάρχει συγκροτημένο κράτος στην Κύπρο, αύριο, επί τη βάσει της συζητούμενης λύσης θα έχει διαλυθεί.

Δηλαδή, μεταβατικές περίοδοι και υπό όρους αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων συνεπάγεται νομιμοποίηση της παρουσίας τους στο νησί και κατάργηση από τώρα της κύριας διεθνούς νομικής ασπίδας της Κυπριακής Δημοκρατίας, των περί αποχωρήσεως προβλέψεων των ψηφισμάτων του ΣΑ.

Γιατί καμία καλή συμφωνία δεν μπορεί να βγει από τη Γενεύη

Ας υποθέσουμε όμως ότι όλα τα παραπάνω παίρνονται υπόψιν σε μια μελλοντική συμφωνία, κάτι που υπό τις παρούσες συνθήκες μοιάζει σενάριο πολιτικής φαντασίας. Και η καλύτερη συμφωνία από τη Γενεύη, κινδυνεύει δυστυχώς όχι μόνο να αποδειχθεί άνθρακες, αλλά και να αποτελέσει μια ακόμα θηλειά στον λαιμό του κυπριακού λαού.

Ο αποικιοκράτης δεν είναι κουτός. Η ίδια η διαδικασία της Γενεύης είναι έτσι φτιαγμένη που να μην μπορεί να βγάλει καλό αποτέλεσμα. Η Γενεύη συνιστά αναβίωση σε τελειοποιημένη τώρα και “διαρκή” (open ended) μορφή της τριμερούς του Λονδίνου του 1955 (Ελλάδα, Τουρκία, Βρετανία), που δέχθηκε ο Αβέρωφ κατ’ εντολήν του Λονδίνου και των διασκέψεων της Ζυρίχης και του Λονδίνου (1959-60) όπου το Λονδίνο επέβαλε τις γνωστές συμφωνίες, παρά την αντίθετη γνώμη των αντιπροσώπων της οργάνωσης που ηγούντο της αντιαποικιακής επανάστασης στην Κύπρο (Λυσσαρίδης, Παπαδόπουλος) και όσων δημάρχων της Κύπρου επρόσκειντο στο ΑΚΕΛ, και χωρίς να ερωτηθεί ο κυπριακός λαός.

Πρόκειται για μέθοδο και παράνομη και παράλογη.

Φανταστείτε π.χ. αύριο μια διάσκεψη της Γαλλίας, της Ιταλίας και της Πορτογαλίας που θα συζητήσει τα εθνικά προβλήματα της Ισπανίας, χωρίς τη συμμετοχή του ισπανικού κράτους, αλλά με τη συμμετοχή των Ανδαλουσίων, των Βάσκων, των Καταλανών κλπ. Αν η διάσκεψη της Γενεύης για την Κύπρο είναι μια καλή ιδέα, να οργανώσουμε μια παρόμοια διάσκεψη για την Ισπανία στη Ζυρίχη. Να στείλουμε και δικούς μας, ήδη έμπειρους “τεχνοκράτες”, να τους προσφέρουν τεχνογνωσία.

Ποιό είναι το κόλπο με τη Γενεύη;

Να συνδεθεί η αυτοτελής υποχρέωση για αποχώρηση των στρατευμάτων που εισέβαλαν στην Κύπρο χωρίς άλλους όρους και προϋποθέσεις με την λύση του κυπριακού, και μάλιστα με συγκεκριμένο, καταστροφικό τύπο λύσης, με ανεπίτρεπτες αλλαγές στη βασική συνταγματική διάρθρωση της κυπριακής πολιτείας και με πολυετείς περιόδους αποχώρησης “μετά τη λύση”, πολύ προτού κληθεί να αποφασίσει αν θέλει οτιδήποτε από αυτά ο κυπριακός λαός.

Αν υπάρξει τέτοια συμφωνία στη Γενεύη, ο Αναστασιάδης θα θυμηθεί αμέσως που έχει βάλει το “καπέλο” του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, που δεν μπορούσε να βρει πηγαίνοντας στη Γενεύη, θα το φορέσει και θα πάει ο ίδιος, εκ μέρους της Κύπρου, στην ΕΕ και τον ΟΗΕ, για να επικυρώσουν αυτό το αποτέλεσμα.

Δηλαδή να ακυρώσουν, εμμέσως πλην σαφώς, το καθεστώς κράτους πλήρους, ανεμπόδιστης κυριαρχίας με το οποίο η Κυπριακή Δημοκρατία έγινε δεκτή στην ΕΕ και τα ψηφίσματα του ΣΑ με τα οποία ζητείται η χωρίς όρους αποκατάσταση της πληγείσης κυριαρχίας του κυπριακού κράτους και η χωρίς όρους και προϋποθέσεις αποχώρηση των παρανόμως ευρισκομένων κατοχικών στρατευμάτων.

Αν οι φίλοι Κύπριοι νομίζουν ότι θα γίνουν όλα αυτά και θα τα ανατρέψουν σε δημοψήφισμα, πλανώνται πλάνην οικτράν, αν δεν βρίσκουν απλώς δικαιολογία για να μην κάνουν αυτό που πρέπει τώρα να κάνουν, ως Προμηθείς και όχι ως Επιμηθείς.

(‘Αλλωστε, δεν χρειάστηκε κανένα δημοψήφισμα για να εγγραφεί στα ψηφίσματα του ΣΑ η “διζωνική-δικοινοτική ομοσπονδία).

Το 2004 δοκίμασαν να επιβάλλουν το σχέδιο Ανάν μέσω δημοψηφίσματος, γιατί νόμιζαν ότι οι Κύπριοι θα το ψηφίσουν. ‘Επαιζαν τίμια, γι’ αυτό δεν χρειάστηκε καμία Γενεύη. Τώρα τι τη θέλουνε;

Μήπως εκτός από κριτική υπάρχει και καμία θετική πρόταση;

Nαι. Να προτείνει η Κύπρος και η Ελλάδα την αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων με διεθνείς εγγυήσεις της ΕΕ και του ΟΗΕ για την ασφάλεια των Τουρκοκυπρίων και την ανάπτυξη στις περιοχές που τώρα ζουν δυνάμεων της ΕΕ (στην οποία επιθυμούν να ενταχθούν) και του ΣΑ του ΟΗΕ. Αυτό θα δημιουργήσει και συνθήκες κανονικής διαπραγμάτευσης και συζήτησης μεταξύ των δύο κοινοτήτων για το πως θέλουν να οργανώσουν τις σχέσεις τους, γιατί δεν μπορεί να γίνει φυσιολογική διαπραγμάτευση και συζήτηση με 40.000 στρατιώτες και πλήρη αεροπορική υπεροχή. Αυτό δεν είναι μειονότητα που χρήζει προστασίας, τοπική υπερδύναμη είναι.

Και αν επιμένουν σε σχέδιο παραπλήσιο του Ανάν, που άλλωστε υπεστήριξε η πλειοψηφία των Τουρκοκυπρίων το 2004, να εφαρμοσθεί μόνο για την τουρκοκυπριακή ζώνη της υπό σύσταση διζωνικής ομοσπονδίας, με αντίστοιχους περιορισμούς της εκεί κυριαρχίας της Κυπριακής Δημοκρατίας.

‘Οχι όμως να διαλύσουμε το κυπριακό κράτος σε ότι αφορά και το 82% του πληθυσμού, ‘Ελληνες στην εθνότητα (και όχι στην

καταγωγή, όπως νομίζει ο Χριστόφιας) και να του βάλουμε ξένους δικαστές και “Διεθνείς Αστυνομίες” να το διοικούν.

Μια επίκαιρη άποψη του Ηλία Ηλιού

Η ελληνική λέξη αλήθεια είναι ένα από τα μεγαλύτερα επιτεύγματα στην εξέλιξη του ανθρώπινου γένους. Σημαίνει “δεν ξεχνώ” (α-λήθη). Γι’ αυτό θάθελα κλείνοντας να θυμίσω την αξιοπρέπεια του μεταπολεμικού ηγέτη της ελληνικής Αριστεράς, του Ηλία Ηλιού. Δεν είχε ακόμα τελειώσει η βαθιά νύχτα των εκτάκτων στρατοδικείων, των δολοφονιών, των βασανιστηρίων, της τρομοκρατίας στη μετεμφυλιακή Ελλάδα, όταν ο Πρόεδρος της ΕΔΑ είχε το θάρρος να εκφωνήσει μια ιστορική ομιλία στη Βουλή των Ελλήνων χαρακτηρίζοντας τις συμφωνίες Ζυρίχης και Λονδίνου Ανταλκίδειο Ειρήνη.

‘Ισως όμως, όπως μου είπε μια μέρα ο Βάσσος Λυσσαρίδης, ο ένας από τους δύο ανθρώπους στους οποίους, πιστεύω, χρωστάει το κυπριακό κράτος την επιβίωσή του το 1974, “σε εποχές όπως η σημερινή, είναι πιο δύσκολη η αντίσταση.”


πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου