Γράφει ο Δημήτρης Ελ. Διακομιχάλης
Ο Ταγίπ Ερντογάν μετά την απειλή ότι άμεσα θα προχωρήσει στη διεκδίκηση των απολεσθέντων 16 νησιών του Αιγαίου στα πλαίσια της εκβιαστικής διπλωματίας που ασκείται από τη Τουρκία σε βάρος της χώρας μας τα τελευταία πενήντα χρόνια, μας απείλησε εκ νέου λέγοντας ότι θα αντιδράσει δυναμικά στο σχέδιο του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολίτικής για το πρόγραμμα ανάπτυξης και κατοίκησης 28 μικρών νησιών του Αιγαίου.
Τόσον οι προηγούμενοι ηγέτες της Τουρκίας και πολύ περισσότερο ο Ταγίπ Ερντογάν αναδεικνύονται άριστοι μαθητές του Πρώσσου Στρατιωτικού και θεωρητικού του πολέμου Κλαούζεβιτς ο οποίος χρησιμοποιώντας τον «πόλεμο ως συνέχεια της πολιτικής με άλλα μέσα» επιδιώκουν με την απειλή χρήσης βίας να δημιουργήσουν μια δυναμική που να επιφέρει τα μέγιστα πολιτικά αποτελέσματα.
Με την τακτική αυτή η Τουρκία προσπαθεί να δημιουργήσει παραστάσεις ύπαρξης διαφορών εκεί που δε υπάρχουν, ταυτόχρονα δημιουργεί και παραστάσεις αποφασιστικού αντιπάλου που πιστεύει ότι θα μας προξενήσει σημαντικές ζημίες εάν δεν αποδεχθούμε τις επιθυμίες της.
Δεν θα σχολιάσω τις διευκρινήσεις του Υφυπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολίτικής κυρίου Νεκτάριου Σαντορινιού μετά τη απαράδεκτη αντίδραση της Τουρκικής ηγεσίας για τα 28 νησιά.
Θα σταθώ όμως στα όσα προκλητικά και αυθαίρετα είπε ο Ερντογάν και ο εκπρόσωπος του Υπουργείου Εξωτερικών όταν χαρακτήρισε τα νησιά ως “διαφιλονικούμενους γεωγραφικούς σχηματισμούς„ υπογραμμίζοντας για μια ακόμα φορά ότι η ηγεσία της γειτονικής χώρας είναι πραγματικά επικίνδυνη για την ειρήνη καταπατώντας κάθε έννοια κράτους που δρα με κανόνες δικαίου αφού προσπαθεί να εξαπατά σταθερά και διαχρονικά τη διεθνή κοινότητα.
Για τους λόγους αυτούς θα δημοσιοποιήσω άλλους τρεις χάρτες, επί πλέον των εννέα χαρτών που δημοσιοποίησα σε προηγούμενο χρόνο, έναν ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΟ, ένα ΡΩΣΙΚΟ και ένα ΤΟΥΡΚΙΚΟ που αποδεικνύουν και αυτοί οι χάρτες ότι τόσον τα ΙΜΙΑ όσον τα 16, τα 28 και ποιος ξέρει πόσα άλλα νησιά μελλοντικά θα διεκδικήσει ο κύριος Ερντογάν, είναι Ελληνικά και τον διαψεύδουν κατηγορηματικά.
Κύριε Ερντογάν αφού γνωρίζετε ότι τόσον οι Διεθνείς Συμβάσεις (Λωζάνης, Παρισίων, Δίκαιο της θάλασσας), όσον οι δικοί σας στρατιωτικοί χάρτες καθώς και οι στρατιωτικοί χάρτες των Μεγάλων Δυνάμεων (USA, Ρωσία, Αγγλία κ.λ.π), σας διαψεύδουν κατηγορηματικά και ανατρέπουν τη θεωρία των γκρίζων ζωνών, των διαφιλονικούμενων γεωγραφικών σχηματισμών, που ανακαλύψατε τώρα τελευταία με την ανοχή βέβαια του ΝΑΤΟ του ΟΗΕ και της ΕΕ, γιατί θέλετε να είστε ο διεθνής ταραξίας; Σταματήστε αυτή την πολιτική της εκβιαστικής διπλωματίας, την πολιτική των προκλήσεων, των εχθρικών ενεργειών των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας σας σε βάρος της Ελλάδας, που μπορεί να οδηγήσει τις δύο χώρες σε πολεμική σύγκρουση με καταστροφικά αποτελέσματα και σεβαστείτε επί τέλους τις διεθνείς Συνθήκες για το καλό των λαών μας.
Όταν εσείς διεκδικείτε παράνομα νησιά, θαλάσσιο και εναέριο χώρο της πατρίδας μας που δεν σας ανήκουν, εμείς μπορούμε και δικαιούμαστε και είμαστε υποχρεωμένοι να διεκδικήσουμε τα νησιά Ελληνικής Ιδιοκτησίας που ανήκουν σε Καλύμνικες οικογένειες (Μαγκλή, Ολυμπίτη) στα παράλια της Μικράς Ασίας σεβόμενοι πάντα το Διεθνές Δίκαιο.
Τα νησιά αυτά βρίσκονται μεν στη Τουρκική κυριαρχία αλλά ανήκουν σε Έλληνες με επίσημους Οθωμανικούς τίτλους καταχωρημένους στο κτηματολόγιο της περιοχής της Αλικαρνασσού και βρέθηκαν στη Τουρκική επικράτεια με τη χάραξη των θαλάσσιων συνόρων μεταξύ Ιταλίας και Τουρκίας το 1932.
Αναφέρομαι στα νησιά Αρκόνησος ή Ακρόνησος (Karaada) απέναντι από την Αλικαρνασσό (Bodrum), τα Τσατάλια (Gatalada, Tüllüse ad) απέναντι από το Karatoprak και τους Άγιους Απόστολους (Gavus ad) απέναντι από το Gümuslük.
Αυτά τα νησιά μαζί και πολλές άλλες χιλιάδες στρέμματα γης στα παράλια της Μικράς Ασίας ανήκουν σε 140 οικογένειες Δωδεκανησίων σύμφωνα με το πρακτικό του Συλλόγου Δωδεκανήσιων Γαιοκτημόνων εν Μικρά Ασία της 8ης Μαΐου 1952. Τα μέλη του Συλλόγου Δωδεκανησίων Γαιοκτημόνων εν Μικρά Ασία είναι από τη Κάλυμνο, τη Ρόδο, τη Σύμη, την Κάσο, την Αστυπάλαια.
Τα νησιά αυτά μαζί με τις άλλες ιδιοκτησίες αγοράστηκαν από εύρωστες Δωδεκανησιακές οικογένειες όσον η περιοχή βρισκόταν υπό οθωμανική κατοχή. Η νομική βάση για να διεκδικήσουν οι κληρονόμοι αυτές τις περιουσίες είναι ισχυρότατη.
Με την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάνης το 1923 εξαιρέθηκαν από την ανταλλαγή των πληθυσμών που όρισε η Συνθήκη, οι Ιταλοί υπήκοοι.
Επειδή οι οικογένειες Μαγκλή, Ολυμπίτη και όχι μόνον, είχαν Ιταλική υπηκοότητα την περίοδο εκείνη, ζήτησαν από τη Ιταλική κυβέρνηση να ζητήσει απόδοση των περιουσιών ή αποζημίωση. Στον Ιταλο-Τουρκικό διάλογο της περιόδου εκείνης τέθηκε ζήτημα αποζημιώσεων για όσους έχασαν την περιουσία τους. Οι Τούρκοι όμως πρόσφεραν ένα μικρό ποσό. Όμως και μόνη η παραδοχή τους ότι όφειλαν αποζημίωση θεμελίωσε τη νομική βάση των Δωδεκανησίων για τη κυριότητα τους.
Μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο η Ελλάδα έθεσε στη Τουρκία το θέμα των Δωδεκανησιακών ιδιοκτησιών. Αυτό συνέβει το 1952 επί κυβερνήσεως Ν. Πλαστήρα. Το 1959 επί Πρωθυπουργίας Κωνσταντίνου Καραμανλή και Αδνάν Μεντερές προκειμένου να επιλύσουν τα αμφισβητήσιμα ζητήματα και να βελτιώσουν τις Ελληνοτουρκικές σχέσεις συνέστησαν επιτροπή στην οποία οι διπλωμάτες Δημ. Μπίτσιος εκπροσωπούσε την Ελλάδα και ο Ζέκι Κουνέραλπ εκπροσωπούσε την Τουρκία. Στην έκθεση με τις προτάσεις – λύσεις που συνέταξαν οι δύο διπλωμάτες περιελήφθη και το θέμα των περιουσιών των Δωδεκανήσιων στη Μικρά Ασία, την οποία υπέβαλαν από κοινού στους δύο πρωθυπουργούς τους. Λόγω των πολιτικών αναταράξεων και στις δύο χώρες, άλλαξαν οι Πρωθυπουργοί και στις δύο χώρες και η Διμερής έκθεση του Μπίτσιου-Κουνέραλπ μπήκε στο συρτάρι απ’ όπου δεν βγήκε ποτέ. Το θέμα των περιουσιών των Δωδεκανησίων ήταν πάντα στην ατζέντα των Ελληνοτουρκικών επαφών όμως κολλούσε από τους Τούρκους λόγω των διακυμάνσεων των Ελληνοτουρκικών σχέσεων και από τα νομικά τερτίπια που προέβαλλαν κάθε φορά. Τελευταία φορά το θέμα τέθηκε από Ελληνικής πλευράς κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων Κιτσαρά- Μπέργκεν στις οποίες συμμετείχε και ο νεαρός τότε διπλωμάτης Πέτρος Μολυβιάτης μετέπειτα Υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας.
Η υπόθεση αυτή συζητήθηκε κατ’ επανάληψη στη Βουλή των Ελλήνων με πρωτοβουλία του αείμνηστου Δωδεκανήσιου Υπουργού Ιωάννη Ζίγδη, χωρίς όμως κανένα αποτέλεσμα.
Με τη νομική βάση ότι οι ιδιοκτησίες τους δεν είναι ανταλλάξιμες, κέρδισαν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων μια αντίστοιχη υπόθεση διεκδίκησης ακινήτου στη Χαλκιδική, Τούρκοι υπήκοοι, που διέθεταν οθωμανικούς τίτλους. Η Ελλάδα υποχρεώθηκε σε καταβολή αποζημίωσης. Άρα οφείλει αυτή η κυβέρνηση, αξιοποιώντας αυτή την απόφαση να διεκδικήσει από την Τουρκία τις περιουσίες των Δωδεκανήσιων κληρονόμων, όταν μάλιστα για τα νησιά αυτά από έρευνα που έγινε στο Τουρκικό κτηματολόγιο το έτος 1965 προέκυψε ότι τόσο τα νησιά όσον και οι άλλες περιουσίες ήταν γραμμένες στο όνομα των δικαιούχων Δωδεκανησίων και είχαν μεταφερθεί με τη σημείωση ότι ανήκουν σε περιουσίες μη ανταλλάξιμες.
Επίσης οι Έλληνες Ευρωβουλευτές όλων των κομμάτων πρέπει να αναδείξουν το θέμα, τόσο στο Ευρωκοινοβούλιο όσον και στα άλλα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεδομένης της Εθνικής διάστασης που έχει το ζήτημα ιδιαίτερα αυτές τις δύσκολες ώρες που περνά η χώρα αφού ακόμα και ο σύμβουλος του κυρίου Ερντογάν, Γ. Μπουλούτ έφτασε στο ξεδιάντροπο σημείο να κάνει μαθήματα Ελληνικής ιστορίας στο πρωθυπουργό της χώρας κ. Αλέξη Τσίπρα.
Όμως επειδή σε λίγες ημέρες συμπληρώνεται ένας άλλος χρόνος από την τραγική νύκτα των Ιμίων και τότε παρουσιάσθηκαν σημαντικά προβλήματα σχετικά με τo σύστημα διαχείρισης κρίσεων όπως συνέβει με όλες τις κρίσεις που προηγήθηκαν της κρίσης των Ιμίων με εξαίρεση αυτή του 1987, δημιουργείται επιτακτικά η αναγκαιότητα ύπαρξης Μηχανισμού Διαχείρισης Κρίσεων και Αξιόπιστης Ελληνικής Αποτρεπτικής Στρατηγικής.
Ο χειρισμός κρίσεων αποτελεί ένα πολύ λεπτό εγχείρημα για την στρατιωτική αλλά κυρίως για την πολιτική ηγεσία. Σε μια κρίση ουσιαστικά δοκιμάζεται όλο το σύστημα Παραγωγής Εθνικής Ασφάλειας.
Κατά τη διάρκεια χειρισμού των κρίσεων πρέπει να βρεθεί η λεπτή ισορροπία μεταξύ της ανάγκης για αποφυγή της κλιμάκωσης από τη μια πλευρά και της ανάγκης για αξιοπιστία της αποτρεπτικής στρατηγικής από τη άλλη.
Με δεδομένη την εκβιαστική πολιτική του κ. Ερντογάν σε βάρος της χώρας η οποία τώρα θα ενταθεί λόγω των υπερεξουσιών του με την αναθεώρηση του Συντάγματος και ανεξάρτητα του κατά πόσον η Τουρκία μπορεί να τραβήξει το σχοινί, τη στιγμή που έχει ανοιχτά μέτωπα τόσον στο Εξωτερικό ( Συρία, Κούρδους Συρίας, Ιράκ) όσο και στο εσωτερικό με το PKK και τον ISIS με τις τρομοκρατικές του ενέργειες, μια σύγκρουση με την Ελλάδα θα μπορούσε να είναι μοιραία και να οδηγήσει σε κατάρρευση του σύγχρονου Τουρκικού κράτους, εν τούτοις εμείς είμαστε αναγκασμένοι ως Λαός παρά την οικονομική λαίλαπα των τελευταίων επτά χρόνων στα πλαίσια μιας Αξιόπιστης Ελληνικής Αποτρεπτικής Στρατηγικής πρέπει:
1ον ) Να ισορροπήσουμε τους ξέφρενους στρατιωτικούς εξοπλισμούς της Τουρκίας αυξάνοντας δυστυχώς τις Αμυντικές δαπάνες μας και να εντατικοποιήσουμε την αμυντική μας προετοιμασία.
2ον ) Να συνειδητοποιήσει η γειτονική χώρα ότι το κόστος χρήσης στρατιωτικής βίας κατά της Ελλάδας θα είναι δυσανάλογα μεγαλύτερο από το όφελος.
3ον ) Αποφυγή υιοθέτησης στρατηγικής κατευνασμού με μονομερείς υποχωρήσεις, γιατί αυτό θα αυξήσει τις τουρκικές διεκδικήσεις.
4ον ) Υιοθέτηση στρατηγικής ανάσχεσης της Τουρκίας σε όλο το μήκος των συνόρων με ταυτόχρονη εκμετάλλευση των αδυναμιών του αντιπάλου.
5ον ) Προμήθειες οπλικών συστημάτων που πρέπει να εξυπηρετούν κυρίως τα Εθνικά μας συμφέροντα και δευτερευόντως τα συμμαχικά, χωρίς αποκλεισμούς όσον αφορά τη χώρα κατασκευής και προέλευσης τους.
6ον ) Να συνειδητοποιήσουν όλες οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας και ο Λαός ότι το ΝΑΤΟ και η Ε.Ε σε ενδεχόμενη σύγκρουση μας με την Τουρκία δεν θα μας συνδράμουν.
7ον ) Να προχωρήσει άμεσα η θεσμοθέτηση και λειτουργία του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας. Ένα όργανο παραγωγής πολιτικής, το οποίο θα μπορεί να αναλύει και να αντιμετωπίζει σωστά τις γεωπολιτικές εξελίξεις, τα ζητήματα ασφαλείας και άμυνας και να είναι έτοιμο στη διαχείριση κρίσεων δεδομένου ότι το ΚΥΣΕΑ εξάντλησε τις δυνατότητες του.
Όμως προκειμένου η χώρα μας να παραμείνει παράγοντας σταθερότητας στο Αιγαίο και την ευρύτερη περιοχή θα πρέπει πέραν της οικονομικής ανάπτυξης που είναι όρος επιβίωσης του Λαού μας να αυξηθεί άμεσα η Ελληνική στρατιωτική δύναμη και να αποκατασταθεί η ανισορροπία στρατιωτικών δυνάμεων.
Γιατί αν θέλουμε να διατηρήσουμε την ειρήνη πρέπει να προετοιμαζόμαστε για πόλεμο.
Ο Ταγίπ Ερντογάν μετά την απειλή ότι άμεσα θα προχωρήσει στη διεκδίκηση των απολεσθέντων 16 νησιών του Αιγαίου στα πλαίσια της εκβιαστικής διπλωματίας που ασκείται από τη Τουρκία σε βάρος της χώρας μας τα τελευταία πενήντα χρόνια, μας απείλησε εκ νέου λέγοντας ότι θα αντιδράσει δυναμικά στο σχέδιο του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολίτικής για το πρόγραμμα ανάπτυξης και κατοίκησης 28 μικρών νησιών του Αιγαίου.
Τόσον οι προηγούμενοι ηγέτες της Τουρκίας και πολύ περισσότερο ο Ταγίπ Ερντογάν αναδεικνύονται άριστοι μαθητές του Πρώσσου Στρατιωτικού και θεωρητικού του πολέμου Κλαούζεβιτς ο οποίος χρησιμοποιώντας τον «πόλεμο ως συνέχεια της πολιτικής με άλλα μέσα» επιδιώκουν με την απειλή χρήσης βίας να δημιουργήσουν μια δυναμική που να επιφέρει τα μέγιστα πολιτικά αποτελέσματα.
Με την τακτική αυτή η Τουρκία προσπαθεί να δημιουργήσει παραστάσεις ύπαρξης διαφορών εκεί που δε υπάρχουν, ταυτόχρονα δημιουργεί και παραστάσεις αποφασιστικού αντιπάλου που πιστεύει ότι θα μας προξενήσει σημαντικές ζημίες εάν δεν αποδεχθούμε τις επιθυμίες της.
Δεν θα σχολιάσω τις διευκρινήσεις του Υφυπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολίτικής κυρίου Νεκτάριου Σαντορινιού μετά τη απαράδεκτη αντίδραση της Τουρκικής ηγεσίας για τα 28 νησιά.
Θα σταθώ όμως στα όσα προκλητικά και αυθαίρετα είπε ο Ερντογάν και ο εκπρόσωπος του Υπουργείου Εξωτερικών όταν χαρακτήρισε τα νησιά ως “διαφιλονικούμενους γεωγραφικούς σχηματισμούς„ υπογραμμίζοντας για μια ακόμα φορά ότι η ηγεσία της γειτονικής χώρας είναι πραγματικά επικίνδυνη για την ειρήνη καταπατώντας κάθε έννοια κράτους που δρα με κανόνες δικαίου αφού προσπαθεί να εξαπατά σταθερά και διαχρονικά τη διεθνή κοινότητα.
Για τους λόγους αυτούς θα δημοσιοποιήσω άλλους τρεις χάρτες, επί πλέον των εννέα χαρτών που δημοσιοποίησα σε προηγούμενο χρόνο, έναν ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΟ, ένα ΡΩΣΙΚΟ και ένα ΤΟΥΡΚΙΚΟ που αποδεικνύουν και αυτοί οι χάρτες ότι τόσον τα ΙΜΙΑ όσον τα 16, τα 28 και ποιος ξέρει πόσα άλλα νησιά μελλοντικά θα διεκδικήσει ο κύριος Ερντογάν, είναι Ελληνικά και τον διαψεύδουν κατηγορηματικά.
Κύριε Ερντογάν αφού γνωρίζετε ότι τόσον οι Διεθνείς Συμβάσεις (Λωζάνης, Παρισίων, Δίκαιο της θάλασσας), όσον οι δικοί σας στρατιωτικοί χάρτες καθώς και οι στρατιωτικοί χάρτες των Μεγάλων Δυνάμεων (USA, Ρωσία, Αγγλία κ.λ.π), σας διαψεύδουν κατηγορηματικά και ανατρέπουν τη θεωρία των γκρίζων ζωνών, των διαφιλονικούμενων γεωγραφικών σχηματισμών, που ανακαλύψατε τώρα τελευταία με την ανοχή βέβαια του ΝΑΤΟ του ΟΗΕ και της ΕΕ, γιατί θέλετε να είστε ο διεθνής ταραξίας; Σταματήστε αυτή την πολιτική της εκβιαστικής διπλωματίας, την πολιτική των προκλήσεων, των εχθρικών ενεργειών των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας σας σε βάρος της Ελλάδας, που μπορεί να οδηγήσει τις δύο χώρες σε πολεμική σύγκρουση με καταστροφικά αποτελέσματα και σεβαστείτε επί τέλους τις διεθνείς Συνθήκες για το καλό των λαών μας.
Όταν εσείς διεκδικείτε παράνομα νησιά, θαλάσσιο και εναέριο χώρο της πατρίδας μας που δεν σας ανήκουν, εμείς μπορούμε και δικαιούμαστε και είμαστε υποχρεωμένοι να διεκδικήσουμε τα νησιά Ελληνικής Ιδιοκτησίας που ανήκουν σε Καλύμνικες οικογένειες (Μαγκλή, Ολυμπίτη) στα παράλια της Μικράς Ασίας σεβόμενοι πάντα το Διεθνές Δίκαιο.
Τα νησιά αυτά βρίσκονται μεν στη Τουρκική κυριαρχία αλλά ανήκουν σε Έλληνες με επίσημους Οθωμανικούς τίτλους καταχωρημένους στο κτηματολόγιο της περιοχής της Αλικαρνασσού και βρέθηκαν στη Τουρκική επικράτεια με τη χάραξη των θαλάσσιων συνόρων μεταξύ Ιταλίας και Τουρκίας το 1932.
Αναφέρομαι στα νησιά Αρκόνησος ή Ακρόνησος (Karaada) απέναντι από την Αλικαρνασσό (Bodrum), τα Τσατάλια (Gatalada, Tüllüse ad) απέναντι από το Karatoprak και τους Άγιους Απόστολους (Gavus ad) απέναντι από το Gümuslük.
Αυτά τα νησιά μαζί και πολλές άλλες χιλιάδες στρέμματα γης στα παράλια της Μικράς Ασίας ανήκουν σε 140 οικογένειες Δωδεκανησίων σύμφωνα με το πρακτικό του Συλλόγου Δωδεκανήσιων Γαιοκτημόνων εν Μικρά Ασία της 8ης Μαΐου 1952. Τα μέλη του Συλλόγου Δωδεκανησίων Γαιοκτημόνων εν Μικρά Ασία είναι από τη Κάλυμνο, τη Ρόδο, τη Σύμη, την Κάσο, την Αστυπάλαια.
Τα νησιά αυτά μαζί με τις άλλες ιδιοκτησίες αγοράστηκαν από εύρωστες Δωδεκανησιακές οικογένειες όσον η περιοχή βρισκόταν υπό οθωμανική κατοχή. Η νομική βάση για να διεκδικήσουν οι κληρονόμοι αυτές τις περιουσίες είναι ισχυρότατη.
Με την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάνης το 1923 εξαιρέθηκαν από την ανταλλαγή των πληθυσμών που όρισε η Συνθήκη, οι Ιταλοί υπήκοοι.
Επειδή οι οικογένειες Μαγκλή, Ολυμπίτη και όχι μόνον, είχαν Ιταλική υπηκοότητα την περίοδο εκείνη, ζήτησαν από τη Ιταλική κυβέρνηση να ζητήσει απόδοση των περιουσιών ή αποζημίωση. Στον Ιταλο-Τουρκικό διάλογο της περιόδου εκείνης τέθηκε ζήτημα αποζημιώσεων για όσους έχασαν την περιουσία τους. Οι Τούρκοι όμως πρόσφεραν ένα μικρό ποσό. Όμως και μόνη η παραδοχή τους ότι όφειλαν αποζημίωση θεμελίωσε τη νομική βάση των Δωδεκανησίων για τη κυριότητα τους.
Μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο η Ελλάδα έθεσε στη Τουρκία το θέμα των Δωδεκανησιακών ιδιοκτησιών. Αυτό συνέβει το 1952 επί κυβερνήσεως Ν. Πλαστήρα. Το 1959 επί Πρωθυπουργίας Κωνσταντίνου Καραμανλή και Αδνάν Μεντερές προκειμένου να επιλύσουν τα αμφισβητήσιμα ζητήματα και να βελτιώσουν τις Ελληνοτουρκικές σχέσεις συνέστησαν επιτροπή στην οποία οι διπλωμάτες Δημ. Μπίτσιος εκπροσωπούσε την Ελλάδα και ο Ζέκι Κουνέραλπ εκπροσωπούσε την Τουρκία. Στην έκθεση με τις προτάσεις – λύσεις που συνέταξαν οι δύο διπλωμάτες περιελήφθη και το θέμα των περιουσιών των Δωδεκανήσιων στη Μικρά Ασία, την οποία υπέβαλαν από κοινού στους δύο πρωθυπουργούς τους. Λόγω των πολιτικών αναταράξεων και στις δύο χώρες, άλλαξαν οι Πρωθυπουργοί και στις δύο χώρες και η Διμερής έκθεση του Μπίτσιου-Κουνέραλπ μπήκε στο συρτάρι απ’ όπου δεν βγήκε ποτέ. Το θέμα των περιουσιών των Δωδεκανησίων ήταν πάντα στην ατζέντα των Ελληνοτουρκικών επαφών όμως κολλούσε από τους Τούρκους λόγω των διακυμάνσεων των Ελληνοτουρκικών σχέσεων και από τα νομικά τερτίπια που προέβαλλαν κάθε φορά. Τελευταία φορά το θέμα τέθηκε από Ελληνικής πλευράς κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων Κιτσαρά- Μπέργκεν στις οποίες συμμετείχε και ο νεαρός τότε διπλωμάτης Πέτρος Μολυβιάτης μετέπειτα Υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας.
Η υπόθεση αυτή συζητήθηκε κατ’ επανάληψη στη Βουλή των Ελλήνων με πρωτοβουλία του αείμνηστου Δωδεκανήσιου Υπουργού Ιωάννη Ζίγδη, χωρίς όμως κανένα αποτέλεσμα.
Με τη νομική βάση ότι οι ιδιοκτησίες τους δεν είναι ανταλλάξιμες, κέρδισαν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων μια αντίστοιχη υπόθεση διεκδίκησης ακινήτου στη Χαλκιδική, Τούρκοι υπήκοοι, που διέθεταν οθωμανικούς τίτλους. Η Ελλάδα υποχρεώθηκε σε καταβολή αποζημίωσης. Άρα οφείλει αυτή η κυβέρνηση, αξιοποιώντας αυτή την απόφαση να διεκδικήσει από την Τουρκία τις περιουσίες των Δωδεκανήσιων κληρονόμων, όταν μάλιστα για τα νησιά αυτά από έρευνα που έγινε στο Τουρκικό κτηματολόγιο το έτος 1965 προέκυψε ότι τόσο τα νησιά όσον και οι άλλες περιουσίες ήταν γραμμένες στο όνομα των δικαιούχων Δωδεκανησίων και είχαν μεταφερθεί με τη σημείωση ότι ανήκουν σε περιουσίες μη ανταλλάξιμες.
Επίσης οι Έλληνες Ευρωβουλευτές όλων των κομμάτων πρέπει να αναδείξουν το θέμα, τόσο στο Ευρωκοινοβούλιο όσον και στα άλλα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεδομένης της Εθνικής διάστασης που έχει το ζήτημα ιδιαίτερα αυτές τις δύσκολες ώρες που περνά η χώρα αφού ακόμα και ο σύμβουλος του κυρίου Ερντογάν, Γ. Μπουλούτ έφτασε στο ξεδιάντροπο σημείο να κάνει μαθήματα Ελληνικής ιστορίας στο πρωθυπουργό της χώρας κ. Αλέξη Τσίπρα.
Όμως επειδή σε λίγες ημέρες συμπληρώνεται ένας άλλος χρόνος από την τραγική νύκτα των Ιμίων και τότε παρουσιάσθηκαν σημαντικά προβλήματα σχετικά με τo σύστημα διαχείρισης κρίσεων όπως συνέβει με όλες τις κρίσεις που προηγήθηκαν της κρίσης των Ιμίων με εξαίρεση αυτή του 1987, δημιουργείται επιτακτικά η αναγκαιότητα ύπαρξης Μηχανισμού Διαχείρισης Κρίσεων και Αξιόπιστης Ελληνικής Αποτρεπτικής Στρατηγικής.
Ο χειρισμός κρίσεων αποτελεί ένα πολύ λεπτό εγχείρημα για την στρατιωτική αλλά κυρίως για την πολιτική ηγεσία. Σε μια κρίση ουσιαστικά δοκιμάζεται όλο το σύστημα Παραγωγής Εθνικής Ασφάλειας.
Κατά τη διάρκεια χειρισμού των κρίσεων πρέπει να βρεθεί η λεπτή ισορροπία μεταξύ της ανάγκης για αποφυγή της κλιμάκωσης από τη μια πλευρά και της ανάγκης για αξιοπιστία της αποτρεπτικής στρατηγικής από τη άλλη.
Με δεδομένη την εκβιαστική πολιτική του κ. Ερντογάν σε βάρος της χώρας η οποία τώρα θα ενταθεί λόγω των υπερεξουσιών του με την αναθεώρηση του Συντάγματος και ανεξάρτητα του κατά πόσον η Τουρκία μπορεί να τραβήξει το σχοινί, τη στιγμή που έχει ανοιχτά μέτωπα τόσον στο Εξωτερικό ( Συρία, Κούρδους Συρίας, Ιράκ) όσο και στο εσωτερικό με το PKK και τον ISIS με τις τρομοκρατικές του ενέργειες, μια σύγκρουση με την Ελλάδα θα μπορούσε να είναι μοιραία και να οδηγήσει σε κατάρρευση του σύγχρονου Τουρκικού κράτους, εν τούτοις εμείς είμαστε αναγκασμένοι ως Λαός παρά την οικονομική λαίλαπα των τελευταίων επτά χρόνων στα πλαίσια μιας Αξιόπιστης Ελληνικής Αποτρεπτικής Στρατηγικής πρέπει:
1ον ) Να ισορροπήσουμε τους ξέφρενους στρατιωτικούς εξοπλισμούς της Τουρκίας αυξάνοντας δυστυχώς τις Αμυντικές δαπάνες μας και να εντατικοποιήσουμε την αμυντική μας προετοιμασία.
2ον ) Να συνειδητοποιήσει η γειτονική χώρα ότι το κόστος χρήσης στρατιωτικής βίας κατά της Ελλάδας θα είναι δυσανάλογα μεγαλύτερο από το όφελος.
3ον ) Αποφυγή υιοθέτησης στρατηγικής κατευνασμού με μονομερείς υποχωρήσεις, γιατί αυτό θα αυξήσει τις τουρκικές διεκδικήσεις.
4ον ) Υιοθέτηση στρατηγικής ανάσχεσης της Τουρκίας σε όλο το μήκος των συνόρων με ταυτόχρονη εκμετάλλευση των αδυναμιών του αντιπάλου.
5ον ) Προμήθειες οπλικών συστημάτων που πρέπει να εξυπηρετούν κυρίως τα Εθνικά μας συμφέροντα και δευτερευόντως τα συμμαχικά, χωρίς αποκλεισμούς όσον αφορά τη χώρα κατασκευής και προέλευσης τους.
6ον ) Να συνειδητοποιήσουν όλες οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας και ο Λαός ότι το ΝΑΤΟ και η Ε.Ε σε ενδεχόμενη σύγκρουση μας με την Τουρκία δεν θα μας συνδράμουν.
7ον ) Να προχωρήσει άμεσα η θεσμοθέτηση και λειτουργία του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας. Ένα όργανο παραγωγής πολιτικής, το οποίο θα μπορεί να αναλύει και να αντιμετωπίζει σωστά τις γεωπολιτικές εξελίξεις, τα ζητήματα ασφαλείας και άμυνας και να είναι έτοιμο στη διαχείριση κρίσεων δεδομένου ότι το ΚΥΣΕΑ εξάντλησε τις δυνατότητες του.
Όμως προκειμένου η χώρα μας να παραμείνει παράγοντας σταθερότητας στο Αιγαίο και την ευρύτερη περιοχή θα πρέπει πέραν της οικονομικής ανάπτυξης που είναι όρος επιβίωσης του Λαού μας να αυξηθεί άμεσα η Ελληνική στρατιωτική δύναμη και να αποκατασταθεί η ανισορροπία στρατιωτικών δυνάμεων.
Γιατί αν θέλουμε να διατηρήσουμε την ειρήνη πρέπει να προετοιμαζόμαστε για πόλεμο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου