Έγινε πρωθυπουργός της χώρας συνολικά τρεις φορές με την τελευταία
του να έρχεται σε σύγκρουση με τον τότε μονάρχη της Ελλάδας Κωνσταντίνο
Γλύξμπουργκ (λόγω της εμπλοκής του γιου του στο σκάνδαλο «ΑΣΠΙΔΑ» και λόγω
διαφωνίας τους για το ποιος θα έλεγχε το υπουργείο αμύνης που έκανε έρευνα στο
σκάνδαλο αυτό) και οδηγήθηκε τελικά στην παραίτηση μετά τα «Ιουλιανά» ή αλλιώς
την «αποστασία του 1965», με πρωτοστάτη τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, για κάποιους ακόμα ένα
συνεργάτη των γερμανών στην κατοχή.
Ακολούθησε για εκτεταμένο χρονικό διάστημα πολιτική αστάθεια στην
χώρα (https://hellenicsunrise.blogspot.gr/2015/04/1965.html),
με τα ανάκτορα και τα μέλη των «αποστατών» να προσπαθούν να σχηματίσουν κυβέρνηση
(κάτι που επετεύχθη τελικά τον Σεπτέμβριο του 1965 όταν η νέα κυβέρνηση υπό τον
Στέφανο Στεφανόπουλο κατάφερε να πάρει ισχνή ψήφο εμπιστοσύνης).
Στις 21 Απριλίου 1967
και ενώ είχαν προκηρυχθεί εκλογές για τις 28 Μαΐου, αξιωματικοί του στρατού υπό
την ηγεσία του συνταγματάρχη Γεωργίου Παπαδόπουλου κατέλαβαν την εξουσία με
πραξικόπημα και καθ' υπόδειξή τους την πρωθυπουργία ανέλαβε ο Κωνσταντίνος
Κόλλιας. Η επταετής περίοδος που ακολούθησε έγινε γνωστή ως η χούντα των
Συνταγματαρχών.
Η δικτατορία βρήκε τον Γεώργιο Παπανδρέου στην δύση του βίου του,
ενώ την σκυτάλη είχε παραλάβει πλέον ο γιος του, Ανδρέας. Ο Γεώργιος Παπανδρέου
τέθηκε σε περιορισμό στο σπίτι του στο Καστρί μέχρι τον θάνατο του το 1968.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου γεννήθηκε στις 5 Φεβρουαρίου 1919 στην Χίο
και ήταν γιος του Γεωργίου Παπανδρέου, Γενικού Διοικητή Αιγαίου τότε και
μετέπειτα πρωθυπουργού, και της Σοφίας Μινεΐκου, κόρης του Ζίγκμουντ Μινέικο,
Πολωνού αριστοκράτη και στρατιωτικού μηχανικού. Μεγάλωσε στην Αθήνα και φοίτησε
στο Κολλέγιο Αθηνών.
Το 1937 εισήλθε στην Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά
το 1939, μετά την σύλληψή του από το καθεστώς Μεταξά, αναχώρησε για τις ΗΠΑ,
όπου συνέχισε τις σπουδές του. Υπηρέτησε εθελοντής σε θέση στο Πολεμικό Ναυτικό
των ΗΠΑ, ως εξεταστής μοντέλων για τον κατάλληλο χρόνο επισκευής πολεμικών
πλοίων.
Το 1943 έλαβε το διδακτορικό του δίπλωμα στα Οικονομικά και την
Φιλοσοφία από το Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ, όπου και διορίστηκε ως αναπληρωτής
καθηγητής (associate professor).
Το 1944, ο μόλις 25 ετών Ανδρέας Παπανδρέου είναι ένα από τα πέντε
μέλη της ελληνικής αντιπροσωπείας στη διάσκεψη του Μπρέτον Γουντς - που
σχεδίασε ολόκληρη την αρχιτεκτονική της παγκόσμιας οικονομίας ως τις πετρελαϊκές
κρίσεις του '70 - της οποίας ηγείται ο κορυφαίος Έλληνας οικονομολόγος Κυριάκος
Βαρβαρέσος.
Το 1947 διορίστηκε επίκουρος και στη συνέχεια τακτικός καθηγητής
του Πανεπιστημίου της Μινεσότα και του Πανεπιστημίου Μπέρκλεϊ (Berkeley) της
Καλιφόρνια, όπου και διετέλεσε πρόεδρος του Τμήματος Οικονομικής Επιστήμης από
το 1956 ως το 1959. Την ακαδημαϊκή του σταδιοδρομία συνέχισε στα χρόνια της
δικτατορίας, οπότε εργάστηκε ως καθηγητής οικονομικών στο πανεπιστήμιο της
Στοκχόλμης (1968-69) και του Γιορκ (1969-1974), όπου διετέλεσε και διευθυντής
μεταπτυχιακών σπουδών.
Επέστρεψε οικογενειακώς στην Ελλάδα από τις ΗΠΑ στις 16 Ιανουαρίου
του 1961 και έπειτα από πρόταση του τότε Πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή
ανέλαβε Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου και Επιστημονικός Διευθυντής του
νεοσύστατου Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ), καθώς και
Σύμβουλος της Τράπεζας της Ελλάδος.
Εκλέχτηκε βουλευτής για πρώτη φορά το 1964 με την Ένωση Κέντρου.
Μετείχε στην κυβέρνηση του πατέρα του, Γεωργίου Παπανδρέου, αρχικά ως Υπουργός
Προεδρίας και λίγο αργότερα ως αναπληρωτής Υπουργός Συντονισμού. Ο οικονομικός
του λόγος κινείται μέσα στο επίσημο πλαίσιο της τότε οικονομικής ορθοδοξίας.
Άλλωστε, η πανεπιστημιακή του καριέρα στις ΗΠΑ ως την έλευσή του
στην Ελλάδα εντασσόταν στο πλειοψηφικό ρεύμα της αμερικανικής οικονομικής
σκέψης της εποχής. Έτσι ακολουθεί τη διαδομένη τότε αντίληψη μεταρρυθμιστικής
οικονομικής πολιτικής για τις καθυστερημένες χώρες, η οποία επιδίωκε να
συνδυάσει την ενίσχυση της ζήτησης μέσω της αύξησης των λαϊκών εισοδημάτων, με
την άμεση παραγωγική δραστηριοποίηση του κράτους, ώστε να δοθεί η αναγκαία
αναπτυξιακή δυναμική, να καλυφθούν τα παραγωγικά/κλαδικά κενά, να υποκατασταθούν
βαθμιαία οι εισαγωγές.
Παραιτήθηκε λίγο αργότερα μετά από πολλές πιέσεις άλλων τάσεων
μέσα στο κόμμα και συσπείρωσε γύρω του την λεγόμενη κεντροαριστερή πτέρυγα της
Ένωσης Κέντρου. Στις 25 Απριλίου του 1965 γίνεται ξανά αναπληρωτής Υπουργός
Συντονισμού, ενώ ένα μήνα αργότερα κατηγορήθηκε ως εμπνευστής και αρχηγός στην
υπόθεση «ΑΣΠΙΔΑ» και στο συνωμοτικό Σχέδιο Ελικών.
Ήδη από εκείνα τα ταραχώδη χρόνια (1965-1967) ο Ανδρέας Παπανδρέου
κερδίζει την αγάπη της μεγάλης πλειοψηφίας των πρώην ΕΑΜιτών και ΕΛΑΣιτών που
θα συνεχίζουν να τον στηρίζουν ως το τέλος, αλλά οι σχέσεις του με την ηγεσία
της Αριστεράς χαρακτηρίζονται από αμοιβαία καχυποψία.
Γενικά, ο Ανδρέας Παπανδρέου ενδιαφερόταν περισσότερο για τον
«απλό κόσμο» της Αριστεράς και όχι για τους ηγέτες της, που τους θεωρούσε
παρωχημένους και όχι ιδιαίτερα ευφυείς.
Με το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου του 1967, ο Ανδρέας Παπανδρέου
συλλαμβάνεται αλλά αφήνεται ελεύθερος τον Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου μετά από
έντονες πιέσεις και διαμαρτυρίες κορυφαίων ακαδημαϊκών και διανοούμενων των
Ηνωμένων Πολιτειών στον Πρόεδρο Λίντον Τζόνσον, όπως ο Τζον Κένεθ Γκάλμπρεϊθ
(John Kenneth Galbraith), προσωπικός του φίλος από τα χρόνια του Χάρβαρντ.
Στις 16 Ιανουαρίου του 1968 φεύγει από την χώρα και ιδρύει το
Πανελλήνιο Απελευθερωτικό Κίνημα (ΠΑΚ), επικεφαλής του οποίου έδρασε αντιδικτατορικά
σε πολλές δυτικές χώρες, και στο οποίο συσπειρώνονται πολλά από τα σημερινά
γνωστά στελέχη του ΠΑΣΟΚ. Έδρα του ΠΑΚ ήταν αρχικά η πρωτεύουσα της Σουηδίας,
Στοκχόλμη.
Από την επιστροφή του στην Ελλάδα το 1961 και ως την επιβολή της
δικτατορίας, ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε καταγγείλει το τότε σύστημα εξουσίας
(παρακράτος, συνωμοτικές οργανώσεις, οικονομικά συμφέροντα) στεκόμενος
ιδιαίτερα στην τρομοκράτηση της επαρχίας από τη Χωροφυλακή και τα Τάγματα
Εθνοφυλακής Αμύνης (ΤΕΑ), ξεκινώντας την κόντρα του με τα «παλιά τζάκια» για τα
οποία και είχε δηλώσει ότι πρέπει να ξηλωθούν οριστικά και αμετάκλητα.
Παράλληλα, σε πολύ μικρό διάστημα γίνεται ο δημοφιλέστερος Έλληνας
πολιτικός, παρά τις συνεχείς επιθέσεις μερίδας του Τύπου. Ήρθε σε σύγκρουση με
ορισμένους πολύ σημαντικούς συνεργάτες του πατέρα του, όπως ο τραπεζίτης και
πολιτικός Σταύρος Κωστόπουλος. Ο Ανδρέας Παπανδρέου ήθελε την δημιουργία ενός
κόμματος αρχών με συγκεκριμένη ιδεολογία και ισχυρή οργάνωση σε εθνικό επίπεδο,
κάτι στο οποίο αντιστέκονταν σθεναρά οι «βαρώνοι» της Ένωσης Κέντρου.
Επιπλέον, οι βαρώνοι της βενιζελικής παράταξης ανησυχούσαν για την
μεγάλη δημοτικότητά του και επέκριναν τον Ανδρέα ως «αλεξιπτωτιστή της
πολιτικής», ότι δηλαδή είχε εμφανισθεί από το πουθενά και μέσα σε ένα-δύο
χρόνια είχε γίνει το πιο αναγνωρίσιμο και δημοφιλές πρόσωπο της ελληνικής
πολιτικής και απαιτούσε να αποφασίζει για όλα (κάτι σαν τον Τσίπρα τις μέρες
μας).
Ο Ανδρέας Παπανδρέου αντιμετώπισε αρχικά με πολλή δυσπιστία την
Μεταπολίτευση της 24ης Ιουλίου 1974 και έλαβε την απόφαση να επιστρέψει στην
Ελλάδα μόλις στα μέσα Αυγούστου.
Αμέσως όμως δραστηριοποιήθηκε με αποτέλεσμα μέσα σε λίγες μόνο
εβδομάδες να παρουσιάσει τις θέσεις του για την ίδρυση ενός νέου κόμματος (για κάποιους
επέστρεψε με την παρότρυνση και χρηματοδότηση των ΗΠΑ με σκοπό να φτιάξει ένα
υποτιθέμενο «ριζοσπαστικό» κόμμα το οποίο ενώ θα κατηγορούσε με τον λόγο του τις
ΗΠΑ και την Δύση, έτσι ώστε να κερδίζει την συμπάθεια του λαού, στην πράξη θα
εξυπηρετεί όλα τα συμφέροντα της).
Στις 3 Σεπτεμβρίου του 1974, σε μία από τις αίθουσες του
ξενοδοχείου «Kινγκ Πάλας», ο Ανδρέας Παπανδρέου ανακοίνωσε την ίδρυση του
Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος (ΠΑΣΟΚ) με τη γνωστή «Διακήρυξη της 3ης του
Σεπτέμβρη», όπως έχει επικρατήσει να λέγεται από τότε.
Η επιμέλεια της διακήρυξης είχε ανατεθεί από τον ίδιο τον
Παπανδρέου στα ηγετικά στελέχη του ΠΑΚ Ιωάννη Ζαφειρόπουλο, αργότερα βουλευτή
νομού Ηλείας, στον καθηγητή πανεπιστημίου Μανώλη Παπαθωμόπουλο και στον Δαμιανό
Βασιλειάδη, ενώ ένα μεγάλο μέρος της διακήρυξης γράφτηκε από τον Κώστα Σημίτη.
Παρόντες στην ανακοίνωση της διακήρυξης ήταν στελέχη του ΠΑΚ,
αγωνιστές διωχθέντες από την Χούντα, νεολαίοι από την εξέγερση του Πολυτεχνείου
και νεολαίοι της Γενιάς του 1-1-4. Στη διακήρυξη αναγράφονταν οι λόγοι ίδρυσης
και οι βασικές θέσεις του κινήματος.
Οδηγεί το ΠΑΣΟΚ στις εκλογές της 17 Νοεμβρίου του 1974, όπου
λαμβάνει 13,58% των ψήφων και εκλέγει 12 βουλευτές. Είναι η περίοδος που
κυριαρχεί η αντιαμερικανική και αντιΝΑΤΟϊκή χροιά στην πολιτική του (φυσικά ενώ
έλεγε «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο», ο ίδιος φρόντισε να ξαναμπεί η χώρα στους
δύο αυτούς οργανισμούς, ενώ είχε φύγει από το ΝΑΤΟ υπό τον Κωνσταντίνο Καραμανλή
τον Πρεσβύτερο λόγω της εισβολής των Τούρκων στην Κύπρο).
Παράλληλα καθίσταται ο αδιαμφισβήτητος αρχηγός του ΠΑΣΟΚ (κάτι στο
οποίο συνέβαλαν και οι διαγραφές διαφωνούντων από το Κόμμα, όπως στελεχών της
«Δημοκρατικής Άμυνας» και τη νεολαίας).
Το διάστημα 1974-1981, το ΠΑΣΟΚ και ο Ανδρέας Παπανδρέου θα έχουν
μία θεαματική, μοναδική στην ελληνική πολιτική ιστορία άνοδο. Από το 13,58% των
ψήφων το Νοέμβριο του 1974, το ποσοστό του ΠΑΣΟΚ θα εκτιναχθεί στο 48,1% τον
Οκτώβριο του 1981.
Ούτε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής από τα δεξιά, αλλά ούτε και ο
Χαρίλαος Φλωράκης από τα αριστερά μπόρεσαν να αντιπαρατεθούν αποτελεσματικά
στον Ανδρέα Παπανδρέου.
Το 1981 ήταν η χρονιά που το ΠΑΣΟΚ κέρδισε τις εκλογές με ποσοστό
48,1% και ο Ανδρέας Παπανδρέου έγινε για πρώτη φορά πρωθυπουργός της χώρας. Η
κυβερνητική αυτή μετάβαση χαρακτηρίστηκε τόσο πριν όσο και μετά τις εκλογές ως
«Αλλαγή», με την έννοια ότι μετά από μια μακρά περίοδο διακυβέρνησης της χώρας
από την δεξιά ήρθε στην εξουσία ένα κόμμα που βασιζόταν στις αρχές του
σοσιαλισμού.
Η προεκλογική εκστρατεία του Α. Παπανδρέου στηρίχτηκε σε συνθήματα
όπως «Εδώ και τώρα αλλαγή» και «Η Ελλάδα στους Έλληνες», ενώ ο ίδιος
καλλιέργησε το προφίλ του πολιτικού που βρισκόταν σε άμεση επαφή και
επικοινωνία με τα λαϊκά στρώματα· συνήθως προσφωνούνταν, από φίλους και
αντίπαλους, με το μικρό του όνομα, «Ανδρέας».
(Τότε με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή τον Πρεσβύτερο και τον Ανδρέα
Παπανδρέου ξεκίνησε ουσιαστικά η μεταπολίτευση και ο δικομματισμός στην χώρα μας,
αλλά και η αρχή του κακού των μνημονίων που ζούμε σήμερα.
Και αυτό γιατί και οι δύο, ενώ πήραν πολλά «πακέτα Ντελόρ» ως
δάνεια από την τότε ΕΟΚ για την ανάπτυξη της χώρας και των παραγωγικών της δομών,
προτίμησαν να τα «φάνε» με τους συνεργάτες τους, αλλά μιας και έπρεπε να δώσουν
κάτι στον λαό για να παίρνουν ψήφους, πήραν τεράστια δάνεια από τράπεζες με
ληστρικούς τόκους, ισόποσα όσων και των ευρωπαϊκών δανείων, και τα χρέωσαν
φυσικά στο κράτος, ουσιαστικά δηλαδή στον Ελληνικό λαό, χωρίς εννοείται να τον
ρωτήσουν.
Παράλληλα μέρος των χρήματων αυτών το μοίρασαν σε κομματικούς υποστηρικτές
τους, αλλού έδωσαν υπέρμετρες επιδοτήσεις, και φρόντισαν να δημιουργήσουν ένα
τεράστιο πελατειακό κράτος και να διογκώσουν υπέρμετρα το δημόσιο σε θέσεις, προς
άγρα ψήφων, ενώ δεν δημιούργησαν σχεδόν καμία παραγωγική δομή για την χώρα).
Το ίδιο έργο επαναλήφθηκε σχεδόν αυτούσιο μετά από κάποια έτη. Τον
Σεπτέμβριο του 1993 με αφορμή τις διαφωνίες που είχε ο τότε βουλευτής της ΝΔ,
Αντώνης Σαμαράς, με τον τότε πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Μητσοτάκη σε σχέση με το
μείζον ζήτημα της καπήλευσης του ονόματος της Μακεδονίας από την κυβέρνηση των
Σκοπίων, προέτρεψε τους προσκείμενους σε αυτόν βουλευτές της ΝΔ να
ανεξαρτητοποιηθούν, προκαλώντας την πτώση της κυβέρνησης του Κωνσταντίνου
Μητσοτάκη.
Αυτό το γεγονός συνέβη με την άρση της εμπιστοσύνης των βουλευτών
Ηλείας, Στέφανου Β. Στεφανόπουλου και Κιλκίς, Γιώργου Σιμπιλίδη (και ο
Μητσοτάκης έπεσε με παρόμοιο τρόπο σαν αυτόν που έριξε ο ίδιος τον Γεώργιο
Παπανδρέου τον Πρεσβύτερο στα Ιουλιανά).
Στα χρόνια που ακολούθησαν συνεχίστηκε η πολιτική κυριαρχία των
ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, όπως και ο δικομματισμός στην χώρα, μέχρι την στιγμή που
ανέλαβε την κυριαρχία της χώρας ο Γεώργιος Παπανδρέου ο Νεότερος (που είχε
σπουδάσει στις ΗΠΑ και έμενε μαζί σαν φοιτητής στο ίδιο δωμάτιο και ήταν και «κολλητός»
με τον υποτίθεται αργότερα «μεγάλο αντίπαλο» του Αντώνη Σαμαρά).
Αυτός έφερε την χώρα με τα πεπραγμένα του στην αποδοχή (και αρχή)
των επάρατων και εντελώς προδοτικών για την χώρα μας (φιλογερμανικών) μνημονίων
(όπως και ο παππούς του συνεργάστηκε με τον Τσολάκογλου και τους ναζί),
υπογράφοντας μάλιστα το πρώτο από αυτά, κάτι που σε συνδυασμό με τα σκάνδαλα του
κόμματος του (αλλά και όλων των προκατόχων του πρωθυπουργών) και την καταστροφική
πολιτική του, οδήγησε τα ποσοστά του ΠΑΣΟΚ στην απόλυτη πτώση (όπως συνέβη και
με την Ένωση Κέντρου μετά την Μεταπολίτευση).
Στην θέση του αναδύθηκε ένα νέο κόμμα, που επονομάστηκε «νέο ΠΑΣΟΚ»
και ο ηγέτης του «νέος Ανδρέας Παπανδρέου» από τους υποστηρικτές του (αλλά
ακόμα και ο ίδιος ο αρχηγός του αντέγραφε το στυλ ομιλιών, ντυσίματος και τον «αριστερό
ριζοσπαστικό» λόγο του Ανδρέα Παπανδρέου) και το οποίο κυβέρνησε όπως και
παλαιότερα το ΠΑΣΟΚ μετά από μία κυβέρνηση της ΝΔ (του Καραμανλή του
Πρεσβύτερου παλαιότερα και του Αντώνη Σαμαρά στην νεότερη εποχή).
Το κόμμα αυτό ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ και ο ηγέτης του ο Αλέξης Τσίπρας. Αυτός
γεννήθηκε στην Αθήνα, στις 28 Ιουλίου του 1974. Είναι ο πρώτος πολιτικός
αρχηγός ελληνικού κοινοβουλευτικού κόμματος που γεννήθηκε μετά την
μεταπολίτευση.
Η μητέρα του κατάγεται από την Ελευθερούπολη της Καβάλας και ο
πατέρας του από το Αθαμάνιο της Άρτας. Αποφοίτησε από το Πολυκλαδικό Λύκειο
Αμπελοκήπων.
Σπούδασε στο τμήμα Πολιτικών Μηχανικών του ΕΜΠ από το οποίο
αποφοίτησε το Φεβρουάριο του 2000. Το 2003 ολοκλήρωσε το Διατμηματικό Πρόγραμμα
Μεταπτυχιακών Σπουδών Πολεοδομία-Χωροταξία του ΕΜΠ. Υπηρέτησε την στρατιωτική
του θητεία ως κελευστής στο πολεμικό ναυτικό.
Από μικρή ηλικία εντάχθηκε στο χώρο της Αριστεράς. Οργανώθηκε στην
Κομμουνιστική Νεολαία Ελλάδας (ΚΝΕ) το 1988. Στις μαθητικές κινητοποιήσεις του
1990 και του 1991 ενάντια στις εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις που είχε προτείνει
η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, όταν είχαν καταληφθεί περισσότερα από 9 στα
10 σχολεία, ήταν εκπρόσωπος του σχολείου του στο συντονιστικό των μαθητών και
συμμετείχε στην ομάδα που συνομιλούσε με την κυβέρνηση. Αποχώρησε από την ΚΝΕ
το 1991, με την αποχώρηση του ΚΚΕ από το Συνασπισμό και τη διάσπασή του.
Στις 10 Φεβρουαρίου του 2008 το 5ο συνέδριο του
Συνασπισμού της Αριστεράς, των Κινημάτων και της Οικολογίας (ΣΥΝ) εξέλεξε για
πρόεδρο τον Τσίπρα με 840 ψήφους (70,41%) έναντι 342 ψήφων του Φώτη Κουβέλη
(28,67%).
Ήταν το μεγαλύτερο ποσοστό που είχε λάβει υποψήφιος πρόεδρος του
Συνασπισμού, χωρίς να προσμετράται η επανεκλογή του Νίκου Κωνσταντόπουλου από
το 2ο Συνέδριο το Μάρτιο του 1996, όταν δεν υπήρξε συνυποψήφιος.
Σε ηλικία 33 ετών, ο Τσίπρας έγινε ο νεότερος αρχηγός πολιτικού
κόμματος στην ιστορία της Ελλάδας. Ο Αλέκος Αλαβάνος, τον οποίο διαδέχθηκε ο
Τσίπρας στην προεδρία του ΣΥΝ, παρέμεινε πρόεδρος της κοινοβουλευτικής ομάδας
του ΣΥΡΙΖΑ, της πολιτικής συμμαχίας στην οποία συμμετείχε το κόμμα του
Συνασπισμού.
Αξιοποιώντας την λαϊκή δυσαρέσκεια για τις αποκαλούμενες
«πολιτικές του Μνημονίου», που από πολλούς θεωρούνταν επιβλαβείς για την
οικονομία της χώρας, ο Αλέξης Τσίπρας οδήγησε τον ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές της 6ης
Μαΐου 2012 στο 16,78%, από 4,6% που είχε αποσπάσει στις εκλογές του 2009,
επιτυγχάνοντας ένα ιστορικό ρεκόρ στα μεταπολιτευτικά εκλογικά χρονικά της
Ελλάδας για κόμμα της Αριστεράς.
Στις βουλευτικές εκλογές της 25ης Ιανουαρίου 2015 ο ΣΥΡΙΖΑ
αναδείχθηκε πρώτο κόμμα με 36,34% και 149 έδρες. Το πρωί της επομένης ο Τσίπρας
συναντήθηκε με τον Πάνο Καμμένο, πρόεδρο των Ανεξάρτητων Ελλήνων, που είχαν 13
έδρες στο Κοινοβούλιο, ο οποίος ανακοίνωσε την πρόθεση συνεργασίας για το
σχηματισμό κυβέρνησης (θα πρέπει να αναφερθεί ότι και ο Τσίπρας πριν τις εκλογές,
είχε κάνει σαν τον Ανδρέα Παπανδρέου «τουρ» στις ΗΠΑ για να πάρει την έγκριση
των ΗΠΑ για την εκλογή του).
Αργότερα την ίδια μέρα ο Τσίπρας συναντήθηκε με τον αρχιεπίσκοπο
Ιερώνυμο και έπειτα με τον πρόεδρο της δημοκρατίας Κάρολο Παπούλια, που του
έδωσε εντολή σχηματισμού κυβέρνησης και τον όρκισε πρωθυπουργό (και ο ίδιος όπως
παλαιότερα ο Ανδρέας Παπανδρέου δήλωσε πως θέλει να ξηλώσει όλα τα «παλιά
τζάκια» πολιτικών και οικονομικών συμφερόντων).
Από τότε (το 2015) μέχρι σήμερα ο Τσίπρας παραμένει πρωθυπουργός της
χώρας (έχοντας υπογράψει και αυτός το τρίτο μνημόνιο, αμέσως μετά από αυτά των
Παπανδρέου και Σαμαρά) και έχοντας οδηγήσει όπως και οι προκάτοχοι του την χώρα
στην απελπισία και στην εξαθλίωση.
Κατάφερε για λίγο να «πλασάρει» τον εαυτό του σαν «ριζοσπάστη
επαναστάτη», αλλά σύντομα με τις πράξεις του (π.χ. η κωλοτούμπα στο δημοψήφισμα
του 2015), «ξεβρακώθηκε» και απαξιώθηκε στα μάτια του Ελληνικού λαού (και μαζί
του και η Αριστερά την οποία υποτίθεται πως εκπροσωπούσε σαν σύμβολο «αλλαγής
και ελπίδας»), όπως και οι προκάτοχοι του, αλλά και όσοι έρχονται μετά από
αυτόν (όπως ο Κυριάκος Μητσοτάκης με τον οποίο θέλουν να στήσουν «νέο
δικομματισμό» και είναι σίγουρο πως αν κυβερνήσει θα απαξιώσει με την σειρά του
την νεοφιλελεύθερη Δεξιά).
Βλέπουμε λοιπόν την επανάληψη του παρελθόντος για άλλη μία φορά με
πανομοιότυπο τρόπο στην εποχή μας, αλλά με την μεγάλη διαφορά ότι ο Αλέξης Τσίπρας
και ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν ζουν στις «καλές εποχές» των «πακέτων Ντελόρ», όπως
ήταν επί Ανδρέα Παπανδρέου και Κωνσταντίνου Καραμανλή του Πρεσβυτέρου, αλλά
στην εποχή των μνημονίων και την κλοπής όλης της περιουσίας και των
αποταμιεύσεων των Ελλήνων.
Κάτι που σημαίνει ότι το πιθανότερο είναι ότι αυτή την φορά δεν
πρόκειται η κατάσταση αυτή να φέρει δόξα και ευημερία στους «νυν και στους εν’ αναμονή»
πρωθυπουργούς, αλλά πιθανή πλήρη καταστροφή των ιδίων και των κομμάτων τους (και
ίσως όχι μόνο πολιτικά), ιδίως αν εκτραχυνθούν τα πράγματα στην χώρα μας (https://hellenicsunrise.blogspot.gr/2017/02/blog-post_16.html).
Για αυτό θα πρέπει να λάβουμε όλα τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου
να αποφύγουμε τέτοιες καταστάσεις και να φροντίσουμε σύντομα να βρούμε και να
εκλέξουμε μία πατριωτική κυβέρνηση (της οποίας τα μέλη δεν θα πρέπει να έχουν καμία
απολύτως σχέση με κανένα από τα υπάρχοντα κόμματα εντός ή εκτός βουλής), γιατί
σύντομα αναμένονται να έρθουν χαλεποί (και πολύ δύσκολοι) καιροί για την χώρα μας
και τον κόσμο, οι οποίοι μόνο με ενότητα, αλληλεγγύη και πατριωτισμό θα είναι
εφικτό να αντιμετωπιστούν.
https://hellenicsunrise.blogspot.gr/2017/02/blog-post_25.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου