Η ελίτ του χρήματος πουλάει απεγνωσμένα τις βίλες της στο νησί των ανέμων.....Καθώς βρίσκεται σε εξέλιξη η μεγαλύτερη επένδυση στο real estate που έγινε στην μεταπολεμική Ελλάδα οι εμπλεκόμενοι κρατάνε χαμηλούς τόνους στα όρια του εμπιστευτικού και έχουν τους λόγους τους: H διαρροή της σχεδιαζόμενης επένδυσης θα μπορούσε να προκαλέσει το ενδιαφέρον και άλλων επενδυτών με αποτέλεσμα να ανέβουν οι τιμές στα υπό εξαγορά φιλέτα της παραλιακής ζώνης και ιδιαίτερα στο τμήμα από την Γλυφάδα ως το Σούνιο.
Από την Ιόλη ΠιερίδηΘα μπορούσε να προκαλέσει επίσης και απόγνωση σε όσους επιχειρηματίες που έχουν επενδύσει ήδη τεράστια ποσά σε προορισμούς όπως η Μύκονος, η Σαντορίνη, η Πάρος, η Κρήτη. Η μεγάλη “απόρρητη” επένδυση στο real estate δεν αφορά κανένα σχεδόν κανένα ελληνικό νησί αλλά το παραλιακό τόξο. Τα νέα κοσμοπολίτικα “νησιά” της Ελλάδας θα είναι η Γλυφάδα, η Βούλα, η Βουλιαγμένη, το Λαγονήσι, η Σαρωνίδα, η Ανάβυσσος, τα Λεγρενά και φυσικά το Σούνιο αλλά και περιοχές αετοφωλιές με μοναδική θέα όπως ο Αγιος Κωνσταντίνος Λαυρίου, εδώ όπου Κινέζοι και Γερμανοί αγοράζουν με μανία οικόπεδα.
Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε πως η “Λέσχη Μπίλντερμπεργκ” του παγκόσμιου real estate αποφάσισε να τελειώσει νησιά που έχουν γίνει ήδη προβληματικά με πρώτη και καλύτερη τη Μύκονο. Η άθλια εικόνα των φουσκωτών και πάσης φύσεως γοριλάκια που έχουν κατακλύσει τις παραλίες και τη χώρα της Μυκόνου, ο βιασμός του περιβάλλοντος από τους τυχοδιώκτες “επιχειρηματίες”, η απουσία της δημοτικής αρχής, της πολεοδομίας, του λιμενικού και της αστυνομίας διώχνει την ελιτ του χρήματος από την Μύκονο. Ελάχιστες θαλαμηγοί κατέπλευσαν φέτος στο νησί, ακόμη πιο λίγα τα πολυτελή ιδιωτικά αεροπλάνα. Ηδη μεγάλα γραφεία real estate του εξωτερικού έχουν πάρει εντολή από εκατοντάδες ιδιοκτήτες πολυτελών κατοικιών (κυρίως ξένους) να πουλήσουν και μάλιστα με σκοτωμένες τιμές.
Οσοι πραγματικά πλούσιοι επένδυσαν στη Μύκονο προβλέπουν την μεγάλη παρακμή που έρχεται και επιχειρούν απεγνωσμένα να διασώσουν ότι προλάβουν από τις περιουσίες τους. Η Μύκονος του μέλλοντος ανήκει σε Αλβανούς, Πακιστανούς, Αφγανούς κλπ με σαγιονάρες-ώσπου κι αυτοί να διαπιστώσουν ότι δεν υπάρχει άλλο χρήμα και να εγκαταλείψουν κι εκείνοι με τη σειρά τους το νησί των Ανέμων.
Το έναυσμα της εξόδου από τη Μύκονο έδωσε η Grivalia Properties ΑΕΕΑΠ η οποία εγκατέλειψε το νησί για χάρη της παραλιακής ζώνης της Αθήνας και πιο συγκεκριμένα της Γλυφάδας. Ετσι απέκτησε το 80% των μετοχών της «Ναυσικά» Α.Ε.- μισθώτριας των μυθικών «Αστεριών».
H Grivalia και όσοι εμπλέκονται στο σχέδιο ανάπτυξης του παραλιακού τόξου φιλοδοξούν να ξυπνήσουν τον κοιμισμένο γίγαντα της παραλιακής που κάποτε υπήρξε λουσμένος στην αστρόσκονη του κοσμοπολιτισμού.
Τρεις αρχιτέκτονες, οι Εμμανουήλ Βουρέκας, Αντώνης Γεωργιάδης και Κωνσταντίνος Δεκαβάλλας είχαν βάλει την υπογραφή τους για την ανάπλαση της ακτής της Γλυφάδας. Η διαμόρφωση της ακτής περιελάμβανε αποδυτήρια, ξενοδοχειακό συγκρότημα από bungalows και εγκαταστάσεις ψυχαγωγίας.
Το συγκρότημα των bungalows εξυπηρετείται από δική του είσοδο και από χωριστή, ανεξάρτητη πλαζ. Ένα εστιατόριο-χορευτικό κέντρο τοποθετείται στην άκρη της περιοχής προς την Αθήνα, όσο το δυνατόν πιο μακριά από το ξενοδοχειακό συγκρότημα, ώστε να ενοχλεί ελάχιστα και να μπορεί να λειτουργεί ανεξάρτητα.
Εκεί θα δώσει η ΧΕΝ τον Ιούλιο του 1957 τον «μεγαλύτερο μεταπολεμικό χορό της Αθήνας». «Το Μόντε Κάρλο στ’ Αστέρια» θα γράψουν οι «Εικόνες». Δύο χιλιάδες άνθρωποι, ο αφρός της καλής αθηναϊκής κοινωνίας. «Ο Σαρωνικός άστραψε από τέχνη, ομορφιά, πλούτο, φήμη και κέφι».
Τρία χρόνια μετά τα εγκαίνια της πλαζ της Γλυφάδας, ο φακός των «Εικόνων» φωτογραφίζει την οργανωμένη παραλία γεμάτη κόσμο και ζωή: «Μια πλαζ που θαυμάζουν και ζηλεύουν ακόμα και οι ξένοι. Η Αθήνα παίρνει το θαλασσινό μπάνιο της με άνεση, με χαρά και ευγένεια». Οι εγκαταστάσεις των Αστεριών στη Γλυφάδα είναι η πρώτη εφαρμογή οργανωμένου λουτρικού και τουριστικού συγκροτήματος στη μεταπολεμική Ελλάδα.
Πρόκειται για πρωτοποριακό έργο, πρότυπο για όλες τις μεταγενέστερες αντίστοιχες οργανωμένες πλαζ της χώρας. Θα ακολουθήσουν οι παραλίες της Βουλιαγμένης, η Ωκεανίδα, το Καβούρι και πολλές περισσότερες παραλλαγές στην Αττική και σε όλη την Ελλάδα. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για το πιστοποιητικό εισόδου της χώρας σε μία νέα εποχή εκσυγχρονισμού και ευημερίας, ύστερα από αλλεπάλληλους πολέμους και καταστροφές. Οι πλαζ της Γλυφάδας και της Βουλιαγμένης αποτυπώνουν ένα κλίμα αισιοδοξίας για το μέλλον και το συναντάμε και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες την ίδια εποχή.
Oι περισσότεροι από εμάς δεν το ζήσαμε, αλλά πέρασε στο DNA μας μέσα από τις ελληνικές ταινίες της δεκαετίας του ’60, με τη Μάρθα Καραγιάννη, τον Κώστα Βουτσά και πολλούς άλλους. Η Αθήνα ανακαλύπτει το beach culture και μετά το καλοκαίρι του 1957 τίποτα δεν θα είναι το ίδιο. Οι «Εικόνες» το γνωρίζουν πολύ καλά.
Ο Αρτινός Κωνσταντίνος Καραπάνος που έβαλε την σφραγίδα του στη Γλυφάδα
Ο πρώτος γαιοκτήμονας της περιοχής της Γλυφάδας, δηλαδή της άνω και
κάτω Πυρναρής (όπως λεγόταν πριν τον 20ο αιώνα) ήταν ο φίλος του
Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου, Ανδρέας Λουριώτης. Όμως, ο Γιαννιώτης
πολιτικός δεν συνδέθηκε επί της ουσίας, ουσιαστικά με την περιοχή. Κάπου
ανάμεσα στο 1894 και το 1900, οι κληρονόμοι του (αφού εκείνος πέθανε το
1854) το τσιφλίκι της Γλυφάδας στον ηπειρώτη Κωνσταντίνο Καραπάνο και
κάπου εκεί αρχίζει η ιστορία της πιο διαδεδομένης πλεόν περιοχής της
νοτίων προαστίων. Γεννήθηκε στην Άρτα το 1840. Σπούδασε στην Αθήνα
νομικά και οικονομολογία στο Παρίσι. Χρημάτισε γενικός γραμματέας του
Οθωμανικού Κράτους, ενώ το 1864 πήγε στην Κωνσταντινούπολη και έγινε
τραπεζίτης. Στη συνέχεια ασχολήθηκε με την αρχαιολογία και τη συλλογή
του δώρισε στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Το 1882 εξελέγη βουλευτής
Άρτας και διετέλεσε Υπουργός σε διάφορες κυβερνήσεις. Ήταν παντρεμένος
με δύο παιδιά και πέθανε στις 22 Μαρτίου 1914 στην Αθήνα.
Ο Καραπάνος προσπαθεί τότε να αναβαθμίσει την περιοχή, αφού αυτό που
αντίκρυζες ήταν νομάδες κτηνοτρόφους που είχαν καταλήξει στους πρόποδες
του Υμηττού από τα ορεινά της Ρούμελης (ναι, σοβαρά μιλάμε). Μόνιμες
κατοικίες δεν υπήρχαν και το κτήμα (το ποιο;) έσπερναν διάφοροι κολίγοι
των γειτονικών χωριών. Ωστόσο, ο ανάμεσα σε άλλα, Υπουργός Οικονομικών,
Κων. Καραπάνος έκτισε 10 σπίτια εκεί όπου τώρα είναι η πλατεία Γλυφάδας
και η εκκλησία του Αγίου Κωνσταντίνου.Σε αυτά τα δέκα σπίτι, έμεναν πλέον οκτώ οικογένειες χωρικών, που ήταν οι μόνιμοι καλλιεργητές του τσιφλικιού της Γλυφάδας. Οι οικογένειες αυτές (στην παρακάτω φωτογραφία βλέπετε κατοίκους, η φωτό είναι από μαθητικό αφιέρωμα του 7ου γυμνασίου Γλυφάδας) προέρχονταν από τους Τράχωνες, το Κορωπί, τη Βάρη, αλλά και την Αθήνα.
Όλα αυτά συμβαίνουν κοντά στα 1900 και επί της ουσίας μιλάμε για τους πρώτους μόνιμους κατοίκους της Γλυφάδας. Τι άλλο ισχύει τότε;
Εκεί όπου τώρα είναι η εκκλησία του Αγίου Κωνσταντίνου, υπήρχαν στάβλοι, πατητήρια και αλώνια, αλλά και ένα μικρό εκκλησάκι του Αγ. Κωσνταντίνου. Το εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου ήταν στη θέση του, ενώ δίπλα στο παλιό δημαρχείο (κοντά στη θάλασσα δηλαδή) ήταν και το πανδοχείο-ταβερνάκι του Αντωνόπουλου. Ποιοί πήγαιναν εκεί; Οι κυνηγοί από τις ρεματιές και τα δάση της περιοχής. Τι περίμενες; Τους θαμώνες του Egomio;
Αυτή είναι η πρώτη, αρχική εικόνα της Γλυφάδας, αυτήν που έφτιαξε επί της ουσίας ο Κων. Καραπάνος, ένας ηπειρώτης που έμεινε στην ιστορία ως ο πρώτος ουσιαστικός Γλυφαδιώτης.
Στη σημερινή Γλυφάδα δεν υπάρχει “οδός Καραπάνου”, καθώς έχει μετονομαστεί σε “Σάκη Καράγιωργα”.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου