Της Laura
Towler
Το 2006 είχα μετακομίσει από το ήσυχο χωριό μου στο
Γιορκσάιρ της βόρειας Αγγλίας, στο Μπράντφορντ, μια πόλη που το 2001 ο
πληθυσμός της ήταν 76% "λευκοί βρετανοί", δέκα χρόνια μετά, το 2011
ήταν 63%, και είναι πιθανό σήμερα να είναι περίπου 50% λευκοί Βρετανοί.
Πριν μετακομίσω εκεί, θα περιέγραφα τον εαυτό μου ως ένα
άτομο ανεκτικό και με «ανοιχτό μυαλό». Παρόλο που δεν ήμουν ποτέ ενθουσιώδης με
τα «ανοιχτά σύνορα», έκρινα τους ανθρώπους ως άτομα και επέλεξα να βλέπω μόνο
το καλό σε όλους τους ανθρώπους που θα συναντούσα. Η σχολική αναφορά μου όταν
ήμουν 11 ετών έλεγε:
«Αυτό το τρίμηνο, η Laura επικεντρώθηκε στη μουσουλμανική
πίστη, μαθαίνοντας πολλά για τον τρόπο ζωής των μουσουλμάνων. Η Λάουρα βλέπει
με συμπάθεια τις διαφορετικές θρησκείες του κόσμου και αισθάνεται ότι το να
είσαι ευγενικός και χρήσιμος στους άλλους είναι ο σημαντικότερος παράγοντας της
ζωής».
Το να μεταφερθώ σε μια πόλη, για μένα σήμαινε να εγκαταλείψω
την ομοιογενή, ασφαλή και οικεία κοινότητά μου για να βρεθώ σε μια πυκνοκατοικημένη
περιοχή, αποτελούμενη σχεδόν εξ ολοκλήρου από πακιστανούς μουσουλμάνους
(περίπου τα τρία τέταρτα του πληθυσμού) και την λευκή εργατική τάξη. Δεν είχα
κανένα πρόβλημα τότε. Υπήρχαν μερικές Πακιστανές κοπέλες στο παλιό μου σχολείο που,
εκτός από την εμφάνισή τους, ήταν ακριβώς όπως εγώ και οι φίλες μου. Επίσης
κατά τη διάρκεια της επίσημης εκπαίδευσης μου διδάχθηκα ότι η κοινωνική τάξη
είχε πολύ μεγαλύτερο αντίκτυπο στη δυναμική της ομάδας από ό, τι η φυλή και η
εθνικότητα. Το είχα αποδεχθεί αυτό οπότε δεν περίμενα να δω μεγάλες αλλαγές από
μια κοινότητα της εργατικής τάξης σε μια άλλη.
Έκανα λάθος. Τα επόμενα δύο χρόνια που έζησα στο Μπράντφορντ
ήταν ικανά να φυτεύσουν στο κεφάλι μου ένα σπόρο, ο οποίος στη συνέχεια αναπτύχθηκε
και με έκανε να συνειδητοποιήσω και να κατανοήσω τον πόλεμο κατά της Δύσης.
Το πρώτο κιόλας βράδυ που ζούσα στη νέα μου πόλη, βγήκα με
την συγκάτοικό μου έξω να εξερευνήσουμε την πόλη για να εντοπίσουμε τα κοντινά
καταστήματα. Από εκείνο το πρώτο βράδυ και για πολλά βράδια μετά, δεχθήκαμε προσβολές,
αγγίγματα, εκφοβισμό, λεκτική κακοποίηση, από Πακιστανούς όλων των ηλικιών,
μερικοί από τους οποίους μας ακολουθούσαν ενώ περπατούσαμε. Σύντομα μάθαμε ότι
δεν ήταν ασφαλές να βγαίνουμε έξω μέσα στο σκοτάδι μόνες και δεν ήταν ασφαλές
να πηγαίνουμε σε ορισμένες περιοχές. Αυτό ήταν ένα σοκ για μένα και κάτι πολύ ξένο
για την κοινότητα μέσα στην οποία μεγάλωσα.
Θα μπορούσα να αφιερώσω πολύ χρόνο περιγράφοντας λεπτομερώς
τις εμπειρίες μου από τη ζωή στο Μπράντφορντ. Σε μια περίπτωση, η φίλη μου και
εγώ έπρεπε να μπούμε σε ένα κατάστημα για ασφάλεια, επειδή μας ακολουθούσε μια
ομάδα ανδρών. Τηλεφωνήσαμε στην αστυνομία, η οποία έφτασε, πήρε μια δήλωση από
εμάς και μας οδήγησε στο σπίτι. Υπήρχαν πολλές περιπτώσεις όπου μου είπαν να φύγω
από μια περιοχή επειδή υπήρχαν Πακιστανοί άνδρες και επειδή ήμουν λευκή και δεν
ήμουν ευπρόσδεκτη εκεί. Υπήρχαν επίσης στιγμές που μου προσφέρθηκαν χρήματα για
σεξ στο φως της ημέρας. Ήμουν μόνο μια έφηβη την εποχή εκείνη.
Αυτό που κατάλαβα ήταν ότι οι Πακιστανοί, ως ομάδα, δεν
αντιμετωπίζουν τις γυναίκες με το ίδιο επίπεδο αξιοπρέπειας και σεβασμού που
κάνουν οι λευκοί. Φαντάζομαι ότι αν μια φεμινίστρια το διαβάσει αυτό, θα πει ότι
μεροληπτώ και ότι έχω ανακριβείς προκαταλήψεις για μια ολόκληρη εθνοτική ομάδα.
Εγώ θα πω ότι αυτό λέγεται να είσαι σε θέση να αναγνωρίσεις τις τάσεις που
βασίζονται σε χιλιάδες επαφές.
Αργότερα, έμαθα ότι ορισμένα κορίτσια με τα οποία πήγαινα
στο ίδιο σχολείο τα είχαν «ψαρέψει» και τα είχαν βιάσει Πακιστανοί άνδρες.
Εκτιμάται ότι εκατοντάδες χιλιάδες βρετανικά κορίτσια υπέφεραν στα χέρια κυρίως
πακιστανών μουσουλμάνων – ορισμένα ακόμη βασανίστηκαν και δολοφονήθηκαν – αλλά οι
αστυνομικές αρχές και οι κοινωνικές υπηρεσίες κάλυπταν την υπόθεση, τα μέσα
μαζικής ενημέρωσης επέλεξαν να αγνοούν το θέμα και όποιος επιχειρούσε να το φέρει
στο φως δεχόταν επίθεση και τις γνωστές ταμπέλες («ρατσιστής» κλπ) από το
κράτος και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, έτσι ώστε ο κόσμος είτε να μην τον παίρνει
πλέον στα σοβαρά είτε να μάθει να σιωπά.
Η εμπειρία μου από την πολυπολιτισμικότητα μου έμαθε ότι δεν
είμαστε όλοι ίδιοι. Έμαθα ότι η εθνικότητα επηρεάζει την κουλτούρα και τον
πολιτισμό και οι πολιτισμοί είναι συχνά μεταξύ τους ασυμβίβαστοι. Στη συνέχεια προχώρησα
πιο βαθιά και είδα «τι παίζεται» με την μαζική μετανάστευση, τη λογοκρισία του "λόγου
μίσους", την κρατική επιβολή της λευκής ενοχής και την ανάμειξη χρηματοδοτών,
μέχρι που έφτασα στο συμπέρασμα που εξακολουθώ να υποστηρίζω σήμερα: ο
εθνικισμός δεν είναι μόνο υγιής, είναι απαραίτητος για την επιβίωση του λαού
μας.
Ο πόλεμος κατά των λευκών γυναικών
Θεωρώ ότι η δημογραφική αντικατάσταση των Ευρωπαίων είναι το
πιο σημαντικό θέμα που αντιμετωπίζουμε σήμερα. Σε πολλά έθνη στη Δύση, είμαστε
μόνο λίγες δεκαετίες μακριά από το να γίνουμε πληθυσμοί μειονοτήτων στη δική
μας γη. Αυτό, φυσικά, είναι εντελώς αφύσικο και έχει ενορχηστρωθεί από μια ξένη
κλίκα διεθνών επιχειρηματιών. Αυτό σημαίνει ότι η αντικατάστασή μας δεν εκτελείται
στην ύπαιθρο. Αν και περιλαμβάνει τη μαζική εισαγωγή μη λευκών στις χώρες μας,
η μείωση των λευκών πραγματοποιείται με λιγότερο άμεσο τρόπο. Τα ποσοστά
γονιμότητας των γηγενών στις λευκές χώρες μειώνονται λόγω της συνεχιζόμενης
προώθησης του φεμινισμού, της άμβλωσης, των περιστασιακών σχέσεων και των
μικτών (διαφυλετικών) σχέσεων. Όλα αυτά προσφέρουν μια προσωρινή ανακούφιση ή
συγκίνηση για τη λευκή γυναίκα και παραγνωρίζεται η μακροχρόνια ζημία που
ακολουθεί και τα αισθήματα ανεκπλήρωσης, στις περισσότερες περιπτώσεις.
Την ίδια στιγμή, οι φυλετικοί μας δεσμοί αποδυναμώνονται με
το σβήσιμο και ξαναγράψιμο της ιστορίας μας και την δημοφιλή πλέον αντίληψη ότι
εάν ζητάς το καλό των λευκών είσαι «ρατσιστής». Για τη λευκή γυναίκα, αυτό
μπορεί να δημιουργεί σύγχυση. Γιατί οι γυναίκες συμπεριλαμβάνονται συχνά κάτω
από την ομπρέλα των μειονοτήτων, αλλά μόνο όταν αυτό ταιριάζει με τη κατεστημένη
αφήγηση. Εάν μια λευκή γυναίκα είναι εναντίον του νούμερο εχθρού - του λευκού
άνδρα - σε περίπτωση σεξουαλικής κακοποίησης, για παράδειγμα, τότε απεικονίζεται
ως θύμα. Το ευάλωτο πλάσμα που υποφέρει από την “straight”, λευκή πατριαρχία. Ωστόσο, εάν
παίρνουμε μια θέση που είναι αντίθετη με την κατεστημένη (για παράδειγμα,
λευκές γυναίκες ψηφίζουν για Trump,
ή δεν είναι αρκετά «διατομεακές» ή «διαθεματικές» φεμινίστριες (“intersectional” feminism: ο φεμινισμός που
ενδιαφέρεται και για τις άλλες «καταπιεσμένες ομάδες», π.χ. μαύρες γυναίκες,
τρανς), τότε, υπό αυτές τις συνθήκες θα ταυτίζονται με τους «καταπιεστές» και στιγματίζονται
ως «προδότριες». Από ότι φαίνεται ως λευκή γυναίκα, μπορώ να ζήσω τη ζωή μου
ατομικιστικά, όπως μου αρέσει, και να χορτάσω όσο εκφυλισμό, ναρκισσισμό ή
καταναλωτισμό μου αρέσει, αλλά αν θέλω να ζήσω ως συλλογικότητα η μόνη επιλογή που
υπάρχει είναι να πρόκειται για μια μη λευκή συλλογικότητα. Για να το
εμπεδώσουμε: “black lives matter”
(οι ζωές των μαύρων αξίζουν) και πρέπει να σταματήσουμε τη δυσφήμηση του
εβραϊκού λαού. Ωστόσο, “it is not okay to be white”….
Ανέφερα την προώθηση του φεμινισμού, της άμβλωσης, της άστατης
σεξουαλικής ζωής και των φυλετικά μικτών σχέσεων παραπάνω. Αυτά τα τέσσερα
εργαλεία, τα οποία χρησιμοποιούνται για την επιτάχυνση της δημογραφικής μας
αντικατάστασης, έχουν επίσης επιζήμια αποτελέσματα στην ευημερία των λευκών
γυναικών.
Ο φεμινισμός, μεταμφιεσμένος ως κίνημα βασισμένο στην
αποκαλούμενη "ισότητα", υπαγορεύει στις γυναίκες να σκέφτονται ότι
μπορούμε και πρέπει να ζήσουμε τη ζωή μας σαν άνδρες. Όλα μου φαίνονται κάπως ανούσια,
επειδή οι φεμινίστριες εκστρατεύουν για την ελευθερία να κάνουν πράγματα που
πραγματικά δεν θέλουν να κάνουν. Η σημερινή φεμινιστική σταυροφορία στη
Βρετανία είναι να μπουν στην πολιτική περισσότερες γυναίκες, ώστε να
αντανακλούν το γεγονός ότι ο πληθυσμός μας είναι μισός αρσενικός και μισός θηλυκός,
αλλά μελέτες δείχνουν ότι υπάρχει έλλειψη εκπροσώπησης των γυναικών στην
πολιτική επειδή υπάρχει έλλειψη γυναικών υποψηφίων, λόγω της έλλειψης γυναικών
που επιδιώκουν μια πολιτική καριέρα. Ως γυναίκα που ενδιαφέρεται για την
πολιτική, σας διαβεβαιώνω ότι αγωνίζομαι πολύ να βρω άλλες γυναίκες να
ασχοληθούν με αυτό το θέμα. Γιατί λοιπόν, πρέπει να
αναρωτηθούμε, το εξαναγκάζουμε;
Πιστεύω ότι αυτό συσχετίζεται με άλλους τομείς της
απελευθέρωσης των γυναικών, όπως είναι το συναίσθημα και το σεξ χωρίς συνέπειες,
η κατάργηση των παραδοσιακών ρόλων των φύλων στο σπίτι και η σφαιρική συντριβή
της πατριαρχίας: Οι γυναίκες υποθέτουν ότι είναι "ίσες", πρέπει να
είμαστε το ίδιο. Αυτή η προσέγγιση υπονομεύει τόσο την επιστήμη όσο και την
ευτυχία. Δεν μπορούμε να μιμηθούμε τους άνδρες, διότι, ειλικρινά, είμαστε
διαφορετικές από τους άνδρες, τόσο γενετικά όσο και πολιτιστικά. Αυτός είναι ο
λόγος για τον οποίο οι εξετάσεις γυμναστικής στο βρετανικό στρατό και την αστυνομία
είναι ευκολότερες για τις γυναίκες, οι χρόνοι εξετάσεων αυξάνονται στο
Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, έτσι ώστε οι γυναίκες είναι πιο πιθανό να περάσουν
και οι ποσοστώσεις για την ποικιλομορφία που έχουν τεθεί σε ισχύ στη Βρετανία, οδηγούν
στο να επιλέγεται ένα άτομο για το φύλο του και όχι για τις δεξιότητές του. Με
το να ορίζουμε τον εαυτό μας για μια ζωή που θα ζούμε - όπως το θέτει ο Francis Parker Yockey –
ως «κατώτεροι άντρες», δεν θέτουμε μόνο τον εαυτό μας σε μια οδό αποτυχίας,
αλλά θέτουμε τον εαυτό μας σε μια ζωή δυστυχίας.
Οι γυναίκες δεν είχαν ποτέ τα δικαιώματα που έχουμε σήμερα,
αλλά η ευτυχία μας μειώνεται. Ο Richard Houck το αναφέρει αυτό στη μελέτη του "Ο πόλεμος κατά των
λευκών γυναικών" (“The War Against White Women”),
αλλά θα ήθελα να το επαναλάβω για άλλη μια φορά. Οι οικονομολόγοι Betsey Stevenson και Justin Wolfers ανέλυσαν τις τάσεις
ευτυχίας των Αμερικανών πολιτών μεταξύ των ετών 1970 και 2005. Ανακάλυψαν ότι
οι γυναίκες βαθμολόγησαν τη γενική ικανοποίηση τους ως προς τη ζωή υψηλότερα
από τους άνδρες το 1970. Ωστόσο, αυτό έχει σταδιακά μειωθεί με την πάροδο των
ετών. Μέχρι τη δεκαετία του 1990, οι γυναίκες ήταν λιγότερο ικανοποιημένες από
τους άντρες για πρώτη φορά. Μια μεγάλη έρευνα που έγινε από την Girlguiding στη Βρετανία
φέτος διαπίστωσε επίσης ότι τα κορίτσια και οι νέες γυναίκες ηλικίας 7-21 ετών
είναι περισσότερο δυσαρεστημένες από ό, τι ήταν όταν η ίδια έρευνα διεξήχθη
πριν από μια δεκαετία. Το είκοσι πέντε τοις εκατό των κοριτσιών που συμμετείχαν
δήλωσαν ότι ήταν "πολύ χαρούμενα", σε σύγκριση με το σαράντα ένα τοις
εκατό που δήλωσε το ίδιο το 2009.
Είναι επίσης ενδιαφέρον να παρακολουθήσετε τις τάσεις στην
ποπ κουλτούρα. Η Adele,
(Adele Laurie Blue Adkins, Αγγλίδα τραγουδίστρια, στιχουργός και συνθέτης. Ονομάστηκε
από τα social media
"Βασίλισσα της Ποπ") η οποία έχει σπάσει έναν τεράστιο αριθμό ρεκόρ
με τα τραγούδια της σχετικά με τη γυναικεία θλίψη, τη μοναξιά, την απελπισία
και το άγχος, είναι μια από τις μεγαλύτερες γυναίκες μουσικούς της εποχής μας.
Όπως έγραψε ο Morgoth
το 2017:
Η πιο ενδιαφέρουσα ερώτηση δεν είναι "γιατί η Adele είναι τόσο
δημοφιλής;" αλλά μάλλον, "γιατί το πηγάδι της θηλυκής σκοτεινιάς είναι
τόσο βαθύ;".
Άλλωστε, "η σύγχρονη γυναίκα" δεν τα έχει πάρει όλα;
Η σύγχρονη λευκή γυναίκα στην Ευρώπη ή τη Βόρεια Αμερική, σήμερα, κατοικεί σε
έναν πολιτισμό και μια κοινωνία που δεν θέτει καθόλου περιορισμούς στη
συμπεριφορά της καθόλου! Και παρόλα αυτά ο αλκοολισμός στις γυναίκες είναι σε
υψηλά επίπεδα, οι γυναίκες αντιμετωπίζουν προβλήματα ψυχικής υγείας: το 20% των
γυναικών στη Βρετανία είναι κλινικά καταθλιπτικές, παίρνουν χάπια για τα νεύρα
τους, χάπια για την αϋπνία τους, χάπια για τη ΔΕΠΥ (Διαταραχή Ελλειμματικής
Προσοχής – Υπερκινητικότητα) είναι μια πραγματική έκρηξη για τη φαρμακευτική
αγορά.
Είδα ένα άρθρο στο δημοφιλέστερο γυναικείο περιοδικό το Cosmopolitan την περασμένη
εβδομάδα, στο οποίο διαφήμιζαν ένα ποτήρι κρασιού για τις γυναίκες το οποίο
μπορείτε να χρησιμοποιήσετε στο ντους. Γυναίκες και νεαρά κορίτσια κάτω από το
άρθρο και έλεγαν πόσο χρειάζονταν αυτό το ποτήρι. Αυτό μου θύμισε ορισμένα
άρθρα που είδα κατά την κυκλοφορία του τελευταίου άλμπουμ της Adele, στο οποίο πολλοί θλιμμένοι και
γεμάτοι θλίψη δημοσιογράφοι ενημέρωναν τις γυναίκες ότι ήρθε η ώρα να ανοίξουν
ένα κρασί και να κλάψουν γερά. Γιατί να κλαις με ένα ποτήρι κρασί είναι το νέο “cool” και το νέο πρότυπο; Και
γιατί οι λευκές γυναίκες γίνονται λιγότερο χαρούμενες καθώς περνούν τα χρόνια; Δεν
θα μπορούσαμε να είμαστε πιο ευτυχισμένες σε απλούστερους καιρούς, να ζούσαμε
κάτω από τη φυσική αξιοπρέπεια και την αρετή του φύλου μας, ενσωματώνοντας
χαρακτηριστικά και αναλαμβάνοντας ρόλους που ήρθαν οργανικά και ενστικτωδώς σε
εμάς εδώ και χιλιάδες χρόνια;
Οι λευκές γυναίκες ενθαρρύνονται να είναι αυτάρκεις και
ανεξάρτητες, αλλά πόσες από εμάς θέλουμε βαθιά μέσα μας πραγματικά αυτό; Και
δεν εννοώ πόσες από εμάς λέμε ότι το θέλουμε, εννοώ πόσες από εμάς επιθυμούμε
πραγματικά μια ζωή ατομικιστικής αυτοδιοίκησης και μοναξιάς; Κάθε ισχυρή
γυναίκα που γνωρίζω - ακόμα και εκείνες που λένε ότι απολαμβάνουν σεξουαλικές
σχέσεις χωρίς δεσμεύσεις - θέλει κρυφά να στηριχθεί πάνω στον ώμο ενός
κυρίαρχου άλφα άνδρα και να ζήσει μια ζωή προστασίας και άνεσης. Δεν είναι
μυστικό ότι οι γυναίκες προτιμούν τον παραδοσιακό αρρενωπό άντρα. Ωστόσο, η
κοινωνική πίεση μας λέει ότι αν θέλουμε να οικοδομήσουμε ένα σπίτι και να
μεγαλώσουμε παιδιά, τότε είμαστε βαρετές και αδύναμες. Στη συνέχεια,
ενθαρρύνεται η αδιαλλαξία, που σημαίνει ότι ο φεμινισμός και ο προοδευτισμός
ενθαρρύνουν με ακρίβεια κάποιες γυναίκες να συμπεριφέρονται με τρόπους που δεν
ανταποκρίνονται στους μακροπρόθεσμους στόχους μας και δεν μας γεμίζουν πέρα
από το βραχυπρόθεσμο.
Παρά το ότι τα mainstream μέσα ενημέρωσης μας
συμβουλεύουν συνεχώς ότι η «ζωή χωρίς παιδιά» είναι αυτό που θα μας κάνει πιο
ευτυχισμένες, οι μελέτες έχουν δείξει ότι η ύπαρξη γονέα οδηγεί σε συναισθήματα
ολοκλήρωσης και νοήματος στη ζωή κάποιου. Ανεξάρτητα από αυτό, η μέση ηλικία
κατά την οποία μια γυναίκα έχει το πρώτο της παιδί έχει αυξηθεί και ο αριθμός
των αμβλώσεων που έχουν πραγματοποιηθεί είναι σταθερά σε άνοδο από τη δεκαετία
του 1970. Στη Βρετανία, για παράδειγμα, περίπου πέντε γυναίκες στις χίλιες είχαν
υποβληθεί σε έκτρωση το 1970. Το 2017 ο αριθμός είχε αυξηθεί σε 16,5 γυναίκες
ανά χίλιες. Είναι δύσκολο να προσδιοριστεί πόσες γυναίκες μετάνιωσαν που
προχώρησαν σε άμβλωση. Αν και υπάρχουν αναφορές για γυναίκες που υποφέρουν από θλίψη
και ενοχή, οι φεμινίστριες - μια μικρή αλλά λαλίστατη μειονότητα - είναι
επιρρεπείς στο να καυχώνται για τις εμπειρίες τους και να υπερηφανεύονται φορώντας
κονκάρδες που γράφουν "I love abortion".
Δεν πιστεύω ούτε για μια στιγμή ότι η χρήση της άμβλωσης ως
μορφή αντισύλληψης, όπως κάνουν συχνά οι λευκές γυναίκες το 2018, έχει
μηδενικές ψυχικές συνέπειες για την υγεία μας, αλλά η σημασία της υποβαθμίζεται
από την κυρίαρχη αφήγηση. Η ψυχική ευημερία της λευκής γυναίκας είναι ένα μικρό
τίμημα που πρέπει να πληρώσει για τη μείωση των γηγενών ποσοστών γονιμότητας. Στην
πραγματικότητα, ορισμένοι μπορεί να ισχυρίζονται ακόμη ότι οι δυσαρεστημένοι
λευκοί άνθρωποι, σε κάθε περίπτωση, κάνουν καλύτερους καταναλωτές.
Η
αναφορά μου στον πόλεμο στις λευκές γυναίκες δεν θα είναι πλήρης εάν
δεν ασχοληθώ με τη μαζική εμπορία των διαφυλετικών σχέσεων που
βλέπουμε σήμερα στη Δύση. Όπως έχει συζητηθεί αρκετές φορές
προηγουμένως, οι
πληθυσμοί των δυτικών εθνών δέχονται κυριολεκτικά καταιγισμό εικόνων
διαφυλετικών
σχέσεων στις διαφημίσεις. Συνήθως η κυρίαρχη εικόνα είναι αυτή ενός
μαύρου
άνδρα με μια λευκή γυναίκα. Στη Βρετανία, έχει καταντήσει αστείο -αν
μπορείς να
το αποκαλέσεις έτσι - ότι οι διαφημίσεις των Χριστουγέννων στα
μεγαλύτερα
καταστήματά μας περιλαμβάνουν πάντα μικτές φυλετικά οικογένειες ή
ζευγάρια.
Αυτό σε μια χώρα που ήταν 87% "λευκή βρετανική"
κατά την ημερομηνία της τελευταίας επίσημης απογραφής μας. Αυτό
συμβαίνει
επίσης και σε μια χώρα όπου το 96% των λευκών Βρετανών
επιλέγει μέχρι σήμερα κάποιον από την δική του εθνοτική ομάδα.
Ο σαφής στόχος εδώ είναι να εξομαλυνθούν ορισμένες
συμπεριφορές και να επηρεαστεί η συμπεριφορά του κοινού. Όσο περισσότερες
λευκές γυναίκες ζευγαρώνουν με μη λευκούς άνδρες, τόσο λιγότεροι λευκοί
άνθρωποι θα υπάρχουν στην επόμενη γενιά.
Πριν από μερικά χρόνια μου ζητήθηκε από μια κοπέλα στην
εργασία μου - μπροστά σε ένα ακροατήριο περίπου δέκα ανθρώπων - αν βρίσκω
ελκυστικό τον Anthony Joshua,
έναν μαύρο μποξέρ στη Βρετανία. Απάντησα όχι. Τότε ρωτήθηκα γιατί. "Είναι ψηλός,
μυώδης", πρόσθεσε η συνάδελφός μου, "τι δεν σου αρέσει;".
Δίστασα λίγο, σκεπτόμενη αν είναι αποδεκτό να παραδεχτώ ότι με ενδιαφέρουν μόνο
οι λευκοί άντρες. Σκέφτηκα να αποφύγω την άβολη κουβέντα γιατί ήξερα μετά τι θα
ακολουθούσε, αλλά δεν το έκανα. Γιατί να μην μπορώ να παραδεχτώ ότι
ενδιαφέρομαι μόνο για τους λευκούς; Είναι ένας απόλυτα φυσικός και υγιεινός
τρόπος σκέψης. Όταν απάντησα με ειλικρίνεια, λέγοντας ότι δεν με ελκύουν οι μαύροι
άνδρες και ότι θα ήθελα να συνδεθώ με έναν λευκό άντρα επειδή θέλω να κάνω λευκά
παιδιά, με αντιμετώπισαν με έκπληξη και αηδία. Αυτό που κατάλαβα ήταν το εξής:
Αν εγώ, ως ανοιχτά εθνικίστρια, έπρεπε να κοντοσταθώ λίγο για να μην δεχθώ την
επίθεση που ακολούθησε, πόσο άβολα πρέπει να νιώθουν μπροστά σε αυτά τα ερωτήματα
οι απολιτίκ γυναίκες;
Όπως γνωρίζουμε, όσο περνάει ο καιρός, οι άνθρωποι είναι πιο
πιθανό να δηλώσουν ότι είναι «ανοικτοί» να ζευγαρώσουν με ανθρώπους άλλων
φυλών, αλλά η συμπεριφορά τους δείχνει μια διαφορετική εικόνα. Αυτό δηλώνει ότι
οι άνθρωποι αναζητούν την κοινωνική έγκριση για αυτό που κάνουν και είναι
λιγότερο πρόθυμοι να παραδεχτούν κάτι αν πιστεύουν ότι αυτό πηγαίνει ενάντια
στο ρεύμα. Για μια γυναίκα - το πιο ευαίσθητο από τα δύο φύλα - αυτό μπορεί να
είναι ένα δύσκολο έργο. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο πιστεύω ότι είναι
σημαντικό να οδηγήσουμε με το παράδειγμά μας. Χρειαζόμαστε γενναίες γυναίκες να
παραδεχθούν ότι κάνουν μια συνειδητή απόφαση μέχρι σήμερα μέσα στην εθνοτική
τους ομάδα, έτσι ώστε και άλλες γυναίκες να ακολουθήσουν.
Οι διαφυλετικές σχέσεις είναι επικίνδυνες για τη λευκή
γυναίκα με αρκετούς τρόπους. Από την άποψη της ασφάλειας, από όσο γνωρίζουμε,
οι μαύροι άντρες είναι πιο πιθανό να διαπράξουν βίαιο έγκλημα και υπερεκπροσωπούνται
στους πληθυσμούς των φυλακών στη Δύση. Στο Λονδίνο, για να δώσουμε μόνο ένα
παράδειγμα, οι Αφρικανοί της Καραϊβικής υπερεκπροσωπούνται σε επιθέσεις με οξύ από
ένα τεράστιο ποσοστό 287% ! Επιπλέον, οι λευκές
γυναίκες με παιδιά μικτών φυλών είναι πιο πιθανό να καταλήξουν ανύπαντρες
μητέρες (με ένα τεράστιο ποσοστό) και τα παιδιά μικτής φυλής διατρέχουν
μεγαλύτερο κίνδυνο όταν πρόκειται για ζητήματα υγείας, σχολικής εμπειρίας, εθισμού
στο τσιγάρο και στο ποτό, μεταξύ άλλων κινδύνων.
Συμπέρασμα
Τα εργαλεία που έχουν τεθεί σε κίνηση για τη δημογραφική
αντικατάσταση των ανθρώπων ευρωπαϊκής καταγωγής έχουν αναμφίβολα εξαιρετικά
αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία, την ευημερία και την ευτυχία των λευκών
γυναικών. Ο πιο προφανής παράγοντας είναι, φυσικά, η μαζική εισαγωγή (συχνά
βίαιων) μη λευκών αντρών στα έθνη μας και η επακόλουθη ανταπόκριση των mainstream μέσων, που οδηγούν
τις λευκές γυναίκες σε κίνδυνο σκοπίμως, γεμίζοντας τες με ενοχές εάν σκεφτούν ότι
έχουν λόγους να τους φοβούνται.
Πιστεύω πραγματικά ότι η απάντηση είναι ο εθνικισμός. Αυτός
όχι μόνο θα μας κρατήσει ασφαλείς σε φυσικό επίπεδο και θα μας επιτρέψει να
ζήσουμε σε πιο ομοιογενή και ασφαλή περιβάλλοντα, αλλά θα μας επιτρέψει επίσης
να γνωρίσουμε την τοπική μας κοινότητα, τις υγιείς παραδόσεις και τη φυσική τάξη, όλα
αυτά που μπορούν να επιτευχθούν, ως επί το πλείστον, μεταξύ των δικών μας
ανθρώπων.
Η Laura Towler είναι εκδότρια και συγγραφέας στο Defend Europa.
ΚΟ / από εδώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου