Τετάρτη 27 Φεβρουαρίου 2019

ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΩΝ ΤΣΑΜΗΔΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΤΣΑΜΟΥΡΙΑΣ

Γράφει ὁ Φιλόθεος Κεμεντσετζίδης,
Πρόεδρος ΣΦΕΒΑ Θεσσαλονίκης
Πολὺ συνοπτικὰ ὅταν λέμε Τσάμικο ζήτημα ἀναφερόμαστε στὶς διεκδικήσεις τῶν Ἀλβανῶν (πρώην κατοίκων τῆς Θεσπρωτίας  (Τσαμουριᾶς) ποὺ συνίστανται ἀπὸ τὴ μία στὴν ἐπιστροφὴ τῶν περιουσιῶν τους (ποὺ κατεῖχαν ἀπὸ τὸ 1912 ὡς τὸ ΄40) καὶ τὴν καταβολὴ ἀποζημιώσεων γιὰ τὰ χρόνια ποῦ τὶς ἔχασαν καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη στὴν  ἐπάνοδό τους στὴν Ἑλλάδα ἀλλὰ  καὶ τὴν ὠμὴ διεκδίκηση ἑλληνικῶν ἐδαφῶν.

ΟΙ  ΟΝΟΜΑΣΙΕΣ  «ΤΣΑΜΟΥΡΙΑ» ΚΑΙ «ΤΣΑΜΗΔΕΣ»

Μεταξὺ τῶν ἔξι καὶ πλέον θεωριῶν γιὰ τὴν ἱστορικὴ καὶ ἐτυμολογικὴ προέλευση τῶν ὀνομασιῶν «Τσάμηδες» καὶ «Τσαμουριά», πιθανότερη θεωρεῖται ἐκείνη, ποὺ σχετίζεται μὲ τὴ λέξη «Θύαμις» (Καλαμᾶς), μὲ παραφθορά του, μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου : Θύαμις, Θυάμις, Τσ(ἰ)ἄμης, δήλ. ὁ κάτοικος ποὺ βρίσκεται κοντὰ στὸν Θύαμη ποταμό, τὴν Θυαμυρία, τὴν Τσ(ἰ)ἀμουριά.
Ὑπάρχει πάντως καὶ ἡ ἄποψη ὅτι ἡ τοπωνυμία προέρχεται ἀπὸ τὴν τούρκικη λέξη  (τσιὰμ) ἢ τὴν ἀντίστοιχη ἀλβανικὴ (τσιαμίστ),ποὺ σημαίνουν πευκοδάσος ἢ ἐλατόδασος.
Εἶναι δὲ γνωστὸ ἀπὸ πολλὲς πηγὲς ὅτι ἡ δασικὴ βλάστηση τῆς περιοχῆς ἦταν πλούσια σὲ πεῦκα  καὶ ἔλατα.

-

Τσαμουριὰ  λοιπὸν ὀνομάζεται ἡ περιοχὴ ἐκείνη τῆς Ἠπείρου, ποὺ ἐκτείνεται κατὰ μῆκος τῆς ἀκτῆς ἀνάμεσα στὶς ἐκβολὲς τοῦ ποταμοῦ Ἀχέροντα καὶ μέχρι τὸ Βουθρωτὸ καὶ ἀνατολικὰ μέχρι τοὺς πρόποδες τοῦ ὅρους Ὀλύτσικας (Τόμαρος) καὶ περιελάμβανε τὶς σημερινὲς  ἐπαρχίες Παραμυθιᾶς, Φιλιατῶν, Πάργας καὶ Μαργαριτίου (μὲ τὴν περιφέρεια τοῦ ποταμοῦ Θυάμιδος δηλαδὴ Καλαμᾶ), Ἡ περιοχὴ ταυτίζεται μὲ τὴ Θεσπρωτία καὶ ἕνα μικρό της τμῆμα  ἀνήκει σήμερα στὴν Ἀλβανία μὲ κέντρο τὴν κωμόπολη Κονίσπολη.

Σύμφωνα μὲ τοὺς Ἀρχαίους καὶ Βυζαντινοὺς συγγραφεῖς ἡ Θεσπρωτία ἀλλὰ καὶ ὁλόκληρη ἡ ὑπόλοιπη Ἤπειρος ἀποτελοῦσε τὴν κοιτίδα τοῦ Ἀρχαίου Ἑλληνισμοῦ. 
Οἱ Θεσπρωτοὶ ἦταν τὸ ἀρχαιότερο ἀπὸ τὰ τρία πιὸ σημαντικὰ Ἠπειρωτικὰ φύλα - τὰ ἄλλα δύο ἦταν οἱ Μολοσσοὶ πρὸς τὸ Λεκανοπέδιο τῶν Ἰωαννίνων (Ἐλλοπία) καὶ οἱ Χάονες βόρεια ἀπὸ τὸν ποταμὸ Θύαμη μέχρι καὶ τὴν Ἐπιδαμνο (Δυρράχιο)

Εἶχαν ἐπικοινωνία μὲ τὸν ὑπόλοιπο κλασσικὸ Ἑλληνισμό, ἀφοῦ ὁ χῶρος τοὺς ὑπῆρξε ἕνα πολὺ σημαντικὸ θρησκευτικὸ κέντρο (Δωδώνη, Νεκρομαντεῖο, Ἀχερουσία κ.λ.π.).
Ἐπικοινωνοῦσαν καὶ ἀνατολικὰ μὲ τοὺς Ἕλληνες Μακεδόνες, ἀλλὰ καὶ συμμετεῖχαν στοὺς Πανελληνίους Ἀθλητικοὺς ἀγῶνες, καθὼς καὶ στὴν εὐρύτερη πνευματικὴ κίνηση.

Κατὰ τοὺς Ρωμαϊκοὺς χρόνους, λόγω τῶν κοινῶν ἀγώνων τους μὲ τοὺς Μακεδόνες κατὰ τῶν Ρωμαίων, πλήρωσαν κι’ αὐτοὶ τὴν γνωστὴ ὀργὴ τοῦ Αἰμιλίου Παύλου, μὲ τὴν αἰχμαλωσία, καὶ τὴ ριζικὴ καταστροφὴ τῶν πόλεών τους.
Ἀνασυγκροτήθηκαν, ὅμως, ἤδη κατὰ τοὺς Πρωτοχριστιανικοὺς καὶ Βυζαντινοὺς χρόνους.
Αὐτὸ μαρτυροῦν καὶ τὰ γραπτὰ κείμενα καὶ ἄλλα μνημεῖα ἀρχιτεκτονικῆς, ζωγραφικῆς ποὺ σώζονται.

«ΤΣΑΜΗΔΕΣ» ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ

Κατὰ τὴν τουρκοκρατία γύρω στὸ 1430 (Κατάληψη Ἰωαννίνων ἀπὸ τοὺς Τούρκους) πολλοὶ χριστιανοὶ τῆς περιοχῆς ἐξισλαμίζονται, ὑποκύπτοντας σὲ διάφορα, ὑλικὰ καὶ διοικητικὰ ἀνταλλάγματα ἀλλὰ πρὸ πάντων στὴν ἀσφυκτικὴ πίεση τοῦ κατακτητῆ κυρίως μετὰ τὴν ἀποτυχία τοῦ Κινήματος τοῦ Ἐπισκόπου Τρίκκης  Διονυσίου τὸ 1611.

Δὲν ἔλειψε, ἀσφαλῶς, καὶ ἐγκατάσταση, κατὰ καιρούς, Τουρκαλβανῶν ἀγάδων, λόγω καὶ τῆς σχετικῆς εὐφορίας τοῦ ἐδάφους.
Ὅλοι αὐτοὶ ἀπετέλεσαν ἐκεῖ τὴν ἀντίστοιχη θρησκευτικὴ μειονότητα τῶν Μουσουλμάνων Τσάμηδων , ἔναντί της πλειονότητας τῶν Χριστιανῶν. 
Κὰτ΄ἀρχὴν οἱ ἐξισλαμισθέντες αὐτοὶ Χριστιανοὶ διατήρησαν τὴν Ἑλληνικὴ γλώσσα καὶ συμπαθοῦσαν τοὺς Χριστιανοὺς κατοίκους, μὲ τοὺς ὁποίους συνδέονταν καὶ μὲ δεσμὰ συγγενείας.
Μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου οἱ σχέσεις τους μὲ τοὺς Ἀλβανοὺς μπέηδες (γαιοκτήμονες) τοὺς ἀνάγκασαν νὰ μάθουν καὶ τὴν Ἀλβανικὴ γλώσσα δημιουργώντας ταυτόχρονα μία παράδοξη νοοτροπία πονηριᾶς, συκοφαντικῆς διάθεσης καὶ μοχθηρίας.
Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ δημιουργήθηκε ἡ μικρὴ μουσουλμανικὴ μειονότητα τῆς Τσαμουριᾶς στὴ Θεσπρωτία.

Οἱ Τσάμηδες λοιπόν, δὲν ἦταν οὔτε Τουρκικῆς καταγωγῆς, οὔτε Ἀλβανικῆς, ἀλλὰ προέκυψαν ἀπὸ τὸ γηγενὲς στοιχεῖο τῆς Τσαμουριᾶς, ἐξαιτίας τοῦ ἐξισλαμισμοῦ ποὺ ἔλαβε χώρα στὴν Ἤπειρο καὶ στὴ Θεσπρωτία ὁ ὁποῖος ἄρχισε μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Σκεντέρμπεη τὸν 15ο αἵ. καὶ κορυφώθηκε ἰδιαίτερα τὸν 17ο  αἰώνα.

Σημαντικὸ ρόλο γιὰ τὴν ἀνακοπὴ τοῦ μεγάλου αὐτοῦ  ρεύματος  τοῦ ἐξισλαμισμοῦ ἐκτὸς τῶν ἄλλων διαδραμάτισε καὶ ὁ Ἐθνομάρτυρας Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ὁ ὁποῖος ἐπισκέφτηκε καὶ δίδαξε στὴν περιοχὴ καὶ μαρτύρησε στὸ Κολικόντασι τῆς Βορείου Ἠπείρου στὶς 24-8-1779.

Καὶ στὸ σημεῖο αὐτὸ εἶναι ἐπιβεβλημένο νὰ ἀποσαφηνίσουμε ὅτι λέγοντας  Βόρειο Ἤπειρο  ἀναφερόμαστε σὲ  ἕνα ἀρχέγονα, ἑλληνοκατοικημένο χῶρο, τῆς ὡς τὸ 1912 ἑνιαίας Ἠπείρου, ὁ ὁποῖος, ναὶ μὲν ἐλευθερώθηκε ἐπανειλημμένα ἀπὸ ξένους ζυγούς, «δωρήθηκε» ὅμως ἀπὸ τὶς Μεγάλες Δυνάμεις στὸ ἱδρυθὲν ἀπὸ αὐτὲς ἀλβανικὸ κράτος τὸ 1913.
Οἱ Βορειοηπειρῶτες ἀντέδρασαν στὴν ἐνσωμάτωσή τους στὸ ἀλβανικὸ κράτος μὲ νικηφόρο κατὰ τῶν Ἀλβανῶν πόλεμο. 
Κέρδισαν τὴν Αὐτονομία τους μὲ τὸ συνυπογραφὲν ἀπὸ τὴν ἀλβανικὴ κυβέρνηση Πρωτόκολλο τῆς Κερκύρας τὸ 1914. 
Δυστυχῶς ὅμως αὐτὸ τὸ δικαίωμα μετὰ τὴ λήξη τοῦ 1ου Παγκοσμίου Πολέμου καὶ ἰδιαίτερα μετὰ τὴ Μικρασιατικὴ Καταστροφὴ καταπατήθηκε καὶ ἔκτοτε δὲν ἐφαρμόζεται.

Στοὺς ἀπελευθερωτικοὺς ἀγῶνες τῶν Ἠπειρωτῶν κατὰ τοῦ κατακτητῆ οἱ Μουσουλμάνοι Τσάμηδες βρίσκονταν φανερὰ στὸ πλευρὸ τῶν Τούρκων καὶ τῶν Ἀλβανῶν.
Κατὰ τὴν ἔναρξη τοῦ  Ἃ'  Βαλκανικοῦ Πολέμου τάσσονται ἐνάντια στὴν ἀπελευθέρωση τῆς Ἠπείρου ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες , καὶ στηρίζουν τοὺς Τούρκους στὸ Μπιζάνι (ἀρχεῖο Νίκ.Χαντέλη) ἐνῶ ἀλλάζουν στάση μετὰ τὴν ἥττα τῆς Τουρκίας καὶ τὴν Ὑπογραφὴ τῆς Συνθήκης Εἰρήνης στὸ Λονδίνο (17.5.1913)

Οἱ Τουρκοτσάμηδες αὐτοὶ μὲ τὴ Συνθήκη τῶν Ἀθηνῶν (1913) προστατεύονται σὰν (θρησκευτικὴ) μουσουλμανικὴ μειονότητα, ἐνῶ πολιτογραφήθηκαν Ἕλληνες ὑπήκοοι, τὸν Φεβρουάριο τοῦ 1913.

Τὰ πρῶτα χρόνια μετὰ τὴν ἀπελευθέρωση τῆς Μακεδονίας καὶ τῆς Ἠπείρου ἀπὸ τὸν τουρκικὸ ζυγό, οἱ Τσάμηδες τῆς Ἠπείρου δὲν φαίνεται νὰ εἶχαν ἀκόμη σαφῶς διαμορφωμένη ἐθνικὴ συνείδηση.
Περισσότερο ἀπὸ Ἀλβανοὶ ἢ Τοῦρκοι, ἦταν καὶ αἰσθάνονταν μουσουλμάνοι.
Ἡ θρησκεία ἦταν ποὺ ἔπαιζε τὸν πρῶτο ρόλο γιὰ τὸν αὐτοπροσδιορισμό τους.  

Ἀργότερα καὶ πάνω στὴ σύγχυση μὲ τὴν ἀνταλλαγὴ τῶν πληθυσμῶν στὰ Βαλκάνια, προπαγανδιστὲς ἀπὸ τὰ Τίρανα μὲ τὴ   παρέμβαση τῶν Μεγάλων Δυνάμεων (Ἰταλίας Αὐστρίας )  τοὺς ἔπεισαν νὰ δηλώσουν Ἀλβανοὶ γιὰ νὰ ἀποφύγουν τὴ μεταφορά τους στὴν Τουρκία, μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους μουσουλμάνους ποὺ μέχρι τότε κατοικοῦσαν στὴ Βόρεια Ἑλλάδα.
Ἡ προπαγάνδα αὐτὴ  καθὼς καὶ τὰ συμφέροντα 15-20 μεγαλοκτηματιῶν  ποὺ θὰ ἔχαναν τὶς περιουσίες τους, τοὺς ὁδήγησαν νὰ ζητήσουν νὰ μὴν ἀνταλλαγοῦν καὶ νὰ μὴν ἀπαλλοτριωθοῦν οἱ περιουσίες τους.

Τὸ ζήτημα λύνεται  τελικὰ  ἐπὶ δικτατορίας Θ. Πάγκαλου  ὅταν δυστυχῶς γιὰ τὴν Ἑλλάδα ἀναγνωρίστηκαν (Αὔγουστος 1926) μὲ ἑλληνικὴ πρωτοβουλία καὶ πρὸς ἐκδήλωση φιλικῶν αἰσθημάτων πρὸς τὴν Ἀλβανία οἱ Τσάμηδες ὡς «Ἀλβανικὴ» μειονότητα.
Ἡ ἑλληνικὴ κυβέρνηση στὸ πλαίσιο αὐτῆς τῆς πολιτικῆς δέχτηκε νὰ ἑξαιρέσει ἀπὸ τὴν ἀνταλλαγὴ τῶν πληθυσμῶν ὅλους τους Τσάμηδες  ἀλλὰ  καὶ νὰ διαλύσει τοὺς βορειοηπειρωτικοὺς συλλόγους, ἡ ὕπαρξη τῶν ὁποίων ἐνοχλοῦσε ἰδιαίτερα τὰ Τίρανα.
Ἡ ἀπόφαση αὐτὴ εἶναι καὶ ἡ ἀρχὴ οὐσιαστικά του τσάμικου ζητήματος.

Οἱ μουσουλμάνοι Τσάμηδες τῆς Ἠπείρου,  ἀπὸ τὰ χρόνια της Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας καὶ τὴν ἐποχὴ τοῦ Ἀλῆ Πασᾶ   ἀριθμοῦσαν ἀπὸ 17.000 μέχρι 23.000 ἄτομα.
Ὁ ἀριθμὸς τῶν Τουρκοτσάμηδων τοῦ νομοῦ Θεσπρωτίας, στὴν ἀπογραφὴ τοῦ 1940 σὲ σύνολο 61.300 κατοίκων, μόλις ἀνήρχετο στοὺς 16.600, δηλαδὴ ποσοστὸ 27%.
(Ἡ Κοινωνία τῶν Ἐθνῶν τοὺς ὑπολόγιζε σὲ 20.000).

Στὴν Τσαμουριὰ ὑπῆρχαν, πρὸ τοῦ 1944  120 οἰκισμοὶ.
Ἀπὸ αὐτοὺς 27 εἶχαν ἀμιγῆ μουσουλμανικὸ πληθυσμό, 20 μικτὸ πληθυσμὸ καὶ οἱ ὑπόλοιποι 73 ἀμιγῆ χριστιανικὸ πληθυσμό..

Στὴ διάρκεια τοῦ Μεσοπολέμου τὸ ἑλληνικὸ κράτος  ἐπέδειξε ἀπόλυτη ἰσοπολιτεία καὶ ἰσονομία πρὸς ὅλους τους κατοίκους τῆς Τσιαμουριᾶς, δίχως νὰ προβαίνει σὲ θρησκευτικὲς ἢ φυλετικὲς διακρίσεις.
Οἱ μουσουλμάνοι ἀπολάμβαναν τὸν καθολικὸ σεβασμὸ τῆς ἐλευθερίας τῆς θρησκευτικῆς τους λατρείας, μὲ τὰ τζαμιὰ καὶ τοὺς χοτζάδες τους.
Ἀπολάμβαναν τὸν ἀπόλυτο σεβασμὸ τῶν ἠθῶν καὶ ἐθίμων τους καὶ τῶν παραδόσεων τοὺς (γάμοι, μπαϊράμια, ραμαζάνι, περιτομὴ κ.λπ.) καὶ ἀφήνονταν ἀπερίσπαστοι στὶς ἐπαγγελματικὲς ἀπασχολήσεις τοὺς (κυρίως ἀγροτικές, ἀλλὰ καὶ βιοτεχνικὲς καὶ ἐμπορικές,) Εἶχαν δικά τους σχολεῖα, τὰ ὁποῖα χρηματοδοτοῦνταν ἀπὸ τὴν ἑλληνικὴ κυβέρνηση καὶ τεμένη, στὰ ὁποῖα δίδασκαν οἱ χοτζάδες, ποὺ πληρώνονταν ἀπὸ τὸ Ἑλληνικὸ Δημόσιο.
Εἶχαν εὐνοϊκὴ μεταχείριση ἀπὸ τὴν Ἀγροτικὴ Τράπεζα, τὶς φορολογικὲς ὑπηρεσίες, τὰ ἑλληνικὰ δικαστήρια στὰ ὁποῖα μποροῦσαν νὰ προσφεύγουν.

-
ΟΙ ΠΕΡΙΟΥΣΙΕΣ ΤΟΥΣ, Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΟΥ 1940, Η ΟΡΓΑΝΩΣΗ K.S.I.L.I.A,

Περνώντας στὸ θέμα τῶν ΠΕΡΙΟΥΣΙΩΝ, αὐτὸ ξεκινᾶ μὲ τὴ θέσπιση τοῦ πρώτου ἀγροτικοῦ νόμου 1072/1917 τῆς προσωρινῆς κυβέρνησης τῆς Θεσσαλονίκης τοῦ Ἔλ. Βενιζέλου.
Ὁ Ἀγροτικὸς Νόμος κλήθηκε στὴν πρώτη ἐφαρμογή του νὰ καλύψει τὴν ἀδήριτη ἀνάγκη τῆς προσφυγιᾶς γιὰ διανομὴ ἀγροτικοῦ κλήρου, μετὰ τὴ Μικρασιατικὴ Καταστροφή.
Γιὰ τὴν ἐφαρμογὴ τῶν ἀγροτικῶν αὐτῶν νόμων χρειάσθηκε νὰ κηρυχθοῦν ἁπαλλοτριωτέα τὰ μεγάλα κτήματα, τὰ τσιφλίκια, τῆς Θεσσαλίας καὶ τῆς Ἠπείρου.
Καὶ ἀσφαλῶς ὁ σκοπὸς  τῶν νόμων δὲν ἦταν ἡ δέσμευση τῶν κτημάτων στὴν Τσαμουριά, ποὺ ἦταν ἕνα ἐλάχιστο ποσοστὸ σὲ σχέση μὲ τὶς τεράστιες ἐκτάσεις τῆς Θεσσαλίας.
Τὰ ἀπαλλοτριωθέντα κτήματα στὴν Τσαμουριὰ ἀνῆκαν σὲ 15-20 τὸ πολὺ οἰκογένειες μουσουλμάνων Τσάμηδων, μερικοὶ μάλιστα ἀπὸ τοὺς ὁποίους κατοικοῦσαν εἴτε στὴν Κῶν/πόλη, εἴτε στὰ Τίρανα ἢ καὶ στὴ Ρώμη.
Αὐτοὶ ἔγιναν ὄργανα τῆς πολιτικῆς τῆς Ἰταλίας καὶ τῆς Ἀλβανίας καὶ πρόβαλαν τὸ πρόβλημά τους ὡς πρόβλημα ὅλου του τσάμικου λαοῦ.
Τὸ ἰδιοκτησιακὸ ὅμως ἦταν ἀποκλειστικὰ θέμα τῶν 15-20 αὐτῶν τσιφλικάδων, ὅπως ἀνάλογο ἦταν τὸ θέμα τῶν χριστιανῶν τσιφλικάδων τῆς Θεσσαλίας Εἶχαν καὶ αὐτοὶ δικαίωμα σὲ ἀποζημίωση ἀπὸ τὸ ἑλληνικὸ κράτος, πράγμα ποὺ ἴσχυε καὶ γιὰ τοὺς ἄλλους μεγαλοκτηματίες.
Ὅμως αὐτοὶ τόλμησαν νὰ ζητήσουν, μὲ ἐπίσημη προσφυγὴ καὶ ἀλβανικὴ ὑποστήριξη στὴν Κοινωνία τῶν Ἐθνῶν (Κτ.Ε.) τὸν Μάρτιο τοῦ 1928, εἰδικὴ μεταχείριση γιὰ τὸ ὕψος τῶν ἀποζημιώσεων τῶν κτημάτων τους.
(Ἤθελαν δηλαδὴ νὰ εἶναι τὸ ἴδιο προνομιοῦχοι σὲ σχέση μὲ τοὺς Χριστιανοὺς ὅπως ἦταν καὶ ὅταν τοὺς εἶχαν σκλαβωμένους) Τὴν ἐπιδιωκόμενη προνομιακὴ μεταχείριση ἀπέρριψε ὡς παράλογη ἡ Κ.τ.Ε., σὲ 1 διπλωματικὴ ἥττα τῆς Ἀλβανίας.

Πρέπει νὰ σημειωθεῖ ὅτι οἱ ἀπαλλοτριώσεις τοῦ 1925 τῶν μεγαλοϊδιοκτητῶν δὲν εἶχαν δυσμενῆ ἐπίδραση στὶς σχέσεις τῶν πληθυσμῶν.
Οὔτε νοιάστηκε κανένας μουσουλμάνος Τσάμης γιὰ τὸ ὅτι ἀπαλλοτριώθηκαν κτήματα τοῦ τάδε μπέη, οὔτε ἐνίωσε φτωχότερος ἐπειδὴ ὁ μπέης δὲν πῆρε ὅση ἀποζημίωση ἤθελε.
Νὰ σημειώσουμε, ἐξάλλου, ἐδῶ ὅτι οἱ μουσουλμάνοι Τσάμηδες κατοικοῦσαν σὲ χωριὰ τοῦ κάμπου καὶ εἶχαν στὴν πλειονότητά τους ἐπαρκῆ μέσα γιὰ τὴν κάλυψη τῶν ἀναγκῶν  τους.
Τὴ γενίκευση γιὰ περιουσίες ὅλων τῶν Τσάμηδων τὴν εἶχαν προπαγανδίσει αὐτοὶ ποὺ ἔχασαν τὰ τσιφλίκια τους καὶ τὴν ἔκανε σημαία της ἡ κακοήθης διπλωματία τῆς μουσολινικῆς Ἰταλίας καὶ τῆς Ἀλβανίας.

Ὡστόσο ἀπὸ τὸ 1912-13 ἡ προπαγάνδα αὐτὴ ὀργίαζε καὶ  ἐπεδίωκε νὰ καταστεῖ ἡ Ἰταλία κηδεμόνας τοῦ ἀλβανικοῦ κράτους ἀλλὰ καὶ  «προστάτιδα δύναμη» τῶν μουσουλμάνων τῆς Τσαμουριᾶς..
Ἡ ἀλβανικὴ κυβέρνηση ἀκολούθησε μία ἐπίδειξη ἐχθρότητας πρὸς τὴν Ἑλλάδα καὶ χρησιμοποίησε τὸ θέμα τῆς Τσαμουριᾶς γιὰ ἀντιπερισπασμὸ πρὸς τὸ ὑπαρκτὸ καὶ διεθνῶς ἀναγνωρισμένο θέμα τῆς ἑλληνικῆς μειονότητας τῆς Β. Ἠπείρου.
Πρόβαλλε συχνὰ τὸ πρόβλημα τῶν Τσάμηδων, γιὰ νὰ ἐκβιάζει τὴν ἑλληνικὴ πολιτεία, μὲ τὸ πρόσχημα τῆς καταπίεσής τους ἀπὸ τὶς ἑλληνικὲς ἀρχές.
Τὴν ἴδια ὥρα ἐλάμβανε σκληρὰ καταπιεστικὰ μέτρα σὲ βάρος τῆς ἑλληνικῆς μειονότητας τῆς Β. Ἠπείρου, μὲ ἀπολύσεις καὶ ἐξορίες ἑλληνοδιδασκάλων, ἀπαγόρευση τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας (ἐκτὸς μόνον ἀπὸ λίγα χωριὰ τοῦ Ἀργυροκάστρου), ἀλβανοποίηση τῶν σχολικῶν κτιρίων ποὺ εἶχαν ἱδρύσει μὲ εἰσφορὲς τοὺς οἱ Ἕλληνες, διωγμὸ τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας κ.λπ.

Οἱ Ἰταλοὶ ἐξ ἄλλου, γνωρίζοντες τὸ ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον τῶν Ἀλβανῶν γιὰ τὴ Θεσπρωτία, καθὼς καὶ τὸν πόθο τους νὰ ἐπεκταθοῦν πρὸς αὐτὴν δὲν ἄφηναν εὐκαιρία ποὺ νὰ μὴν τοὺς  ὑποδαυλίζουν. 
Ἔτσι ὑποκινήθηκε ἕνα κίνημα ἀλυτρωτισμοῦ μὲ τὴν ἐπίδραση τῆς ἀλβανικῆς ἀλλὰ καὶ τῆς ἰταλικῆς φασιστικῆς προπαγάνδας ποὺ πρόβαλαν τὴν ἰδέα δημιουργίας τῆς «Μεγάλης Ἀλβανίας».

Τὰ σχέδια αὐτὰ ἄρχισαν νὰ λαμβάνουν σάρκα καὶ ὀστᾶ μὲ τὴν κατάληψη τῆς Ἀλβανίας ἀπὸ τὰ ἰταλικὰ στρατεύματα τὸ 1939.
Στὶς 12 Αὐγούστου 1940, σὲ συνάντηση ποὺ εἶχε ὁ Μουσολίνι μὲ τοὺς Τσιάνο, καὶ Βισκόντι Πράσκα , ἀνακοίνωσε τὴν ἐπιθυμία του γιὰ κατάληψη τῆς Τσαμουριᾶς καὶ τῆς Κέρκυρας.
Ἀπὸ τὸν Αὔγουστο πολλοὶ Τσάμηδες φεύγουν στὴν Ἀλβανία καὶ ἐντάσσονται ἐθελοντικὰ σὲ ἰταλικὰ τάγματα ἡ χρησιμοποιοῦνται σὰν κατάσκοποι τῶν Ἰταλῶν  Τσάμης ἦταν ὁ ληστὴς Νταοὺτ Χότζα, ἡ ὑποτιθέμενη δολοφονία τοῦ ὁποίου ἀπὸ Ἕλληνες στάθηκε ἡ ἀφορμὴ τοῦ Μουσολίνι γιὰ τὴν κήρυξη πολέμου κατὰ τῆς Ἑλλάδας τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 1940,

Ἡ εὐκαιρία νὰ δείξουν οἱ Τσάμηδες τὸ ἀνθελληνικό τους μένος δόθηκε κατὰ τὴν κήρυξη τοῦ Ἑλληνο-ἰταλικοῦ Πολέμου.
Τὸ ἀπόγευμα τῆς 28ης Ὀκτωβρίου 1940,  ἐντάσσονται μετὰ ἀπὸ προετοιμασία στὸν Ἰταλικὸ Στρατὸ ὀργανώνοντας δύο (2) Τάγματα δικά τους καὶ μὲ 10 περίπου Ἀλβανικὰ Τάγματα, εἰσβάλουν στὴ Σαγιάδα καὶ στοὺς Φιλιάτες, ὡς μισθοφόροι σύμμαχοι τῶν Ἰταλῶν.
Ἐνῶ τὸ ἰταλικὸ 25ο Σῶμα Στρατοῦ ποὺ εἶχε ἀναλάβει τὸν τομέα ἐπιχειρήσεων τῆς Ἠπείρου, ἔφερε τὸ ὄνομα «Σῶμα Στρατοῦ Τσαμουριᾶς».
Παράλληλα, ἄλλοι ποὺ ὑπηρετοῦσαν - ὡς Ἕλληνες πολίτες – στὸν ἑλληνικὸ στρατὸ ἔπαιξαν τὸ ρόλο τῆς «πέμπτης φάλαγγας».
Πολλὰ ἐγκλήματα ἔγιναν στὸ διάστημα τῶν λίγων ἡμερῶν ποὺ κατέλαβαν οἱ Ἰταλοὶ τὴ Θεσπρωτία ἐνῶ μόλις ἄρχισε ἡ προέλαση τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ συχνὰ δέχθηκε προδοτικὰ χτυπήματα ἐκ τῶν ὄπισθεν περνώντας ἀπὸ χωριὰ Τσάμηδων.
Σὰν ἀποτέλεσμα τὰ πιὸ ἐπικίνδυνα στοιχεῖα φυλακίσθηκαν καὶ κρατήθηκαν προληπτικὰ στὴ Κόρινθο καὶ τὴ Χίο χωρὶς ὡστόσο νὰ ἐκτελεσθεῖ κανεὶς τοὺς ἂν καὶ ἦταν ἔνοχοι ἐσχάτης προδοσίας ἐν καιρῶ πολέμου.

Μετὰ τὴν κατάρρευση τοῦ μετώπου, οἱ Ἰταλοὶ παρέδωσαν τὴ Θεσπρωτία στὸ ἔλεος τῶν Τσάμηδων. 
Συγκεκριμένα, σὲ στενὴ συνεργασία μὲ ἐπιφανεῖς Τσάμηδες σχεδίασαν στὴν Παραμυθιά, ὅπου κατέλυσαν καὶ διέλυσαν τὶς Ἑλληνικὲς Ἀρχές, τὸν πλήρη ἀφελληνισμὸ τῆς περιοχῆς (3 Μαΐου 1941). 
Ἔτσι σὲ μικτὰ χωριὰ ἔδωσαν τὴ διοίκηση σὲ Μουσουλμάνους ἀποκλειστικά.
Ἵδρυσαν τὴν Ἀλβανικὴ Φασιστικὴ Νεολαία «Μιλίτσια» καὶ μὲ διάταγμα τῆς Ἰταλικῆς κυβερνήσεως διορίστηκαν οἱ ἀδελφοὶ Νουρὴ Ντίνο καὶ Ναζὰρ Ντίνο ἀπὸ τὴν Παραμυθιά, ὁ μὲν πρῶτος Ὕπατος Ἁρμοστὴς Θεσπρωτίας (!) , ὁ δὲ δεύτερος Συνταγματάρχης τῆς «Μιλίτσια».
Ἀργότερα , τὸν Ἰούλιο τοῦ 1942,  καὶ πάντα ὑπὸ τὴν σκέπη τῶν Ἰταλῶν, οἱ Τσάμηδες συγκροτοῦν τὴν διαβόητη τρομοκρατικὴ ὀργάνωση K.S.I.L.I.A. («Ἀλβανικὸ Σύστημα Πολιτικῆς Διοικήσεως») μὲ 14 Τάγματα  μὲ ἰταλικὲς στρατιωτικὲς στολὲς καὶ ὁπλισμὸ ἔχοντας ὡς κύριο στόχο τοὺς τὴν ἐξολόθρευση τοῦ ἑλληνικοῦ πληθυσμοῦ στὴν περιοχὴ τῆς Θεσπρωτίας. 
Τὰ τάγματα αὐτὰ ἐπιδόθηκαν μὲ ἀνήκουστη θηριωδία στὸ «πλιάτσικο» τῶν οἰκιῶν καὶ καταστημάτων τῶν Ἑλλήνων Χριστιανῶν ἐνῶ παράλληλα ὑποχρέωσαν τοὺς Ἕλληνες νὰ φοροῦν τὸ γνωστὸ Ἀλβανικὸ ἄσπρο σκοῦφο.

Ὡστόσο εἶναι σημαντικὸ νὰ ἀναφέρουμε στὸ σημεῖο αὐτὸ ὅτι οἱ Ἰταλοὶ δὲν ἐπιχείρησαν νὰ ἑνώσουν τὴ Τσαμουριὰ μὲ τὴν Ἀλβανία ὅπως ἔγινε στὸ Κόσσοβο ἀντιλαμβανόμενοι φανερὰ τὸ γεγονὸς ὅτι οἱ Τσάμηδες ἦταν μειοψηφία στὴ περιοχή.

Γιὰ νὰ τρομοκρατήσουν ἀκόμη περισσότερο τὸ Ἑλληνικὸ στοιχεῖο, καὶ νὰ ἐπιδείξουν στὴν Ἑλληνικὴ Κυβέρνηση οἱ Τσάμηδες, ὅτι ἐπιθυμοῦν τὴν ἀπόσπαση τοῦ Νομοῦ Θεσπρωτίας ἀπὸ τὸν ἑλληνικὸ κορμό, δολοφονοῦν μπρὸς στὸ Νομαρχιακὸ κατάστημα τὸν ἀναπληρωτὴ Νομάρχη Γ. Βασιλάκο  στὶς 19 Φεβρουαρίου 1942  ἐνῶ  στὶς 24 Ὀκτωβρίου ἐκτελεῖται στὴν Καλτερίζα ὁ ἱερέας Ἀνδρέας Βασιλείου. Συνολικὰ τὸ 1941 ἔχουμε 28 δολοφονίες μόνο ἀπὸ Τσάμηδες, ἐνῶ τὸ 1942 90.
Νὰ σημειώσουμε ὅτι τὰ νούμερα αὐτὰ εἶναι  τὰ ἐπιβεβαιωμένα, καθὼς ὑπάρχουν ἄλλες τόσες περιπτώσεις ἐξαφανισθέντων ἢ ἀνευρευθέντων  ἀργότερα νεκρῶν γιὰ τὶς ὁποῖες ἁπλῶς δὲν ἔχουμε αὐτόπτες μάρτυρες ἢ κάποιο ἐπίσημο ὄργανο τῆς πολιτείας γιὰ νὰ τὶς καταγράψει καθὼς ἀπὸ τὰ τέλη τοῦ 1941 οὐσιαστικὰ δὲν ὑφίσταται κανένα στοιχεῖο ἑλληνικῆς διοίκησης στὴ Θεσπρωτία.

Οἱ δολοφονίες  αὐτὲς  ὑπῆρξαν τὸ σύνθημα τῶν ὁμαδικῶν ἐκτελέσεων σ΄ ὁλόκληρο τὸ Νομό, μὲ κορύφωση τὴν ἐκτέλεση τῶν 49 προκρίτων τῆς Παραμυθιᾶς (29-9-1943).
Σὲ ὅλη τὴ διάρκεια τῆς ἰταλικῆς κατοχῆς τῆς Ἠπείρου, ὁμάδες ἔνοπλων Τσάμηδων, εἶχαν δημιουργήσει κλίμα τρομοκρατίας καὶ εἶχαν ἐπιδοθεῖ στὸ πλευρὸ τῶν ἰταλικῶν δυνάμεων σὲ ἀμέτρητες πράξεις αὐθαιρεσίας, βιαιοπραγιῶν, δολοφονίες, βιασμούς, καταστροφὲς κλπ Παράλληλα  σὲ Ἕλληνες προέδρους κοινοτήτων ἔθεταν ἐκβιαστικὰ τὸ δίλημμα νὰ ὑπογράψουν τὴν προσάρτηση τῆς Θεσπρωτίας στὴν Ἀλβανία, διαφορετικὰ ἡ περιουσία τοὺς ἀλλὰ καὶ ἡ ζωή τους   καὶ ἡ τιμὴ τῆς οἰκογενείας τοὺς ἦταν στὸ ἔλεος τῶν Ἀλβανῶν.
Ἐνδεικτικὰ  στὶς 27-7-44 στὸ μεικτὸ  χωριὸ Πηγαδούλια συγκέντρωσαν τοὺς κατοίκους μπροστὰ στὸ τέμενος καὶ ὅταν ὁ πρόεδρος Ν. Σιούτης ἀρνήθηκε νὰ ὑπογράψει τὸ ψήφισμα ἐκτελέστηκε μπροστὰ στοὺς συγχωριανούς του.
Στὶς 6-12- 44 ἐκστρατεύουν στὰ χειμερινὰ λιβάδια τοῦ χωριοῦ Σκανδάλου καὶ φονεύουν 15 βοσκοὺς  κλέβοντας καὶ τὰ κοπάδια τους.
Ἐξολοθρεύουν τοὺς ἄνδρες 4 οἰκογενειῶν (Ζήκου, Χρηστούλη, Ντίσιου καὶ Πιτούλη), οἱ ὁποῖοι ὡστόσο μπροστὰ στὸ ἐκτελεστικὸ ἀπόσπασμα πετοῦν κατάμουτρα στοὺς φονιάδες τους: κάντε ὅτι θέλετε. 
ΕΔΩ ΕΙΝΑΙ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΘΑ ΞΑΝΑΡΘΟΥΝ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ.

Νεκροὶ – ἐξαφανισμένοι:  1 στοὺς 50 ὁ ὑψηλότερος μέσος ὅρος ἀπωλειῶν γιὰ τοὺς νομοὺς τῆς Ἑλλάδος    (συνεχίζεται)

Φώτο πάνω: Τὸ μνημεῖο τῶν 49 προκρίτων σφαγιασθέντων ἀπὸ τοὺς Τσάμηδες  στὴν Παραμυθιὰ. Κάτω: Τὸ τάγμα τοῦ Νούρι Ντίνο

-
 

    Δεν υπάρχουν σχόλια:

    Δημοσίευση σχολίου