Δευτέρα 22 Απριλίου 2019

Το τέλος του «έρωτα» Γαλλίας-Γερμανίας και το μέλλον της Ε.Ε.

Tα συμφέροντα των δύο χωρών αποκλίνουν, δυσχεραίνοντας την εξεύρεση κοινών λύσεων για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Πώς αλλάζουν τα δεδομένα η διάδοχος της Μέρκελ και η εμπορική κόντρα με τις ΗΠΑ. Ο κίνδυνος νέας κρίσης

Του Wolfgang Munchau

Στη Σύνοδο Κορυφής της προηγούμενης εβδομάδας κυριάρχησε το Brexit. Ίσως όμως μείνει στην ιστορία για τα ορατά σχίσματα στις γαλλογερμανικές σχέσεις.

Η άρνηση του Εμμανουέλ Μακρόν να αποδεχτεί την πλειοψηφική θέση της οποίας ηγήθηκε η Γερμανία για μια μακρά παράταση του Brexit είναι, ίσως, το πιο καθαρό σημάδι για το τέλος του έρωτα μεταξύ των δυο χωρών. Η ασυμβίβαστη θέση του γάλλου προέδρου έπιασε τους περισσότερους γερμανούς πολιτικούς παρατηρητές απροετοίμαστους. Κάποια μέλη της ακολουθίας της Άγκελα Μέρκελ στις Βρυξέλλες εξέφρασαν ασυγκράτητη οργή για την «ανταρσία» Μακρόν. Πώς τολμά;

Εκείνο το οποίο δεν αντιλαμβάνεται η Γερμανία είναι πως ο κ. Μακρόν δεν οφείλει κάτι στη γερμανίδα καγκελάριο. Κατάφερε να βάλει στην άκρη το μεγαλύτερο μέρος των μεταρρυθμίσεων του για την ευρωζώνη. Αυτό που έμεινε – ένας μικρός μηχανισμός δαπανών στον προϋπολογισμό της Ε.Ε. – αμφισβητείται τώρα από την Ολλανδία.

Στις αρχές της προεδρικής του καμπάνιας, ο κ. Μακρόν ήταν περικυκλωμένος από συμβούλους οι οποίοι είχαν στενούς δεσμούς με τη Γερμανία. Πρόκειται για ορισμένους από τους πιο γερμανόφιλους ανθρώπους στη Γαλλία. Πολλοί μιλάνε άπταιστα γερμανικά και έχουν αναπτύξει πολλές προσωπικές σχέσεις στην άλλη πλευρά των συνόρων.


To γερμανικό κόμμα των Σοσιαλδημοκρατών θα αποτελούσε τον ιδανικό εταίρο του κ. Μακρόν αν τα ηνία τα είχε ο πρώην αρχηγός του, Μάρτιν Σουλτς. Αλλά ο κ. Σουλτς, πρώην πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, δεν άντεξε για πολύ το κολαστήριο της εγχώριας γερμανικής πολιτικής. Μετά από ένα απογοητευτικό εκλογικό αποτέλεσμα, εγκατέλειψε την πρώτη γραμμή. Η Γερμανία επιστρέφει σταδιακά στις πολιτικές της νόρμες.

Το Παρίσι άργησε να το συνειδητοποιήσει. Αλλά η πρόσφατη δημοσίευση των προτάσεων της Ανεγκρέτ Κραμπ-Καρενμπάουερ για το μέλλον της Ε.Ε., η οποία διαδέχτηκε την Άγκελα Μέρκελ στην αρχηγία των Χριστιανοδημοκρατών, τους έχει θορυβήσει. Η «AKK», όπως είναι γνωστή στη Γερμανία, κατόρθωσε να σοκάρει το γαλλικό πολιτικό κατεστημένο με το άρθρο της.

Κάλεσε τη Γαλλία να εγκαταλείψει τη μόνιμη θέση της στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ και να προχωρήσει στη δημιουργία ενός ενιαίου αερομεταφορέα. Οι προτάσεις αυτές φαίνεται να μην έχουν καμία λογική, ειδικά αν ληφθούν υπόψη οι χαμηλές αμυντικές δαπάνες της Γερμανίας. Κάλεσε επίσης τη Γαλλία να δεχθεί να σταματήσει το Στρασβούργο να αποτελεί τη δεύτερη έδρα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Η ΑΚΚ είναι επικεντρωμένη στην εγχώρια πολιτική και έχει άγνοια για την Ευρώπη. Οπότε από τη σκοπιά της Γαλλίας το πρόβλημα δεν είναι η κα. Μέρκελ αλλά αυτό που θα ακολουθήσει.

H Γαλλία και η Γερμανία έχουν βαθύτερες διμερείς σχέσεις από οποιεσδήποτε άλλες χώρες της Ε.Ε., οι οποίες φτάνουν ως τον Κόνραντ Αντενάουερ και τον Σαρλ ντε Γκολ. Πρόσφατα, η κα Μέρκελ και ο κ. Μακρόν ανανέωσαν τον όρκο τους στη Συνθήκη του Άαχεν. Αλλά η σχέση υφίσταται περιοδικές κρίσεις. Πολύ φοβάμαι ότι οδεύουμε σε μια τέτοια κρίση.

Αν ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ επέβαλε υψηλούς δασμούς στα ευρωπαϊκά αυτοκίνητα και σε άλλα αγαθά, όπως έχει απειλήσει κατά καιρούς, η Γερμανία θα πίεζε την Ε.Ε. προς μια συμφωνία ελεύθερου εμπορίου. Ο κ. Μακρόν θα αντιστεκόταν. Η γαλλική γεωργία θα δεχόταν πλήγμα αν η Ε.Ε. άνοιγε τις αγορές της σε εισαγόμενα αμερικανικά τρόφιμα, όπως ζητούν οι ΗΠΑ. Στο εμπόριο, τα συμφέροντα της Γερμανίας και της Γαλλίας είναι διαμετρικά αντίθετα.

Mια άλλη ενδεχόμενη πηγή σύγκρουσης είναι η πιθανή αντιπαράθεση του κ. Μακρόν με τον Μάνφρεντ Βέμπερ, τον Γερμανό υποψήφιο για την προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Ο κ. Βέμπερ, η επίσημη επιλογή του κεντροδεξιού Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, βαρύνεται από την μακροπρόθεσμη στήριξή του στον Βίκτορ Όρμπαν, του ανοιχτά αντισημίτη πρωθυπουργού της Ουγγαρίας.

Αλλά το καλύτερο τεστ θα ήταν μια ακόμα κρίση της ευρωζώνης. Αν η ΕΚΤ δεν είχε εφαρμόσει αντισυμβατικά μέτρα, η ευρωζώνη μπορεί να μην είχε επιβιώσει από την τελευταία κρίση χρέους. Με τα βραχυπρόθεσμα επιτόκια στο -0,4% και περιορισμένη διάθεση για περαιτέρω ποσοτική χαλάρωση, το περιθώριο της ΕΚΤ για ελιγμούς στη νομισματική πολιτική είναι σήμερα πιο περιορισμένο.

Όπως επισήμαινε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στην τελευταία έκθεση για την παγκόσμια χρηματοπιστωτική σταθερότητα, ο θανάσιμος εναγκαλισμός τραπεζών και κρατών ζει και βασιλεύει. Η τραπεζική ένωση δεν έχει κάνει κάποια διαφορά.

Η επιστροφή της κρίσης δεν αποτελεί μακρινή απειλή. Η συγχρονισμένη επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας μπορεί να είναι το μόνο που θα χρειαστεί. Οι γαλλικές επιχειρήσεις είναι βαριά χρεωμένες.
Η δημοσιονομική πολιτική της Ιταλίας είναι για άλλη μια φορά εκτός ελέγχου. Η πιθανότητα αναδιάρθρωσης του ιταλικού χρέους αυξάνεται.

Η Γαλλία είναι περισσότερο εκτεθειμένη στην Ιταλία από τη Γερμανία. Η ευρωζώνη έχει απεγνωσμένα ανάγκη από μια ένωση κεφαλαίων με ένα εργαλείο κοινού κρατικού χρέους ως δημοσιονομικό σταθεροποιητή. Έχει επίσης ανάγκη νέους δημοσιονομικούς κανόνες για την τόνωση των επενδύσεων. Είναι και τα δύο ταμπού στη Γερμανία. Ο κ. Μακρόν, ή ο διάδοχός του, θα αναγκαστούν εντέλει να καλέσουν τη Γερμανία να επιλέξει ανάμεσα στη μεταρρύθμιση ή τον κίνδυνο διάλυσης.

Η Γαλλία και η Γερμανία δεν διαφωνούν στην αρχή της ευρωπαϊκής πολιτικής ενοποίησης, αλλά βρίσκονται στα μαχαίρια στις πιο σημαντικές λεπτομέρειες. Οδεύουμε σε μια περίοδο στην οποία τα συμφέροντα των δύο χωρών και των ηγετών τους αποκλίνουν.

Έρχονται δύσκολα χρόνια για την Ε.Ε.

Copyright The Financial Times Limited 2017. All rights reserved.
Euro2day



https://kostasxan.blogspot.com/2019/04/blog-post_775.html

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου