Δευτέρα 17 Ιουνίου 2019

Ο μύθος πως ζούσαμε πάνω από τις δυνατότητες μας

Στο ξεκίνημα της κρίσης, οι Έλληνες παρήγαγαν 5% περισσότερα από όσα κατανάλωναν και αποταμίευαν – όπου όμως δυστυχώς το 5% της εγχώριας παραγωγής τους κατευθυνόταν στο εξωτερικό.
.Ανάλυση

Η κλασσική ρητορική των πλουσίων χωρών (ανθρώπων επίσης) οι οποίες, με τον συγκεκριμένο τρόπο, προσπαθούν να «στιγματίσουν» τις φτωχότερες, για να επιβάλλουν τους κανόνες τους (=το Δίκαιο του ισχυρότερου) είναι η εξής στο παράδειγμα της Ελλάδας:
Οι Έλληνες είναι οκνηροί, τεμπέληδες. Καταναλώνουν περισσότερα από όσα παράγουν, ενώ εκλέγουν διεφθαρμένες κυβερνήσεις – οι οποίες παραποιούν τα στατιστικά στοιχεία του δημοσίου, με στόχο να ενισχύουν δημαγωγικά τις ουτοπίες των εκλογέων τους. Επομένως, οι ίδιοι οι Έλληνες είναι υπεύθυνοι για τη χρεοκοπία της χώρας τους και πρέπει να τιμωρηθούν“.
Το πρόβλημα της παραπάνω ρητορικής που βασίζεται στη σφαίρα της «οικιακής ηθικής» είναι το
ότι ο καπιταλισμός, τόσο σε επίπεδο χωρών, όσο και σε ατομικό, ανθρώπινο, δεν είναι ένα σύστημα που καθορίζει ορθολογικά την εργασία και τη δίκαιη ανταμοιβή της. Αντίθετα, απέχει πολύ από το να είναι κάτι τέτοιο, για τους δύο παρακάτω λόγους:

(α)  Η αυθαιρεσία του κληρονομημένου αρχικού κεφαλαίου: Δυστυχώς, η Ελλάδα συμπεριλαμβάνεται σε εκείνες τις χώρες, οι οποίες από πολλά χρόνια τώρα ανήκουν εν μέρει σε άλλα κράτη.

Με απλά λόγια, ο υπόλοιπος πλανήτης κατέχει στην Ελλάδα περισσότερα περιουσιακά στοιχεία (επιχειρήσεις, ακίνητα, μετοχές κλπ.), από όσα οι Έλληνες στο εξωτερικό – κάτι που χρονολογείται από αρκετές δεκαετίες πριν.

Ως αποτέλεσμα αυτού του γεγονότος το Εθνικό Εισόδημα (ΑΕΠ), το οποίο έχουν στη διάθεση τους οι Έλληνες για να καταναλώσουν και να αποταμιεύσουν, ήταν πάντοτε και συνεχίζει να είναι σταθερά χαμηλότερο από την εγχώρια παραγωγή τους – αφού αφαιρείται το εισόδημα που εκρέει στο εξωτερικό, από τους τόκους και τα μερίσματα (επίσης, από τη νόμιμη φοροδιαφυγή των ξένων πολυεθνικών που είναι εγκατεστημένες στη χώρα).

Επομένως, δεν είναι εκ των πραγμάτων σε θέση να καταναλώνουν περισσότερα από όσα παράγουν – ενώ η απόσταση μεταξύ της εγχώριας παραγωγής και του Εθνικού Εισοδήματος στην αρχή της κρίσης χρέους (2009), ήταν της τάξης του 5%. Δηλαδή, οι Έλληνες παρήγαγαν 5% περισσότερα από όσα κατανάλωναν και αποταμίευαν, με το 5% της εγχώριας παραγωγής τους να κατευθύνεται στο εξωτερικό.

Σε άλλες χώρες που στηρίζονται στις ξένες επενδύσεις όπως, για παράδειγμα, η Ιρλανδία, η απόσταση μεταξύ της εγχώριας παραγωγής και του Εθνικού Εισοδήματος είναι της τάξης του 20% – γεγονός που σημαίνει πως έχουν στη διάθεση τους 20% λιγότερα, από αυτά που παράγουν.

Έτσι αιτιολογείται το τεράστιο ιδιωτικό χρέος της Ιρλανδίας (άρθρο), παρά τις εξαιρετικά υψηλές εξαγωγές της – ενώ αποδεικνύεται πως υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ των ιδιωτικοποιήσεων που διενεργούνται από τους Πολίτες μίας χώρας, καθώς επίσης αυτών από τους ξένους (επιχειρήσεις).

Η διαφορά αυτή διαπιστώνεται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο στα κράτη που δραστηριοποιήθηκε στο παρελθόν το ΔΝΤ, όπως στην Τουρκία και στη Βραζιλία, υποχρεώνοντας τα να πουλήσουν τις σημαντικότερες κρατικές επιχειρήσεις τους σε ξένους ιδιοκτήτες – με αποτέλεσμα να έχουν συνεχώς ελλείμματα στα ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών τους (γράφημα), να είναι σταθερά φτωχοί οι Πολίτες τους παρά την υψηλή παραγωγή ή/και το φυσικό πλούτο των χωρών τους κοκ.

Περαιτέρω, θα μπορούσε να αντιτάξει κανείς πως οι τόκοι και τα μερίσματα που οδηγούνται στο εξωτερικό, είναι το αποτέλεσμα των επενδύσεων που διενεργούνται στη χώρα με ξένα χρήματα – οπότε είναι δίκαιο και σωστό να προσφέρουν οι Έλληνες ή οι Ιρλανδοί ένα μέρος της παραγωγής τους στους ξένους πιστωτές (επενδυτές).

Φυσικά δε θα είχε δίκιο, όπως είναι δίκαιο και σωστό να πληρώνουν τα παιδιά των ενοικιαστών στους ιδιοκτήτες των σπιτιών τους ενοίκια για όλα τους τα χρόνια – επειδή οι μεν πρώτοι δεν έχουν κληρονομήσει κεφάλαια (σπίτια, περιουσιακά στοιχεία) από τους γονείς τους, ενώ για τους δεύτερους ισχύει το αντίθετο.

Είναι θέμα λοιπόν αντίληψης, ενώ δεν έχει καμία σχέση με την εργασία και την δίκαιη ανταμοιβή της – αφού μεσολαβεί το (κληρονομημένο ή άλλης προέλευσης) κεφάλαιο, το οποίο διαφοροποιεί εντελώς τη συγκεκριμένη «αλληλεξάρτηση».

(β)  Η αυθαιρεσία των κεφαλαιακών αποδόσεων: Η ελληνική κρίση, η οποία κατέληξε στη χρεοκοπία της χώρας μας το 2010, ήταν κυρίως η συνέπεια του ότι, οι Έλληνες φορολογούμενοι υποχρεώθηκαν για διάφορους λόγους (σκόπιμη δυσφήμιση της χώρας από τον τότε υπουργό οικονομικών, εξαιρετικά κακή διακυβέρνηση, παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση κλπ.), να πληρώσουν επιτόκια άνω του 6% για το δημόσιο χρέος τους (πάνω από 15 δις € ετησίως) – κάτι που φυσικά δεν ήταν δυνατόν να καταφέρουν.

Εκείνη την εποχή το ΑΕΠ της Ελλάδας ήταν περί τα 230 δις €, ενώ το ενεργητικό των δέκα μεγαλύτερων τραπεζών διεθνώς υπερέβαινε τα 2 τρις € – με αποτέλεσμα να έχουν τη δυνατότητα, μέσα σε λίγες μόνο ώρες, να αυξήσουν τα επιτόκια δανεισμού μίας χώρας στο 6% από 3% προηγουμένως, υποχρεώνοντας την να χρεοκοπήσει, οπότε να βυθιστεί σε μία κρίση άνευ προηγουμένου.

Εδώ θα αντιτάξει κανείς πως τα επιτόκια σωστά αυξήθηκαν, επειδή είναι υποχρεωμένα να συμβαδίζουν με την πιστοληπτική ικανότητα μίας χώρας – κάτι που τεκμηριώνεται από τις απώλειες των επενδυτών, λόγω της διαγραφής του 2012 (=το έγκλημα του PSI).

Εν τούτοις, οι απώλειες των επενδυτών οφειλόταν κυρίως στην αύξηση των επιτοκίων εκ μέρους τους, η οποία οδήγησε την Ελλάδα στο γκρεμό – κάτι που σημαίνει πως πρόκειται επίσης για ένα θέμα αντίληψης, το οποίο δεν έχει καμία σχέση με την εργασία και τη δίκαιη ανταμοιβή της. Η αιτία είναι το ότι, μεσολαβεί η αυθαιρεσία των κεφαλαιακών αγορών – οι οποίες, εάν δεν ελεγχθούν από τα κράτη, θα τα καταστρέψουν το ένα μετά το άλλο.

Για να γίνει περισσότερο κατανοητός ο προβληματισμός, αρκεί να θυμηθεί κανείς πως τα κράτη διέσωσαν τις χρεοκοπημένες τράπεζες το 2008/09, προσφέροντας τους γενναιόδωρα δάνεια μεγάλου ύψους, με επιτόκια της τάξης του 0% έως 1% – εις βάρος φυσικά των φορολογουμένων Πολιτών τους. Έτσι οι τράπεζες κατάφεραν να αποφύγουν το μοιραίο, χωρίς να υπάρξει η παραμικρή αντίρρηση εκ μέρους των λαών – αφού είχαν χειραγωγηθεί από τις κυβερνήσεις τους.

Κάτι ανάλογο όμως δεν έκαναν με τα κράτη που είχαν αντίστοιχα προβλήματα, όπως η Ελλάδα. Αντίθετα, τους επέβαλλαν μία εξαντλητική πολιτική λιτότητας (άρθρο), η οποία κατέστρεψε εντελώς τις αδύναμες οικονομίες τους – ενώ τα υποχρεώνουν βίαια να λεηλατηθούν (ιδιωτικοποιήσεις, υπερβολική φορολόγηση κλπ.), για να μην καταρρεύσουν εντελώς.

Επίλογος

Με βάση τα παραπάνω, είναι προφανώς ανόητα εκείνα τα πολιτικά κόμματα που εισηγούνται με τα προγράμματα τους τις περαιτέρω ιδιωτικοποιήσεις σε εξευτελιστικές τιμές – πόσο μάλλον με αποικιοκρατικές συμβάσεις, όπως στην περίπτωση των αεροδρομίων.

Επίσης αυτά που αναφέρονται σε ξένες επενδύσεις, για την επιστροφή της Ελλάδας σε πορεία ανάπτυξης – αφού έτσι ουσιαστικά ξεπουλιέται η χώρα, με βραχυπρόθεσμα μεν οφέλη, αλλά με μεγάλες ζημίες μακροπρόθεσμα, όπως έχει τεκμηριωθεί από το παράδειγμα πολλών αδύναμων κρατών.


Ως εκ τούτου, αυτό που χρειάζεται η Ελλάδα είναι οι εγχώριες επενδύσεις, όπου τόσο τα κεφάλαια, όσο και τα κέρδη τους μένουν στο εσωτερικό της χώρας, ενισχύοντας τη μακροπρόθεσμη ευημερία της. Εκτός αυτού, όταν οι Έλληνες δεν εμπιστεύονται την ίδια τους την πατρίδα για να επενδύσουν, δεν πρόκειται να την εμπιστευθεί κανένας ξένος – με εξαίρεση φυσικά τους κερδοσκόπους που έχουν άλλες σκοπιμότητες.

http://oimaskespeftoun.blogspot.com/2019/06/blog-post_52.html

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου