Ένας πραγματικά φιλελεύθερος δεν είναι μόνο εναντίον του
κρατισμού, του μονοπωλίου του κράτους δηλαδή, αλλά εναντίον κάθε είδους
μονοπώλησης της οικονομίας – μεταξύ άλλων εκ μέρους του
χρηματοπιστωτικού συστήματος και των κεντρικών τραπεζών που, σε
συνεργασία με τις πολυεθνικές τις τελευταίες δεκαετίες, έχουν
δημιουργήσει μία κεντρικά κατευθυνόμενη, σοβιετικού τύπου οικονομία των
ελίτ. Δεν διστάζουν ακόμη και να προωθήσουν το άνοιγμα των συνόρων, την
κατάργηση των εθνικών κρατών και τη μαζική μετανάστευση – με στόχο την
ύπαρξη φθηνού εργατικού δυναμικού και την αλλοίωση των κοινωνιών, για να
είναι ευκολότερα ελεγχόμενες. Κύριος στόχος τους είναι η «κατάληψη» των
κοινωφελών επιχειρήσεων, κυρίως της ενέργειας και του νερού, καθώς
επίσης η αποκρατικοποίηση της εξουσίας – η μετατροπή δηλαδή των
κυβερνήσεων σε εξαρτημένα υποχείρια τους, έτσι ώστε να ολοκληρώσουν την
κυριαρχία τους. Ένας άλλος στόχος τους όμως, εξίσου σημαντικός για τις
μεγάλες πολυεθνικές αλλά επίσης επικίνδυνος για όλους εμάς, είναι η
μονοπώληση της διατροφικής αλυσίδας – από την οποία, μαζί με το νερό και
δευτερευόντως με την ενέργεια, εξαρτάται κυριολεκτικά η επιβίωση μας.
Στα πλαίσια αυτά ένας πραγματικά φιλελεύθερος δεν είναι μόνο εναντίον του κρατισμού, του μονοπωλίου του κράτους δηλαδή, αλλά εναντίον κάθε είδους μονοπώλησης της οικονομίας – μεταξύ άλλων εκ μέρους του χρηματοπιστωτικού συστήματος και των κεντρικών τραπεζών που, σε συνεργασία με τις πολυεθνικές τις τελευταίες δεκαετίες, έχουν δημιουργήσει μία κεντρικά κατευθυνόμενη, σοβιετικού τύπου οικονομία των ελίτ.
Δεν διστάζουν ακόμη και να προωθήσουν το άνοιγμα των συνόρων, την κατάργηση των εθνικών κρατών και τη μαζική, ανεξέλεγκτη μετανάστευση – με στόχο την ύπαρξη φθηνού εργατικού δυναμικού και την αλλοίωση των κοινωνιών, για να είναι ευκολότερα ελεγχόμενες (ανάλυση). Κύριος στόχος τους είναι η «κατάληψη» των κοινωφελών επιχειρήσεων, κυρίως της ενέργειας και του νερού, καθώς επίσης η αποκρατικοποίηση της εξουσίας (άρθρο) – η μετατροπή δηλαδή των κυβερνήσεων σε εξαρτημένα υποχείρια τους, έτσι ώστε να ολοκληρώσουν την κυριαρχία τους.
Ένας άλλος στόχος τους όμως, εξίσου σημαντικός για τις μεγάλες πολυεθνικές αλλά επίσης επικίνδυνος για όλους εμάς, είναι η μονοπώληση της διατροφικής αλυσίδας – από την οποία, μαζί με το νερό και δευτερευόντως με την ενέργεια, εξαρτάται κυριολεκτικά η επιβίωση μας. Με δεδομένο δε το ότι, στην περίπτωση της γεωργίας τα πάντα εξαρτώνται από τους σπόρους, γνωρίζουν πόσο πολύτιμοι είναι – οπότε δεν πρέπει να μας προξενεί εντύπωση το γεγονός, σύμφωνα με το οποίο θηριώδεις χημικοί όμιλοι, όπως η γερμανική Bayer ή η κινεζική ChemChina, κάνουν τα πάντα για να τους μονοπωλήσουν.
Η μονοπώληση της διατροφικής αλυσίδας
Περαιτέρω, η ιδέα να εξελιχθεί η παραγωγή σπόρων σε ένα εξαιρετικά κερδοφόρο εγχείρημα, είναι ουσιαστικά καινούργια. Ειδικότερα, μερικές δεκαετίες πριν ήταν σύνηθες να κρατάει ένας χωρικός σπόρους από τη σοδειά του, για να τους φυτέψει την επόμενη χρονιά – παραμένοντας ανεξάρτητος από προμηθευτές, οπότε αδιάφορος για τις μεγάλες πολυεθνικές. Εν τούτοις, βρήκαν τελικά τρόπο για να αλλάξουν εντελώς τις συνθήκες: με τους υβριδικούς σπόρους και με τις πατέντες, με την προστασία τους δηλαδή από την αντιγραφή.
Μέσω αυτών των «διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας» για λαχανικά, δημητριακά και φρούτα, ο ιδιοκτήτης των πατεντών έχει για ένα ορισμένο χρονικό διάστημα το αποκλειστικό δικαίωμα διάθεσης της «εφεύρεσης» του – οπότε είναι σε θέση να τιμολογεί τα προϊόντα του όσο θέλει, αδιαφορώντας για τον ανταγωνισμό ή/και να απαιτεί για κάθε χρήση τους δικαιώματα. Εάν αυτό είναι εντός των πλαισίων της ελεύθερης αγοράς, τότε είναι δύσκολο κανείς να την καταλάβει – αφού πρόκειται ξεκάθαρα για μονοπωλιακές μεθόδους.
Συνεχίζοντας, το Ευρωπαϊκό Γραφείο Ευρεσιτεχνιών έχει εγκρίνει ήδη 220 πατέντες που αφορούν τη συμβατική αναπαραγωγή πεπονιών, τοματών, κρεμμυδιών, μαρουλιών ή αγγουριών – ενώ υπάρχουν ακόμη σε αναμονή έγκρισης 1.200 αιτήσεις. Τα συγκεκριμένα διπλώματα ευρεσιτεχνίας όμως δεν είναι τίποτα άλλο, από ένα νομικό τέχνασμα για να μετατραπούν τα βασικά στοιχεία της διατροφής μας στην «πνευματική ιδιοκτησία» των κολοσσών της χημικής βιομηχανίας – το μέγεθος των οποίων αυξάνεται συνεχώς, ενώ μειώνεται ο αριθμός τους, μέσω εξαγορών και συγχωνεύσεων.
Αναλυτικότερα, στην αρχή ξεκίνησαν να αγοράζουν οι μεγάλοι όμιλοι φυτοφαρμάκων, όπως η Monsanto, εταιρίες αναπαραγωγής – ενώ τα τρία τελευταία χρόνια συγχωνεύθηκαν μεταξύ τους οι κολοσσοί του κλάδου των σπόρων και των φυτοφαρμάκων. Η γερμανική Bayer εξαγόρασε τη Monsanto με μία υπερβολικά υψηλή τιμή (άρθρο), η κινεζική ChemChina την ελβετική Syrgenta, ενώ οι δύο κορυφαίοι αμερικανικοί όμιλοι «Du Pont» και «Dow Chemical» συνένωσαν τις αγροτικές τους δραστηριότητες σε μία εταιρία, με την ονομασία Corteva. Η επίσης γερμανική χημική βιομηχανία BASF ανέλαβε ένα μέρος των δραστηριοτήτων της Bayer, δήθεν για να μην δημιουργηθεί μονοπώλιο στον κλάδο – όπως την επιχείρηση αναπαραγωγής Hild.
Οι παραπάνω τέσσερις όμιλοι σήμερα ελέγχουν παγκοσμίως το 60% των πωλούμενων σπόρων, παράγοντας το 80% όλων των φυτοφαρμάκων διεθνώς – με αποτέλεσμα να έχουν ήδη μονοπωλήσει τις αγορές του πλανήτη. Κατηγορούνται δε για πιέσεις εναντίον των μικρών αγροτών, οι οποίες έχουν οδηγήσει σε μαζικές αυτοκτονίες στην Ινδία και αλλού (ανάλυση) – ειδικά η γερμανική Bayer (πηγή).
Περαιτέρω, οι όμιλοι επικεντρώνονται στη συμβατική, βιομηχανοποιημένη γεωργία – εκεί δηλαδή που τα φυτά αναπτύσσονται με την υπερπροσφορά θρεπτικών συστατικών, όπως το άζωτο. Εν προκειμένω, τα συνθετικά φυτοφάρμακα που πουλούν μαζί με τους σπόρους τους οι όμιλοι, προστατεύουν τα φυτά από ασθένειες και παράσιτα – ενώ ο στόχος τους είναι οι μέγιστες δυνατές αποδόσεις, η διάρκεια ζωής και η καλή εμφάνιση. Ευτυχώς όμως, οι βιοκαλλιεργητές δεν χρησιμοποιούν τεχνητά λιπάσματα και φυτοφάρμακα, οπότε χρειάζονται άλλα φυτά – τέτοια που να ριζώνουν καλά στο έδαφος, να είναι σε θέση να αναπτυχθούν με τα υπάρχοντα θρεπτικά συστατικά όσο το δυνατόν καλύτερα, καθώς επίσης να μπορούν να αντιμετωπίσουν τα ζιζάνια και τα παράσιτα.
Η αναπαραγωγή τώρα των φυτών με μοναδικό κριτήριο το κέρδος που επιδιώκουν οι μεγάλοι όμιλοι, έχει ένα ακόμη μειονέκτημα: θέτει σε κίνδυνο την ποικιλομορφία. Η αιτία είναι το ότι, επικεντρώνουν τις δραστηριότητες τους σε φυτά που έχουν μεγάλη κατανάλωση, οπότε μεγάλο τζίρο – αδιαφορώντας για όλα τα υπόλοιπα. Για να γίνει κατανοητή η σοβαρότητα του θέματος, οφείλει να γνωρίζει κανείς πως μόνο 30 είδη φυτών καλύπτουν το 95% της φυτικής διατροφής παγκοσμίως – με σημαντικότερα το σιτάρι, το ρύζι και το καλαμπόκι. Συνολικά όμως υπάρχουν 30.000 είδη φυτών που είναι χρήσιμα για τον άνθρωπο.
Σύμφωνα τώρα με τον παγκόσμιο οργανισμό τροφίμων FAO, κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα η ποικιλομορφία των φυτών υποχώρησε κατά 75% – κάτι σχετικά ανάλογο δηλαδή με αυτό που συμβαίνει και στο ζωικό βασίλειο. Η διαφορά είναι όμως ότι, στις ποικιλίες που ευρίσκονται υπό εξαφάνιση (πάνω από 100 τοπικά είδη σιταριού και ντομάτας μόνο στη Γερμανία), υπάρχουν εκείνοι οι ανθεκτικοί σπόροι που εμπεριέχουν όλη την προστατευτική ισχύ των φυτών – ενώ αυτή ακριβώς η προσαρμοστικότητα χρειάζεται για την παραγωγή φυτών που μπορούν να επιβιώσουν χωρίς φυτοφάρμακα και να προσαρμόζονται στις περιβαλλοντικές αλλαγές. Αναρωτιέται λοιπόν εύλογα κανείς εάν τα έχουν καταστρέψει σκόπιμα οι μεγάλες πολυεθνικές – ή εάν απλά καταστρέφονται από τους υβριδικούς σπόρους τους.
Επίλογος
Ολοκληρώνοντας, ευτυχώς μέχρι σήμερα μόνο το 20% των χρησιμοποιούμενων σπόρων παγκοσμίως αγοράζονται από το εμπόριο – ενώ το 80% προέρχεται από τους γεωργούς, είτε από την καλλιέργεια τους, είτε από ανταλλαγές μεταξύ τους, ειδικά στην Ασία και στην Αφρική. Εν τούτοις, εκεί ακριβώς βλέπουν τη μεγάλη ευκαιρία οι μεγάλοι όμιλοι για να αναπτυχθούν – με εργαλείο τους, μεταξύ άλλων, τη διεθνή σύμβαση για την προστασία των νέων ποικιλιών φυτών (UPOV).
Η σύμβαση αυτή προσπαθεί να επιβάλλει στις αναπτυσσόμενες χώρες την προστασία των ποικιλιών που υπάρχει στις βιομηχανικές – με τη βοήθεια των κυβερνήσεων τους. Εάν συμβεί κάτι τέτοιο, τότε οι εξαρτώμενοι από τις χημικές βιομηχανίες σπόροι υψηλής απόδοσης, θα αντικαταστήσουν αργά ή γρήγορα τις προσαρμοσμένες ποικιλίες των μικρών αγροτών. Στην αρχή οι βιομηχανίες θα πουλούν φθηνά τα προϊόντα τους, τους σπόρους και τα φυτοφάρμακα, έτσι ώστε να παγιδεύουν τους αγρότες – οι οποίοι θα αναγκάζονται να τα αγοράζουν, αφού δεν θα μπορούν να ανταγωνιστούν αυτούς που τα χρησιμοποιούν ήδη.
Έχουν δημιουργηθεί βέβαια πολλές οργανώσεις ακτιβιστών που μάχονται εναντίον αυτής της εφιαλτικής προοπτικής – της υβριδικής απάτης, με την οποία οι μεγάλοι όμιλοι προσπαθούν να μονοπωλήσουν τη διατροφική αλυσίδα. Ευχόμαστε και ελπίζουμε λοιπόν να τα καταφέρουν και να μη συμβεί ποτέ κάτι τέτοιο – αν και δεν φτάνουν πλέον οι ευχές, εάν δεν θέλει να μετατραπεί το 99% των ανθρώπων σε σκλάβους του 1%.
analyst.gr
«Σπόροι με προστασία έναντι αντιγραφής: Στα υβριδικά φυτά, οι καλλιεργητές αναγκάζουν τα
«γονικά στοιχεία» τους σε διάρκεια πολλών γενεών για αυτογονιμοποίηση – για αναπαραγωγή δηλαδή. Ως αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας, οι επιθυμητές ιδιότητες, όπως το χρώμα των φρούτων ή η ανθεκτικότητα τους, μεταφέρονται με ασφάλεια στις επόμενες γενιές. Εάν τώρα ο καλλιεργητής συνδυάσει δύο γονικά στοιχεία, τότε αποκτά έναν υβριδικό σπόρο – ο οποίος αποκαλείται «F1». Από τον σπόρο αυτό αναπτύσσονται φυτά που συνδυάζουν τα θετικά χαρακτηριστικά και των δύο επί μέρους γονικών τους στοιχείων – παρέχοντας ιδιαίτερα υψηλές αποδόσεις και σταθερούς καρπούς.
Εν τούτοις, στην επόμενη γενιά οι ιδιότητες αυτές χάνονται – ενώ οι σπόροι των φυτών παραγωγής «F1» δεν είναι κατάλληλοι για σπορά. Πρέπει λοιπόν οι αγρότες που πέφτουν στην παγίδα, για λόγους ανταγωνισμού, να αγοράσουν νέους σπόρους – οπότε εξαρτώνται άμεσα από τις εταιρίες που τους παράγουν. Τα περισσότερα από τα λαχανικά μας, εκτός από τα φασόλια, οι πιο πολλοί ηλιόσποροι και τα καλαμπόκια, καθώς επίσης ένα μέρος της σίκαλης, προέρχονται από υβρίδια – συμπεριλαμβανομένης της βιολογικής καλλιέργειας».
Ανάλυση
Το μεγάλο πρόβλημα του νεοφιλελευθερισμού είναι η δημιουργία ιδιωτικών μονοπωλίων – συνήθως μέσω συγχωνεύσεων και εξαγορών. Αυτό ακριβώς έχει οδηγήσει στην αύξηση του παγκοσμίου χρέους, καθώς επίσης στη μη ισορροπημένη αναδιανομή των εισοδημάτων – λόγω των οποίων θα καταρρεύσει τελικά ο καπιταλισμός και γενικότερα το σημερινό σύστημα, εάν δεν δρομολογηθούν οι απαιτούμενες διορθώσεις.Στα πλαίσια αυτά ένας πραγματικά φιλελεύθερος δεν είναι μόνο εναντίον του κρατισμού, του μονοπωλίου του κράτους δηλαδή, αλλά εναντίον κάθε είδους μονοπώλησης της οικονομίας – μεταξύ άλλων εκ μέρους του χρηματοπιστωτικού συστήματος και των κεντρικών τραπεζών που, σε συνεργασία με τις πολυεθνικές τις τελευταίες δεκαετίες, έχουν δημιουργήσει μία κεντρικά κατευθυνόμενη, σοβιετικού τύπου οικονομία των ελίτ.
Δεν διστάζουν ακόμη και να προωθήσουν το άνοιγμα των συνόρων, την κατάργηση των εθνικών κρατών και τη μαζική, ανεξέλεγκτη μετανάστευση – με στόχο την ύπαρξη φθηνού εργατικού δυναμικού και την αλλοίωση των κοινωνιών, για να είναι ευκολότερα ελεγχόμενες (ανάλυση). Κύριος στόχος τους είναι η «κατάληψη» των κοινωφελών επιχειρήσεων, κυρίως της ενέργειας και του νερού, καθώς επίσης η αποκρατικοποίηση της εξουσίας (άρθρο) – η μετατροπή δηλαδή των κυβερνήσεων σε εξαρτημένα υποχείρια τους, έτσι ώστε να ολοκληρώσουν την κυριαρχία τους.
Ένας άλλος στόχος τους όμως, εξίσου σημαντικός για τις μεγάλες πολυεθνικές αλλά επίσης επικίνδυνος για όλους εμάς, είναι η μονοπώληση της διατροφικής αλυσίδας – από την οποία, μαζί με το νερό και δευτερευόντως με την ενέργεια, εξαρτάται κυριολεκτικά η επιβίωση μας. Με δεδομένο δε το ότι, στην περίπτωση της γεωργίας τα πάντα εξαρτώνται από τους σπόρους, γνωρίζουν πόσο πολύτιμοι είναι – οπότε δεν πρέπει να μας προξενεί εντύπωση το γεγονός, σύμφωνα με το οποίο θηριώδεις χημικοί όμιλοι, όπως η γερμανική Bayer ή η κινεζική ChemChina, κάνουν τα πάντα για να τους μονοπωλήσουν.
Η μονοπώληση της διατροφικής αλυσίδας
Περαιτέρω, η ιδέα να εξελιχθεί η παραγωγή σπόρων σε ένα εξαιρετικά κερδοφόρο εγχείρημα, είναι ουσιαστικά καινούργια. Ειδικότερα, μερικές δεκαετίες πριν ήταν σύνηθες να κρατάει ένας χωρικός σπόρους από τη σοδειά του, για να τους φυτέψει την επόμενη χρονιά – παραμένοντας ανεξάρτητος από προμηθευτές, οπότε αδιάφορος για τις μεγάλες πολυεθνικές. Εν τούτοις, βρήκαν τελικά τρόπο για να αλλάξουν εντελώς τις συνθήκες: με τους υβριδικούς σπόρους και με τις πατέντες, με την προστασία τους δηλαδή από την αντιγραφή.
Μέσω αυτών των «διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας» για λαχανικά, δημητριακά και φρούτα, ο ιδιοκτήτης των πατεντών έχει για ένα ορισμένο χρονικό διάστημα το αποκλειστικό δικαίωμα διάθεσης της «εφεύρεσης» του – οπότε είναι σε θέση να τιμολογεί τα προϊόντα του όσο θέλει, αδιαφορώντας για τον ανταγωνισμό ή/και να απαιτεί για κάθε χρήση τους δικαιώματα. Εάν αυτό είναι εντός των πλαισίων της ελεύθερης αγοράς, τότε είναι δύσκολο κανείς να την καταλάβει – αφού πρόκειται ξεκάθαρα για μονοπωλιακές μεθόδους.
Συνεχίζοντας, το Ευρωπαϊκό Γραφείο Ευρεσιτεχνιών έχει εγκρίνει ήδη 220 πατέντες που αφορούν τη συμβατική αναπαραγωγή πεπονιών, τοματών, κρεμμυδιών, μαρουλιών ή αγγουριών – ενώ υπάρχουν ακόμη σε αναμονή έγκρισης 1.200 αιτήσεις. Τα συγκεκριμένα διπλώματα ευρεσιτεχνίας όμως δεν είναι τίποτα άλλο, από ένα νομικό τέχνασμα για να μετατραπούν τα βασικά στοιχεία της διατροφής μας στην «πνευματική ιδιοκτησία» των κολοσσών της χημικής βιομηχανίας – το μέγεθος των οποίων αυξάνεται συνεχώς, ενώ μειώνεται ο αριθμός τους, μέσω εξαγορών και συγχωνεύσεων.
Αναλυτικότερα, στην αρχή ξεκίνησαν να αγοράζουν οι μεγάλοι όμιλοι φυτοφαρμάκων, όπως η Monsanto, εταιρίες αναπαραγωγής – ενώ τα τρία τελευταία χρόνια συγχωνεύθηκαν μεταξύ τους οι κολοσσοί του κλάδου των σπόρων και των φυτοφαρμάκων. Η γερμανική Bayer εξαγόρασε τη Monsanto με μία υπερβολικά υψηλή τιμή (άρθρο), η κινεζική ChemChina την ελβετική Syrgenta, ενώ οι δύο κορυφαίοι αμερικανικοί όμιλοι «Du Pont» και «Dow Chemical» συνένωσαν τις αγροτικές τους δραστηριότητες σε μία εταιρία, με την ονομασία Corteva. Η επίσης γερμανική χημική βιομηχανία BASF ανέλαβε ένα μέρος των δραστηριοτήτων της Bayer, δήθεν για να μην δημιουργηθεί μονοπώλιο στον κλάδο – όπως την επιχείρηση αναπαραγωγής Hild.
Οι παραπάνω τέσσερις όμιλοι σήμερα ελέγχουν παγκοσμίως το 60% των πωλούμενων σπόρων, παράγοντας το 80% όλων των φυτοφαρμάκων διεθνώς – με αποτέλεσμα να έχουν ήδη μονοπωλήσει τις αγορές του πλανήτη. Κατηγορούνται δε για πιέσεις εναντίον των μικρών αγροτών, οι οποίες έχουν οδηγήσει σε μαζικές αυτοκτονίες στην Ινδία και αλλού (ανάλυση) – ειδικά η γερμανική Bayer (πηγή).
Περαιτέρω, οι όμιλοι επικεντρώνονται στη συμβατική, βιομηχανοποιημένη γεωργία – εκεί δηλαδή που τα φυτά αναπτύσσονται με την υπερπροσφορά θρεπτικών συστατικών, όπως το άζωτο. Εν προκειμένω, τα συνθετικά φυτοφάρμακα που πουλούν μαζί με τους σπόρους τους οι όμιλοι, προστατεύουν τα φυτά από ασθένειες και παράσιτα – ενώ ο στόχος τους είναι οι μέγιστες δυνατές αποδόσεις, η διάρκεια ζωής και η καλή εμφάνιση. Ευτυχώς όμως, οι βιοκαλλιεργητές δεν χρησιμοποιούν τεχνητά λιπάσματα και φυτοφάρμακα, οπότε χρειάζονται άλλα φυτά – τέτοια που να ριζώνουν καλά στο έδαφος, να είναι σε θέση να αναπτυχθούν με τα υπάρχοντα θρεπτικά συστατικά όσο το δυνατόν καλύτερα, καθώς επίσης να μπορούν να αντιμετωπίσουν τα ζιζάνια και τα παράσιτα.
Η αναπαραγωγή τώρα των φυτών με μοναδικό κριτήριο το κέρδος που επιδιώκουν οι μεγάλοι όμιλοι, έχει ένα ακόμη μειονέκτημα: θέτει σε κίνδυνο την ποικιλομορφία. Η αιτία είναι το ότι, επικεντρώνουν τις δραστηριότητες τους σε φυτά που έχουν μεγάλη κατανάλωση, οπότε μεγάλο τζίρο – αδιαφορώντας για όλα τα υπόλοιπα. Για να γίνει κατανοητή η σοβαρότητα του θέματος, οφείλει να γνωρίζει κανείς πως μόνο 30 είδη φυτών καλύπτουν το 95% της φυτικής διατροφής παγκοσμίως – με σημαντικότερα το σιτάρι, το ρύζι και το καλαμπόκι. Συνολικά όμως υπάρχουν 30.000 είδη φυτών που είναι χρήσιμα για τον άνθρωπο.
Σύμφωνα τώρα με τον παγκόσμιο οργανισμό τροφίμων FAO, κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα η ποικιλομορφία των φυτών υποχώρησε κατά 75% – κάτι σχετικά ανάλογο δηλαδή με αυτό που συμβαίνει και στο ζωικό βασίλειο. Η διαφορά είναι όμως ότι, στις ποικιλίες που ευρίσκονται υπό εξαφάνιση (πάνω από 100 τοπικά είδη σιταριού και ντομάτας μόνο στη Γερμανία), υπάρχουν εκείνοι οι ανθεκτικοί σπόροι που εμπεριέχουν όλη την προστατευτική ισχύ των φυτών – ενώ αυτή ακριβώς η προσαρμοστικότητα χρειάζεται για την παραγωγή φυτών που μπορούν να επιβιώσουν χωρίς φυτοφάρμακα και να προσαρμόζονται στις περιβαλλοντικές αλλαγές. Αναρωτιέται λοιπόν εύλογα κανείς εάν τα έχουν καταστρέψει σκόπιμα οι μεγάλες πολυεθνικές – ή εάν απλά καταστρέφονται από τους υβριδικούς σπόρους τους.
Επίλογος
Ολοκληρώνοντας, ευτυχώς μέχρι σήμερα μόνο το 20% των χρησιμοποιούμενων σπόρων παγκοσμίως αγοράζονται από το εμπόριο – ενώ το 80% προέρχεται από τους γεωργούς, είτε από την καλλιέργεια τους, είτε από ανταλλαγές μεταξύ τους, ειδικά στην Ασία και στην Αφρική. Εν τούτοις, εκεί ακριβώς βλέπουν τη μεγάλη ευκαιρία οι μεγάλοι όμιλοι για να αναπτυχθούν – με εργαλείο τους, μεταξύ άλλων, τη διεθνή σύμβαση για την προστασία των νέων ποικιλιών φυτών (UPOV).
Η σύμβαση αυτή προσπαθεί να επιβάλλει στις αναπτυσσόμενες χώρες την προστασία των ποικιλιών που υπάρχει στις βιομηχανικές – με τη βοήθεια των κυβερνήσεων τους. Εάν συμβεί κάτι τέτοιο, τότε οι εξαρτώμενοι από τις χημικές βιομηχανίες σπόροι υψηλής απόδοσης, θα αντικαταστήσουν αργά ή γρήγορα τις προσαρμοσμένες ποικιλίες των μικρών αγροτών. Στην αρχή οι βιομηχανίες θα πουλούν φθηνά τα προϊόντα τους, τους σπόρους και τα φυτοφάρμακα, έτσι ώστε να παγιδεύουν τους αγρότες – οι οποίοι θα αναγκάζονται να τα αγοράζουν, αφού δεν θα μπορούν να ανταγωνιστούν αυτούς που τα χρησιμοποιούν ήδη.
Έχουν δημιουργηθεί βέβαια πολλές οργανώσεις ακτιβιστών που μάχονται εναντίον αυτής της εφιαλτικής προοπτικής – της υβριδικής απάτης, με την οποία οι μεγάλοι όμιλοι προσπαθούν να μονοπωλήσουν τη διατροφική αλυσίδα. Ευχόμαστε και ελπίζουμε λοιπόν να τα καταφέρουν και να μη συμβεί ποτέ κάτι τέτοιο – αν και δεν φτάνουν πλέον οι ευχές, εάν δεν θέλει να μετατραπεί το 99% των ανθρώπων σε σκλάβους του 1%.
analyst.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου