Τετάρτη 3 Απριλίου 2024

ΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΘΑΛΑΣΣΙΕΣ ΖΩΝΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ

φωτογραφία: Γερμανικός χάρτης του 1873

ΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ Δρ ΒΕΝΙΑΜΙΝ ΚΑΡΑΚΩΣΤΑΝΟΓΛΟΥ,
ΜΟΝΙΜΟΥ ΛΕΚΤΟΡΑ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΔΙΚΑΙΟΥ ΤΗΣ ΝΟΜΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ Α.Π.Θ.,ΓΙΑ ΤΙΣ ΘΑΛΑΣΣΙΕΣ ΖΩΝΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ

ΣΗΜΕΙΩΣΗ “ΑΝΙΧΝΕΥΣΕΩΝ”: Το κείμενο γράφτηκε για να συμπεριληφθεί, μετά από επιθυμία του ,στο βιβλίο του Καθηγητή του ΕΚΠΑ Ιωάννη Μάζη (όπου ολα τα άλλα κείμενα είναι δικά του) με τίτλο «ΜΕΣΟΓΕΙΟΥ ΠΑΛΙΜΨΗΣΤΟΝ: ΑΠΟ ΤΟΝ ΝΤΑΒΟΥΤΟΓΛΟΥ ΣΤΟΝ ΕΡΝΤΟΓΑΝ». Εκδόσεις Λειμών, Αθήναι 2021, σελίδες 590 .

Το άρθρο βρίσκεται στο δεύτερο κεφάλαιο (Το χρονικό ενός προαναγγελθέντος ελληνοτουρκικού διαλόγου) στις σελίδες 313 – 325, και έχει τίτλο « Θέσεις του Βενιαμίν Καρακωστάνογλου, μονίμου λέκτορος Διεθνούς Δικαίου της Νομικής Σχολής του Α.Π.Θ., για τις Θαλάσσιες Ζώνες της Ελλάδος ».

Ως εισαγωγή στο κείμενο, ο Καθηγητής κ. Ι.Μάζης παραθέτει μια διευκρινιστική παράγραφο, 8 γραμμών:

“Ως νομική κατακλείδα στο κεφάλαιο αυτό, παραθέτω τις θέσεις του μονίμου Λέκτορος  του Διεθνούς Δικαίου της Θαλάσσης, συγγραφέως του εξαιρετικού συγγράμματος  600 σελίδων με τίτλο « Η Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη  στο Νέο Δίκαιο της Θάλασσας»  εκδόσεις Σάκκουλας, Θεσσαλονίκη 2001, που αποτέλεσε και την αριστεύσασα Διδακτορική του Διατριβή το 1998 και απολύτως κατέχοντος το θέμα από Νομική άποψη. Το κείμενο αυτό ο Β. Καρακωστάνογλου συνέγραψε ειδικώς για το ανά χείρας πόνημά μου , κατόπιν δικής μου προσκλήσεως και το παραθέτω επακριβώς”.



ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΤΟΥ κ. ΒΕΝΙΑΜΙΝ ΚΑΡΑΚΩΣΤΑΝΟΓΛΟΥ

  1. Το κύριο θέμα για την οριοθέτηση των Θαλασσίων Ζωνών μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας είναι η εφαρμογή του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας, συμβατικού και εθιμικού. Η Τουρκία δεν εξαιρείται από αυτό, καθώς το σύνολο σχεδόν των βασικών διατάξεων της Σύμβασης του ΟΗΕ του 1982 για το Δίκαιο της Θάλασσας (Montego Bay) αποτελεί ταυτόχρονα και εθιμικό Διεθνές Δίκαιο, γενικής ισχύος, που δεσμεύει και την Τουρκία. Μεταξύ αυτών και το άρθρο 121 για το νομικό καθεστώς των νησιών, που εξομοιώνει τις θαλάσσιες ζώνες των νησιών με αυτές των ηπειρωτικών ακτών.
  2. Η Τουρκία και εν όψει της επιδιωκόμενης οριοθέτησης με την Ελλάδα, αλλά και ως υποψήφια για ένταξη χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, πρέπει να προσχωρήσει και να επικυρώσει την Σύμβαση του Δικαίου της Θάλασσας (1982) την οποία επικύρωσε η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση και άρα αποτελεί κοινοτικό κεκτημένο, με το οποίο πρέπει να εναρμονισθεί η Τουρκία. Αφορμή μπορεί να δώσει το άνοιγμα του Κεφαλαίου για την Αλιεία (Κεφ. 13), του Κοινοτικού Κεκτημένου.
  3. Η Ελλάδα οφείλει προς τον λαό της, μετά από αβελτηρία δεκαετιών, να θεσπίσει και να εφαρμόσει όλες τις θαλάσσιες ζώνες που της παρέχει το Δίκαιο της Θάλασσας και να τις οριοθετήσει με τις γειτονικές χώρες. Όπου δεν επιτευχθεί συμφωνία με διαπραγματεύσεις, η μόνη οδός είναι η προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, του οποίου την υποχρεωτική δικαιοδοσία για τις διεθνείς διαφορές της έχει αποδεχθεί η Ελλάδα το 1994, με τη ρήτρα αμοιβαιότητας και με δύο επιφυλάξεις:

α) τις στρατιωτικές δραστηριότητες και μέτρα προστασίας της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας της (άμυνα, ασφάλεια),

β) διαφορές σχετικές με τα σύνορα της Ελλάδος ή με ζητήματα εδαφικής κυριαρχίας, συμπεριλαμβανομένων των διαφορών για το εύρος και τα όρια της Αιγιαλίτιδας Ζώνης και του Εθνικού Εναερίου Χώρου[1]. Οι Ζώνες αυτές είναι: Αιγιαλίτιδα Ζώνη 12 ν.μ., αφού προηγηθεί η χάραξη ευθείων γραμμών βάσης και αντίστοιχου προσδιορισμού του στομίου των Κόλπων, Συνορεύουσα Ζώνη 24 ν.μ., Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη 200 ν.μ. και αντίστοιχη Υφαλοκρηπίδα (στο βυθό και στο υπέδαφος).

  1. Το κύριο ζήτημα για τις Θαλάσσιες Ζώνες στο Αιγαίο είναι η επέκταση της Αιγιαλίτιδας Ζώνης της Ελλάδος από 6 ν.μ. στα 12 ν.μ., όπως έγινε πρόσφατα (19.01.2021) στο Ιόνιο, μέχρι το νοτιοδυτικό άκρο της Πελοποννήσου και όπως πρέπει να θεσπιστεί για όλες τις ελληνικές ηπειρωτικές και νησιωτικές ακτές.

Έτσι, η ελληνική περιοχή Αιγιαλίτιδας στο Αιγαίο θα αυξηθεί από το 43% που είναι σήμερα με τα 6 ν.μ. πλάτους Αιγιαλίτιδας Ζώνης, στο 71% με τα 12 ν.μ. Επίσης θα αυξηθεί και η τουρκική Αιγιαλίτιδα Ζώνη (με αμοιβαιότητα) στα 12 ν.μ. και θα ανέλθει στο 9% του Αιγαίου. Ταυτόχρονα, το 20% της θάλασσας του Αρχιπελάγους θα παραμείνει ως ανοιχτή θάλασσα (Διεθνή Ύδατα)[2]. Η οριοθέτηση ΑΟΖ/Υφαλοκρηπίδας μεταξύ Ελλάδος-Τουρκίας θα αφορά αυτό το 20% των υδάτων και του βυθού του Αιγαίου και θα κατανεμηθεί μεταξύ των δύο χωρών με βάση τα άρθρα 74 και 83 της Σύμβασης για την οριοθέτηση επικαλυπτόμενων ζωνών.

Η αλληλοεπικάλυψη των ΑΟΖ/Υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο μεταξύ των ηπειρωτικών ακτών και των νησιών μας, διαμορφώνει ενιαίες Θαλάσσιες Ζώνες υπέρ της Ελλάδος, στο μεγαλύτερο μέρος αυτού του 20% των Διεθνών Υδάτων, λόγω, βεβαίως, του Αρχιπελαγικού χαρακτήρα της περιοχής, όπου τα νησιά δεσπόζουν επί του θαλάσσιου χώρου. Μολονότι η Ελλάδα δεν είναι αμιγώς αρχιπελαγικό κράτος, αλλά μεικτό (περί το 19-20% νησιωτικές περιοχές) και δεν μπορεί να περικλείσει τα νησιά του Αιγαίου σε αρχιπελαγικές γραμμές βάσης (όπως π.χ. οι Φιλιππίνες) με ισχυρό καθεστώς Αρχιπελαγικών υδάτων στο εσωτερικό τους, παραταύτα έχει ένα σοβαρό πλεονέκτημα: η Διεθνής Νομολογία, η Διεθνής Πρακτική και οι εργασίες της 3ης Συνδιάσκεψης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας επιβάλλουν να ληφθεί σοβαρά υπόψιν αυτή η γεωγραφική διαμόρφωση, ως μία πλεονεκτική «συναφής περίσταση» (relevant circumstance), ώστε να μη διασπασθεί η ενότητα και συνοχή του Αρχιπελάγους με την παρεμβολή ξένης περιοχής κυριαρχίας (Αιγιαλίτιδας Ζώνης) ή κυριαρχικών δικαιωμάτων (ΑΟΖ/Υφαλοκρηπίδας) ανάμεσα στο ηπειρωτικό και στο νησιωτικό μέρος του Αρχιπελάγους!

Η Τουρκία, στην 3η Συνδιάσκεψη για το ΔτΘ, προσπάθησε δραστήρια να επιβληθεί στο Αιγαίο, ως ημίκλειστη θάλασσα, ένα «ειδικό καθεστώς» που θα ανέτρεπε την εφαρμογή των ρυθμίσεων του Δικαίου της Θάλασσας σ’ αυτό. Απέτυχε όμως να πείσει τις Μεγάλες Δυνάμεις (ΗΠΑ, ΕΣΣΔ) και αυτό αποτελεί σημαντικό αποδεικτικό και ερμηνευτικό στοιχείο για τις ρυθμίσεις που μπορούν να εφαρμοστούν στο Αιγαίο[3]. Γι’ αυτό και το άρθρα 122-123 της Σύμβασης 1982, για το καθεστώς των ημίκλειστων θαλασσών προβλέπουν, υπό μορφή ευχής και όχι δεσμευτικής διάταξης, την συνεργασία των παράκτιων κρατών που βρέχονται από αυτές, στους τομείς: α) διαχείρισης-διατήρησης, έρευνας και εκμετάλλευσης των ζώντων πόρων της θάλασσας (δηλαδή Αλιείας), β) της προστασίας και διατήρησης του θαλάσσιου περιβάλλοντος, γ) της επιστημονικής έρευνας (άρθρο 123 Σύμβασης). Όχι όμως στους τομείς του καθορισμού των ορίων των Θαλασσίων Ζωνών (Αιγιαλίτιδας, Υφαλοκρηπίδας, ΑΟΖ) που αφορούν κυριαρχία ή κυριαρχικά οικονομικά δικαιώματα των παράκτιων κρατών!

  1. Η επέκταση της Αιγιαλίτιδας Ζώνης αποτελεί μονομερές δικαίωμα των παράκτιων κρατών που ασκείται με εσωτερική νομοθεσία τους, εφόσον δεν υπερβαίνει το μέγιστο επιτρεπτό όριο κατά το ΔτΘ, δηλαδή των 12 ν.μ. (α. 3 Σύμβασης στην ΔτΘ). Συνεπώς αυτό το θέμα δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο διαπραγμάτευσης μεταξύ γειτονικών κρατών ή διερευνητικών επαφών για οριοθέτηση των άλλων Θαλασσίων Ζωνών (ΑΟΖ/Υφαλοκρηπίδα). Το ότι η Ελλάδα διεξήγαγε επί 14 χρόνια (που προστίθενται σε άλλα 5 χρόνια άμεσων διαπραγματεύσεων (1977-1981) και σε άλλες υψηλόβαθμες συζητήσεις) αυτές τις «επαφές» (60 γύρων) ήταν απαράδεκτο γεγονός γιατί συνδυάστηκε με ελληνική νομοθετική απραξία ως προς την καθιέρωση των Θαλασσίων Ζωνών που δικαιούται η χώρα μας, λόγω και του casus belli, δηλαδή της απειλής πολέμου που απηύθυνε απολύτως παράνομα (βλ. άρθρο 2 §4 του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ), το 1995, η Τουρκική Εθνοσυνέλευση, αν η Ελλάδα επέκτεινε την Αιγιαλίτιδα Ζώνη της χώρας στο Αιγαίο πέραν των 6 ν.μ. που ισχύουν από το 1936. Η Ελλάδα, κακώς όχι μόνο δεν ζήτησε από το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών την καταδίκη αυτή της παράνομης τουρκικής απειλής, αλλά προφανώς την αποδέχθηκε σιωπηρά από τότε μέχρι σήμερα (26 χρόνια), ενώ παρόμοια απειλή είχε διατυπωθεί από τον Τούρκο Υπουργό Εξωτερικών κ. Τσαγλαγιαγκίλ το 1975, όταν η Ελλάδα άρχισε να συζητά ένα τέτοιο ενδεχόμενο επέκτασης, κατά τις εργασίες της 3ης Συνδιάσκεψης για το ΔτΘ[4].

Οι σύγχρονες «διερευνητικές» που επαναλήφθησαν στις 25.01.2021, δεν προβλέπεται να έχουν θετική έκβαση, με δεδομένες και αμετακίνητες τις τουρκικές θέσεις που εκφράζει η ηγεσία της γειτονικής χώρας (π.χ. για τα δικαιώματα των νησιών) και θα αποτελούν μία επανάληψη του παρελθόντος, χωρίς νόημα, καθώς η επεκτατική θεωρία της «Γαλάζιας Πατρίδας» και το ανυπόστατο και αδιανόητο Τουρκολιβυκό μνημόνιο οριοθέτησης ΑΟΖ μεταξύ των δύο (μη γειτονικών) αυτών χωρών, αποδεικνύουν το μάταιο της «διερεύνησης»! Αν η Ελλάδα αποδεχθεί οτιδήποτε πέραν μίας σύντομης διαδικασίας διερεύνησης των τουρκικών θέσεων (που βέβαια είναι απολύτως γνωστές και διακηρύσσονται καθημερινά από την τουρκική ηγεσία), κυρίως για την ικανοποίηση των «συμμάχων και εταίρων» μας και για να μη χρεωθεί η Ελλάδα έλλειψη διάθεσης διαλόγου, τότε είναι πιθανό να διολισθήσουμε σε νέα πολυετή και ανούσια διαδικασία «διερεύνησης», είτε ως μέσο του «μη-πολέμου» (ή της «ένοπλης ειρήνης»), είτε ως αιτία ή ορθότερα πρόφαση, για να αναβάλλουμε για άλλα π.χ. 30 χρόνια, την θέσπιση των νόμιμων Θαλάσσιων Ζωνών της χώρας μας! Έτσι όμως θα συνεχίσουμε το «φοβικό σύνδρομο» απέναντι στην Τουρκία και την ιδιότοπη «δορυφοροποίηση» μας από αυτήν, και βέβαια θα έχουμε απώλεια σημαντικών οικονομικών πόρων, παράταση της μη οριστικοποίησης των θαλάσσιων συνόρων μας και ενίσχυση των τουρκικών παράνομων και μαξιμαλιστικών θέσεων της Τουρκίας για την «ιδιαιτερότητα» του Αιγαίου, όπως την παρουσιάζει μονομερώς και διαστρεβλωμένα η ίδια στη διεθνή κοινότητα και στο λαό της.

  1. Η μόνη, ίσως, ουσιαστική χρησιμότητα των «διερευνητικών» θα είναι η στρατιωτική και εξοπλιστική ενίσχυση της χώρας μας κατά τη διάρκειά τους, εφόσον βέβαια δεν προλάβει να επιχειρήσει στρατιωτικά τετελεσμένα εν τω μεταξύ η Τουρκία σε βάρος της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας μας και της Κύπρου! Επίσης, θα είναι να καταλογιστεί διεθνώς σε βάρος της Τουρκίας η αναμενόμενη κατάρρευση των διερευνητικών!
  2. Η Ελλάδα πρέπει, το ταχύτερο, να καθιερώσει τα 12 ν.μ. ως εύρος της Αιγιαλίτιδας στο Αιγαίο και παντού περιμετρικά των ακτών της, δείχνοντας ευελιξία μόνο στα νησιά μας του Ανατολικού Αιγαίου (από τη Σάμο και βορείως) και ιδίως στις μεταξύ αυτών περιοχές, όπου θα μπορούσε να παραμείνει στα 10 ν.μ. Ταυτόχρονα, να διαμορφωθούν μονομερώς από τη χώρα μας δίοδοι με το νέο διεθνές δικαίωμα του «πλου διελεύσεως», στο εσωτερικό του Αιγαίου, από τα Δαρδανέλλια, και μεταξύ Κυκλάδων-Δωδεκανήσου προς τις δύο εξόδους του Αιγαίου, προς την Ανατολική και Δυτική Μεσόγειο.

Έτσι θα πάψουν οι αστήρικτοι και προπαγανδιστικοί ισχυρισμοί της Τουρκίας και κάποιων ξένων και εντόπιων υποστηρικτών της, ότι το Αιγαίο θα μετατραπεί σε «κλειστή ελληνική λίμνη», ή ότι θα επηρεαστεί η ελευθερία της ναυσιπλοΐας στο Αιγαίο! Η τελευταία κινδυνεύει μόνο από τις διαδοχικές και καταχρηστικές NAVTEX των Τούρκων που μπλοκάρουν την ελευθεροπλοΐα στο Αιγαίο, με το πρόσχημα ναυτικών και άλλων γυμνασίων για μήνες ή ολόκληρες χρονιές! Τόσο τα στρατηγικά συμφέροντα των Μεγάλων Δυνάμεων (ΗΠΑ, Ρωσία), όσο και τα νόμιμα δικαιώματα ελεύθερης και ακώλυτης ναυσιπλοΐας των χωρών της Μαύρης Θάλασσας και άλλων που διαπλέουν το Αιγαίο, ουδέποτε περιορίστηκαν από την Ελλάδα (σε αντίθεση με την πολιτική της Τουρκίας στα Στενά), καθώς η Ελλάδα, ως η κυρίαρχη χώρα στην παγκόσμια εμπορική ναυτιλία, έχει ανάλογη υψηλή ευαισθησία στην ελευθεροπλοΐα.

  1. Είναι δεδομένο ότι η Τουρκία θέλει ανοικτή την agenda των διερευνητικών για να θέσει όλες τις αναθεωρητικές διεκδικήσεις της:

α) Τις «Γκρίζες Ζώνες», δηλαδή διεκδίκηση μέχρι 153 νήσων και νησίδων του Αιγαίου.

β) Την «αποστρατιωτικοποίηση» των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου, δηλαδή τον αφοπλισμό τους από την αμυντική οργάνωση που επέβαλε στην Ελλάδα, μετά την εισβολή του 1974 στην Κύπρο, στοιχειώδης σύνεση και υποχρέωση νόμιμης αμυντικής τους οργάνωσης (α. 51 Καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ), απέναντι στις σαφέστατες απειλές της Τουρκίας και την επιθετική εγκατάσταση της 4ης Στρατιάς στην Σμύρνη, με μη αποκρυπτόμενο αποβατικό σχεδιασμό και πολυάριθμα πλωτά μέσα κατά των νησιών μας[5].

γ) Την μείωση των 10 ν.μ. του Ελληνικού Εθνικού Εναερίου Χώρου, που ισχύει από το 1931 και δικαιολογείται από το δεδομένο δικαίωμα της χώρας μας για Αιγιαλίτιδα Ζώνη μέχρι 12 ν.μ. και ανάλογη ένταση στον αέρα. Τονίζω ότι η Τουρκία έχει από το 1964 Αιγιαλίτιδα Ζώνη (άρα και αντίστοιχο Εθνικό Εναέριο Χώρο), 12 ν.μ. στην Μαύρη Θάλασσα και στις νότιες Μεσογειακές ακτές της!

δ) Την διχοτόμηση του FIR και της περιοχής Έρευνας και Διάσωσης (SAR) στο Αιγαίο, παρά την κατανομή περιοχών που έχει καθιερώσει από το 1952 ο ICAO και ο IMO, και εφαρμόζει με απόλυτη επιτυχία η Ελλάδα.

ε) Την διαπραγμάτευση για παροχή ουσιαστικά αυτονομίας στην Δυτική Θράκη και στην εκεί μουσουλμανική (Τουρκική κατά την Τουρκία) μειονότητα! Ενώ, από το 1923 και μετά, η Τουρκία εξόντωσε, εξόρισε, εκβίασε και αφαίμαξε περιουσιακά, την ελληνική Ομογένεια στο έδαφός της, που, από 280.000 πριν την Μικρασιατική Καταστροφή, κατέληξαν στους 111.000 το 1923, για να φθάσουν σήμερα στις 2.000-2.500 ψυχές![6] Αν αυτή η διευρυμένη agenda γίνει ανεκτή από την Ελλάδα, θα σημάνει νέες υποχωρήσεις, απώλειες και κινδύνους, ενώ η Τουρκία θα έχει καταγάγει, μόνο με την απειλή στρατιωτικής βίας και την πολιτικο-στρατιωτική και διπλωματική πίεση, συνολική νίκη κατά του Ελληνισμού, χωρίς καν να πέσει μία ντουφεκιά ή να δοθεί στις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις η δυνατότητα να υπερασπιστούν την ακεραιότητα, την κυριαρχία και τα συμφέροντα της Πατρίδας!

στ) Και βέβαια πρώτιστο μέλημα της Τουρκίας θα είναι να «στραγγαλίσει» το ελληνικό δικαίωμα επέκτασης της Αιγιαλίτιδας στο Αιγαίο και να επιβάλλει «ειρηνικά» το casus belli, με την «εθελούσια» εγκατάλειψη από την Ελλάδα, αυτού του κρίσιμου και καθοριστικού μονομερούς δικαιώματος κυριαρχίας στο θαλάσσιο χώρο, στο βυθό και το υπέδαφός του και στον υπερκείμενο Εθνικό Εναέριο Χώρο, που, μόνο στο Αιγαίο, θα «μεγαλώσει την Ελλάδα» κατά 52.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα![7] Και έτσι η Ελλάδα θα πάψει να είναι η τελευταία παράκτια χώρα παγκοσμίως (149η) που δεν έχει εφαρμόσει τα 12 ν.μ. (αυτό ίσχυε μέχρι τις 19.01.2021, οπότε θεσπίστηκαν 12 ν.μ. στο Ιόνιο)!

  1. Για την Ελλάδα το μοναδικό θέμα συζήτησης στις διερευνητικές είναι οι αντιλήψεις των δύο πλευρών για τον τρόπο και τις αρχές οριοθέτησης ΑΟΖ/Υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο και όχι βέβαια διαπραγμάτευση για την επέκταση της ελληνικής Αιγιαλίτιδας Ζώνης. Η Ελλάδα αποδεχόμενη την ανάγκη πλήρους εφαρμογής του Δικαίου της Θάλασσας, δεν πρέπει να εισέλθει σε συζήτηση για ένα Συνυποσχετικό που θα κατευθύνει την μελλοντική Απόφαση του ΔΔΧ, αναφερόμενη π.χ. στην ευθυδικία, ή διευρύνοντας την προς οριοθέτηση περιοχή σε ολόκληρο το Αιγαίο, στο Κρητικό Πέλαγος ή και νοτίως της Κρήτης όπως θα ήθελε η Τουρκία!

Την μεν ευθυδικία την εφαρμόζει έτσι κι αλλιώς το Δικαστήριο ως γενική αρχή του Δικαίου υπό την μορφή του «δικαίου αποτελέσματος» (κάθε οριοθέτησης), που αναγράφεται στα δύο σχετικά άρθρα της Σύμβασης του 1982 για τις οριοθετήσεις ΑΟΖ (α. 74) και Υφαλοκρηπίδας (α. 83), ταυτόχρονα και συμπληρωματικά (επικουρικά) με το «Διεθνές Δίκαιο», σύμφωνα με το οποίο πρέπει να γίνεται κάθε οριοθέτηση (δηλαδή με βάση και το άρθρο 121 για τα νησιά). Την δε περιοχή οριοθέτησης πρέπει να την προσδιορίσει Συνυποσχετικό, ως εξής: «Μεταξύ των ελληνικών νησιών του Αιγαίου και των τουρκικών ακτών, ηπειρωτικών και νησιωτικών, στο Αιγαίο, πέραν των Αιγιαλίτιδων Ζωνών των δύο χωρών εύρους μέχρι 12 ν.μ., υφισταμένων σήμερα ή προσδιορισθησομένων στο μέλλον», και ευρισκομένων πάντως ανατολικά του 25ου μεσημβρινού.

Στο σημείο αυτό είναι ιδιαίτερα κρίσιμες δύο παρατηρήσεις:

Χάγη. Διεθνές Δικαστήριο

Α) Η ευθιδικία σύμφωνα με την πάγια νομολογία του ΔΔΧ και άλλων διαιτητικών δικαστηρίων, χρησιμοποιείται «υπό το Δίκαιο» (infra legem) και όχι «σε αντίθεση με το Δίκαιο» (contra legem) ή πριν χρησιμοποιηθεί το Δίκαιο (praiter legem). Αυτό σημαίνει ουσιαστικά τον επικουρικό, διορθωτικό ρόλο της ευθυδικίας, και όχι τον ανατρεπτικό του Δικαίου ρόλο. Μόνο με την ρητή συναίνεση των κρατών-διαδίκων, το ΔΔΧ εξουσιοδοτείται να δικάσει ex aequo et bono, δηλαδή χωρίς να λάβει υπόψιν του το συμβατικό και εθιμικό Διεθνές Δίκαιο, αλλά μόνο με βάση την Δικαία και Επιεική Κρίση των Δικαστών. Το τελευταίο είναι άκρως επικίνδυνο και πρέπει να αποφευχθεί οπωσδήποτε, είναι δε απολύτως στην ευχέρεια των κρατών! Πιθανόν βέβαια να το επιδιώξει η Τουρκία για να δώσει τη συναίνεσή της για το Συνυποσχετικό και την Κοινή Προσφυγή στη Χάγη, καθώς αυτού του είδους η απόφαση προσομοιάζει στην «ευθυδικία» χωρίς μάλιστα τις περιοριστικές προϋποθέσεις που αναφέρθηκαν παραπάνω!

β) Η επέκταση της Αιγιαλίτιδας Ζώνης στα 12 ν.μ. (ή στα 10 ν.μ. σε συγκεκριμένες περιοχές του Ανατολικού Αιγαίου) πρέπει να θεσπιστεί από την χώρα μας οπωσδήποτε πριν την δικαστική προσφυγή στο ΔΔΧ, γιατί είναι ενδεχόμενο το Δικαστήριο οριοθετώντας τις ΑΟΖ/Υφαλοκρηπίδες των δύο χωρών να επιβάλει την διατήρηση των 6 ν.μ. και στις δύο χώρες και αυτό θα πλήξει κυρίως ή σχετικά αποκλειστικά την Ελλάδα η οποία έχει, λόγω των νησιών, την δυνατότητα να καλύψει το μεγαλύτερο μέρος του Αιγαίου είτε ως Αιγιαλίτιδα είτε ως ΑΟΖ/Υφαλοκρηπίδα.

Εάν η Ελλάδα εφαρμόσει τα 12 ν.μ. παντού, θα καλύψει με την Αιγιαλίτιδά της το 71% του Αιγαίου και αν επιλέξει να μείνει στα 10 ν.μ. σε περιοχές μεταξύ των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου, το ποσοστό αυτό θα μειωθεί λίγο, αλλά όχι κάτω των 64% το οποίο είναι το ποσοστό της με τα 10 ν.μ. στο σύνολο του Αιγαίου. Άρα το τελικό ποσοστό της θα είναι περίπου στο ενδιάμεσο, δηλαδή π.χ. 67,5%.

Συνεπώς, η προς οριοθέτηση περιοχή ΑΟΖ/Υφαλοκρηπίδας θα ανέλθει περίπου στο 23,5%. Απ’ αυτό και πάλι η Ελλάδα, φυσιολογικά, θα δικαιωθεί μεγαλύτερου μέρους, δηλαδή π.χ. 16%. Όλα αυτά βέβαια με βάση την αρχή της μέσης γραμμής/ίσης απόστασης που είναι κυρίαρχη στην πρακτική των κρατών, αλλά αποτελεί και την αφετηρία (τουλάχιστον) των δικαστικών οριοθετήσεων. Το ενδεικτικό αυτό ποσοστό είναι δυνατόν τελικά να αλλάξει, μερικώς, με την εφαρμογή της ευθυδικίας/δικαίου αποτελέσματος από το Δικαστήριο. Αυτό πάντως που απεύχεται, και είναι «κόκκινη γραμμή» για τη χώρα μας, είναι μία οριοθέτηση που δημιουργεί πίσω από την αλυσίδα των νησιών μας του Ανατολικού Αιγαίου (δηλαδή στα δυτικά των νησιών) μία ενιαία ζώνη ή μεγάλα τμήματα ΑΟΖ/Υφαλοκρηπίδας που θα αποκόψουν στην πράξη την ενότητα του Αρχιπελάγους (νησιά-ελληνικές ηπειρωτικές ακτές) και θα επιτρέψουν στην Τουρκία να κατασκευάζει τεχνητά νησιά (πλατφόρμες) που, πέρα από οικονομικούς σκοπούς, θα μπορούν να εξοπλισθούν και να χρησιμοποιηθούν για στρατιωτικούς σκοπούς (RADAR, βάσεις πυραύλων, ελικοπτεροδρόμια, κ.λπ.). Τίποτα πάντως στο νομικό πλαίσιο και την γεωγραφική διαμόρφωση της περιοχής, δεν προδιαθέτει για τέτοιες ακραίες λύσεις, δηλαδή στην επιβολή της «Γαλάζιας Πατρίδας» των Τούρκων, με διχοτόμηση του Αιγαίου στον 25ο μεσημβρινό, όπως προβάλλουν οι χάρτες της γείτονος, με μεγαλομανία και φαντασία.

Η μόνη ρεαλιστική επιεικής λύση για την Τουρκία θα ήταν η προέκταση τύπου «δακτύλων» της ΑΟΖ της στο ανατολικό, κεντρικό και βόρειο Αιγαίο μεταξύ των νησιών μας και μέχρι τη μέση γραμμή, με τις απέναντι (δυτικά) ηπειρωτικές ή νησιωτικές ακτές της Ελλάδος.

  1. Οι μεγαλοστομίες που εκτοξεύονται από την ηγεσία της γειτονικής χώρας με την επίκληση της χερσαίας έκτασής της είναι επίσης πλήρως εκτός νομικού πλαισίου.

Με πάγια νομολογία των Διεθνών Δικαστηρίων η εδαφική μάζα (land mass) των κρατών (ή άλλα στοιχεία, π.χ. η οικονομική της κατάσταση), δεν έχει καμία επίπτωση επί της οριοθέτησης. Μόνον κυρίως η θαλάσσια πρόσοψη (maritime facade), δηλαδή το μήκος των ακτών στην υπό οριοθέτηση περιοχή (δηλαδή όχι συνολικά οι ακτές του κράτους) παίζει σημαντικό ρόλο. Στο Αιγαίο το μήκος των ακτών (ηπειρωτικών και νησιωτικών) των δύο χωρών δημιουργεί μία αναλογία περίπου 4.5 προς 1 υπέρ της Ελλάδος (!), λόγω βεβαίως της αρχιπελαγικής δομής του Πελάγους και της κυριαρχίας της Ελλάδας επί των νησιών, που διαμορφώνουν μία θετική «συναφή περίσταση» για τη χώρα μας. Έτσι, τα 783.562 τετραγωνικά χιλιόμετρα της Τουρκίας (απέναντι στα 131.957 τετραγωνικά χιλιόμετρα της Ελλάδος) δεν παίζουν κανένα ρόλο, ενώ τα 15.147 χιλιόμετρα μήκους ελληνικών ακτών, με το μεγαλύτερο μέρος τους να βρέχεται από το Αιγαίο, είναι σαφώς ισχυρότερα από τα 7.200 χιλιόμετρα μήκος ακτών της Τουρκίας, που υπολείπεται ακόμη περισσότερο στην περιοχή του Αιγαίου συγκριτικά με την Ελλάδα[8].

  1. Το τελευταίο θέμα που πρέπει να εξεταστεί, είναι το ενδεχόμενο της οριοθέτησης για το σύμπλεγμα του Καστελλόριζου. Η Γεωγραφία, η Ιστορία, ο πληθυσμός και το Δίκαιο, προσδιορίζουν τη κρίσιμη στρατηγική αξία του συμπλέγματος του Καστελλορίζου, που αποτελείται από 14 νησιά, νησίδες και βράχους. Τα 3 από αυτά είναι κατοικημένα ή κατοικήσιμα. Επίκεντρο η πρωτεύουσα Μεγίστη (ή Καστελλόριζο), και στα δύο ακρότερα σημεία βρίσκονται η Ρω, στα δυτικά (προς την Ρόδο, από την οποία απέχει 62 ν.μ. η δυτικότερη νησίδα Άγιος Γεώργιος) και η Στρογγύλη, στα ανατολικά περίπου 5 ν.μ. από την Μεγίστη (που απέχει από τον Πειραία 328 ν.μ. και από την Κύπρο 150 ν.μ.). Το σύμπλεγμα αυτό, με βάση το άρθρο 121 §2 και 3 της Σύμβασης του 1982, δικαιούται όλες τις Θαλάσσιες Ζώνες, ως νησιά που «μπορούν να συντηρήσουν ανθρώπινη διαβίωση ή δική τους οικονομική ζωή». Θα έχουν λοιπόν τις 4 θαλάσσιες ζώνες που εφαρμόζονται στις άλλες ηπειρωτικές περιοχές, ενώ οι βράχοι του συμπλέγματος θα έχουν μόνο Αιγιαλίτιδα και Συνορεύουσα Ζώνη, δηλαδή ως 24 ν.μ.! (αν και επικαλύπτονται από τις ζώνες των μεγαλύτερων νησιών).

Εφόσον αναγνωριστεί ως κατοικήσιμο νησί η Στρογγύλη (το ανατολικότερο νησί), τότε η Ελλάδα και η Κύπρος θα έχουν κοινό θαλάσσιο σύνορο μήκους 26,85 ν.μ., με βάση την εφαρμογή της αρχής της μέσης γραμμής[9].

Το Καστελλόριζο είχε στο παρελθόν (αρχές του 20ου αιώνα) πληθυσμό 12.000-14.000 και πάντα ελληνικό! Με έκταση 10 τετραγωνικά χιλιόμετρα και 20 χιλιόμετρα μήκος ακτών, έχει σήμερα πληθυσμό 500 κατοίκων[10]. Γεωγραφικά και διοικητικά ανήκει στα Δωδεκάνησα και αποτελεί το ανατολικότερο νησιωτικό σύμπλεγμα, καθώς μετά από αυτό δεν υπάρχουν άλλα νησιά στις νότιες τουρκικές ακτές της Μικράς Ασίας. Γι’ αυτούς τους λόγους, άλλωστε, είχε παραχωρηθεί στην Ιταλία, η οποία το συμπεριέλαβε, μαζί με τα υπόλοιπα Δωδεκάνησα στις δύο Ιταλοτουρκικές Συμφωνίες Κυριαρχίας και Οριοθέτησης του Ιανουαρίου και Δεκεμβρίου 1932. Για παρόμοιους λόγους η Συνθήκη των Παρισίων του 1947 (άρθρο 14) εκχώρησε το σύνολο των Δωδεκανήσων, από την Ιταλία στην Ελλάδα, μνημονεύοντας μεταξύ αυτών και το Καστελλόριζο!

Μολονότι είναι επιθυμητό, επιδιωκτέο και υποστηρίξιμο να δοθούν οι ανάλογες Θαλάσσιες Ζώνες στο Καστελλόριζο, ώστε να υπάρξει κοινό θαλάσσιο σύνορο Ελλάδας-Κύπρου, αλλά και μεγάλες θαλάσσιες περιοχές να κατανεμηθούν στην Ελλάδα λόγω της ύπαρξης του εντός της ελληνικής επικράτειας, θα πρέπει να έχουμε υπ’ όψιν μας δύο στοιχεία:

α) Μολονότι το Συμβατικό Δίκαιο της Θάλασσας (1982) είναι σαφέστατο και υπέρ των ελληνικών θέσεων, οι απόψεις της Διεθνούς Νομολογίας (Αποφάσεις Δικαστικών Οργάνων) σε περιπτώσεις νησιών διχάζονται και είναι ενδεχόμενο να δοθεί μειωμένη «επήρεια» στο Καστελλόριζο ως προς τις Θαλάσσιες Ζώνες που δικαιούται. Παρά ταύτα, η Τουρκία δεν μπορεί να εμποδίσει την κατασκευή και τοποθέτηση στην Υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου (δηλαδή στο βυθό) υποβρυχίων σωληναγωγών και καλωδίων, που θα διέρχονται από ενδεχόμενη δική της περιοχή του βυθού. Και αυτό γιατί τα «δικαιώματα διεθνούς επικοινωνίας», δηλαδή μεταφοράς πετρελαίου, φυσικού αερίου ή τηλεφωνικών γραμμών και οπτικών ινών διεθνούς επικοινωνίας, είναι διασφαλισμένα με βάση το άρθρο 79 της Σύμβασης του 1982, υπέρ όλων των Κρατών. Συνεπώς ένα διεθνή αγωγό (π.χ. τον EastMed) ή καλώδιο, η Τουρκία δεν μπορεί να τον απαγορεύσει να διέλθει από δική της Υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ!

Μόνο για τους αγωγούς (όχι για τα καλώδια), δικαιούται να έχει λόγο για την ακριβή πορεία τους στην Υφαλοκρηπίδα της, ζητώντας προφανώς μόνο μικρές μετατοπίσεις της πορείας τους ώστε να μην εμπλέκεται σε δικές της εγκαταστάσεις.

β) Απέναντι στην τουρκική ρητορική του Μ. Τσαβούσογλου, με στόχο την παραπληροφόρηση του τουρκικού λαού και την προπαγάνδιση των μαξιμαλιστικών επεκτατικών και παράνομων θέσεων της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, θα πρέπει να απαντήσουμε ως εξής:

  • Το Καστελλόριζο απέχει 62 ν.μ. από τη Ρόδο, που είναι Ελλάδα (η προπαγάνδα του Τούρκου ΥΠΕΞ μιλάει για περισσότερα μίλια που απέχει η Αθήνα!).
  • Η Ελλάδα επικαλείται μία σειρά από πλεονεκτικά διεθνή προηγούμενα θαλάσσιων οριοθετήσεων νησιών, όπως π.χ. τα δύο γαλλικά νησιά Σεν Πιέρ και Μικελόν, που βρίσκονται μέσα σε ένα Καναδικό Κόλπο στον Βόρειο Ατλαντικό, απέχουν 2.200 ν.μ.(!) από την μητροπολιτική Γαλλία και τους χορηγήθηκε μεγάλο μέρος ΑΟΖ, 200 ν.μ. μήκους και πλάτους 10.5 ν.μ., προς τα Διεθνή Ύδατα και επιπλέον προς την πλευρά του Καναδά από 12 έως 24 ν.μ. Αιγιαλίτιδας Ζώνης και ΑΟΖ! Με απόφαση Διαιτητικού Δικαστηρίου του 1992 (10.06.1992)[11]. Δεύτερο Νομολογιακό προηγούμενο υπέρ των ελληνικών συμφερόντων είναι η οριοθέτηση από το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης ανάμεσα στο νησί Jan Mayen (Νορβηγία) και την Γροιλανδία (Δανία) του 1993 (14.06.1993). Τον νησί Jan Mayen βρίσκεται μεσοπέλαγα στον Βόρειο Ατλαντικό (Νορβηγική θάλασσα), είναι άγονο, ορεινό, ηφαιστειογενές, δεν έχει μόνιμους κατοίκους (μόνο περί τους 30 μετεωρολόγους του νορβηγικού σταθμού), έχει μήκος 53 χιλιόμετρα και πλάτος περί τα 15, απέχει 550 ν.μ. από την Νορβηγία στην οποία ανήκει, και 246 ν.μ. από την Γροιλανδία (που ανήκει στη Δανία), της οποίας το μήκος των ακτών, μόνο στην περιοχή της οριοθέτησης είναι 9 προς 1 μεγαλύτερο από τη αντίστοιχη ακτογραμμή του Jan Mayen. Παραταύτα, το μικρό και απομονωμένο αυτό νησί πήρε έκταση ΑΟΖ μεγαλύτερη από την έκταση της Ισλανδίας, δηλαδή μεγαλύτερη από 103.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα Θαλάσσιας Ζώνης[12].

Επίσης, τα Ινδικά νησιά Νικομπάρ, που απέχουν περίπου 700 χλμ από τις Ινδίες και μόνο 150 χλμ από την Ινδονησία, με διμερή συμφωνία, δεν εγκλωβίστηκαν σε Ινδονησιακή Θαλάσσια Ζώνη!

Τέλος, στη Μεσόγειο, τα 4 μικρά νησιά της Ιταλίας Λινόζα, Λαμπεντούσα, Παντελλερία και Λαμπιόνε, που βρίσκονται στα νοτιοδυτικά της Σικελίας και δυτικά της Μάλτας, και πλησιέστερα προς τις ακτές της Τυνησίας, δεν εγκλωβίστηκαν σε Τυνησιακή Θαλάσσια Ζώνη (Υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ), αλλά πήραν 12 ν.μ. Αιγιαλίτιδα Ζώνη και βρίσκονται μέσα στο όριο της Ιταλικής Υφαλοκρηπίδας με την Τυνησία (Συμφωνία Ιταλίας – Τυνησίας  του 1971).

Ένα Διεθνές Δικαστήριο, λοιπόν, αφού σεβασθεί την Αιγιαλίτιδα Ζώνη των 12 ν.μ. του Καστελλόριζου (που πρέπει βέβαια άμεσα να επεκταθεί και εκεί, όπως παντού στις ακτές μας) θα μπορούσε να αποδώσει πλήρη ή μειωμένη επήρεια του συμπλέγματος ως προς Υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ, λαμβάνοντας υπόψιν τα διεθνή προηγούμενα. Είτε από την πρακτική των Κρατών (δηλαδή Εθιμικό Δίκαιο) με τις συμφωνίες οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών που συνάπτουν τα κράτη μεταξύ τους, είτε από τα πορίσματα της Διεθνούς Νομολογίας (των Δικαστηρίων), αφού τα προσαρμόσει στις ειδικότερες περιστάσεις της περιοχής.

Γι’ αυτό θα είναι απαραίτητο η Υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ του Καστελλόριζου να συσχετισθεί στενά με την οριοθέτηση του Νοτίου Αιγαίου και ειδικότερα των Δωδεκανήσων, στα οποία ανήκει! Αλλά και ευρύτερα με το Αρχιπέλαγος του Αιγαίου. Με βάση το κριτήριο της «αναλογικότητας» του μήκους των ακτών (αλλά όχι μόνον) το μήκος των ακτών της Ανατολικής Κρήτης, της Κάσου, της Καρπάθου και της Ρόδου, μαζί με το μήκος της ακτογραμμής του συμπλέγματος του Καστελλόριζου (δηλαδή περίπου 260 χιλιόμετρα), θα αποτελέσουν την Ελληνική αφετηρία για την εξεύρεση της «μέσης γραμμής/ίσης απόστασης», με τις απέναντι ακτές της νότιας Τουρκίας, απέναντι από την Ρόδο και το Κας (απέναντι από την Μεγίστη) και την τουρκική ακτή απέναντι από την Στρογγύλη, και μέχρι το Ακρωτήριο στην Δυτική Όχθη του Κόλπου της Αττάλειας, που θα αποτελέσει την τουρκική γραμμή αφετηρίας. Η αναλογία μήκους είναι χονδρικά 2,5 (Ελλάδα) προς 3 ή το πολύ 3,5 (Τουρκία). Το αποτέλεσμα της κατανομής των θαλάσσιων περιοχών, θα καθορισθεί προς τα ανατολικότερα από την μέση γραμμή μεταξύ Υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ Κύπρου-Ελλάδας και Τουρκίας, και προς Νότον με την Υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ της Αιγύπτου. Το αποτέλεσμα βγαίνει με βάση την γεωμετρία και καθορίζεται από το «κριτήριο της μέσης γραμμής-ίσης απόστασης» από τις γραμμές βάσης (δηλαδή γραμμές αφετηρίας για την οριοθέτηση) και όχι «την μάζα του εδάφους», δηλαδή το μέγεθος της επικράτειας του κάθε κράτους, όπως προπαγανδιστικά διαδίδει η Τουρκία! Ούτε επίσης με βάση την γεωμορφολογία, όπως συνέβαινε αρκετά παλιότερα, με την Σύμβαση του ΟΗΕ του 1958 για την Υφαλοκρηπίδα, που έχει υπερκερασθεί από την Σύμβαση του 1982.

Η θαλάσσια πρόσοψη των κρατών (αρχή αναλογικότητας) στην προς οριοθέτηση περιοχή (δηλαδή το μήκος των ακτών), είναι συνήθως το βασικότερο κριτήριο για το τελικό αποτέλεσμα.

Πάντως η περίπτωση του Καστελλόριζου προσομοιάζει μάλλον με την περίπτωση των γαλλικών νησιών Σεν Πιέρ και Μικελόν με τον Καναδά, και άρα θα μπορούσε να εφαρμοσθεί μία προσαρμοσμένη εκδοχή εκείνης της λύσης. Θα πρέπει οπωσδήποτε όμως να ληφθεί υπόψιν ευνοϊκά για την Ελλάδα, η τεράστια διαφορά της απόστασης των δύο απομονωμένων γαλλικών νησιών, 2.200 ν.μ. από τις ακτές της Γαλλίας, σε αντίθεση με την απόσταση των 62 ν.μ. μόνο που απέχει το Καστελλόριζο από τα Δωδεκάνησα (Ρόδο), στα οποία και ανήκουν πολύπλευρα, ως νησιωτικό σύμπλεγμα τμήμα του Αιγαιακού Αρχιπελάγους, του πρώτου Ιστορικού Αρχιπελάγους, απ’ όπου έλκει και ο ίδιος ο όρος την καταγωγή!

Επίλογος

Το πρόβλημα δυστυχώς είναι ότι η Τουρκία αρνείται να εφαρμόσει το Διεθνές Δίκαιο, το διαστρεβλώνει για να το προσαρμόσει στα συμφέροντά της «α λα καρτ», και θα αρνηθεί μία δικαστική επίλυση της οριοθέτησης Υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ με την Ελλάδα, επιμένοντας σε διάλογο για όλα τα άλλα τα ζητήματα που μονομερώς θέτει και τα οποία είναι ανεπίδεκτα δικαστικής κρίσεως. Το μόνο που της μένει είναι η εκβιαστική τακτική των «κανονιοφόρων» και του στρατιωτικού καταναγκασμού! Απέναντι σ’ αυτή την τακτική που χαρακτηρίζει στον ένα ή άλλο βαθμό την τουρκική  πολιτική μετά το 1923, που σήμερα λαμβάνει χαρακτήρα νεο-Οθωμανισμού, η Ελλάδα οφείλει να αντιτάξει αυτοδύναμη ισχυρή άμυνα, πειστική αποτροπή και το Διεθνές Δίκαιο, αιτούμενη την αλληλεγγύη της Ευρώπης και άλλων συμμάχων της (ΗΠΑ και χώρες της Ανατολικής Μεσογείου).

 [1]        Βλ. Ευάγγελος Βενιζέλος, «Οριοθέτηση Θαλασσίων Ζωνών και Ελληνοτουρκικές Σχέσεις», Εκδ. Κ. Παπαδόπουλος, Μεταμόρφωση Αττικής, 2020, σελ. 261 επ., και Προκόπης Παυλόπουλος, www.newsbreak.gr/politiki/169385/paylopoylos-krisima-nomika-zitimata-diereynitikes/

[2]        Βλ. Άγγελος Συρίγος, «Ελληνοτουρκικές Σχέσεις», Εκδ. Πατάκη, Αθήνα, 2015, σελ. 257

[3]        Βλ. Χρήστος Ροζάκης, «Το Διεθνές Νομικό Καθεστώς του Αιγαίου και η Ελληνοτουρκική Κρίση (Τα Διμερή και τα Διεθνή Θεσμικά Ζητήματα)», περιέχονται στον Τόμο «Οι Ελληνοτουρκικές Σχέσεις 1923-1987», Εκδ. Γνώση, Αθήνα, 1988, σελ. 338-339

[4]        Βλ. Ροζάκης, ο.π., σελ. 338-339

[5]        Βλ. Προκόπης Παυλόπουλος, «Μελέτες για τα Εθνικά Θέματα και το Κυπριακό Ζήτημα», Εκδ. Ευρασία, Αθήνα, 2020, σελ. 17 επ., και ιδίως 28 επ.

[6]        Βλ. Αλέξης Αλεξανδρής, «Το Ιστορικό Πλαίσιο των Ελληνοτουρκικών Σχέσεων 1923-1954», περιέχονται στον Τόμο «Οι Ελληνοτουρκικές Σχέσεις 1923-1987», Εκδ. Γνώση, Αθήνα, 1988, σελ. 38-39

[7]        Βλ. Άγγελος Συρίγος, ο.π., σελ. 257

[8]        https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9A%CE%B1%CF%84%CE%AC%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%BF%CF% 82_%CF%87%CF%89%CF%81%CF%8E%CE%BD_%CE%B1%CE%BD%CE%AC_%CE%BC%CE%AE%CE%BA%CE%BF%CF%82_%CE%B1%CE%BA%CF%84%CE%BF%CE%B3%CF%81%CE%B1%CE%BC%CE%BC%CE%AE%CF%82

[9]        Βλ. Αναστασία Στρατή, «Ελληνικές Θαλάσσιες Ζώνες και Οριοθέτηση με Γειτονικά Κράτη», Εκδ. Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα, 2012, σελ. 150

[10]      Βλ. https://el.wikipedia.org/wiki/καστελλόριζο

[11]      Βλ. Αναστασία Στρατή, ο.π., σελ. 37, και Άγγελος Συρίγος, ο.π., σελ. 729, και Χάρης Τζήμητρας, «Η Υφαλοκρηπτίδα των Νησιών στην Διεθνή Νομολογία», Εκδ. Αντ. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή, 1997, σελ. 177 επ.

[12]      Βλ. Χ. Τζήμητρας, ο.π., σελ 197

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου