είν’ οι προσπάθειές μας σαν των Τρώων.
Κομμάτι κατορθώνουμε· κομμάτι
παίρνουμ’ επάνω μας· κι αρχίζουμε
νάχουμε θάρρος και καλές ελπίδες.
Ο Aχιλλεύς στην τάφρον εμπροστά μας
βγαίνει και με φωνές μεγάλες μάς τρομάζει.
Θαρρούμε πως με απόφασι και τόλμη
θ’ αλλάξουμε τής τύχης την καταφορά,
κ’ έξω στεκόμεθα ν’ αγωνισθούμε.
η τόλμη κι η απόφασίς μας χάνονται·
ταράττεται η ψυχή μας, παραλύει·
κι ολόγυρα απ’ τα τείχη τρέχουμε
ζητώντας να γλυτώσουμε με την φυγή.
στα τείχη, άρχισεν ήδη ο θρήνος.
Των ημερών μας αναμνήσεις κλαιν κ’ αισθήματα.
Πικρά για μας ο Πρίαμος κ’ η Εκάβη κλαίνε.
ΑΝΑΛΥΣΗ
ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ
Είναι βέβαια σαφής η διάθεση απαισιοδοξίας που κυριαρχεί στο ποίημα, το οποίο, αν και δε θα πρέπει να θεωρηθεί πως εκφράζει έναν θεμιτό τρόπο θέασης της πραγματικότητας, αποδίδει ωστόσο με ακρίβεια τη συνήθη πορεία της ζωής πολλών ανθρώπων.
Συνάμα, ο ποιητής τονίζει πως οι άνθρωποι μπροστά στις μεγάλες δυσκολίες της ζωής δειλιάζουν και τρέπονται σε φυγή. Μια εικόνα εξαιρετικά αρνητική, ίσως ακόμη κι ενοχλητική, η οποία όμως εμπεριέχει την ασχήμια κάθε δύσκολης αλήθειας. Όσο κι αν οι περισσότεροι άνθρωποι θέλουν να πιστεύουν πως είναι αρκετά δυνατοί κι έτοιμοι να αντιμετωπίσουν κάθε δυσκολία, στην πραγματικότητα η ζωή κατορθώνει να τους λυγίσει.
είν’ οι προσπάθειές μας σαν των Τρώων.
Ο ποιητής χρησιμοποιώντας α΄ πληθυντικό πρόσωπο στην αφήγησή του συμπεριλαμβάνει και τον εαυτό του στους «συφοριασμένους» ανθρώπους που μάταια πασχίζουν ν’ αποφύγουν τη δεδομένη ήττα. Με τον τρόπο αυτό τα λεγόμενά του αποκτούν την αλήθεια, αλλά και τον υποκειμενισμό του προσωπικού βιώματος και της προσωπικής οπτικής.
Ο χαρακτηρισμός των ανθρώπων ως συφοριασμένων προκύπτει από τα ποικίλα προβλήματα που καλούνται να αντιμετωπίσουν, αλλά κι από τις απρόσμενες συμφορές που συχνά σαρώνουν τη ζωή τους. Ενδεικτικοί ως προς αυτό είναι κι οι στίχοι από το Β΄ στάσιμο της Αντιγόνης του Σοφοκλή «οὐδέν ἕρπει θνατῶν βιότῳ πάμπολύ γ’ ἐκτός ἄτας» [ο βίος των θνητών καιρό δε σέρνεται πολύ έξω από της συμφοράς το μονοπάτι. (Μετάφραση: Κ. Χ. Μύρης)].
Με το σχήμα της επαναφοράς (οι δύο πρώτοι στίχοι ξεκινούν με τον ίδιο τρόπο: είν’ οι προσπάθειές μας) ο ποιητής στρέφει την προσοχή του αναγνώστη στη λέξη «προσπάθειες», η οποία εν τέλει χαρακτηρίζει συνολικά την ανθρώπινη ζωή, μιας κι οι άνθρωποι βρίσκονται διαρκώς σε μια διαδικασία προσπάθειας. Είτε πρόκειται για την επιβίωσή τους είτε για ό,τι ο καθένας αντιλαμβάνεται ως προσωπική του επιτυχία, οι άνθρωποι συνεχώς προσπαθούν να κατορθώσουν κάτι.
παίρνουμ’ επάνω μας· κι αρχίζουμε
νάχουμε θάρρος και καλές ελπίδες.
Οι πρώτες επιτυχίες στη ζωή κάθε ανθρώπου -οι οποίες δίνονται απ’ τον ποιητή με εκφράσεις που παραπέμπουν στην καθημερινή ομιλία του λαού «κομμάτι κατορθώνουμε· κομμάτι παίρνουμ’ επάνω μας»-, αρκούν για να του προσφέρουν θάρρος και φυσικά την ελπίδα πως πρόκειται να καταφέρει όσα επιθυμεί.
Είναι χαρακτηριστικό, άλλωστε, τής ανθρώπινης φύσης ότι αρκεί η παραμικρή επιτυχία (κομμάτι), η παραμικρή αίσθηση επίτευξης, για να λάβει την αναγκαία ενθάρρυνση και ν’ αντικρίσει με αισιοδοξία το μέλλον.
Θα πρέπει να προσεχθεί η χρήση τής λέξης «κομμάτι» απ’ τον ποιητή, που σκοπίμως παρουσιάζει ως μικρά τα επιτεύγματα των ανθρώπων, όχι μόνο γιατί στους ανθρώπους αρκεί η ελάχιστη επιτυχία για να γεμίσουν αισιοδοξία, αλλά κυρίως γιατί στα περιορισμένα μέτρα της ανθρώπινης ζωής δεν υπάρχουν τα περιθώρια για σημαντικά κατορθώματα.
Ο Aχιλλεύς στην τάφρον εμπροστά μας
βγαίνει και με φωνές μεγάλες μάς τρομάζει.
Η θετική, όμως, όψη της πραγματικότητας δε διαρκεί πολύ, καθώς όπως επισημαίνει ο ποιητής πάντοτε κάτι προκύπτει που διακόπτει την ελπιδοφόρα διάθεση των ανθρώπων. Τα προβλήματα που ενδέχεται να προκύψουν, ανά πάσα στιγμή, στη ζωή κάθε ανθρώπου είναι πολλών ειδών, είτε πρόκειται για προβλήματα οικονομικά είτε υγείας είτε ακόμη και προσωπικής φύσης. Επειδή, βέβαια, η οικονομία του ποιήματος δε θα επέτρεπε μια τέτοιου είδους καταγραφή, όλα τα πιθανά προβλήματα λαμβάνουν υπόσταση με την εμφάνιση του Αχιλλέα. Ο ομηρικός ήρωας, δηλαδή, συμβολίζει τις ποικίλες δυσκολίες της ζωής, οι οποίες αναχαιτίζουν τις προσπάθειες των ανθρώπων, όπως ακριβώς ο πανίσχυρος ήρωας προκαλούσε με την εμφάνισή του πανικό στους Τρώες και τους καθήλωνε.
Θαρρούμε πως με απόφασι και τόλμη
θ’ αλλάξουμε τής τύχης την καταφορά,
κ’ έξω στεκόμεθα ν’ αγωνισθούμε.
Η τρίτη στροφή του ποιήματος ακολουθεί μετά από μια επιβεβλημένη παύση στην ανάγνωση, όπως αυτή προκύπτει απ’ το διπλό διάκενο που τη χωρίζει από την προηγούμενη στροφή και που ουσιαστικά χωρίζει το ποίημα σε δύο διακριτές ενότητες.
Ο αρχικός στίχος της στροφής αυτής αποτελεί επανάληψη του δεύτερου στίχου της πρώτης στροφής, λειτουργώντας ως συνεκτικός δεσμός μεταξύ των δύο ενοτήτων του ποιήματος και συνεχίζοντας παράλληλα την αναλογία ανάμεσα στις προσπάθειες των τωρινών ανθρώπων και τις προσπάθειες των Τρώων.
Οι προσπάθειες των ανθρώπων είναι καταδικασμένες, σχολιάζει ο ποιητής, όπως ακριβώς αυτές των Τρώων. Οι άνθρωποι συχνά θεωρούν πως αν δείξουν αποφασιστικότητα και μεγάλη τόλμη, θα μπορέσουν να αλλάξουν την πορεία της τύχης τους, και γι’ αυτό αποφασίζουν να αγωνιστούν. Όμως η αποφασιστικότητα αυτή εμφανίζεται μόνο μπροστά στις μικρές δυσκολίες της ζωής.
η τόλμη κι η απόφασίς μας χάνονται·
ταράττεται η ψυχή μας, παραλύει·
κι ολόγυρα απ’ τα τείχη τρέχουμε
ζητώντας να γλυτώσουμε με την φυγή.
Όταν οι άνθρωποι έρθουν αντιμέτωποι με τις μεγάλες δυσκολίες, με τη μεγάλη κρίση, τότε χάνουν και την τόλμη και την αποφασιστικότητά τους. Η ψευδαίσθηση ψυχραιμίας και θάρρους που υπήρχε μπροστά στα μικρά προβλήματα διαλύεται απέναντι στα σημαντικά ζητήματα κι οι άνθρωποι αποζητούν τη σωτηρία στη φυγή.
Η εικόνα πανικού που επικράτησε στην Τροία κατά την τελική επίθεση των Ελλήνων, αποδίδει τον πανικό και την άτακτη φυγή των ανθρώπων μπροστά στις απρόσμενες, μα και αναπόφευκτες, μεγάλες δυσκολίες που καλούνται να αντιμετωπίσουν στη ζωή τους.
στα τείχη, άρχισεν ήδη ο θρήνος.
Των ημερών μας αναμνήσεις κλαιν κ’ αισθήματα.
Πικρά για μας ο Πρίαμος κ’ η Εκάβη κλαίνε.
Εντούτοις, παρά τις σπασμωδικές κινήσεις των ανθρώπων η πτώση, η καταστροφή, είναι δεδομένη. Κι όπως ο Πρίαμος κι η Εκάβη θρηνούσαν για την απώλεια του Έκτορα και για την επερχόμενη ήττα των Τρώων, έτσι και τα αισθήματα και οι αναμνήσεις της πρότερης ευτυχισμένης ζωής κλαίνε για την αναπόδραστη καταστροφή του κάθε ανθρώπου. [Οι αναμνήσεις και τα αισθήματα είναι τα υποκείμενα του ρήματος κλαίνε.]
Ο Καβάφης παρουσιάζει σ’ αυτό το ποίημα, όχι μόνο μια απαισιόδοξη εικόνα για την πορεία της ανθρώπινης ζωής, αλλά και μια εξαιρετικά αρνητική εικόνα για το ψυχικό σθένος των ανθρώπων, οι οποίοι εμφανίζονται αδύναμοι να διαχειριστούν τις μεγάλες κρίσεις και τα σημαντικά προβλήματα. Όπως, είναι εύλογο, οι διαπιστώσεις αυτές του ποιητή δεν έχουν καθολική ισχύ, αποδίδουν όμως με ακρίβεια τη ζωή και τη συμπεριφορά πολλών ανθρώπων.
Πηγή: Σημειώσεις τού Κωνσταντίνου Μάντη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου