Την
Τρίτη αμερικανική μαχητικά έπληξαν στόχους εντός της Συρίας στα πλαίσια
του πολέμου εναντίον του Ισλαμικού Κράτους που διεξάγεται υπό την
καθοδήγηση των ΗΠΑ. Παρά το γεγονός ότι οι ΗΠΑ δεν έχουν κηρύξει πόλεμο
από το 1942, αυτή είναι η έβδομη χώρα που ο Μπαράκ Ομπάμα, ο κάτοχος του βραβείου Νόμπελ Ειρήνης, βομβαρδίζει στη διάρκεια της προεδρίας του.
Η Συρία είναι η τελευταία χώρα, η οποία βρίσκεται στο στόχαστρο των ΗΠΑ, καθώς η Ουάσινγκτον δεν ζήτησε, όπως άλλωστε αναμενόταν, την έγκριση του προέδρου Μπασάρ Άσαντ, για να «χτυπήσει» την ISIS.
Οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ ξεκίνησαν την Τρίτη τις αεροπορικές επιδρομές εναντίον των τζιχαντιστών, οι οποίοι έχουν καταλάβει περιοχές στα βόρεια και ανατολικά της χώρας. Ο αριθμός των νεκρών ανέρχεται ήδη στους 120, σύμφωνα με το συριακό Παρατηρητήριο για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, το οποίο ανέφερε επίσης ότι οκτώ άμαχοι έχασαν τη ζωή τους.
Όταν το Πεντάγωνο λέει ότι ο πόλεμος στη Συρία μπορεί να διαρκέσει χρόνια, δεν κάνει πλάκα – απλά ρίξτε μια ματιά στον αριθμό των «στρατιωτικών επιχειρήσεων» της Ουάσιγκτον κατά τη διάρκεια της κυβέρνησης Ομπάμα.
Αφγανιστάν (2001 – σήμερα)
Μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου του 2001, το Αφγανιστάν έγινε η πρώτη χώρα που η Αμερική βομβάρδιζε στον 21ο αιώνα. Η επίθεση ήταν θέμα χρόνου, ειδικά μετά την άρνηση των Ταλιμπάν να παραδώσουν τον ηγέτη της Αλ Κάιντα Οσάμα Μπιν Λάντεν.
Ξεκινώντας με τις μεγαλύτερες πόλεις της χώρας – Καμπούλ, Κανταχάρ και Τζαλαλαμπάντ, οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους ενεπλάκησαν σε μια παρατεταμένη σύγκρουση, η οποία έχει προκαλέσει το θάνατο δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων.
Αν και το 2011 ξεκίνησε η απόσυρση των στρατευμάτων, η οποία θα έχει ολοκληρωθεί έως το τέλος του 2014, καθώς οι ΗΠΑ έχουν αποφασίσει να περάσουν τη σκυτάλη της αστυνόμευσης στις τοπικές δυνάμεις, οι αεροπορικές επιθέσεις εξακολουθούν να λαμβάνουν χώρα.
Από το 2001 οι ΗΠΑ έχουν δαπανήσει περισσότερα από 100 δισεκατομμύρια δολάρια σε βοήθεια προς το Αφγανιστάν, εκπαιδεύοντας και εξοπλίζοντας τις δυνάμεις ασφαλείας της χώρας και αναβαθμίζοντας τις υποδομές. Ωστόσο, την ίδια περίοδο 2.200 Αμερικανοί στρατιώτες έχουν χάσει τη ζωή τους και περίπου 20.000 έχουν τραυματιστεί.
Οι αμερικανικοί βομβαρδισμοί έχουν επικριθεί πολλές φορές από την ηγεσία της χώρας, η οποία υποστηρίζει ότι οι απώλειες που προκαλούν είναι τεράστιες. Μόλις την περασμένη εβδομάδα αμερικανικοί πύραυλοι σκότωσαν 11 αμάχους στα ανατολικά της χώρας.
«Αν η Αμερική και το Πακιστάν το θέλουν πραγματικά, η ειρήνη θα έρθει στο Αφγανιστάν», δήλωσε ο απερχόμενος πρόεδρος της χώρας, Χαμίντ Καρζάι, όταν παραιτήθηκε στις 23 Σεπτεμβρίου. «Ο πόλεμος στο Αφγανιστάν βασίζεται στους στόχους των ξένων. Ο πόλεμος στο Αφγανιστάν γίνεται προς όφελος των ξένων. Οι Αφγανοί είναι τα θύματα αυτού του πολέμου».
Υεμένη (2002 – σήμερα)
Ο θάνατος 17 Αμερικανών πεζοναυτών κατά τη διάρκεια επίθεσης της αλ Κάιντα εναντίον του αμερικανικού πολεμικού σκάφους USS Cole που βρισκόταν στο λιμάνι του Άντεν, στην Υεμένη, έθεσε αυτομάτως τη χώρα στο στόχαστρο των ΗΠΑ. Τον Νοέμβριο του 2002, η Αμερική δεν χρειάστηκε καμία επιπλέον αφορμή για να πραγματοποιήσει την πρώτη αεροπορική επιδρομή εναντίον της Υεμένης, καθώς η κυβέρνηση της χώρας άναψε το «πράσινο φως» στην Ουάσινγκτον.
Αρχικά ο στόχος ήταν ο Qaed Salim Sinan al-Harethi, τον οποίο η Ουάσιγκτον θεωρούσε επικεφαλής της αλ-Κάιντα στην Υεμένη και επίσης ύποπτο για τη βομβιστική επίθεση κατά του USS Cole. Ο al-Harethi σκοτώθηκε όταν ένας πύραυλος Hellfire χτύπησε το αυτοκίνητο στο οποίο επέβαινε. Ο τότε αναπληρωτής υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ Paul Wolfowitz δήλωσε ότι ήταν «μια πολύ επιτυχημένη επιχείρηση» και ότι αυτές οι επιδρομές ήταν χρήσιμες γιατί θα ανάγκαζαν την Αλ-Κάιντα να αλλάξει τακτική.
Αν και κατά τη διάρκεια της προεδρίας του Τζορτζ Μπους είχαν σημειωθεί σποραδικοί βομβαρδισμοί, μετά την ανάληψη της διακυβέρνησης από τον Ομπάμα υπήρξε σημαντική κλιμάκωση.
Σύμφωνα με έγγραφα που δημοσιεύθηκαν στον ιστότοπο WikiLeaks, η κυβέρνηση της Υεμένης επέτρεψε στις ΗΠΑ να συνεχίσουν τις αεροπορικές επιδρομές εναντίον υπόπτων μαχητών της Αλ-Κάιντα στη χώρα.
Οι βομβαρδισμοί στην Υεμένη διεξάγονται σχεδόν αποκλειστικά από drones και έχουν αυξηθεί τα τελευταία χρόνια. Ωστόσο, μη κυβερνητικές οργανώσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα υποστηρίζουν ότι ο λεγόμενος «πόλεμος κατά της τρομοκρατίας» που διεξάγουν οι ΗΠΑ έχει προκαλέσει το θάνατο πολλών αμάχων.
Ιράκ (2003 -2011)
Στις 5 Φεβρουαρίου του 2003, στην έδρα των Ηνωμένων Εθνών στη Νέα Υόρκη, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Κόλιν Πάουελ, υποστηρίζει ότι το Ιράκ διαθέτει όπλα μαζικής καταστροφής. Αυτό ήταν το πρόσχημα για την εμπλοκή της Ουάσινγκτον σε ακόμη μία στρατιωτική σύγκρουση.
Οι πρώτες αεροπορικές επιδρομές κατά του Ιράκ θα λάβουν χώρα στις 20 Μαρτίου του 2003 και εντός τριών εβδομάδων, η ιρακινή κυβέρνηση θα έχει ανατραπεί. Ωστόσο, όπως συνέβη και στο Αφγανιστάν, ο πλήρης έλεγχος της χώρας δεν θα είναι τόσο εύκολη υπόθεση, καθώς οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους αντιμετωπίζουν σθεναρή αντίσταση – αρχικά των υποστηρικτών του ανατραπέντος προέδρου Σαντάμ Χουσεΐν, μετά διαφόρων σουνιτών και σιιτών ανταρτών και τέλος της Αλ-Κάιντα και των υποστηρικτών της.
Ο πόλεμος και οι αμερικανικοί βομβαρδισμοί αποδείχθηκαν καταστροφικοί για τον ιρακινό άμαχο πληθυσμό. Ένα άρθρο που δημοσιεύθηκε από το Γαλλικό Πρακτορείο τον Οκτώβριο του 2013 ανέφερε ότι ο αριθμός των νεκρών ξεπερνούσε τις 500.000
Πακιστάν (2004 – σήμερα)
Μπορεί οι επιδρομές με μη επανδρωμένα αεροσκάφη να ξεκίνησαν επί προεδρίας Μπους, ωστόσο η κυβέρνηση Ομπάμα τις αύξησε σε πρωτοφανή επίπεδα. Σύμφωνα με στοιχεία, από το 2004 σημειώθηκαν 390 επιδρομές με drones εναντίον του Πακιστάν. Από αυτές, οι 339 διεξήχθησαν επί προεδρίας Ομπάμα. Οι επιδρομές είχαν ως αποτέλεσμα το θάνατο 4.000 ανθρώπων, εκ των οποίων οι 1.000 ήταν άμαχοι.
Το Νοέμβριο του 2013 ο πρώην διεθνής παίκτης του κρίκετ και επικεφαλής της αντιπολίτευσης στο Πακιστάν (κόμμα PTI: Pakistan Tehreek-e-Insaaf), Ιμράν Καν, προέβη σε μια ενέργεια που ξεσήκωσε διπλωματική θύελλα.
Σε επιστολή γραμμένη στην αγγλική γλώσσα που απηύθυνε προς την Αστυνομία του Πακιστάν, κατονόμασε ως «σταθμάρχη» της αμερικανικής υπηρεσίας πληροφοριών CIA, τον John O. Brennan και ζήτησε την άσκηση δίωξης εναντίον του για τις επιθέσεις αμερικανικών μη επανδρωμένων αεροσκαφών σε περιοχές του Πακιστάν.
Σομαλία (2007 – σήμερα)
Τον Ιανουάριο του 2007, οι ΗΠΑ εξαπέλυσαν αεροπορικές επιδρομές εναντίον υπόπτων ηγετών της Αλ-Κάιντα που βρίσκονταν στη Σομαλία. Η Ουάσιγκτον τους θεωρούσε ένοχους για τις βομβιστικές επιθέσεις κατά αμερικανικών πρεσβειών στην Κένυα και την Τανζανία, οι οποίες προκάλεσαν το θάνατο τουλάχιστον 200 ανθρώπων. Οι αμερικανικοί βομβαρδισμοί είχαν την πλήρη υποστήριξη του προέδρου της Σομαλίας Abdullahi Yusuf Ahmed.
Οι ΗΠΑ προσπάθησαν να κρατήσουν την παρουσία τους στη Σομαλία μακριά από τα «φώτα» και ουδέποτε μέχρι πρόσφατα είχαν παραδεχθεί ότι διατηρούν στρατιωτικές δυνάμεις στη χώρα.
Νωρίτερα το Σεπτέμβριο το Πεντάγωνο ανακοίνωσε ότι στη διάρκεια αεροπορικών επιδρομών που πραγματοποίησε στη χώρα σκοτώθηκε ο αρχηγός της ισλαμιστικής τρομοκρατικής οργάνωσης αλ Σεμπάμπ.
Λιβύη
Η Λιβύη αποτελεί ίσως την εξαίρεση, καθώς ο κύριος όγκος των βομβαρδισμών πραγματοποιήθηκε από τις ευρωπαϊκές και νατοϊκές δυνάμεις. Ωστόσο, οι ΗΠΑ ήταν αυτές που ενορχήστρωσαν την ανατροπή του Μουαμάρ Καντάφι το Μάρτιο του 2011. Μάλιστα, η κυβέρνηση Ομπάμα ήταν που απηύθυνε το τελεσίγραφο στον Λίβυο ηγέτη: «Παραιτήσου ή σε βομβαρδίζουμε».
Ο εμφύλιος έληξε σε οκτώ μήνες, αλλά το χάος και οι συμπλοκές μεταξύ των αντίπαλων παρατάξεων στη χώρα συνεχίζονται.
http://www.hellasforce.com/
Η Συρία είναι η τελευταία χώρα, η οποία βρίσκεται στο στόχαστρο των ΗΠΑ, καθώς η Ουάσινγκτον δεν ζήτησε, όπως άλλωστε αναμενόταν, την έγκριση του προέδρου Μπασάρ Άσαντ, για να «χτυπήσει» την ISIS.
Οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ ξεκίνησαν την Τρίτη τις αεροπορικές επιδρομές εναντίον των τζιχαντιστών, οι οποίοι έχουν καταλάβει περιοχές στα βόρεια και ανατολικά της χώρας. Ο αριθμός των νεκρών ανέρχεται ήδη στους 120, σύμφωνα με το συριακό Παρατηρητήριο για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, το οποίο ανέφερε επίσης ότι οκτώ άμαχοι έχασαν τη ζωή τους.
Όταν το Πεντάγωνο λέει ότι ο πόλεμος στη Συρία μπορεί να διαρκέσει χρόνια, δεν κάνει πλάκα – απλά ρίξτε μια ματιά στον αριθμό των «στρατιωτικών επιχειρήσεων» της Ουάσιγκτον κατά τη διάρκεια της κυβέρνησης Ομπάμα.
Αφγανιστάν (2001 – σήμερα)
Μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου του 2001, το Αφγανιστάν έγινε η πρώτη χώρα που η Αμερική βομβάρδιζε στον 21ο αιώνα. Η επίθεση ήταν θέμα χρόνου, ειδικά μετά την άρνηση των Ταλιμπάν να παραδώσουν τον ηγέτη της Αλ Κάιντα Οσάμα Μπιν Λάντεν.
Ξεκινώντας με τις μεγαλύτερες πόλεις της χώρας – Καμπούλ, Κανταχάρ και Τζαλαλαμπάντ, οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους ενεπλάκησαν σε μια παρατεταμένη σύγκρουση, η οποία έχει προκαλέσει το θάνατο δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων.
Αν και το 2011 ξεκίνησε η απόσυρση των στρατευμάτων, η οποία θα έχει ολοκληρωθεί έως το τέλος του 2014, καθώς οι ΗΠΑ έχουν αποφασίσει να περάσουν τη σκυτάλη της αστυνόμευσης στις τοπικές δυνάμεις, οι αεροπορικές επιθέσεις εξακολουθούν να λαμβάνουν χώρα.
Από το 2001 οι ΗΠΑ έχουν δαπανήσει περισσότερα από 100 δισεκατομμύρια δολάρια σε βοήθεια προς το Αφγανιστάν, εκπαιδεύοντας και εξοπλίζοντας τις δυνάμεις ασφαλείας της χώρας και αναβαθμίζοντας τις υποδομές. Ωστόσο, την ίδια περίοδο 2.200 Αμερικανοί στρατιώτες έχουν χάσει τη ζωή τους και περίπου 20.000 έχουν τραυματιστεί.
Οι αμερικανικοί βομβαρδισμοί έχουν επικριθεί πολλές φορές από την ηγεσία της χώρας, η οποία υποστηρίζει ότι οι απώλειες που προκαλούν είναι τεράστιες. Μόλις την περασμένη εβδομάδα αμερικανικοί πύραυλοι σκότωσαν 11 αμάχους στα ανατολικά της χώρας.
«Αν η Αμερική και το Πακιστάν το θέλουν πραγματικά, η ειρήνη θα έρθει στο Αφγανιστάν», δήλωσε ο απερχόμενος πρόεδρος της χώρας, Χαμίντ Καρζάι, όταν παραιτήθηκε στις 23 Σεπτεμβρίου. «Ο πόλεμος στο Αφγανιστάν βασίζεται στους στόχους των ξένων. Ο πόλεμος στο Αφγανιστάν γίνεται προς όφελος των ξένων. Οι Αφγανοί είναι τα θύματα αυτού του πολέμου».
Υεμένη (2002 – σήμερα)
Ο θάνατος 17 Αμερικανών πεζοναυτών κατά τη διάρκεια επίθεσης της αλ Κάιντα εναντίον του αμερικανικού πολεμικού σκάφους USS Cole που βρισκόταν στο λιμάνι του Άντεν, στην Υεμένη, έθεσε αυτομάτως τη χώρα στο στόχαστρο των ΗΠΑ. Τον Νοέμβριο του 2002, η Αμερική δεν χρειάστηκε καμία επιπλέον αφορμή για να πραγματοποιήσει την πρώτη αεροπορική επιδρομή εναντίον της Υεμένης, καθώς η κυβέρνηση της χώρας άναψε το «πράσινο φως» στην Ουάσινγκτον.
Αρχικά ο στόχος ήταν ο Qaed Salim Sinan al-Harethi, τον οποίο η Ουάσιγκτον θεωρούσε επικεφαλής της αλ-Κάιντα στην Υεμένη και επίσης ύποπτο για τη βομβιστική επίθεση κατά του USS Cole. Ο al-Harethi σκοτώθηκε όταν ένας πύραυλος Hellfire χτύπησε το αυτοκίνητο στο οποίο επέβαινε. Ο τότε αναπληρωτής υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ Paul Wolfowitz δήλωσε ότι ήταν «μια πολύ επιτυχημένη επιχείρηση» και ότι αυτές οι επιδρομές ήταν χρήσιμες γιατί θα ανάγκαζαν την Αλ-Κάιντα να αλλάξει τακτική.
Αν και κατά τη διάρκεια της προεδρίας του Τζορτζ Μπους είχαν σημειωθεί σποραδικοί βομβαρδισμοί, μετά την ανάληψη της διακυβέρνησης από τον Ομπάμα υπήρξε σημαντική κλιμάκωση.
Σύμφωνα με έγγραφα που δημοσιεύθηκαν στον ιστότοπο WikiLeaks, η κυβέρνηση της Υεμένης επέτρεψε στις ΗΠΑ να συνεχίσουν τις αεροπορικές επιδρομές εναντίον υπόπτων μαχητών της Αλ-Κάιντα στη χώρα.
Οι βομβαρδισμοί στην Υεμένη διεξάγονται σχεδόν αποκλειστικά από drones και έχουν αυξηθεί τα τελευταία χρόνια. Ωστόσο, μη κυβερνητικές οργανώσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα υποστηρίζουν ότι ο λεγόμενος «πόλεμος κατά της τρομοκρατίας» που διεξάγουν οι ΗΠΑ έχει προκαλέσει το θάνατο πολλών αμάχων.
Ιράκ (2003 -2011)
Στις 5 Φεβρουαρίου του 2003, στην έδρα των Ηνωμένων Εθνών στη Νέα Υόρκη, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Κόλιν Πάουελ, υποστηρίζει ότι το Ιράκ διαθέτει όπλα μαζικής καταστροφής. Αυτό ήταν το πρόσχημα για την εμπλοκή της Ουάσινγκτον σε ακόμη μία στρατιωτική σύγκρουση.
Οι πρώτες αεροπορικές επιδρομές κατά του Ιράκ θα λάβουν χώρα στις 20 Μαρτίου του 2003 και εντός τριών εβδομάδων, η ιρακινή κυβέρνηση θα έχει ανατραπεί. Ωστόσο, όπως συνέβη και στο Αφγανιστάν, ο πλήρης έλεγχος της χώρας δεν θα είναι τόσο εύκολη υπόθεση, καθώς οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους αντιμετωπίζουν σθεναρή αντίσταση – αρχικά των υποστηρικτών του ανατραπέντος προέδρου Σαντάμ Χουσεΐν, μετά διαφόρων σουνιτών και σιιτών ανταρτών και τέλος της Αλ-Κάιντα και των υποστηρικτών της.
Ο πόλεμος και οι αμερικανικοί βομβαρδισμοί αποδείχθηκαν καταστροφικοί για τον ιρακινό άμαχο πληθυσμό. Ένα άρθρο που δημοσιεύθηκε από το Γαλλικό Πρακτορείο τον Οκτώβριο του 2013 ανέφερε ότι ο αριθμός των νεκρών ξεπερνούσε τις 500.000
Πακιστάν (2004 – σήμερα)
Μπορεί οι επιδρομές με μη επανδρωμένα αεροσκάφη να ξεκίνησαν επί προεδρίας Μπους, ωστόσο η κυβέρνηση Ομπάμα τις αύξησε σε πρωτοφανή επίπεδα. Σύμφωνα με στοιχεία, από το 2004 σημειώθηκαν 390 επιδρομές με drones εναντίον του Πακιστάν. Από αυτές, οι 339 διεξήχθησαν επί προεδρίας Ομπάμα. Οι επιδρομές είχαν ως αποτέλεσμα το θάνατο 4.000 ανθρώπων, εκ των οποίων οι 1.000 ήταν άμαχοι.
Το Νοέμβριο του 2013 ο πρώην διεθνής παίκτης του κρίκετ και επικεφαλής της αντιπολίτευσης στο Πακιστάν (κόμμα PTI: Pakistan Tehreek-e-Insaaf), Ιμράν Καν, προέβη σε μια ενέργεια που ξεσήκωσε διπλωματική θύελλα.
Σε επιστολή γραμμένη στην αγγλική γλώσσα που απηύθυνε προς την Αστυνομία του Πακιστάν, κατονόμασε ως «σταθμάρχη» της αμερικανικής υπηρεσίας πληροφοριών CIA, τον John O. Brennan και ζήτησε την άσκηση δίωξης εναντίον του για τις επιθέσεις αμερικανικών μη επανδρωμένων αεροσκαφών σε περιοχές του Πακιστάν.
Σομαλία (2007 – σήμερα)
Τον Ιανουάριο του 2007, οι ΗΠΑ εξαπέλυσαν αεροπορικές επιδρομές εναντίον υπόπτων ηγετών της Αλ-Κάιντα που βρίσκονταν στη Σομαλία. Η Ουάσιγκτον τους θεωρούσε ένοχους για τις βομβιστικές επιθέσεις κατά αμερικανικών πρεσβειών στην Κένυα και την Τανζανία, οι οποίες προκάλεσαν το θάνατο τουλάχιστον 200 ανθρώπων. Οι αμερικανικοί βομβαρδισμοί είχαν την πλήρη υποστήριξη του προέδρου της Σομαλίας Abdullahi Yusuf Ahmed.
Οι ΗΠΑ προσπάθησαν να κρατήσουν την παρουσία τους στη Σομαλία μακριά από τα «φώτα» και ουδέποτε μέχρι πρόσφατα είχαν παραδεχθεί ότι διατηρούν στρατιωτικές δυνάμεις στη χώρα.
Νωρίτερα το Σεπτέμβριο το Πεντάγωνο ανακοίνωσε ότι στη διάρκεια αεροπορικών επιδρομών που πραγματοποίησε στη χώρα σκοτώθηκε ο αρχηγός της ισλαμιστικής τρομοκρατικής οργάνωσης αλ Σεμπάμπ.
Λιβύη
Η Λιβύη αποτελεί ίσως την εξαίρεση, καθώς ο κύριος όγκος των βομβαρδισμών πραγματοποιήθηκε από τις ευρωπαϊκές και νατοϊκές δυνάμεις. Ωστόσο, οι ΗΠΑ ήταν αυτές που ενορχήστρωσαν την ανατροπή του Μουαμάρ Καντάφι το Μάρτιο του 2011. Μάλιστα, η κυβέρνηση Ομπάμα ήταν που απηύθυνε το τελεσίγραφο στον Λίβυο ηγέτη: «Παραιτήσου ή σε βομβαρδίζουμε».
Ο εμφύλιος έληξε σε οκτώ μήνες, αλλά το χάος και οι συμπλοκές μεταξύ των αντίπαλων παρατάξεων στη χώρα συνεχίζονται.
http://www.hellasforce.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου