Η περήφανη στάση του Χαρίλαου Τρικούπη που έδειξε την έξοδο στους ιδιώτες δανειστές, οι οποίοι, με πρώτους τους Γερμανούς, αξίωναν να πάρουν τον οικονομικό, πολιτικό και στρατιωτικό έλεγχο της χώρας, να εισπράττουν τα έσοδα του ελληνικού κράτους και να γίνει ιδιοκτησία τους η Εθνική Τράπεζα, ζητούσαν νέους φόρους επί των Ελλήνων και απολύσεις χιλιάδων δημοσίων υπαλλήλων, ενώ απαιτούσαν οι τόκοι που θα πλήρωνε η Ελλάδα για δάνειο 459 εκατομμυρίων δραχμών να φτάσουν τα 750 εκατομμύρια χρυσά φράγκα.
Το παλάτι και οι περισσότερες ελληνικές εφημερίδες στήριξαν στην ουσία τους προκλητικούς δανειστές, υποσκάπτοντας τα εθνικά συμφέροντα και τη θέση του ελληνικού λαού.
Η γερμανική αυτοκρατορία «τιμώρησε» στη συνέχεια την Ελλάδα, προκαλώντας από το παρασκήνιο τον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 και επιβάλλοντας τον Διεθνή Οικονομικό Έλεγχο στη χώρα, το 1898.
Η προσπάθεια της «σιδηράς» Γερμανίας να ελέγξει πολιτικά και οικονομικά την Ελλάδα δεν είναι μια σημερινή υπόθεση. Χρονολογείται από τα τέλη του 19ου αιώνα, αμέσως μετά τη χρεοκοπία του 1893! Από τότε οι Γερμανοί ομολογιούχοι, οι κάτοχοι δηλαδή περίπου του 33% του ελληνικού χρέους, πίεζαν τις κυβερνήσεις τους να επιβάλουν ακόμη και στρατιωτικά μέτρα σε βάρος της Ελλάδας ή, τουλάχιστον, να θέσουν υπό τον πολιτικό και οικονομικό έλεγχο τη χώρα μας, θεωρώντας ότι ως κάτοχοι μέρους του χρέους, είναι και… ιδιοκτήτες της Ελλάδας!
Στο πλευρό τους είχαν το ίδιο το φιλογερμανικό παλάτι, αλλά και το μεγαλύτερο μέρος των ελληνικών εφημερίδων! Τότε όμως ο πρωθυπουργός Χαρίλαος Τρικούπης, αν και ηγείτο μιας χώρας με διαλυμένη οικονομία, χωρίς σοβαρή στρατιωτική υποδομή, με τεράστια προβλήματα σε όλα τα επίπεδα, όχι μόνο αρνήθηκε να υποκύψει, αλλά έδειξε την «έξοδο» στους προκλητικούς Γερμανούς και στους άλλους δανειστές, που εκτός των άλλων ζητούσαν να εισπράξουν τόκους πολλαπλάσιους από το κεφάλαιο το οποίο δάνεισαν στην Ελλάδα! Βέβαια, η γερμανική αυτοκρατορία «τιμώρησε» στη συνέχεια την Ελλάδα, προκαλώντας από το παρασκήνιο τον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 και επιβάλλοντας τον Διεθνή Οικονομικό Έλεγχο στη χώρα, το 1898. Σήμερα κάνει το ίδιο παιγνίδι σε βάρος της Ελλάδας, χωρίς όμως να βρίσκει κάποιον Τρικούπη στην ηγεσία της χώρας…
Η ιστορία μοιάζει σε πολλά σημεία με τη σημερινή κατάσταση: οι Γερμανοί ομολογιούχοι, μετά την πτώχευση του Δεκεμβρίου του 1893, την οποία θεωρούσαν «δόλια» ώστε να μην πάρουν τα χρήματά τους, άρχισαν να πιέζουν, μαζί με τους ομολογιούχους της Γαλλίας και της Γερμανίας προκειμένου η Ελλάδα είτε να συμβιβαστεί σε ευνοϊκές υπέρ αυτών ρυθμίσεις αποπληρωμής, με τη δέσμευση των εθνικών εσόδων γι αυτό το σκοπό, είτε να επιβληθούν μέτρα από τη γερμανική αυτοκρατορία σε βάρος της Ελλάδας, που μπορεί να έφταναν ακόμη και στη διακοπή των διπλωματικών σχέσεων, αλλά τουλάχιστο θα οδηγούσαν –μέσω των πιέσεων και των εκβιασμών- στον πολιτικό και οικονομικό έλεγχο της χώρας.
Άγγλοι και Γάλλοι ομολογιούχοι δεν έφτασαν στα άκρα, αλλά οι Γερμανοί, μέσω των κυβερνητικών οργάνων της χώρας τους, προχώρησαν μέχρι τέλους. Αφού επέμειναν, μαζί με τους άλλους Ευρωπαίους στην οργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων του 1896, που βύθισαν στο χάος μια ήδη πτωχευμένη χώρα, οδήγησαν όμως σε μεγάλα κέρδη τις εταιρείες που έκαναν τα ολυμπιακά και άλλα έργα, αλλά και τους δανειστές, που δάνεισαν κι άλλα χρήματα με δυσβάστακτους όρους, συνέχισαν να εκβιάζουν και να απειλούν τις ελληνικές κυβερνήσεις. Έφτασαν μέχρι το σημείο να προκαλέσουν από το παρασκήνιο τον ελληνοτουρκικό πόλεμο των 30 ημερών, το 1897, τον λεγόμενο ατυχή, στον οποίο η Ελλάδα ηττήθηκε κατά κράτος, καθώς ο στρατός της ήταν διαλυμένος. Αφορμή ήταν η επέμβαση του ελληνικού στρατού στην Κρήτη, αλλά στην ουσία ήταν η ευκαιρία της Γερμανίας να ελέγξει την Ελλάδα.
Τα δάνεια και οι εκβιασμοί του 1894
Οι Γερμανοί, πρωτίστως, αλλά δευτερευόντως οι Γάλλοι και οι Άγγλοι μετά τη χρεοκοπία του Δεκεμβρίου του 1893 είχαν διαμορφώσει ένα περιβάλλον αντίστοιχο με αυτό που προηγήθηκε των σημερινών μνημονίων: οι μεγάλες ευρωπαϊκές εφημερίδες, αλλά και οι περισσότερες ελληνικές, είχαν επί μήνες, μετά την κήρυξη της πτώχευσης, συνεχή δημοσιεύματα σε βάρος της Ελλάδας, του «μπαταξή» της Ευρώπης, αλλά και των «τεμπέληδων Ελλήνων»! Έτσι διαμόρφωσαν την ευρωπαϊκή κοινή γνώμη σε μια λογική ότι η χώρα μας ήταν περίπου ένα κράτος απατεώνας! Κι όμως , η Ελλάδα εκβιαζόταν τότε (μάλλον και τώρα…) να ξεπληρώσει δάνεια που στην ουσία ποτέ δεν πήρε στα «χέρια» της!
Ας δούμε τον συνολικό απολογισµό των εξωτερικών δανείων 1824-1893 σε φράγκα:
Ονοµαστικός 796.739.000
Πραγµατικός 559.821.000
Καθαρή πρόσοδος του Ελληνικού Δηµοσίου 388.706.680
Εξυπηρέτηση µέχρι το 1878 57.378.808
Εξυπηρέτηση 1879-1893 285.272.996
Αποσβέσεις. 123.908.057
Συνολικές αποδόσεις ελληνικού Δηµοσίου 472.575.469
Υπόλοιπο τον Σεπτέμβριο του 1893 630.005.720
Είναι φανερό ότι στο ελληνικό Δηµόσιο αναγνωρίσθηκε (πραγµατικά) το 73% του ονοµαστικού, από το οποίο εισέπραξε το 70% ή το 50% του ονοµαστικού. Είχε χρεωθεί περίπου 770 εκατ., εισέπραξε 389 εκατ., επέστρεψε 472 εκατ. ή το 120% των όσων µας δόθηκαν και πάλι το 1893 χρωστούσαµε 630 εκατ. ή το 82% του ονοµαστικού ή το 320% των όσων καθαρά µας απόδωσαν! Δηλαδή χρωστούσαµε το σύνολο των τακτικών εσόδων της 9ετούς διακυβέρνησης Τρικούπη (κατά Μ.Ο. 75 εκατ. ετήσια). Τα δάνεια του 1879-90 ήταν συνολικά 7, ονομαστικής αξίας 630 εκατομμυρίων δραχμών.
Αφαιρώντας όμως τα μεσιτικά και τις προμήθειες (!), στην πραγματικότητα ήταν 459 εκατομμύρια, ενώ το πραγματικό κεφάλαιο περιοριζόταν στα 389 εκατομμύρια, αφού μερικά δάνεια μόλις υπογραφόταν η σύμβασης παραχώρησης, παρακρατούνταν για να εξοφληθούν προηγούμενα. Από τα 389 εκατομμύρια, ένα μικρό μέρος δόθηκε πραγματικά για τις ανάγκες της χώρας. Ήταν ένα μέρος του δανείου του 1884 και το δάνειο του 1890, του Τρικούπη, που δόθηκαν για την κατασκευή της σιδηροδρομικής γραμμής Πειραιάς – Λάρισα. Τα υπόλοιπα χρησιμοποιήθηκαν για την εξόφληση των προηγούμενων δανείων, την πληρωμή χρεών του ελληνικού δημοσίου στις τράπεζες και για τις στρατιωτικές δαπάνες, που σε γενικές γραμμές ήταν οι ιδιώτες και τα κράτη που δάνειζαν και εκβίαζαν την Ελλάδα… Πόσο μοιάζει – το επισημαίνουμε και πάλι- η σημερινή ιστορία με αυτή του 19ου αιώνα… Συνολικά μόνο οι τόκοι των δανείων απορροφούσαν το 40% των φορολογικών εσόδων. Έτσι, δεν μπορούσε παρά να έλθει η πτώχευση του Δεκεμβρίου του 1893, που αφορούσε μόνο στο εξωτερικό κι όχι στις εσωτερικές υποχρεώσεις του κράτους.
Ο Τρικούπης μετά την κήρυξη της πτώχευσης βρέθηκε στο στόχαστρο του ευρωπαϊκού αλλά και του ελληνικού τύπου. Ο διεθνής τύπος, απηχώντας στην ουσία τα συμφέροντα των ομολογιούχων, έκανε λόγο για δόλια πτώχευση.
Ειδικά οι εφημερίδες της Γερμανίας απειλούσαν ανοικτά την Ελλάδα και καλούσαν την κυβέρνησή τους να παρέμβει και ή να διακόψει τις διπλωματικές σχέσεις με την Ελλάδα ή να πάρει τον οικονομικό και στην ουσία πολιτικό έλεγχο της χώρας!
Θέση που αργότερα υιοθέτησε η γερμανική – τότε- αυτοκρατορία, φτάνοντας στο σημείο ο πρεσβευτής της στην Αθήνα να απειλήσει ανοικτά, στα τέλη Ιουλίου 1894, τον Έλληνα πρωθυπουργό.
Από τον Ιανουάριο του 1894 ο Τρικούπης θα ζητήσει διαπραγματεύσεις με τους ομολογιούχους, τις οποίες θα αρχίσει τον Μάιο, δια αλληλογραφίας, με τα κομιτάτα των ομολογιούχων σε Γερμανία, Αγγλία και Γαλλία, και με τους απεσταλμένους αντιπροσώπους τους στην Αθήνα.
Ο Τρικούπης διαπραγματεύτηκε ο ίδιος με τους τρεις αντιπροσώπους οι οποίοι, με πρώτο και σκληρότερο τον Γερμανό Σταίβη, ζήτησαν περίπου να τους παραχωρηθεί ο έλεγχος της χώρας!
Η στάση του Τρικούπη, όπως αποδεικνύεται από τα 9 πρωτόκολλα (στην ουσία πρακτικά) των συζητήσεων, που ξεκίνησαν στις 6 Ιουνίου και ολοκληρώθηκαν στις 12 Ιουλίου ήταν πραγματικά στάση εθνικού ηγέτη: παρά το γεγονός ότι ήταν με την πλάτη στον τοίχο, με μια χώρα μικρή, διαλυμένη οικονομικά και στρατιωτικά, με τις μεγάλες δυνάμεις να απειλούν ακόμη και την ύπαρξή της, ο Τρικούπης είπε «όχι» στην εκχώρηση της εθνικής κυριαρχίας και του πολιτικού, οικονομικού και στρατιωτικού ελέγχου της Ελλάδας.
Η στάση του αυτή έγινε σεβαστή πρωτίστως από τους Γάλλους ομολογιούχους, αλλά και τους Άγγλους, όχι όμως και τους Γερμανούς και την κυβέρνησή τους, οι οποίοι είχαν στόχο να μετατρέψουν την Ελλάδα σε δική τους αποικία και να ανατρέψουν τον Τρικούπη.
Και τα κατάφεραν, καθώς ο Τρικούπης είχε ανοικτό πόλεμο από το φιλογερμανικό παλάτι και την αντιπολίτευση, αλλά ακόμη και από το μεγαλύτερο μέρος των εφημερίδων, που περίπου θεωρούσαν «ατιμωτικό» η Ελλάδα να αντιστέκεται στις ορέξεις των Γερμανών!
Η γερμανική αυτοκρατορία θα εκδικηθεί την Ελλάδα τόσο με τον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 (στον οποίο πήραν μέρος 4.500 ξένοι εθελοντές στο πλευρό της Ελλάδας, ανάμεσά τους περίπου 20 Γερμανοί, οι οποίοι έτσι εκδήλωσαν τη διαφωνία τους με τη στάση της επίσημης Γερμανίας), όσο και με την επιβολή του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου του 1898, που έθεσε τη χώρα σε διεθνή επιτροπεία μέχρι το… 1978!
Ο ίδιος ο Τρικούπης βέβαια πλήρωσε αυτή τη στάση του. Το 1895 απέτυχε να εκλεγεί βουλευτής και αυτοεξορίστηκε στις Κάννες της Γαλλίας. Πέθανε ένα χρόνο αργότερα. Ευτυχώς για κείνον δεν πρόλαβε να δει την Ελλάδα υπό τον απόλυτο γερμανικό και διεθνή έλεγχο, στον οποίο αντιτάχτηκε.
Όπως προαναφέραμε, οι διαπραγματεύσεις με τους τρεις απεσταλμένους αντιπροσώπους των κομιτάτων των δανειστών ξεκίνησαν στις 6 Ιουνίου και ολοκληρώθηκαν στις 12 Ιουλίου 1894.
Τους Γερμανούς ομολογιούχους εκπροσώπησε ο Μαξ Σταίβη (Max Staevie), τους Άγγλους ο σερ Μόνστουαρτ Γκραντ Νταφ (sir Monstuart Grant Duff) και τους Γάλλους ο Τζ. Ορστεΐν (J. Ornstein).
Ζήτησαν τον έλεγχο της χώρας!
Οι αντιπρόσωποι των δανειστών ήταν προκλητικοί στις απαιτήσεις τους. Ζήτησαν τα φορολογικά και άλλα έσοδα του κράτους να πηγαίνουν αμέσως στα χέρια τους, χωρίς να παρεμβαίνει πολιτικά η ελληνική κυβέρνηση, να τους παραχωρηθούν τα ακαθάριστα έσοδα από σειρά ελληνικών κρατικών μονοπωλίων, όπως του καπνού, του αλατιού, του πετρελαίου, των σιγαρόχαρτων, των σπίρτων, των παιγνιόχαρτων, ενώ αξίωσαν να μην υπάρχει ανώτατο πλαφόν για τον τόκο που θα πλήρωνε η Ελλάδα.
Μόνο για την πληρωμή τόκων ζητούσαν να εισπράττουν 15 εκατομμύρια χρυσά φράγκα κάθε χρόνο, φτάνοντας στο σημείο σε 50 χρόνια να έχουν εισπράξει 750 εκατομμύρια χρυσά φράγκα μόνο για τους τόκους, την ώρα που το πραγματικό κεφάλαιο των δανείων ήταν σημαντικά μικρότερο από 500 εκατομμύρια δραχμές!
Ακόμη επιχείρησαν να παρέμβουν στην εσωτερική διαχείριση της χώρας, αξιώνοντας να αλλάξει το φορολογικό σύστημα, να επιβληθεί κτηματικός φόρος, τον οποίο φυσικά επεδίωκαν να εισπράττουν, να περικοπούν οι υποχρεώσεις του κράτους σε σχέση με τον εσωτερικό δανεισμό ώστε να κερδίσουν αυτοί τη διαφορά, να απολυθούν χιλιάδες δημόσιοι υπάλληλοι, να μειωθούν τα έξοδα του δημοσίου και να κερδίσουν αυτοί τη διαφορά, να αλλάξει η αιχμή της οικονομικής πολιτικής της χώρας και να γίνει προστατευτική προς το τραπεζικό σύστημα, κ.α.
Ο Τρικούπης αντέδρασε στις παράλογες απαιτήσεις δηλώνοντας μέχρι το τέλος των διαπραγματεύσεων ότι δεν πρόκειται να δεχτεί την εκχώρηση του οικονομικού και άρα του πολιτικού ελέγχου στους ομολογιούχους, ούτε της εθνικής κυριαρχίας της χώρας. Ενώ με κάθε ευκαιρία τόνιζε πως δεν επρόκειτο να φορτώσει στις πλάτες της Ελλάδας βάρη που δεν μπορούσε να σηκώσει, ούτε να δεσμεύσει το μέλλον της υπέρ των συμφερόντων των δανειστών.
Παράλληλα στις συζητήσεις και στα επίσημα έγγραφα που κατέθεταν οι αντιπρόσωποι στον Έλληνα πρωθυπουργό απευθύνονταν με απαξιωτικό λόγο για την Ελλάδα και με θράσος απέναντι στον ίδιο, γεγονός που οδήγησε τον Τρικούπη να τους επαναφέρει συχνά στην τάξη, υπενθυμίζοντάς τους πως ήταν εκπρόσωποι ιδιωτών και όχι επίσημοι κρατικοί αντιπρόσωποι, ισότιμοι με τον ίδιο και την κυβέρνησή του. Μετά το τέλος των διαπραγματεύσεων, στις 28 Ιουλίου 1894, στην τρικουπική εφημερίδα «Το Άστυ», το μόνο ίσως ελληνικό έντυπο που στήριξε με σθένος αυτή την εθνική στάση του πρωθυπουργού, γράφηκε εκτενές κείμενο με τον τίτλο «Το ιστορικό των διαπραγματεύσεων» που αποκάλυπτε όλη την αλήθεια των αξιώσεων, των εκβιασμών, των πιέσεων και των προσβολών εκ μέρους των ομολογιούχων.
Σ’ αυτό αποκαλυπτόταν ότι τέθηκε και το θέμα να περάσει ο έλεγχος της Εθνικής Τράπεζας στην ιδιοκτησία των δανειστών, στοιχείο που δεν καταγράφηκε στα πρωτόκολλα των συζητήσεων. Με τον τρόπο αυτό θα γίνονταν οριστικά κυρίαρχοι όχι στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, αλλά στην οικονομία της χώρας, καθώς η Εθνική ήταν η κεντρική τράπεζα και μέσω αυτής ασκείτο η δημοσιονομική πολιτική.
Το κείμενο του «ιστορικού» περιέχει τόσες και τέτοιες λεπτομέρειες όχι μόνο των διαπραγματεύσεων αλλά και του παρασκηνίου που μόνο ο ίδιος ο Τρικούπης θα μπορούσε να γνωρίζει.
Συμπεραίνουμε, λοιπόν, ότι είτε ο ίδιος είτε καθ’ υπόδειξή του γράφηκε το αποκαλυπτικό κείμενο.
Λεπτομέρεια: την ίδια ημέρα της δημοσίευσης, ο Γερμανός πρεσβευτής στην Αθήνα ειδοποίησε την ελληνική κυβέρνηση ότι η μη ικανοποίηση των κατόχων ομολόγων ίσως να οδηγήσει στην διακοπή των διπλωματικών σχέσεων της Γερμανίας με την Ελλάδα. Ανοιχτή απειλή, δηλαδή, που αργότερα θα υλοποιηθεί.
Από τότε θα σκληρύνει και η στάση του κάιζερ (αυτοκράτορα) Γουλιέλμου Β΄, και θα εκδηλωθεί με τον πιο ύπουλο τρόπο στην υποκίνηση της Τουρκίας να προκαλέσει τον πόλεμο με την Ελλάδα, τον οποίο επίσης πλήρωσε η χώρα μας με νέο δάνειο!
«Πόλεμος» από το παλάτι
Στις 22 Ιουλίου 1894 οι διαπραγματεύσεις Τρικούπη – ομολογιούχων έφτασαν σε συμφωνία με κάποια μορφή ελέγχου της Ελλάδας, που όμως καμιά σχέση δεν είχε με τις αρχικές αξιώσεις των δανειστών. Όμως τον Αύγουστο η γενική συνέλευση των ομολογιούχων, πρωτοστατούντων των Γερμανών, θα απορρίψει τη συμφωνία, οι οποίοι πίεζαν την κυβέρνησή τους να επέμβει.
Ο πόλεμος στο εσωτερικό σε βάρος του Τρικούπη κορυφώνεται, τόσο από το παλάτι όσο και από τον εθνικό τύπο. Το παλάτι στηρίζει ακόμη και συλλαλητήριο που οργανώνεται στην Αθήνα σε βάρος του Τρικούπη!
Το συλλαλητήριο διοργανώθηκε στις 8 Ιανουαρίου στο Πεδίον του Άρεως και σ’ αυτό συμμετείχε ο ίδιος ο τότε διάδοχος Κωνσταντίνος! Αφορμή ήταν η απόφαση της κυβέρνησης να υπάρξει για πρώτη φορά φόρος ακίνητης περιουσίας.
Λίγες ημέρες τα ανάκτορα με προκλητική αντικοινοβουλευτική ενέργεια θα προκαλέσουν την παραίτηση του Τρικούπη.
Πριν την ανατροπή του, στα τέλη του Δεκεμβρίου και στις αρχές Ιανουαρίου, οι εφημερίδες της Γερμανίας αναγράφουν πληροφορίες ότι οι Γερμανοί ομολογιούχοι ζητούσαν επιμόνως από το γερμανικό υπουργείο Εξωτερικών δυναμική επέμβαση υπέρ τους και σε βάρος της Ελλάδας. Μετά την παραίτησή του ο Τρικούπης θα είναι υποψήφιος βουλευτής, αλλά συντριβεί στις εκλογές του Απριλίου.
Τις διαπραγματεύσεις από το τέλος του 1895 θα συνεχίσει η διάδοχος κυβέρνηση του Δηλιγιάννη.
Τον Ιούλιο του 1896, οι ομολογιούχοι υπέβαλαν νέες προτάσεις και ζητούσαν την υπαγωγή όλων των εσόδων του ελληνικού Δημοσίου, αλλά και τον έλεγχό τους, στην εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους.
Αυτό υπαγόρευε, όπως δήλωσε στη βουλή ο Δηλιγιάννης, τη διακοπή των διαπραγματεύσεων.
Ο ελληνοτουρκικός πόλεμος
Η φωτογραφία, από τα αρχεία του αμερικανικού Κογκρέσου, δείχνει περίπου 20 Γερμανούς εθελοντές να εκπαιδεύονται στα όπλα μετά την άφιξή τους στην Ελλάδα.
Η λεζάντα που υπάρχει τυπωμένη στη φωτογραφία, η οποία έχει τη μορφή καρτ ποστάλ, αναφέρει: «Γερμανοί εθελοντές, άπειροι νεοσύλλεκτοι στις ελληνικές δυνάμεις, στον πόλεμο του 1897»)
Τον Φεβρουάριο του 1897, ο Σ. Στρέιτ ως υποδιοικητής της Εθνικής θα φθάσει σε συμβιβασμό με τους ομολογιούχους, αλλά θα τον αναστείλει η κυβέρνηση. Την ίδια μέρα της αναστολής οι μεγάλες δυνάμεις επέδιδαν διακοίνωση στην Αθήνα για το κρητικό ζήτημα.
Μετά από δύο μήνες, στις 18 Απριλίου 1897, η οθωμανική αυτοκρατορία, ενθαρρυμένη από τη Γερμανία, κήρυττε τον πόλεμο κατά της Ελλάδας. Την ίδια μέρα ο βασιλιάς Γεώργιος αντικαθιστούσε τον Δηλιγιάννη με κυβέρνηση υπό τον Δημήτριο Ράλλη.
Μετά από παρέμβαση των δυνάμεων θα κηρυχθεί ανακωχή, με την Ελλάδα ηττημένη κατά κράτος. Οι διαπραγματεύσεις ειρήνης θα διεξαχθούν χωρίς τη συμμετοχή της Ελλάδας, η οποία με διακοίνωσή της στις 10 Μαΐου1897 ανέθετε στις μεγάλες δυνάμεις «την άνευ όρων φροντίδα των συμφερόντων της».
Οι Γερμανοί ομολογιούχοι επεδίωκαν την επιβολή οικονομικού ελέγχου επί της Ελλάδας και πίεζαν τις γερμανικές τράπεζες, την κυβέρνηση και τον αυτοκράτορά τους. Από την 1η Ιουνίου 1897 ο Στρέιτ επανέλαβε τις διαπραγματεύσεις μαζί τους.
Αφού έγινε αποδεκτός ο Δ.Ο.Ε., υπογράφηκε η προκαταρκτική συμφωνία ειρήνης τον Σεπτέμβριο, η οποία υποχρέωνε την Ελλάδα σε πολεμική αποζημίωση της Πύλης, χωρίς να βλαφτούν τα συμφέροντα των ομολογιούχων και να καθυστερήσει η πληρωμή τους.
Προβλεπόταν η ίδρυση στην Αθήνα Διεθνούς Επιτροπής, η οποία θα εξασφάλιζε την εξυπηρέτηση των εθνικών χρεών της Ελλάδας.
Η συνθήκη ειρήνης προέβλεπε αποζημίωση 170 εκατομμυρίων χρυσών φράγκων στην Τουρκία. Και βέβαια χρειάστηκε νέο δάνειο για να πληρωθεί πολεμική αποζημίωση προκειμένου να αποχωρήσει η Τουρκία από τα καταληφθέντα εδάφη. Η κατάσταση πλέον της οικονομίας ήταν χαώδης.
Η Γερμανία είχε επιμείνει με έμφαση στην επιβολή του Δ.Ο.Ε. ως προϋπόθεση του συμβιβασμού. Προς αυτή την κατεύθυνση συναινούσε επίσης η Γαλλία και τελικά ευθυγραμμίστηκε και η διαφωνούσα Αγγλία.
Στην Αθήνα η προκαταρκτική συμφωνία ειρήνης είχε προκαλέσει την πτώση της κυβέρνησης Ράλλη, την οποία είχε διαδεχθεί η κυβέρνηση Ζαΐμη. Οι διαπραγματεύσεις με τους αντιπροσώπους των δυνάμεων άρχισαν τον Οκτώβριο και ολοκληρώθηκαν τον Ιανουάριο του 1898.
Ο Διεθνής Οικονομικός Έλεγχος του 1898
Τον Φεβρουάριο του 1898, η Ελλάδα έμπαινε σε διεθνή οικονομικό έλεγχο. Στο άρθρο 2 της συνθήκης ειρήνης με την Τουρκία προβλεπόταν πως η καταβολή της αποζημίωσης δεν θα καθυστερούσε την ικανοποίηση των παλαιών δανειστών της Ελλάδος και προέβλεπε την ίδρυση επιτροπής Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου από αντιπροσώπους των Μεγάλων Δυνάμεων (Γερμανία, Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία, Ιταλία, Αυστρία).
Η Επιτροπή αυτή θα βρίσκονταν μονίμως στην Αθήνα και θα επέβλεπε την τήρηση των συμφωνιών, την εξόφληση των δανειστών της Ελλάδας και την καταβολή της αποζημίωσης στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η συμφωνία την οποία αναγκάστηκε να υπογράψει η Ελλάδα προέβλεπε επίσης ρήτρα σύμφωνα με την οποία η χώρα μας όφειλε να εξασφαλίσει την ψήφιση των όρων της από την ελληνική βουλή!
Οι εκπρόσωποι των μεγάλων δυνάμεων, προστάτες στην ουσία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αλλά και των δικών τους συμφερόντων, εγκαταστάθηκαν στην Αθήνα από τον Οκτώβριο του 1897, πριν καν ψηφιστεί το σχετικό νομοσχέδιο από την ελληνική βουλή, το οποίο οι ίδιοι συνέταξαν!
Και από τις 21 Φεβρουαρίου 1898, όταν το ελληνικό κοινοβούλιο ψήφισε τους όρους της συνθήκης και τους έκανε νόμο (όπως είχε… προαναγγελθεί από τη συνθήκη ειρήνης του Σεπτεμβρίου του 1897), εγκαταστάθηκαν πλέον κανονικά και με το νόμο περίπου ως κυβερνήτες στη χώρα…
Οι Γερμανοί σκληραίνουν τη στάση τους…
Ο τότε πρωθυπουργός Αλέξανδρος Ζαΐμης, μετέπειτα Ύπατος Αρμοστής Κρήτης και Πρόεδρος της Δημοκρατίας, που είχε διαδεχθεί τον Σεπτέμβριο τον παραιτηθέντα Θεόδωρο Δηλιγιάννη, προσπάθησε να πετύχει μείωση της ξένης επέμβασης στη διοίκηση της χώρας.
Άγγλοι, Γάλλοι, Ιταλοί κλπ, το συζητούσαν, αλλά η Γερμανία του κάιζερ Γουλιέλμου Β΄, που είχε τη σκληρότερη στάση, δεν το δέχτηκε. Η Διεθνής Επιτροπή Ελέγχου ανέλαβε καθήκοντα οικονομικής διαχείρισης, αλλά στην ουσία ευρύτερης πολιτικής διοίκησης, αφού αποφάσιζε και για τις προσλήψεις, τις προαγωγές και τις μεταθέσεις στον δημόσιο τομέα, ενώ έλεγχε και υπέγραφε ακόμη και την αλληλογραφία!
Τα δάνεια που όφειλε η Ελλάδα χωρίστηκαν σε τρεις κατηγορίες ανάλογα με την παλαιότητα τους και υπολογίστηκε τόσο ο τόκος για τα 4 χρόνια της πτώχευσης, από το 1893. Τα δάνεια σε καιρό πτώχευσης η Ελλάδα δεν τα αναγνώριζε, αλλά φυσικά οι αποφάσεις δεν ήταν πλέον δικές της… «Διευκολύνθηκε» για την περίοδο αυτή με το να χρεωθεί ένα πιο χαμηλό επιτόκιο… Επιβλήθηκε επίσης νέα ισοτιμία της δραχμής ως προς τα ξένα νομίσματα, που φυσικά ήταν ευνοϊκή για τους δανειστές, ενώ αφαιρέθηκε από την κυβέρνηση το δικαίωμα να κόψει χρήμα στο ελληνικό νομισματοκοπείο.
Στην ουσία καταργήθηκε η ελληνική κυβέρνηση και καταλύθηκε η εθνική κυριαρχία . Οι Έλληνες είχαν μπει επίσημα σε μια μορφή διεθνούς κατοχής. Φυσικά ο Ελληνικός στρατός υπήρχε μόνο στα χαρτιά, καθώς δεν υπήρχαν πόροι για την συντήρηση του, δεν αγοραζόταν πολεμικό υλικό, δεν γίνονταν ασκήσεις και η στρατιωτική θητεία είχε ελαχιστοποιηθεί.
Η πρώτη απόφαση που πήρε αφορούσε στην εκμετάλλευση των βασικών πλουτοπαραγωγικών πηγών της χώρας ώστε τα έσοδα να χρησιμοποιηθούν για τα δάνεια. Έτσι στους ξένους επιτηρητές εκχωρήθηκαν, τα κρατικά μονοπώλια άλατος, πετρελαίου, σπίρτων, παιγνιοχάρτων, σμύριδος, σιγαροχάρτου (θα απέφεραν, όπως υπολογίστηκε, 12.300.000 δραχμές, ο φόρος καπνού (6.600.000 δρ.), τα τέλη χαρτοσήμου (10.000.000 δρ.) και οι δασμοί του τελωνείου Πειραιά (10.700.000 δρ.)
Το εναλλακτικό σχέδιο, αν δεν γινόταν δυνατή η είσπραξη των ποσών αυτών, προέβλεπε την εκχώρηση των δασμών από τα τελωνεία, Λαυρίου (πρόβλεψη για είσπραξη 1,5 εκατ. δραχμών), Πατρών (2,4 εκατομ.), Βόλου (1,7 εκατομ.), Κέρκυρας (1,6 εκατομ.)
Όταν λειτούργησε η επιτροπή του Ελέγχου, οι Ευρωπαϊκές δυνάμεις χορήγησαν νέο δάνειο 170.000.000 χρυσών φράγκων ώστε η Ελλάδα να πληρώσει την πολεμική αποζημίωση στην Τουρκία για την πολεμική της ήττα και να αντιμετωπίσει το τρέχον υψηλό της έλλειμμα. Μας χορήγησαν δηλαδή δάνειο για να δυσχεράνουν ακόμη περισσότερο την ελληνική θέση, καθώς το επιτόκιο ήταν αρκετά υψηλό…
Ένα μεγάλο μέρος των εσόδων συλλέγονταν από την «Εταιρεία Διαχειρίσεως Μονοπωλίων», η οποία ήταν εισηγμένη στο Χρηματιστήριο της Αθήνας.
Ο Διεθνής Οικονομικός Έλεγχος διατηρήθηκε στη χώρα μέχρι τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, αλλά τα τελευταία δάνεια ξεπληρώθηκαν το…1978!! Τότε μάλιστα έκλεισε και το γραφείο του ΔΟΕ στην Αθήνα.
Πηγή: magdasblog.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου