Πέμπτη 3 Νοεμβρίου 2016

Μυστική σύσκεψη Μακεδόνων Ὁπλαρχηγῶν στή μονή Ἁγίου Διονυσίου Ὀλύμπου (3 Νοεμβρίου 1827)

Ἡ καταστολή τῆς ἀτυχοῦς ἐπαναστάσεως τῶν Ἑλλήνων πού ἔλαβε χώρα τόν Ἀπρίλιο – Μάιο τοῦ 1822, στή Νάουσα καί στήν περιοχή Ὀλύμπου - Πιερίων, ἀνάγκασε πολλούς Μακεδόνες ἀγωνιστές μαζί μέ τίς οἰκογένειές τους, νά καταφύγουν στό Νότο καίἀρκετοί ἀπό αὐτούς ἐγκαταστάθηκαν στίς Βόρειες Σποράδες. Ἀπό τότε, ἐκτός ἀπό λίγες μικροσυμπλοκές καί μερικές πειρατικές ἐπιδρομές, δέν μνημονεύονται ἀξιόλογα ἐπαναστατικά κινήματα. Ἡ Μακεδονία παρέμενε φαινομενικάἥσυχη καί αὐτό ἀκριβῶς ἔκανε τούς ἀντιπροσώπους τῶν Δυνάμεων πού συζητοῦσαν γιά τόν καθορισμό τῶν συνόρων τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους, νά μήν συμπεριλάβουν στίς συζητήσεις τους, τήν Μακεδονία.


Ἀπό τίς ψυχές ὅμως τῶν Μακεδόνων δέν εἶχε ἐξαλειφθεῖ ἡ ἐπαναστατική φλόγα καί ὁπόθος γιά τήν ἐλευθερία. Οἱ Μακεδόνες ἀγωνιστές πού εἶχαν καταφύγει στό Νότο εἶχαν πάντοτε στραμμένα τά βλέμματά τους πρός τήν πατρίδα τους, ἐνῶ πρόκριτοι, ἱερωμένοι καί λαϊκοί πού εἶχαν μείνει στόν τόπο τους, περίμεναν τήν κατάλληλη στιγμή γιά νά ξεσηκώσουν τούς Ἕλληνες ἐναντίον τῶν Τούρκων.

Τό Νοέμβρη τοῦ 1827, στή Μονή τοῦ Ἁγίου Διονυσίου στόν Ὄλυμπο, γίνεται μία μυστική σύσκεψη πολλῶν ὁπλαρχηγῶν, κληρικῶν καί προκρίτων κυρίως ἀπό τήν περιοχή Ὀλύμπου καί Πιερίων.
Τριάντα περίπου ἄτομα ὑπογράφουν στίς 3 Νοεμβρίου τοῦ 1827, δύο ἀναφορές πού τίς στέλνουν στήν Ἑλληνική Κυβέρνηση. Στίς ἀναφορές αὐτές μιλᾶνε γιά τήν ἀνάγκη νά δράσουν ὥστε νά ἀπελευθερωθοῦν τά ἐδάφη τους καί μάλιστα τώρα, πού πρόκειται νά καθοριστοῦν τά ὅρια τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους. Μιλᾶνε γιά τήν ἀνάγκη καί τήν προθυμία στρατιωτῶν καί κατοίκων τῆς περιοχῆς των γιά ἐλευθερία καί ζητοῦν ἀπό τήν κυβέρνηση νά τούς ἐνισχύσῃ ὑλικά καί νά διορίσῃ ἐπικεφαλῆς ἕναν ἄνθρωπο ἄξιο, στοῦ ὁποίου τό κύρος νά ὑπακούουν ὅλοι.
Στήν πρώτη ἀναφορά ζητοῦν νά τούς στείλῃ ἡ κυβέρνηση τόν «πατριώτην ἔξοχον κύριον Δημήτριον ‘Υψηλάντην», γιατί ὅλοι οἱ οπλαρχηγοί καὶ στρατιῶτες τόν σέβονται καί γιατί «ἡ ἐπήρεια (ἐπιρροή) καί πατριωτική προθυμία «τοῦὑποκειμένου τούτου» θὰ κερδίσῃ τήν ὑπόληψη ὅλων καί θά διώξῃ «τόν όλέθριον φθόνον καί άντιζηλίαν».
Στήν ἄλλη ἀναφορά ζητοῦν νά τούς στείλουν τόν Βαυαρό φιλέλληνα συνταγματάρχη Heideck ὡς «διευθυντή τῶν πραγμάτων» καί «μεθ’ ὅλης τῆς παρεπομένης οἰκονομίας τῶν ἀναγκαίων ζωοτροφιῶν, πολεμοφοδίων καιἀναγκαίας θαλασσίου δυνάμεως καί πᾶν ὅ,τι συντείνει εἰς τήν ἐκστρατείαν». Στήνἀναφορά αὐτή τονίζουν τήν παρουσία τοῦ Heideck ὡς ἀπαραίτητη γιά τόν σεβασμό πού τοῦ ἔχουν οἱ ἀγωνιστές.
Δηλαδή ζητοῦσαν ὡς γενικό ἀρχηγό τόν Ὑψηλάντη καί τόν Βαυαρό φιλέλληνα ὡς βοηθό του, ἐπιμελητή καί ἐπιτελάρχη.
Τίς ἀναφορές αὐτές τίς ὑπογράφουν γνωστοί ὁπλαρχηγοί ὅπως οἱ ἀδερφοί Διαμαντῆς καὶ ὁ Κώστας Νικολάου, οἱ ἀδερφοί Γεώργιος καί Ἀθανάσιος Σύρου, ὁ Τόλιος Λάζου,ὁ Θόδωρος Ζιᾶκας καί ἄλλοι. Ἐπίσης ὑπογράφουν οἱ ἠγούμενοι τῶν μοναστηριῶν τοῦἉγίου Διονυσίου καί τῆς Πέτρας Ὀλύμπου, τῆς μονῆς Μακρυρράχης τοῦ χωριοῦΚόκοβα τῶν Πιερίων καί μερικοί ἱερεῖς καί πρόκριτοι τῆς περιοχῆς. Οἱ διασημότεροιὁπλαρχηγοί συνοδεύουν τήν ὑπογραφή τους καί μέ σφράγισμα ἀπό τό ἀτομικό τους σφραγίδα-δαχτυλίδι.
Τά ἔγγραφα αὐτά βρίσκονται στά Γενικά Ἀρχεῖα τοῦ Κράτους.
Ἡ πρώτη ἀναφορά τῶν ὁπλαρχηγῶν πρός τήν Ἑλληνική Κυβέρνηση, ἔχει ὡς ἐξῆς:
Πρός τήν Σεβαστήν ἡμῶν Κυβέρνησιν,
Ὁ ἔνθερμος πατριωτικός ζῆλος, ὅστις ἐκίνησε το ἔθνος μας κατά τῆς τυραννίας ὑπέρ τῆς κοινῆς ἐλευθερίας, ἀναζωπύρησεν ἀπό την ἀρχήν αὐτήν ὅλον τόν ἐνθουσιασμόν εἰς τάς καρδίας τῶν γενναίων Ὀλυμπιακών στρατευμάτων.
Περιττόν να προσθέσωμεν ποσάκις ἐκινήθησαν τά Ὀλυμπιακά σώματα και ὁποῖαἐκατόρθωσαν εἰς τά κινήματά των. Ἄν ἴσως ὁ φθόνος ἢ ἡ βασκανία τῆς τύχης ἢ αἱ ἄλλαι καταχρήσεις τῶν κατά καιρῶν διευθυντῶν ἀνέκοψεν τάς εὐκταίας προόδους, δεν εἶναι βέβαια σκληροτράχηλον ἀποτέλεσμα τῶν προθέσεων τούτων των στρατευμάτων, ἀλλά σφάλμα καθαρόν και ἀτόπημα προξενηθέν ἀπό τούς ἀνοητίας.
Μέ τήν παρούσαν ἐπισημοτάτην περίστασιν φαίνεται ἀπαραμοίωτος ὁ ἴδιος ἐνθουσιασμός μέ ὅλον τόν ἐναπαιτούμενον διάπυρον ζῆλον τῶν ἐνταῦθα στρατιωτικῶν σωμάτων μας καί, καθ΄ ὅσον ἡ φιλάνθρωπος συγκατάθεσις τῶν μεγάλων εὐρωπαϊκῶν δυνάμεων μᾶςἐνθαρρύνει καί μᾶς παρακινεῖ να κινηθῶμεν ἁπανταχόσε καί νά συγκρουτήσωμεν νέα στάδια ἀγώνων, ἄλλο τόσον φαίνεται νά κορυφοῦται ἡ ἄμιλλα καί ἡ προθυμία τῶν γενναίων στρατιωτῶν μας.
Τίποτε δέν ἠμπορεῖ νά τήν ψυχράνῃ ἢ νά τήν ἐμποδίσῃ εἰ μή ἡ κακή προμήθεια τῶν τροφῶν, πολεμοφοδίων καί ἡ ἔλλειψης τῆς ἀναγκαίας θαλασσίου δυνάμεως.
Ἐκρίθη λοιπόν ἐν μιᾷ φωνῇ καί καρδίᾳ νά ἀναφερθῶμεν προς τήν Σεβαστήν Κυβέρνησιν τοῦ ἔθνους, παρασταίνοντες ὅτι ἀπό ἐμᾶς ἀπαιτεῖται ζῆλος καί προθυμία, ἀπό δέ τῆς Σεβαστῆς Κυβερνήσεως ἡ ἀπαραίτητος προμήθεια τῶν ἀναγκαίων.
Καί ὅταν ἐπί κεφαλῆς μας διορίσῃ ὑποκείμενον εὐσέβαστον καί ἄξιον νά μᾶς ὁδηγήσῃ,ὑποσχόμεθα ἐντός ὀλίγου νά δείξωμεν κατορθώματα ἄξια τῶν λαμπρῶν προπατόρων μας καί νά ὑπερκτείνωμεν μέ γιγαντιαῖα βήματα τά ὅρία τῆςἐπικρατείας.

Γνωρίζει καθείς ποία στάθη λυμπιακή προθυμία ες τό νά κολουθήσωσι τάςδηγίας τν κατά καιρν διευθυντν, το τε Κωλέτη καί λλων, κατά τάς διαταγάς τς Διοικήσεως καί τι τά παρακολουθήσαντα διάφορα τοπήματα πεκατέστηνον τά κινήματά μας νωφελ.ταν λοιπόν Σεβαστή Κυβέρνησις φροντίσ ν΄ντικαταστήσ νθρωπον ξιον καί προικισμένον πωσον μέ πολιτικά καί πολεμικά προτερήματα, μπόρε φεύκτως καί νάλπίσ ποτελέσματα νάλογα τς εχς της.
Παρόμοιον
ποκείμενον καί πρός τό ποίον νά σώζεται πό μέρους τν νταθαπλαρχηγούντων καί ν γένει λων τν στρατιωτν μας τό νκον σέβας γνωρίζει τόν πατριώτην ξοχον κύριον Δημήτριον ψηλάντην. πήρεια καί πατριωτική προθυμία το ποκειμένου τούτου φάνη καί λλοτε, στε νά κερδίσ λη τήν πόληψιν μν καί τν συστρατιωτν μας. Καί διά νά φαιρέσφ΄μν τόν λέθριον φθόνον καί ντιζηλίαν εναι καλόν νά συγκατατεθ Σεβαστή Κυβέρνησις διορίζουσα τόν πατριώτην τοτον, διά νά συμβον καί εκτααποτελέσματα.Ες πν δέ ναντίον ς εναι Σεβαστή Κυβέρνησις βεβαία τι δέν μπορε νά κατορθωθ τίποτε καί θέλει ποκτήσει τήν δικαίαν γανάκτησιν και αώνιον πικράν κατάκρισιν πό λους ν γένει τους Θετταλολυμπίους λαούς, οτινες πό τήν ρχήν τςπαναστάσεως ψυχή πλέον ως τήν σήμερον δέν τους μεινεν..
τ 3 Νοεμβρίου 1827                                                                           
κ το στρατοπέδου το κατά τήν                                                             
Σεβαστήν Μονήν το Ἁγ. Διονυσίου
ἐν Ὀλύμπου
καί μέ τό νκον σέβας μένομεν
ο συμπολται καί πλαρχηγοί 
λύμπιοι 




Διαμαντής Γ. νικολάου
Ἰουάνης σβορόνος
ἀθανάσιος σύρου
Το Κο (ἴσως Τόλιος Κότας)
λά(μ)προς μάνταλος
Γιαννούλας Μάν(τ)ζαρης
Τόλιος Λάζως
Μιχάλης πιτζηάβας
Θεόδωρος Ζηάκα
Λιάπης Γεωργιάδης Γραμματεύς
Παπαθίμηος
Διονύσιος Ἰγούμενος μακριᾶς ράχης
Πέτρου γεόργι

γιόργος λώλου
νικόλαος μανόλι
γούμενος το γίου Διονυσίου μεθόδιος Πίτζιαβας
Ιωάνης σβορόνος (τό
διο νομα τό βρίσκουμε καί στην ρχή τν πογραφν)ναγνώστι γεοργήου
γηόργηος σιρόπολος
Κώστας Νικολάου
γούμενος σαμουήλ πέτρας
Νικόλαος φράγγου
κόστας διμολάζως
παντεληός
ωάνου
δημήτρη θεωδόρου
ναγνώστης παπαζήση
γηοργάκης λιόλιος
σταμάτη γραμένο
Παπακοσμ
ς Πέτραςναγνόστης χασκάρα
γιόργις μποσταντζής
ντονάκη διαμαντή
Στήν ἄλλη ὄψη τοῦ φύλλου: Πρός τήν Σεβαστήν μν Κυβέρνησιν θεν ερίσκεται.
Στή δεύτερη ναφορά τν πλαρχηγν, διαβάζουμε:
Πρός τήν Σεβαστήν μῶν Κυβέρνησιν,πειδή καί παροσα περίστασις παιτε ταχύτητα ες τά πράγματα το θνους πρόςχύρωσιν τν μερν τς πικρατείας ναντίον το χθρο διά τν πλων, νάγκη πσα διά νά εδοκιμήσ κστρατεία μας καί χι καθώς πολλάκις συγκεντρωθέντες διελύθημεν πό τε τάς λλείψεις τν πολεμικν μέσων καί τν τοπημάτων τν κατά καιρν διευθυντν.
Διό παρακαλο
μεν νά μς διορισθ διευθυντής τν πραγμάτων μας συνταγματάρχης κύριος ϊντέκ μεθ΄ λης τς παρεπομένης οκονομίας τν ναγκαίων ζωοτροφιν, πολεμοφοδίων καί ναγκαίας θαλασσίου δυνάμεως καί πν ,τι συντείνει ες τήνκστρατείαν μας. Τόν ποον τοτον φιλέλληνα ζητομεν πιμόνως παρά τς Σ. Κυβ. νά μς τόν στείλ, πού χωρίς ατόν ες τόν ποον σώζουν κ μέρους μν τν στρατιωτν μας λων καί μες τήν νήκουσαν πιρροή καί σέβας, καί εν΄δύνατονλλος τις τν διευθυντν να τελεσφορήσ καί νά ποβον ασια ποτελέσματα καί προχωροντες γιγαντιαίως περεκτείνοντες καί ατά τά ρια τς έπικρατείας.
Ε
ς πν δέ ναντίον θέλει χει Κυβ. τήν αώνιον κατάκρισιν πό λους τούς άθώους Θετταλολυμπίους λαούς,
τ 3 Νοεμβρίου 1827                                                                           
κ το στρατοπέδου το κατά τή                                                               
Σεβαστήν Μονήν το γ. Διονυσίου                                                          
ν λύμπου
καί μέ τό νκον σέβας μένομεν
ο συμπολται καί πλαρχηγοί
λύμπιοι

Διαμαντής Γ. νικολάουθανάσιος σύρου
Το Κο
(ἴσως Τόλιος Κότας)
λά(μ)προς μάνταλος
Γιαννούλας Μάν(τ)ζαρης
Μηχάλης πιτζηάβας
Λιάπης Γεωργιάδης Γραμματεύς
ργίρι ….(δυσανάγνωστη λέξη)
ουάνης σβορόνος
παπαγιάνις
γιόργις λώλου
θεόδωρος ζηάκα
Δίμος νικολάου
…….. ζηάκα
(δυσανάγνωστη λέξη)
παπαευθήμηος
γιργίου μιχάλη
Παπακοσμ
ς Πέτρας
Διονύσιος
γούμενος μακρις ράχης
Πέτρου γιόργι
Τόλιος Λάζως
γούμενος το γίου Διονυσίου μεθόδιος Πίτζιαβαςγούμενος σαμουήλ πέτραςναγνώστης χασκάρα
γιοργάκις λιόλιος
κόστας δίμος λάζως
γιάνης πετραχίλας
ναγνώστι γεοργήου
τόλιος μιχάλις
ναγνώστης παπαζήση
γηόργηος συρόπολος
κόστας νικολάου
σταμάτη γραμένο
παντεληός
ωάνου
δημήτρη θεοδόρου

στήν ἄλλη ὄψη τοῦ φύλλου γράφει: Πρός τήν Σεβαστήν μν Κυβέρνησιν θεν ερίσκεται.
Ὁ Heideck σέ ἀπάντηση ποὺ ἔστειλε στοὺς ὁπλαρχηγούς, δέχεται μέ εὐχαρίστηση τήν πρότασή τους. Ἐπειδή ὅμως εἶχε φτάσει στήν Ἑλλάδα ὁ Καποδίστριας, τούς παρακινεῖνά ἀπευθυνθοῦν σέ αὐτόν, καί τούς ὑπόσχεται ὅτι θά συνδράμῃ μέ εὐχαρίστηση, ὅσο μπορεῖ.
Τό γράμμα τοῦ Heideck εἶχε ἡμερομηνία «Πόρος, τήν 10 Ἰανουαρίου 1828», καί στήν πίσω ὄψη τοῦ φύλλου γράφει: «Πρός τούς Κυρίους Κυρίους Ὁπλαρχηγούς καί Προκρίτους τῶν Θετταλολυμπίων, εἰς Ὄλυμπον.»
Τόν Δεκέμβριο τοῦ 1827 οἱ ὁπλαρχηγοί Διαμαντῆς καί Κώστας Νικολάου, ὁ Τόλιος Λάζου καί ὁ Γεώργιος Συρόπουλος, μεταβαίνουν στή Σκόπελο καί ἐπικοινωνοῦν γραπτῶς μέ τούς πληρεξουσίους τους, τόν ἀρχιμανδρίτη Κωνστάντιο, τόν ἀρχιμανδρίτηἈρσένιο, τόν Ἀναστάσιο Ἐλεῶν καί τόν Ἰωάννη Περικλέα, καί προσπαθοῦν νά μεταφέρουν ἀπό τή Μακεδονία στή Νότια Ἑλλάδα τά γυναικόπαιδα τῶν ἀγωνιστῶν, γιά νά διευκολύνουν μία ἐνδεχόμενη ἐπαναστατική κίνηση. Γιά τό σκοπό αὐτό ζητοῦν νά τούς ἐξασφαλιστῇ μία μικρή γολέτα, ὥστε νά μεταφερθοῦν τά γυναικόπαιδα.
Μετά τήν ἀνάληψη τῆς ἐξουσίας ἀπό τόν Καποδίστρια, οἱ πληρεξούσιοι τῶν Μακεδόνων, ὑποβάλλουν στόν Κυβερνήτη ὅλα τά ἔγγραφα τῶν ὁπλαρχηγῶν, καθῶς καί ἀντίγραφο ἀπό τήν ἀπάντηση τοῦ Heideck, καί ζητοῦν τή συμπαράστασή του γιά τή δικαίωση τῶν πόθων τῶν Μακεδόνων.
Τό ἔγγραφο μέ τό ὁποῖο τά διαβιβάζουν εἶναι τό ἐξῆς:
ξοχώτατε,
Ο
πλαρχηγοί το λύμπου δηγούμενοι πό προλαβόντα παραδείγματα (διά νά βάλωσι βάσιν τς προμηθείας τν ναγκείων ες τήν ρετήν νδρν ποδεδειγμένων)ναγκάσθησαν νά καταφερθσιν ες τό ψος τν γτοσεν πανταχόσε. λλ΄ δη, τε ποστήριξις τν λπίδων πό τήν πατρικήν κηδεμονίαν τς ξοχότητός σας μψυχώνει το Πανελλήνιον, πρεπε ν΄ ναφερθσι κατ΄ξίαν.
Διό καί παρακαλο
μεν θερμς ο ποσημειούμενοι Πληρεξούσιοί των νά συγκαταβτε ες τό ζήτημα ποβλέποντες καί τήν προθυμίαν των πέρ λευθερίας καί τήν φιλανθρωπίαν πρός τούς κε πολλυμένους λαούς. κύριος ϊδέκερ κατά τό γκλειστον ντίγραφον δεικνύει κραν προθυμίαν.
ν Αγίν, τήν 23 ανουαρίου 1828
Καί μέ βαθύτατον σέβας διαμένομεν
Ε
πειθέστατοι πολται
Κωνστάντιος
ρχιμανδρίτηςναστάσιος λεώνωάννης Περικλς
Οἱ Μακεδόνες καί οἱ Θεσσαλοί ὁπλαρχηγοί συνέχισαν τίς ἐκκλήσεις τους πρός τόν Καποδίστρια, χωρίς ὅμως αποτέλεσμα. Τόν Νοέμβριο τοῦ 1828, ὅταν ὁ Ὑψηλάντηςἐξεστράτευσε στήν Ἀνατολική Στερεά, οἱ Μακεδόνες ὁπλαρχηγοί τοῦ ἔστειλανἀντιπροσώπους μέ νέες προτάσεις γιά τήν ἀναζωπύρωση τοῦ ἀγώνα στήν Μακεδονία.
Ἡ ἀπάντηση τοῦ Ὑψηλάντη ὅμως ἦταν ἀρνητική καί σέ αὐτό ἦταν σύμφωνος καί ὁΚαποδίστριας. Δέν συνέφερε κατά τή γνώμη του, ἡ ἐπέκταση τῶν ἐπιχειρήσεων σέ μακρινές περιοχές χωρίς νά μποροῦν νά τίς ἐξασφαλίσουν καί μάλιστα τή στιγμή πού οἱἀντιπρόσωποι τῶν Δυνάμεων στόν Πόρο συζητοῦσαν σχετικά μέ τά ὅρια τοῦ ἑλληνικοῦκράτους.
Ὅταν τόν Ἰούλιο τοῦ 1829, στήν Δ’ Ἐθνοσυνέλευση, ὁ Διαμαντῆς Νικολάου ἐξὀνόματος τῶν Θεσσαλομακεδόνων πρόσφερε στόν Καποδίστρια τήν πληρεξουσιότητα,ἐκεῖνος τόν εὐχαρίστησε, ἀλλά ταυτόχρονα τοῦ δήλωσε ὅτι δέν μποροῦσε νά τή χρησιμοποιήσῃ.
τύχη τς πατρίδας των (δηλαδή τς Μακεδονίας καί τς Θεσσαλίας), το γραφε τότε,ξαρτται μόνο πό τίς Μεγάλες Δυνάμεις καί το συνιστοσε, πως καί προηγουμένως, νά διατηρήσουν καλές σχέσεις μέ τούς Τούρκους καί νά λπίζουν γιά τό μέλλον στή θεία πρόνοια καί στή δικαιοσύνη τν Δυνάμεων…
Ἔτσι κατέληξε ἄκαρπη αὐτή ἡ προσπάθεια τῶν Μακεδόνων ὁπλαρχηγών γιά τήνἀναζωπύρωση τοῦ ἐπαναστατικοῦ ἀγῶνα στή Μακεδονία. Οἱ Μακεδόνες πρόσφυγες γιά ἀρκετό χρόνο ἐξακολούθησαν νά μένουν στίς Σποράδες καί πολλοί ἀπό αὐτούς νά λυμαίνονται ἀπό ἐκεῖ ὡς πειρατές πιά τούς Ἕλληνες, ὥσπου ὁ Μιαούλης, μέ διαταγή τοῦ Καποδίστρια, κατέλαβε τό ὀρμητήριό τους καί αἰχμαλώτισε ἢ πυρπόλησε τάἐξοπλισμένα πλοιάριά τους.
Ὅσοι ὁπλαρχηγοί εἶχαν μείνει στή Μακεδονία, προσκύνησαν τούς Τούρκους καί φρόντισαν νά ἀποκαταστήσουν τίς σχέσεις τους μ΄αὐτούς καί νά ξαναπάρουν τάἀρματολίκια τους, περιμένοντας ἄλλη κατάλληλη περίσταση, γιά νά πραγματοποιήσουν τήν αἰώνια ἐπιθυμία τους· τήν ἀπελευθέρωση καί τήν ἔνωση μέ τό ἐλεύθερο ἑλληνικό κράτος…
Οἱ Τοῦρκοι δεν ἄργησαν να ἀντιληφθοῦν ὅτι ἡ Μονή Διονυσίου εἶναι συνωμοτικό κέντρο τῶν Μακεδόνων καπεταναίων. Τό Φθινόπωρο τοῦ 1828 λεηλάτισαν και κατεδάφισαν τό μοναστήρι, ὅπως φαίνεται ἀπό μία ἀναφορά τοῦ ὁπλαρχηγοῦ ΔιαμαντῆΝικολάου προς τον Ὑψηλάντη ποὺ φέρει ἡμερομηνία 10 Ὀκτωβρίου 1828...
Βιβλιογραφία
Στ. Παπαδόπουλος
Μακεδονικά Σύμμεικτα, Τόμος 6ος , Θεσσαλονίκη 1965, Ε.Μ.Σ
Τὰ ἔγγραφα βρίσκονται στά Γενικά Ἀρχεῖα τοῦ Κράτους

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου