Δεν
χειραγωγείται το συνειδητό των ανθρώπων με τη βοήθεια της λογικής τους,
αλλά οι επιθυμίες και οι μη συνειδητοί φόβοι δια μέσου των
συναισθημάτων τους – με έναν τρόπο που είναι σχεδόν αδύνατον να αμυνθούν
οι περισσότεροι, ειδικά οι λιγότερο μορφωμένοι.
«Ο επικοινωνιακός βομβαρδισμός μέσω των ΜΜΕ και των καταστροφικών συνθημάτων που προωθούνται, έχει στόχο την «αποτέφρωση» της ανακλαστικής σκέψης(=πληροφόρηση, επεξεργασία των πληροφοριών, σύνθεση) – αμέσως μετά στην αντικατάσταση της από μία διαδοχική σειρά εικόνων εκτός του χώρου και του χρόνου. Σε μία χρονική και τοπική απόσταση δηλαδή που δεν είναι δυνατόν να ελεγχθούν οι εικόνες και οι πληροφορίες ως προς την αλήθεια τους, από αυτούς που δέχονται την επίθεση.
Στα πλαίσια αυτά κάθε ημέρα, 24 ώρες το 24ωρο, ένας αόρατος στρατός τοποθετεί ως στόχο τον εσωτερικό κόσμο των θυμάτων του – χωρίς να χρησιμοποιεί αεροπλάνα ή υποβρύχια, αλλά μόνο εικόνες και μηνύματα (σλόγκαν) «στοχευόμενα» χειραγωγημένων πληροφοριών. Οι ψυχολογικοί πολεμιστές δεν θέλουν ασφαλώς να σκέφτονται και να αναλύουν οι άνθρωποι τις «πληροφορίες» που τους δίνουν – αλλά να τις καταναλώνουν «ωμές», χωρίς να τις συνδέουν (συνδυάζουν) μεταξύ τους» (πηγή).
Ανάλυση
Υπάρχουν
διάφοροι τρόποι ελέγχου των μαζών – της εξαπάτησης τους καλύτερα με
στόχο την εξυπηρέτηση συγκεκριμένων συμφερόντων. Έχοντας αναφερθεί
διεξοδικά στις δέκα βασικές μεθόδους των ελίτ (ανάλυση), τονίσαμε πρόσφατα το
ρόλο των χειραγωγούμενων δημοσκοπήσεων, μέσω των οποίων ήδη «δολοφονήθηκαν» τα μικρά κόμματα της ελληνικής Βουλής – όταν τα στελέχη και οι βουλευτές τους «διαπίστωσαν» την κατάρρευση των εκλογικών ποσοστών τους, οπότε τον κίνδυνο απώλειας της «καρέκλας» τους, με αποτέλεσμα να τα εγκαταλείπουν μαζικά.
ρόλο των χειραγωγούμενων δημοσκοπήσεων, μέσω των οποίων ήδη «δολοφονήθηκαν» τα μικρά κόμματα της ελληνικής Βουλής – όταν τα στελέχη και οι βουλευτές τους «διαπίστωσαν» την κατάρρευση των εκλογικών ποσοστών τους, οπότε τον κίνδυνο απώλειας της «καρέκλας» τους, με αποτέλεσμα να τα εγκαταλείπουν μαζικά.
Φυσικά
δεν ήταν η μοναδική αιτία, αλλά επίσης το ότι οι επικεφαλείς τους
καρπώνονται το μεγαλύτερο μέρος των κρατικών επιχορηγήσεων, οι οποίες
δεν είναι καθόλου αμελητέες – αφού ένα μικρό κόμμα του μεγέθους της Ένωσης Κεντρώων εισπράττει στα τέσσερα χρόνια της θητείας του πάνω από 2.000.000 €, συν άλλα τόσα περίπου για τη διεξαγωγή εκλογών και ευρωεκλογών (εκτός από τους μισθούς των βουλευτών του, τα προνόμια τους κοκ.).
Ο βασικός τρόπος όμως του ελέγχου των μαζών είναι τα ΜΜΕ, σε συνδυασμό με τους δημοσιογράφους που τα υπηρετούν – υπενθυμίζοντας πως δημοσιογράφος είναι, με βάση την «ετυμολογία» της λέξης, ο οποιοσδήποτε γράφει δημόσια. Στην πραγματικότητα όμως, όσον αφορά την Ελλάδα, κυρίως όσοι ανήκουν στην ΕΣΗΕΑ, η οποία λειτουργεί «προς όφελος» των μελών της.
Οι
δημοσιογράφοι διακρίνονται σε αυτούς που «μεταφέρουν» απλά ειδήσεις,
χωρίς να τις «εμπλουτίζουν» με τις υποκειμενικές τους απόψεις, στους
ερευνητές ειδικών περιπτώσεων (σκάνδαλα, εταιρείες, πολιτικούς, δικαστικές υποθέσεις κλπ.), στους «αναζητούντες την αλήθεια» μέσω συνεντεύξεων που πολύ συχνά είναι «στημένες» (image makers) , σε αυτούς που καταγγέλλουν τους πάντες και τα πάντα (συναντώνται κυρίως στα τοπικά τηλεοπτικά δίκτυα και στα μικρά ραδιόφωνα),
με στόχο την αύξηση του αναγνωστικού ή τηλεοπτικού τους μεριδίου, οπότε
τη διαφημιστική τους άνοδο, ενώ είναι χρήσιμοι στο σύστημα (ανάλυση)
για την εκτόνωση του λαού κοκ. Στα πλαίσια αυτά, το να θεωρούμε πως
έχουμε ένα δημοκρατικό πολίτευμα είναι μάλλον αστείο – αφού μόνο
δημοκρατικά δεν λειτουργεί το σύστημα.
Φυσικά υπάρχουν και οι «εξειδικευμένοι δημοσιογράφοι» σε θέματα οικονομίας, νομικής, ιατρικής κλπ. – ελάχιστοι από τους οποίους έχουν σπουδάσει την επιστήμη, για την οποία γράφουν, με αποτέλεσμα να ενημερώνουν με το χειρότερο δυνατό τρόπο αυτούς που τους παρακολουθούν (εάν υποθέσουμε πως δεν εξυπηρετούν πολιτικά ή άλλα συμφέροντα, όπου η γνώση της αλήθειας είναι περιττή, εάν δεν είναι ζημιογόνα).
Κατά την άποψη πολλών τώρα, οι πλέον «επικίνδυνοι» είναι οι ερευνητές ειδικών περιπτώσεων (investigative Journalism), οι οποίοι λειτουργούν ως «ντετέκτιβ» –
με την έννοια πως μία μικρή, αν και απροσδιόριστη μειοψηφία τους,
συνηθίζει να κερδίζει τεράστια ποσά, με τη βοήθεια εκβιασμών.
Αναλυτικότερα,
εάν ο «δημοσιογράφος-ερευνητής» έχει ανακαλύψει μία παράνομη πράξη ενός
ατόμου, ενός κόμματος ή μίας επιχείρησης που ερευνάει, εμφανίζει αρχικά σε κάποιο ΜΜΕ το θέμα, χωρίς να εμβαθύνει στις λεπτομέρειες, έτσι ώστε να ενημερώνονται τα θύματα του –
με αποτέλεσμα να εισπράττει μεγάλα ποσά για την αποσιώπηση του θέματος
στη συνέχεια, αφού τα έντρομα θύματα σπεύδουν να εξαγοράσουν τη σιωπή
του.
Αυτός είναι ένας από τους λόγους που μπορούν να επιβιώνουν εφημερίδες, για παράδειγμα, οι οποίες εμφανίζουν τεράστιες ζημίες στους ισολογισμούς τους – αφού τα έσοδα από τις παραπάνω «ειδικές περιπτώσεις», δεν μπορούν φυσικά να εμφανιστούν επίσημα.
Ειδικά όσον αφορά τις επιχειρήσεις, αλλά και τα πολιτικά κόμματα εξουσίας, η σιωπή εξαγοράζεται συνήθως με την παροχή διαφημιστικών καταχωρήσεων –
αφού θεωρείται εύλογο εκ μέρους του «κυκλώματος», να μην γράφει ή να
μην μεταδίδει αρνητικές ειδήσεις ή έρευνες, οι οποίες αφορούν τους
διαφημιζόμενους.
Οι πλέον επικίνδυνοι τώρα δημοσιογράφοι για ολόκληρη την κοινωνία δεν είναι ίσως οι «ερευνητές», αλλά αυτοί που χειραγωγούν έντεχνα την κοινή γνώμη –αμειβόμενοι
πλουσιοπάροχα από τους εκάστοτε εντολείς τους που πολύ συχνά είναι τα
μεγάλα πολιτικά κόμματα, έχοντας την οικονομική δυνατότητα να το κάνουν.
Οι συγκεκριμένοι αποκαλούνται από τους Γερμανούς, οι οποίοι έχουν ερευνήσει διεξοδικά το θέμα, ανακαλύπτοντας σταδιακά ένα απίστευτα διεφθαρμένο δημοσιογραφικό κύκλωμα, «εξαγορασμένοι
χειραγωγοί» – με την έννοια πως τα «ρεπορτάζ» τους είναι κατά
παραγγελία εκ μέρους όλων αυτών, οι οποίοι έχουν στόχο τη χειραγώγηση
των μαζών.
Φυσικά εργάζονται για μεγάλα και φημισμένα ΜΜΕ, τα οποία θεωρούνται δυστυχώς αξιόπιστα από την πλειοψηφία των ανθρώπων –
όπως στο παράδειγμα μεγάλης και σοβαρότατης γερμανικής εφημερίδας, της
FAZ, στην οποία εργαζόταν γνωστός γερμανός δημοσιογράφος που στη
συνέχεια αποκάλυψε, έχοντας από πρώτο χέρι γνώση, πώς ακριβώς
εξαγοράζονται οι συνάδελφοί του.
Εκφράζοντας
δημόσια την ντροπή του, τόσο για τον εαυτό του, όσο και για ορισμένους
συνάδελφους του στην εφημερίδα, αποκαλώντας τους «πόρνες» των ελίτ, ο
δημοσιογράφος έφερε στην επιφάνεια τον τρόπο, με τον οποίο τα λόμπι της
Πολιτικής, του χρηματοπιστωτικού συστήματος, καθώς επίσης των μυστικών
υπηρεσιών εξαγοράζουν όλους αυτούς, οι οποίοι επηρεάζουν με τις αναφορές τους την κοινή γνώμη.
Με τον τρόπο αυτό τεκμηρίωσε πως η δήθεν ελευθερία του Τύπου στη Γερμανία (προφανώς και σε άλλες χώρες), είναι στην πραγματικότητα ένα μέρος της χειραγώγησης των μαζών. Εάν
κάποιοι δημοσιογράφοι δε αρνηθούν το χρηματισμό τους, θεωρώντας
υποχρέωση τους να μην αποκρύψουν ένα πολιτικό σκάνδαλο ή να μην
προωθήσουν κάποια κατά παραγγελία είδηση, ευρίσκονται συνήθως
αντιμέτωποι είτε με τη ΣΔΟΕ της χώρας τους. είτε με την Εισαγγελία – ως
ύποπτοι φοροδιαφυγής, προδοσίας κρατικών μυστικών ή με κάποια άλλη
κατηγορία.
Περαιτέρω, ενδιαφέρουσα ήταν επίσης η αποκάλυψη της ονομαζόμενης «ευρώ-ατλαντικής γέφυρας», η οποία αναφέρεται σε ένα μεγάλο δημοσιογραφικό κύκλωμα που χειραγωγεί την ευρωπαϊκή κοινή γνώμη, προς όφελος των Η.Π.Α. – με την έννοια πως προωθεί τα συμφέροντα της υπερδύναμης στην Ευρώπη, με τη βοήθεια των ευρωπαϊκών ΜΜΕ.
Εδώ αναρωτιέται εύλογα κανείς ποιό ή μάλλον από
ποιόν χρηματοδοτείται εκείνο το «δημοσιογραφικό κύκλωμα» στη Γερμανία,
το οποίο «ασχολείται επαγγελματικά» με τη δυσφήμιση, καθώς επίσης με τον
εθνικό εξευτελισμό της Ελλάδας – μέσω δημαγωγικών εφημερίδων του τύπου της Bild ή Ελλήνων δημοσιογράφων που εργάζονται σε γερμανικά έντυπα (όπως του «Έλληνα» που έγραψε, στο Spiegel πως κατά τη διάρκεια των διακοπών του, κανένας Έλληνας δεν του έδινε αποδείξεις!).
Ή ποιοί πληρώνουν τους Έλληνες που τάσσονται εναντίον της πληρωμής των
γερμανικών πολεμικών επανορθώσεων, ισχυριζόμενοι ότι πρόκειται για έναν
μύθο – με την έννοια πως οι ελληνικές κυβερνήσεις στο παρελθόν έχουν
αποδεχθεί την ανυπαρξία ή την εξόφληση τους.
Ολοκληρώνοντας, το να ζητάς από έναν λαό να ψηφίζει ή να κρίνει σωστά, όταν είναι αντιμέτωπος με τέτοια «σκουπίδια», είναι μάλλον υπερβολικό.
Δυστυχώς, το μόνο που βοηθάει σε αυτές τις περιπτώσεις είναι η
προσεκτική επιλογή των ΜΜΕ, με τα οποία ενημερώνεται κανείς – κάτι που
όμως είναι εξαιρετικά δύσκολο στην εφαρμογή του, ενώ πολλά από εκείνα τα
ΜΜΕ που δεν υπηρετούν το σύστημα περιθωριοποιούνται, στραγγαλίζονται
οικονομικά ή δυσφημίζονται, με αποτέλεσμα να μη γίνονται πιστευτά.
Αnalyst.gr
και η κυβερνητική μνημονιακή παραμύθα συνεχίζεται και από άλλους «έγκυρους» δημοσιογράφους του χώρου...
Αnalyst.gr
και η κυβερνητική μνημονιακή παραμύθα συνεχίζεται και από άλλους «έγκυρους» δημοσιογράφους του χώρου...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου