Σάββατο 5 Ιανουαρίου 2019

Ὁ ἀληθὴς σκοπὸς τῆς ἐκστρατείας τοῦ Ἰμπραῆμ

του Δημήτρη Μιχαλόπουλου

Ἡ κατὰ τὸ 1826 καταστροφὴ τοῦ Πραστοῦ ἀπὸ τὰ Ὀθωμανικὰ στρατεύματα καὶ ὁ ἀπώτερος χαρακτὴρ τῆς ἐκστρατείας τοῦ Ἰμπραῆμ στὴν Πελοπόννησο
Σχόλιο Διόδοτου: Με μεγάλη χαρά και τιμή αναδημοσιεύουμε το σπουδαίο αυτό ιστορικού και ερευνητικού χαρακτήρα κείμενο που συνέγραψε ο κος Μιχαλόπουλος και δημοσίευσε το filonoi.gr.
 Μάλλιασε η γλώσσα μου επί χρόνια στα μπλογκς να εξηγώ τοιουτοτρόπως το γιατί δεν μπήκαμε ποτέ στην ρωσική σφαίρα επιρροής, το τί οραματίζονταν ο Κολοκοτρώνης με τον Καποδίστρια και τον Υψηλάντη και ότι είναι καραμέλα των διαχρονικών προδοτών το ότι "οι Ρώσσοι πάντα μάς πουλούσαν στο τέλος" κλπ, καραμέλα που την υιοθετούν δυστυχώς πολλοί πατριώτες.
Εσκεμμένα εντωμεταξύ αφήνουν αδιευκρίνιστες, και να συγχέονται από το κοινό, οι ιστορικές περίοδοι της τσαρικής, της κομμουνιστικής και της σύγχρονης Ρωσίας. Το δε θέμα των Ορλωφικών το έχουν παραξεχειλώσει και δεν άφησαν ποτέ τον κόσμο να εστιαστεί σωστά στις πηγές, ώστε μόνος του να διαπιστώσει ότι τα Ορλωφικά απέτυχαν καθαρά από ανοργανωσιά, λάθη στρατηγικά και δειλίες της τελευταίας στιγμής. Κάποια αφορούσαν τους Έλληνες και κάποια τους Ρώσους.
ΚΑΛΗ ΜΕΛΕΤΗ ΛΟΙΠΟΝ...
   Τὰ σχετικά μὲ τὴν πυρπόληση τοῦ Πραστοῦ ἀπὸ τὰ ὀθωμανικὰ στρατεύματα τὸ καλοκαίρι τοῦ 1826[1] εἶναι γνωστὰ – καὶ συνεπῶς δὲν ἀπαιτεῖται ἐδῶ ἀνάλυσις εὐρυτέρα. Ἀναγκαῖο ὅμως παραμένει νὰ ἀνακληθοῦν στὴν μνήμη τὰ βασικὰ σημεῖα τοῦ δράματος, ὥστε νὰ ἐπιτευχθῇ ἡ ἐμπέδωσις τῆς βραχυτάτης ἀναλύσεως ποὺ θὰ ἐπιχειρήσω ἀμέσως μετά. Τὸ πρῶτο, πάντως, ποὺ ὀφείλει νὰ τονίσῃ κάποιος εἶναι ὅτι ἡ τότε εἰσβολὴ ὀθωμανικῶν στρατευμάτων στὴν Τσακωνιά, ποὺ ἀπὸ ὁρισμένους τοποθετεῖται στὸ ἔτος 1825[2], γενικῶς ἀπέτυχε[3].
Ἐπὶ πλέον:

  1. Τὰ ὀθωμανικὰ στρατεύματα τοῦ Ἰμπραὴμ πασσᾶ, θεωρητικῶς βαλῆ τοῦ Μορέως, ἔφθασαν κοντὰ στὸν Πραστό, πρωτεύουσα οὕτως εἰπεῖν τῆς Τσακωνιᾶς[4], ἀφοῦ πρῶτα ἐπειχείρησαν νὰ καταλάβουνε τὴν Καστάνιτσα, ὅπου ὅμως ἀπεκρούσθηκαν ἀπὸ τοὺς κατοίκους[5]. Κατὰ τὴν προσέγγισή τους στὸν Πραστὸ ἄλλωστε οἱ ὀθωμανικὲς δυνάμεις εἴχαν καὶ ἄλλο ἀτύχημα, ἐξ αἰτίας τοῦ ὁποίου, σύμφωνα μὲ τὴν παράδοση τοὐλάχιστον, ἐπέθανε καὶ ἡγήτωρ τους, ὁ Μουσελὴμ πασᾶς[6]
  2. Μετὰ ἀπὸ τὰ ἀτυχήματα αὐτά, φυσικὸ ἤταν οἱ Αἰγύπτιοι, ποὺ μάλιστα ἀπέφευγαν νὰ ἐπιδίδονται σὲ ὁδομαχίες[7], νὰ μὴ εἶναι πρόθυμοι νὰ ἐπιχειρήσουν ἐκπόρθηση τοῦ Πραστοῦ[8], τοῦ ὁποίου οἱ κάτοικοι ἄλλωστε ἑτοιμάζονταν νὰ ἀμυνθοῦν. Οἱ πλουσιότεροι ὅμως ἀπὸ τοὺς Πραστιῶτες ἔπεισαν τοὺς φτωχοτέρους, στοὺς ὁποίους δὲν φαίνεται νὰ συμπαρεστάθη ἡ τοπικὴ ἐκκλησιαστικὴ ἀρχή[9], νὰ ἐγκαταλείψουν τὸν τόπο τους[10] – ὅπως καὶ τελικὰ ἔγινε[11]. Οἱ προύχοντες ἀπεσύρθησαν κυρίως στὶς Σπέτσες, ἐνῶ ὁ «ψιλὸς λαὸς» (menu peuple) βασικὰ στὸ Λεωνίδιο[12], πόλισμα παραθαλάσσιο, ποὺ εἶχε θεωρηθῆ -λογικῶς ἢ μὴ- τόπος ἀμύνης εὐχερεστέρας ἀπὸ ὅσο ὁ Πραστός[13].
  3. Μετὰ τὴν ἐκκένωση τοῦ Πραστοῦ ἀπὸ τὸν πληθυσμό του, οἱ Ἄραβες τὸν κατέλαβαν ἀμαχητὶ καὶ τὸν πυρπόλησαν – ἀφήνοντας ἄθικτα ὅμως οἰκήματα ὁρισμένων πλουσίων οἰκογενειῶν[14]. Κατὰ συνέπεια, μέχρι σήμερα γίνεται λόγος γιὰ «προδοσία» τὴν ὁποία διέπραξαν οἱ ἐπὶ κεφαλῆς ἀκριβῶς αὐτῶν τῶν οἰκογενειῶν[15].
  4. Καὶ νά τώρα, πληροφορία κομβικῆς σημασίας: Ἤδη κατὰ τὶς ἀρχὲς τοῦ ΙΗ΄ αἰώνα, τὸ Λεωνίδιο εἶχε ἀναδειχθῆ ὡς σπουδαῖο ναυτιλιακὸ κέντρο[16]. Τοῦτο σημαίνει ὅτι τὸ κέντρο βάρους τοῦ οἰκονομικοῦ βίου τῶν Τσακώνων ἔτεινε νὰ μετατοπισθῇ ἀπὸ τὴν ἀγροκαλλιέργεια στὸν ἐφοπλισμό. Μὲ ἄλλα λόγια, οἱ ἐπιφανέστεροι Πραστιῶτες ἤσαν πιὰ συνδεδεμένοι περισσότερο μὲ τοὺς καραβοκύρηδες τῶν νησιῶν τοῦ Ἀργοσαρωνικοῦ παρὰ μὲ τοὺς γεωργοὺς καὶ κτηνοτρόφους τῆς ἰδιαιτέρας πατρίδος τους. Γιὰ αὐτὸ καί, ὅταν τὸν Μάρτιο τοῦ 1826, ἐχρειάσθησαν χρήματα, ἰδίως γιὰ τὴν ἐνίσχυση τοῦ Μεσολογγίου, στοὺς «εὐκαταστάτους» τῆς ἐπαρχίας Πραστοῦ προσέφυγε ἡ τότε κυβέρνησις τῆς Πατρίδος μας[17].
Ἔχοντας λοιπὸν ὅλα αὐτὰ ὑπ’ ὄψιν, ἀβιάστως προκύπτει τὸ ἐρώτημα: Τί ἀκριβῶς ἔγινε στὸν Πραστὸ ἐκεῖνο τὸ δραματικὸ καλοκαίρι τοῦ 1826; Ὑπῆρξε προδοσία; Καὶ ἂν ναί, γιατί;
Εἴτε δυστυχῶς ἢ καὶ εὐτυχῶς, ὁ ἱστορικὸς συχνὰ εὑρίσκεται στὴν ἀνάγκη νὰ ἀναλάβῃ ῥόλο ἀστυνομικοῦ. Καὶ αὐτὸ τὸ τονίζω, ἐπειδὴ ἡ τότε τραγωδία τοῦ Πραστοῦ ἁπλῶς ἀποτελεῖ ἐπεισόδιο τῆς τότε γενικευμένης ἑλληνικῆς τραγωδίας. Τὸ ἐρώτημα, πράγματι, τὸ σχετικὸ μὲ τὴν πρωτεύουσα τῆς Τσακωνιᾶς εὐγλώττως τὸ συνῴψισε γενικεύοντάς το ὁ ἀρχιπλοίαρχος τοῦ βρεταννικοῦ Βασιλικοῦ Ναυτικοῦ Gawen Hamilton τὸν Ἰούνιο τοῦ 1825, μόλις λίγους μῆνες, δηλαδή, μετὰ τὴν ἀπόβαση τῶν ὑπὸ τὸν Ἰμπραὴμ πασσᾶ στρατευμάτων στὸν Μοριά. «Γιατί», ἐρώτησε τότε ὁ Βρεταννὸς ἀξιωματικὸς τὸ Ἐκτελεστικὸ Σῶμα τῆς Προσωρινῆς Διοικήσεως τῆς ἐπαναστατημένης Ἑλλάδος, «ἐνῶ ὁ Δράμαλης μὲ 30.000 στρατὸ[18] δὲν εἶχε κατορθώση κάτι, ὁ Ἰμπραήμ, μόνο μὲ 14-15.000 Ἄραβες περιέρχεται τὴν Πελοπόννησον ἀτιμωρητί[19]
Τὸ ἐρώτημα τοῦ G. Hamilton εἶναι κεφαλαιώδους σπουδαιότητας ὅσον ἀφορᾶ στὴν κατανόηση τῆς Συγχρόνου Ἑλληνικῆς Ἱστορίας. Καὶ τοῦτο, ἐπειδὴ οἱ δυνάμεις τοῦ Ἰμπραὴμ πασσᾶ δὲν ἤσαν 50-70.000 ἄνδρες, ὅπως συχνὰ λέγεται ἀκόμη καὶ σήμερα[20], ἀλλὰ πολὺ λιγότεροι[21]. Καὶ ἐὰν ἀκόμη δεχθῇ κάποιος ὅτι ὁ πασσᾶς ἔπαιρνε συνεχῶς ἐνισχύσεις ἀπὸ τὸν πατέρα του, τὰ στρατεύματά του δὲν φαίνεται νὰ ξεπέρασαν τὶς 20.000[22]· ἤ, γιὰ νὰ τὸ  ποῦμε διαφορετικά, ὁ ἐπιχειρησιακὸς τοὐλάχιστον στρατός του ἀριθμητικῶς κυμαίνετο σὲ αὐτὰ τὰ ἐπίπεδα[23]. Πράγματι, ἀκόμη  καί ἐὰν δεχθῇ κάποιος τὴν δυσμενεστέρα γιὰ τὴν ἑλληνικὴ πλευρὰ ἄποψη, οἱ δυνάμεις τοῦ Ἰμπραὴμ συνολικῶς δὲν ξεπερνοῦσαν τὶς 30.000 τακτικούς, 10.000 ἱππεῖς καὶ ἀτάκτους καὶ 3.000 ὑπηρέτας[24]. Τέλος, κατὰ τὸ δεύτερο ἑξάμηνο τοῦ 1826, μόνον 8.000 Αἰγύπτιοι παρέμεναν ἀξιόμαχοι[25] – καὶ ἀπὸ αὐτοὺς τοὐλάχιστον 1.500 ἤσαν ἄῤῥωστοι ἢ τραυματισμένοι[26]. Μὲ λίγα λόγια, ἀκόμη καὶ ὑπὸ τὸ πρίσμα αὐτῆς τῆς ἐκτιμήσεως,  οἱ δυνάμεις του ἦσαν ὄχι οὐσιωδῶς μεγαλύτερες ἀπὸ ἐκεῖνες τοῦ Μαχμοῦτ πασσᾶ Δράμαλη. Ἐπὶ πλέον, οἱ Ἄραβες στρατιῶτες, παρὰ τὴν στελέχωσή τους μὲ ἀξιωματικοὺς Φράγκους[27], παρέμεναν ἀναίσχυντοι καὶ ἀδιάκριτοι[28] καὶ ὑπέφεραν ἀπὸ τὰ βάρη τῆς μεγάλης ξιφολόγχης καθὼς καὶ τῆς ὀβίδος, ποὺ ἦσαν ὑποχρεωμένοι νὰ κουβαλοῦν μαζύ τους[29]· κατὰ συνέπειᾳ, δὲν μποροῦν νὰ θεωρηθοῦν πολεμικῶς ἀνώτεροι ἀπὸ τοὺς καθεαυτὸ Τούρκους[30]. Ὁπότε μεγαλοπρεπῶς ἀναδύεται τὸ οἱονεὶ ἀγωνιῶδες ἐρώτημα: Μὰ τί ἐπί τέλους συνέβαινε;
Πρὸ κειμένου νὰ δοθῇ ἀπάντησις, πρέπει νὰ ληφθοῦν ὑπ’ ὄψιν τὰ ἑξῆς:
  • Α. Ἡ -φαινομενικῶς παράδοξος- εἴδησις πὼς ἡνωμένες οἱ ναυτικὲς δυνάμεις τῆς Ὕδρας καὶ τῶν Σπετσῶν ἀπέπλευσαν,  εὐθὺς μόλις ἔγινε γνωστὴ ἡ κατὰ τὸν Φεβρουάριο τοῦ 1825 ἀπόβασις αἰγυπτιακῶν στρατυμάτων στὴν Μεσσηνία, ἀκριβῶς γιὰ νὰ καταστρέψουν τὸν στόλο τοῦ Ἰμπραὴμ πασσᾶ· κατὰ τὴν πλεύση κυρίευσαν, μάλιστα, πλοῖα οὐδετέρων Δυνάμεων μισθωμένα ἀπὸ τὸν Μωχάμετ Ἄλη. Καὶ τότε ἀκριβῶς, ἀντὶ νὰ συνεχίσουν τὴν πορεία τους πρὸς τὰ λιμάνια τῆς Μεσσηνίας, ὥστε νὰ ἐξουδετερώσουν τελείως τὴν θαλασσία ἰσχὺ τῶν Αἰγυπτίων,  προτίμησαν νὰ ἐπιστρέψουν οἴκαδε, πρὸ κειμένου νὰ ἐκποιήσουν τὴν λεία τους[31].
  • Β. Ἡ σχεδὸν κωμικοτραγικὴ ἔκβασις τῆς μάχης στὸ Κρεμμύδι, ὅπου 3.250 Ἕλληνες ἐδέχθησαν τὴν ἐπίθεση μόλις 3.400 Ἀράβων[32] – καὶ ἡττήθηκαν. Καί, ὡς γνωστόν, ὑπεύθυνοι τῆς ἥττης ὀρθῶς ἐθεωρήθησαν ὁ τότε Πρόεδρος τοῦ Ἐκτελεστικοῦ καὶ γενικὸς ἀρχιστράτηγος Γεώργιος Κουντουριώτης[33], πού, ὡς δικό του πληρεξούσιο[34], εἶχε τοποθετήση ἐπὶ κεφαλῆς τοῦ ἑλληνικοῦ στρατεύματος τὸν μικρᾶς στρατιωτικῆς καὶ ναυτικῆς ἱκανότητος Ὑδραῖο πλοίαρχο Κυριάκο Σκούρτη[35], καθὼς καὶ ὁ Ἀλέξανδρος Μαυροκορδάτος, τότε ἀρχιγραμματεὺς τοῦ Ἐκτελεστικοῦ[36].
  • Γ. Ἡ μὴ κατεδάφισις τῶν ὀχυρώσεων τῆς Τριπολιτσᾶς, ὀλεθρία ἀπόφασις, διαμετρικῶς ἀντίθετος μὲ τὴν ἄποψη σχετικῶς τοῦ Κολοκοτρώνη[37] – ἡ ὁποία ἀπόφασις καὶ πάλι ὀρθῶς ἔχει ἀποδοθῆ  στὴν πολεμικὴ  ἀπειρία μὰ  καὶ τὸ πεῖσμα τῶν τότε πολιτικῶν ἰθυνόντων τῆς ἐπανεστατημένης Πατρίδος μας[38].
  • Δ. Ἡ ἀποτυχία τῆς ἐν συνεχείᾳ ἀποπείρας ἀνακαταλήψεως τῆς Τριπολιτσᾶς ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες. Τὴν  ἀποτυχία αὐτήν, ἐμμέσως πλὴν σαφέστατα, ὁ ἴδιος ὁ Γέρος μας ἀποδίδει σὲ προδοσία[39] – καὶ αὐτὸ βεβαίως πρέπει νὰ συνδυασθῇ μὲ τὶς περίεργες συνεννοήσεις ποὺ στὴν συνέχεια ἀνέλαβε ὁ Ἰωάννης Φιλήμων μὲ τὴν ὀθωμανικὴ φρουρὰ τῆς Τριπολιτσᾶς[40].
  • Ε. Σὲ αὐτὰ μπορεῖ νὰ προστεθῇ καὶ ἡ ἀναιμικὴ προσπάθεια σωτηρίας τοῦ Μεσολογγίου τὴν ὁποία σχεδὸν ἀπρόθυμα ἔκανε ἡ τότε πολιτικὴ ἡγεσία τοῦ τόπου μας[41] – μὲ ἀποτέλεσμα τὴν τελικὴ ἐκπόρθηση τῆς Ἱερᾶς Πόλεως.
Παρ’ ὅλα αὐτὰ ὅμως, ἠ καταστροφή, στὴν Πελοπόννησο, τῶν μύλων τῆς Νταβιᾶς[42], ἡ ἀνοικοδόμησις τοῦ κάστρου τῆς Καρύταινας[43] καὶ ἡ συστηματικὴ ἀλλὰ καὶ ἐπιτυχὴς διεξαγωγή[44], ὑπὸ τὴν ἀρχηγία τοῦ Κολοκοτρώνη, ἀντάρτικου πολέμου ἐπάνω στὸ πρότυπο ἐκείνου τῶν Ἱσπανῶν κατὰ τῶν Γάλλων τοῦ Ναπολέοντος[45] εἶχαν ὡς ἀποτέλεσμα τὴν ἐκμηδένιση, οὐσιαστικῶς, τῆς Τριπολιτσᾶς ὡς ἐπιχειρησιακῆς βάσεως τῶν ὀθωμανικῶν στρατευμάτων[46]. Ἔτσι, προεκλήθη τὸ ἐπιφανειακῶς παράδοξο φαινόμενο ὁ Ἰμπραὴμ πασσᾶς νὰ ἐμφανίζεται μὲν ὡς νικητής, ἀλλὰ νὰ μὴ εἶναι σὲ θέση τίποτα νὰ κατακτήσῃ· νὰ προχωρᾷ στὰ πρόσω, ἀλλὰ νὰ φθείρεται ὄπισθεν· νὰ «σπείρῃ», ἀλλὰ «νὰ μὴν θερίζῃ»[47] – κάτι τὸ ὁποῖο τελικῶς προεξένησε ἔκπληξη ἀκόμα καὶ στὴν Πύλη[48].
Τὸ περίεργο ὅμως εἶναι ὅτι, καθὼς φαίνεται, καὶ ὁ ἴδιος ὁ πασσᾶς εἶχε συμβιβασθῆ μὲ αὐτὴν τὴν κατάσταση. Δύο χρόνια διέτρεχε τὸν Μοριὰ καὶ μόνο τὰ φρούρια τῆς Μεσσηνίας κατεῖχε σταθερῶς. Τὸ κατ’ ἐξοχὴν παράδοξον ἄλλωστε ἔγκειται στὸ ὅτι, τοὐλάχιστον ἕως τὸ καλοκαίρι τοῦ 1826, εἶχε ἀποφύγη νὰ πλήξῃ τὸν κύριο οἰκονομικὸ πόρο τῆς Ἐπαναστάσεως ποὺ τότε ἤταν ἡ σταφιδοπαραγωγὴ[49] (καὶ  δευτερευόντως ἡ ἐλαιοκαλλιέργεια). Τέλος, προξενεῖ ἐντύπωση τὸ ὅτι, ὅταν πιὰ ὁ Ἰμπραὴμ «ἔχασε τὴν ὑπομονή του» καὶ ἔδωσε ἐντολὴ καταστροφῆς τῶν ἐλαιοδένδρων τοῦ μεσσηνιακοῦ κάμπου, ἡ μὴ ἀνάκλησις τῆς διαταγῆς του αὐτῆς ὑπῆρξε τὸ πρόσχημα τῆς ναυμαχίας τοῦ Ναβαρίνου[50].
Ὁπότε, νά ποὺ καὶ πάλι ἀδυσώπητο ἀναδύεται τὸ ἀγωνιῶδες ἐρώτημα: Μὰ τί ἐπιτέλους γινόταν μὲ τὸν Ἰμπραήμ;
Ἐν προκειμένῳ, ἐκτὸς ἀπὸ τὶς φῆμες ποὺ ἔντονες κυκλοφόρησαν τότε σχετικῶς μὲ «προδοτικὲς συνεννοήσεις» μελῶν τοῦ Ἐκτελεστικοῦ (δηλαδή τῆς κυβερνήσεως) μὲ τὸν Ἰμπραὴμ πασσᾶ[51], σαφὴς ἀπάντησις μᾶς ἔχει δοθῆ ἀπὸ τὸν Φωτάκο ἤδη κατὰ τὸν προπερασμένο αἰώνα. Ὁ  τόσο χαριτωμένος καὶ ἀκριβολόγος Φωτάκος κάνει πράγματι μνεία ἐπιστολῆς τοῦ Ἀνδρέα Ζαΐμη πρὸς τὸν Ἀναγνώστη Δεληγιάννη, προτοῦ ἀκόμη νὰ ἔλθουν στὸν Μοριὰ τὰ ἀραβικὰ στρατεύματα, στὴν ὁποία τονίζεται ὅτι ἡ ἐκστρατεία τοῦ Ἰμπραῆμ δὲν ἔμελλε νὰ ἔχῃ κάποιο ἀποτέλεσμα, διότι ἡ ἀπόφασις τοῦ νὰ γίνῃ ἡ Ἑλλὰς ἀνεξάρτητο Κράτος ἤτανε πιὰ εἰλημμένη[52]. Μὲ τὴν ἄποψη αὐτὴν ἄλλωστε ἀμέσως καὶ κατηγορηματικῶς συνεφώνησε καὶ ὁ Δημήτριος Ὑψηλάντης στὴν περίφημο ἀναφορά του πρὸς τὴν Γ΄ Ἐθνοσυνέλευση[53]. Μὲ ἄλλα λόγια, ἡ δήωσις τοῦ τόπου μας ἀπὸ τοὺς Αἰγυπτίους δὲν ἤταν παρὰ μία αἱματηρὰ καὶ ὁπωσδήποτε δακρύβρεκτος κωμῳδία. 

Ὅμως γιατί;

Ἡ μελέτη τῶν σχετικῶν –καὶ πρὸ πολλοῦ δημοσιευμένων- εἰδήσεων τελικῶς πείθει ὅτι αὐτὴ ἡ αἱματηρὰ κωμῳδία στόχο εἶχε ἕναν καὶ μόνον: τὸ πρόσωπο τοῦ Γέρου μας, τοῦ Θεοδώρου Κολοκοτρώνη. Ὁ Γέρος, ὅπως ἀκριβῶς καὶ ὁ ἄλλος πρωτεργάτης τῆς ἐλευθερίας τῶν Ἑλλήνων, ὁ Καποδίστριας, βεβαίως ὁ Δημήτριος Ὑψηλάντης (παρὰ τὴν ἐπιφανειακὴ γαλλοφιλία του[54]) καθὼς καὶ ἡ εὐγενεστάτη μορφὴ τοῦ κατὰ θάλασσαν ἀγῶνος, ὁ Κωνσταντῖνος Κανάρης, ἦσαν ῥωσσόφιλοι – ὅπως ῥωσσόφιλος ἤταν καὶ ὁ Ἀνδρέας Μεταξᾶς, τὸν ὁποῖο ὁ Κολοκοτρώνης ἐπέβαλε, εὐθὺς μετὰ τὴν ἀποφυλάκισή του ἀπὸ τὴν Ὕδρα, ὡς ὑπουργὸ Πολέμου[55].  Καὶ ἐν προκειμένῳ ὁ Κολοκοτρώνης μαζὺ κυρίως μὲ τοὺς ἄλλους δύο, Καποδίστρια καὶ Κανάρη, ἐξέφραζαν καὶ τὸ πνεῦμα ποὺ γενικῶς ἐπικρατοῦσε μεταξὺ τῶν Ἑλλήνων, ἰδίως τῶν Πελοποννησίων[56], οἱ ὁποῖοι παραδοσιακῶς θεωροῦσαν τοὺς Ῥώσσους ὄχι ἁπλῶς ὡς ἐπιδόξους ἐλευθερωτές τους ἀπὸ τὴν ὀθωμανικὴ κυριαρχία μὰ καὶ κάτι περισσότερο: ὡς ἀδελφούς.  Ἔτσι ἡ Φιλικὴ Ἑταιρεία, ἡ οποία ἀποδεδειγμένως ἱδρύθη πολὺ πρὶν ἀπὸ τὸ 1814[57], τῆς ὁποίας φαινομενικοὶ ἀρχηγοὶ ἦσαν ὁ Καποδίστριας καὶ ὁ Ἀλέξανδρος Ὑψηλάντης καὶ ἡ ὁποία ὁπωσδήποτε ἦταν σὲ γνώση τοῦ αὐτοκράτορος τῆς Ῥωσσίας Ἀλεξάνδρου Α΄[58], σκοπὸ εἶχε τὴν ἀνεξαρτησία μὲν τῆς Ἑλλάδος ἀλλὰ καὶ τὴν παραπέρα σύμπλευσή της μὲ τὴν ὁμόδοξο Ῥωσσία[59]. Ὁ λόγῳ ἐνεργειῶν κυρίως στὸν Μέττερνιχ[60] καθοριστικὸς παραγκωνισμός, στὸ ῥωσσικὸ ὑπουργεῖο Ἐξωτερικῶν, τοῦ Καποδίστρια ἀπὸ τὸν Karl Nesselrode, Γερμανὸ ἡ μητέρα τοῦ ὁποίου (ὅπως περίπου καὶ τοῦ Λένιν[61]) ἤτανε Ἰουδαία ποὺ εἶχε γίνη Χριστιανὴ Διαμαρτυρομένη[62], ἐπέφερε τὴν δραστικὴ ἀποδυνάμωση τῶν Ἑλλήνων ῥωσσοφίλων[63]. Παρ’ὅλα αὐτά, οἱ ἐγχώριοι καὶ διεθνεῖς ἐχθροὶ τοῦ Κολοκοτρώνη δὲν ἡσύχαζαν: Ἐδολοφόνησαν τὸ ἕνα ἀπὸ τὰ παιδιά του καὶ τὸν ἴδιο τὸν ἐξηνάγκασαν νὰ παραδοθῇ καὶ νὰ στέρξῃ στὴν φυλακισή του μὲ ἀπώτερο σκοπὸ νὰ τὸν σκοτώσουν καὶ αὐτόν[64]· αὐτὸ δὲν ἔγινε, ἐπειδὴ τελικῶς ἐφοβήθησαν τὶς βίαιες ἀντιδράσεις τῶν φίλων τοῦ Γέρου μας[65], οἱ ὁποῖοι τότε παρέμεναν ὑπολογίσιμοι.

Ἡ συνέχεια εἶναι γνωστή. Ὁ Κολοκοτρώνης ἤταν ἄνθρωπος μὲ ψυχὴ ἀγαθή[66], ποὺ ἀπεχθάνετο τὰ αἵματα[67] καὶ τὸν ὁποῖο ἀκόμη καὶ  ἕνα μικρὸ παιδὶ ἦταν εἰς θέσιν νὰ ἐξαπατήσῃ[68]. Ἔτσι, ἐμπρὸς στὸ θέαμα τοῦ ῥημαγμένου καὶ καθημαγμένου Μοριᾶ[69], ἐδέχθη τελικῶς νὰ ὑπογράψῃ, ἐπάνω, μάλιστα, στὸ πρότυπο ἄλλης αἰτήσεως βοηθείας τὴν ὁποίαν ἤδη τὸ 1804 εἶχε ἀπευθύνη στὸν αὐτοκράτορα τῆς Ῥωσσίας[70], ὄχι μόνον τὴν  αἴτηση προστασίας  πρὸς τὴν Μεγάλη Βρεταννία[71] ἀλλὰ καὶ αἴτηση βοηθείας πρὸς τὸν Πρόεδρο τῶν Ἡνωμένων Πολιτειῶν τῆς Ἀμερικῆς[72]. Τὴν αἴτηση αὐτὴν θεωρητικῶς ἀπέῤῥιψε ἡ βρεταννικὴ κυβέρνησις[73], ἀλλὰ τὴν ἐχρησιμοποίησε ὡς πρόσχημα, γιὰ νὰ ἀρχίσῃ, σὲ διεθνὲς ἐπίπεδο, συνεννοήσεις μὲ σκοπὸ τὴν ἀποχώρηση τῶν ὀθωμανικῶν στρατευμάτων ἀπὸ τὴν Πελοπόννησο[74] καὶ τὴν συνακόλουθο δημιουργία ἐλευθέρου, μὰ ὄχι ἀνεξαρτήτου, Ἑλληνικοῦ Κράτους[75]. Ἐπὶ πλέον, βάσει τῆς αἰτήσεως αὐτῆς, ἐδιορίσθησαν κατὰ τὸ 1827, οἱ Βρεταννοὶ Richard Church[76] καὶ Thomas Cochrane, ὁ πρῶτος ὡς κατὰ ξηρὰν ἀρχιστράτηγος τῶν Ἑλλήνων[77] καὶ ὁ δεύτερος ὡς πρῶτος στόλαρχος καὶ γενικὸς ἀρχηγὸς ὅλων τῶν ναυτικῶν δυνάμεων τῆς Ἑλλάδος[78]· καὶ αὐτὸ ἐσήμαινε ὅτι τὸ σύνολο τῶν Ἐνόπλων Δυνάμεων τῶν ἐπαναστατημένων Ἑλλήνων περιήρχοντο ὑπὸ διοίκηση βρεταννική. Ὁ Κολοκοτρώνης  ὅμως παρέμεινε πιστὸς στὰ ἰδεώδη του καὶ συνακολούθως ὑπῆρξε πρωτεργάτης τῆς μετακλήσεως τοῦ Ἰωάννου Καποδίστρια[79], τὸν ὁποῖο τελικῶς ὁ ἴδιος καὶ ὁ Κανάρης ὑπερασπίσθησαν μέχρι τὸ τέλος[80]. Ἡ δολοφονία τοῦ πρώτου Προέδρου τῆς Ἑλληνικῆς Πολιτείας, ποὺ μέχρι σήμερα δὲν ἔχει ἀκόμη πλήρως ἐξιχνιασθῆ, ἐπέφερε νέα πολιτικὴ ἐξουδετέρωση τοῦ Γέρου μας, ἡ ὁποία κατέληξε στὴν θανατική του καταδίκη. Καὶ βέβαια, ὡς «ἠθικὴ» βάσις τῆς καταδίκης του αὐτῆς ὑπῆρξε, σὲ συνδυασμὸ μὲ τὸ ὅτι ἤταν ταγματάρχης βρεταννικοῦ στρατιωτικοῦ σώματος (αὐτὸ ἐσήμαινε καὶ ἔδειχνε ἡ περίφημος περικεφαλαία του) εἶχε  ὑπογράψη καὶ τὴν αἴτηση προστασίας πρὸς τὴν Μεγάλη Βρεταννία. Μὲ ποιὸ δικαίωμα λοιπὸν ἐπεζήτησε, κατὰ τὸ 1833, τὴν παρέμβαση τοῦ Τσάρου Νικολάου Α΄ στὰ ἑλληνικὰ πολιτικὰ πράγματα;

Τὸν Κολοκοτρώνη τότε ὁπωσδήποτε θὰ τὸν ἐκτελοῦσαν. Ποιὸς τὸν ἔσωσε; Ὄχι βέβαια οἱ -ἀναμφισβητήτου γενναιότητος Τερτσέτης καὶ Πολυζωίδης, οἱ ὁποῖοι δὲν εἴχαν εὐρεῖα πολιτικὴ ἰσχὺ- ἀλλὰ ὁ ἴδιος ὁ  αὐτοκράτωρ τῆς Ῥωσσίας Νικόλαος Α΄ μὲ προσωπικὴ παρέμβασή του, μέσῳ τοῦ τότε πρέσβεώς του στὴν Ἑλλάδα, Gavriil Antonovich Katakazi[81]. Καὶ μετὰ ὁ Ὄθων, ὁ ὁποῖος, σὲ γενικὲς γραμμές, τελικῶς ἠκολούθησε τὴν ἐπιθυμητὴ ἀπὸ τοὺς Καποδίστρια καὶ Κολοκοτρώνη γραμμή, τοῦ ἔδωσε χάρη, τὸν ἀπηλευθέρωσε καὶ γενικῶς τὸν ἀπεκατέστησε.

Μὰ ὅλα αὐτά, βέβαια, εἶναι μιὰ ἄλλη ἱστορία…
…Ἐνῶ ἐμεῖς, γιὰ νὰ ἐπιστρέψουμε στὸ κατὰ τὸ 1826 δρᾶμα τοῦ Πραστοῦ, ὀφείλουμε νὰ ἔχουμε ὑπ’ ὄψιν μας ὅτι αὐτὴ ἀκριβῶς ἡ τραγῳδία ὡς ἐν ἀναγλύφῳ προβάλλει τὸν πραγματικὸ χαρακτήρα τῆς ἐκστρατείας τοῦ Ἰμπραήμ. Ὁ πασσᾶς σκοπὸ εἶχε ὄχι νὰ καταλάβῃ τὴν Πελοπόννησο, μὰ νὰ κάμψῃ τὴν ἀντίσταση τῶν Ἑλλήνων[82], ἔτσι ὥστε νὰ δεχθοῦν τὴν πηδαλιούχηση τῆς ἐξωτερικῆς ἰδίως πολιτικῆς τοῦ Κράτους τους ἀπὸ παράγοντες ἐξωτερικούς. Καὶ αὐτὸ ἐν πολλοῖς, ἑκουσίως ἢ μή, τὸ ἐπέτυχε… σὲ βάρος τῆς -ὅπως ὁ ἴδιος ὁ Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης ἔγραψε κάποιαν στιγμὴ- δυστυχοῦς ἀλλὰ καὶ ἀνοήτου Πατρίδος μας[83].

Μιχαλόπουλος Δημήτριος
 
Ἡ ὁμιλία του στὸ Η΄ Τσακωνικὸ Συνέδριον
Χρονικὰ τῶν Τσακώνων
Πρακτικὰ Η΄ Τσακωνικοῦ Συνεδρίου,
Λεωνίδιον – Πραστὸς
9-11 Σεπτεμβρίου 2016
Τόμος ΚΓ΄ 2/2

 

Σημειώσεις 


[1] Σπυρίδωνος Τρικούπη, Ἱστορία τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως, τόμ. Δ΄ (Ἀθήνα: Παναγιώτης Ἀσλάνης/τυπογραφεῖο τῆς «Ὥρας», 18883), σ. 23.
[2] Douglas Dakin, Ὁ ἀγῶνας τῶν Ἑλλήνων γιὰ τὴν ἀνεξαρτησία, 1821-1833. Μετάφρασις Ῥένας Σταυρίδου-Πατρικίου (Ἀθήνα: Μορφωτικὸ Ἵδρυμα τῆς Ἐθνικῆς Τραπέζης, 2010), σ. 177.
[3] Αὐτόθι· πρβλ. Θεοδώρου Ῥηγοπούλου, Ἀπομνημονεύματα ἀπὸ τῶν ἀρχῶν τῆς Ἐπαναστάσεως μέχρι τοῦ ἔτους 1881. Εἰσαγωγὴ-ἐπιμέλεια-εὑρετήριο Ἀθανάσιου Θ. Φωτοπούλου (Ἀθήνα, 1979), σσ. 73-74.
[4] Κατὰ τὴν διεξαγωγὴ τοῦ Η΄ Τσακωνικοῦ συνεδρίου ἀπεκαλύφθη ἀπὸ τὸν κ. Σωτήριο Λυσίκατο ἡ πραγματικὴ (κατὰ πᾶσα πιθανότητα) σημασία τῆς ἐτυμολογικῆς ῥίζης τοῦ ὅρου «Τσακωνιά». Ὅπως φαίνεται, αὐτὸς ὁ τελευταῖος προέρχεται ἀπὸ λέξη ἡ ὁποία σημαίνει «(στρατιωτικὴ) φρουρά». Πέραν, πράγματι, ἀπὸ ὅσα ἀνέφερε ὁ κ. Σ. Λυσίκατος, ἡ ὕπαρξις τῶν τοπωνυμίων «Τσάκωνες» καὶ ἰδίως «Τσάκωνη» στὴν Βόρειο Ἑλλάδα (βλ. τὰ σχετικὰ λήμματα στὴν Μεγάλη Ἑλληνικὴ Ἐγκυκλοπαιδεία, τόμ. ΚΓ΄ [Ἀθῆναι: «Πυρσός», 1933], σ. 401) δυσχερῶς μποροῦν νὰ ἑρμηνευθοῦν βάσει τῶν ἐκφράσεων «Ἔξω Λακωνία», «Μέσα Λακωνία» κ.τ.λ. Ἡ διαπίστωσις αὐτή, βέβαια, ὄχι μόνο δὲν ἀποκλείει μὰ ἀντιθέτως ἐπιβάλλει τὴν περαιτέρῳ ἔρευνα, μὲ σκοπὸ εἴτε τὴν τελικὴ ἀπόῤῥιψη τῆς ἀπόψεως αὐτῆς ἤ, ἀντιθέτως, τὴν ὁριστικὴ υἱοθέτησή της.
[5] Μιχάλη Ξυδιᾶ, «Ὁ Πραστὸς στὶς φλόγες», Χρονικὰ τῶν Τσακώνων. Πρακτικὰ τοῦ Ζ΄ Τσακώνικου Συνεδρίου, τόμ. ΚΒ΄ 2/3 (Ἀθήνα, 2014), σ. 230.
[6] Αὐτόθι, σσ. 240-241 (σημ. 20).
[7] Αὐτόθι, σ. 230.
[8] Αὐτόθι, σ. 231.
[9] Αὐτόθι.
[10] Αὐτόθι.
[11] Αὐτόθι.
[12] Αὐτόθι·  Θεοδώρου Κ. Κολοκοτρώνη, Διήγησις συμβάντων τῆς ἑλληνικῆς φυλῆς ἀπὸ τὰ 1770 ἕως τὰ 1836. Εἰσαγωγὴ-Εὐρετήριο-ἐπιμέλεια: Τάσος Ἀθ. Γριτσόπουλος (Ἀθῆναι: Ἑταιρεία Πελοποννησιακῶν Σπουδῶν, 1981 [φωτομηχανικὴ ἐπανέκδοσις τῆς α΄ ἐκδόσεως]), σ. 178.
[13] Μιχάλη Ξυδιᾶ, «Ὁ Πραστὸς στὶς φλόγες», σ. 231.
[14] Κατηγορηματικῶς ἀναφέρεται ἐν πρὸ κειμένῳ τὸ ἀρχοντικὸ μιᾶς μόνον οἰκογενείας. Στὰ πλαίσια τῆς προφορικῆς παραδόσεως ὅμως ἀναφέροντο «πολλὰ ἀρχοντικά». (Συζητήσεις τοῦ συγγραφέως μὲ Λεωνιδιῶτες κατὰ τὸ β΄ μισό τῆς δεκαετίας τοῦ 1960.)
[15] Αὐτόθι, σ. 233 ἑπ.
[16] Βασιλείου Δημητρίου Σιακωτοῦ, «Συμβολὴ στὴν ἱστορία τῆς Τσακωνιᾶς», Χρονικὰ τῶν Τσακώνων. Πρακτικὰ Ε΄ Τσακωνικοῦ Συνεδρίου, τόμ. ΙΗ΄(Ἀθήνα, 2004-2005), σ. 270.
[17] Ἑλληνικὰ ὑπομνήματα ἤτοι ἐπιστολαὶ καὶ διάφορα ἔγγραφα ἀφορῶντα τὴν Ἑλληνικὴν Ἐπανάστασιν ἀπὸ 1821 μέχρι 1827, συλλεγέντα μὲν ὑπὸ τοῦ ὑποστρατήγου Ἰωάννου Θεοδ. Κολοκοτρώνη [καὶ] ἐκδοθέντα ὑπὸ Χ. Ν. Φιλαδελφέως (Ἀθῆναι: Χ. Νικολαΐδης Φιλαδελφεύς, 1856 [φωτοαναστατικὴ ἐπανέκδοσις ἀπὸ τὶς ἐκδόσεις «Καγιάφας», Κυπαρισσία, 2011]), σ. 314 (ἐπιστολὴ τοῦ Ἐκτελεστικοῦ Σώματος πρὸς τὸν Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, Ναύπλιο, 6 Μαρτίου 1826).
[18] Θ. Ῥηγοπούλου, Ἀπομνημονεύματα…, σ. 24.
[19] Ἑλληνικὰ ὑπομνήματα…, σ. 173 (ἐπιστολὴ τοῦ Ἐκτελεστικοῦ Σώματος πρὸς τὸν Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, Ναύπλιο, 21 Ἰουνίου 1825).
[20] Ἐνδεικτικῶς: Ἀμβροσίου Φραντζῆ, Ἐπιτομὴ τῆς Ἱστορίας τῆς Ἀναγεννηθείσης Ἑλλάδος. Πρόλογος Γεωργίου Π. Κουρνούτου· ἐπιμέλεια Ἰωάννας Γιανναροπούλου, τόμ. Β΄ (Άθήνα: Ἑταιρεία Πελοποννησιακῶν Σπουδῶν, 1975), σ. 324.
[21] Ἑλληνικὰ ὑπομνήματα…, σ. 183 (ἐπιστολὴ τοῦ Ἐκτελεστικοῦ πρὸς τὸν Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, Ναύπλιο, 25 Ἰουνίου 1825).
[22] Αὐτόθι, σσ. 131, 191· πρβλ. Φωτάκου, Ἀπομνημονεύματα περὶ τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως. Βιογραφικὸ σημείωμα [ὐπὸ] Γ. Κουρνούτου (Ἀθῆναι: Φιλολογικὰ Χρονικά, 1960), σ. 437. Σύμφωνα μὲ ἄλλη ἐκτίμηση, ἀρχικῶς εἶχε μαζύ του 26.000 στρατό. (Βλ. Douglas Dakin, Ἡ ἑνοποίηση τῆς Ἑλλάδας, 1770-1923. Μετάφραση: Ἀ. Ξανθόπουλος [Ἀθήνα: Μορφωτικὸ Ἵδρυμα Ἐθνικῆς Τραπέζης, 2012], σ. 91.)
[23] Φωτάκου, Ἀπομνημονεύματα…, σ. 548.
[24] Αὐτόθι.
[25] Πρβλ. D. Dakin, Ὁ ἀγώνας τῶν Ἑλλήνων γιὰ τὴν ἀνεξαρτησία…, σ. 236·   Ἱστορικὸ Ἀρχεῖο Ὑπουργείου Ἐξωτερικῶν (Ἀθῆναι [στὸ ἑξῆς: ΑΥΕ]), 1827, Α.Α.Κ., 1α, (ἐγκύκλιος) ἐπιστολὴ τοῦ Ἀλέξανδρου Μαυροκορδάτου γιὰ τὴν στρατιωτικὴ καὶ πολιτικὴ κατάσταση.
[26] D. Dakin, Ὁ ἀγώνας τῶν Ἑλλήνων γιὰ τὴν ἀνεξαρτησία…, σ. 236.
[27] Φωτάκου, Ἀπομνημονεύματα…, σ. 548.
[28] Αὐτόθι, σ. 467.
[29] Ἑλληνικὰ ὑπομνήματα, σ. 168.
[30] Πρβλ. D. Dakin, Ὁ ἀγώνας τῶν Ἑλλήνων γιὰ τὴν ἀνεξαρτησία…, σσ. 233-234.
[31] Παναγιώτη Χριστόπουλου, Ἡ Ἱστορία τῆς Ἐπαναστάσεως τῶν Ἑλλήνων. Ἕνα ἔμμετρο χρονικὸ (1821-1827) τοῦ Ἀθηναίου νοταρίου Ἰωάννου Λαγάνη (Ἀθήνα: Ἑταιρεία Στερεοελλαδικῶν Μελετῶν, 1989), σ. 95 (στ. 1648-1666).
[32] Σπ. Τρικούπη, Ἱστορία τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως (Ἀθήνα: Παναγιώτης Ἀσλάνης/τυπογραφεῖο τῆς «Ὥρας», 18883), σ. 149.
[33] Ἀναστασίου Ὀρλάνδου, Ναυτικά, ἤτοι τῶν κατὰ τὸν ὑπὲρ ἀνεξαρτησίας τῆς Ἑλλάδος ἀγῶνα πεπραγμένων ὑπὸ τῶν τριῶν ναυτικῶν νήσων ἰδίως δὲ τῶν Σπετσῶν, τόμ. Β΄ (Ἀθήνα: Χ. Ν. Φιλαδελφεύς, 1869), σ. 183.
[34] Αὐτόθι.
[35] Στρατηγοῦ Μακρυγιάννη, Ἀπομνημονεύματα. Κείμενο-εἰσαγωγὴ-σημειώσεις Γιάννη Βλαχογιάννη, τόμ. Α΄ (Ἀθήνα: Ε. Γ. Βαγιονάκης, 19472), σσ. 233-234· Ἑλληνικὰ ὑπομνήματα, σ. 171· Ἀμβροσίου Φραντζῆ, Ἐπιτομὴ…, τόμ. Β΄, σ. 332· Σπυρομήλιου, Ἀπομνημονεύματα τῆς δευτέρας πολιορκίας τοῦ Μεσολογγίου. Ἐπιμέλεια Ἰω. Βλαχογιάννη (Ἀθήνα, 1926), σ. 2· Θ. Ρηγοπούλου, Ἀπομνημονεύματα..., σ. 55.
[36] Ἑλληνικὰ ὑπομνήματα, σ. 171.
[37] Θεοδώρου Κ. Κολοκοτρώνη, Διήγησις συμβάντων τῆς ἑλληνικῆς φυλῆς…, σσ. 145-146.
[38] Ἑλληνικὰ ὑπομνήματα, σ. 131.
[39] Θεοδώρου Κ. Κολοκοτρώνη, Διήγησις συμβάντων τῆς ἑλληνικῆς φυλῆς…, σ. 169· πρβλ. Φωτάκου, Ἀπομνημονεύματα…, σ. 510.
[40] Φωτάκου, Ἀπομνημονεύματα…, σ. 515.
[41] Αὐτόθι, σ. 489· Σπυρομήλιου, Ἀπομνημονεύματα..., σσ. 113-114, 125.
[42] Ἑλληνικὰ ὑπομνήματα, σ. 227.
[43] Θεοδώρου Κ. Κολοκοτρώνη, Διήγησις συμβάντων τῆς ἑλληνικῆς φυλῆς…, σ. 192.
[44] Ἑλληνικὰ ὑπομνήματα…, σσ. 226 καὶ 241 (ὅπου ἐπιστολὴ ἀπὸ τὸ ὑπουργεῖο τοῦ Πολέμου πρὸς τὸν Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, Ναύπλιο, 14 Αὐγούστου 1825).
[45]  Αὐτόθι, σ. 199.
[46] Πρβλ. Μονόφυλλα τοῦ Ἀγώνα. Θεσπίσματα-Διατάγματα-Προκηρύξεις, 1821-1827. Εἰσαγωγικὸ κείμενο [καὶ]συνοπτικὴ καταγραφή Ἰ. Κ. Μαζαράκη-Αἰνιάνος (Ἀθήνα: Ἱστορικὴ καὶ Ἐθνολογικὴ Ἑταιρεία τῆς Ἑλλάδος, 2012), ἔγγραφο  Η-20· Ἀρχεῖα τῆς Ἑλληνικῆς Παλιγγενεσίας μέχρι τῆς ἐγκαταστάσεως τῆς Βασιλείας, τόμ. Ε΄ (Ὰθήνα: Βιβλιοθήκη τῆς Βουλῆς τῶν Ἑλλήνων, 1974), σ. 419 (ἔγγραφο μὲ ἀρ. 1204 [τὸ Βουλευτικὸ πρὸς τὸ Ἐκτελεστικό, Ναύπλιο, 16 Φεβρουαρίου 1826]).
[47] Τὰ κατὰ τὴν κηδείαν τοῦ Μακαρίτου Θ. Κολοκοτρώνου… θανόντος τὴν 4 Φεβρουαρίου 1843, ἐκδοθέντα ὑπὸ Νικολάου Παππαδοπούλου (Ἀθῆναι: Ν. Παππαδόπουλος, 1843), σ. 77.
[48] Ἀμβροσίου Φραντζῆ, Ἐπιτομὴ τῆς Ἱστορίας τῆς Ἀναγεννηθείσης Ἑλλάδος, τόμ. Β΄, σσ. 421-422.
[49] Θεοδώρου Κ. Κολοκοτρώνη, Διήγησις συμβάντων τῆς ἑλληνικῆς φυλῆς…, σσ. 177, 178.
[50] Αὐτόθι, σσ. 207-209.
[51] D. Dakin, Ὁ ἀγώνας τῶν Ἑλλήνων γιὰ τὴν ἀνεξαρτησία…, σ. 173.
[52] Φωτάκου, Ἀπομνημονεύματα…, σ. 338.
[53] Ἑλληνικὰ ὑπομνήματα…, σ. 320.
[54] Αὐτόθι, σ. 529.
[55] Ἑλληνικὰ ὑπομνήματα…, σ. 131.
[56] Σὲ ἀντίθεση τότε μὲ τοὺς Ὑδραίους. Εἶναι χαρακτηριστικὸ πώς, κατὰ τὰ τέλη τοῦ χειμῶνος τῆς χρονικῆς περιόδου 1825-1826, τὸ πλοῖο τοῦ Ἀνδρέα Μιαούλη εἶχε σταλῆ, ἐκτελῶντας ἀποστολὴ τῆς ἑλληνικῆς κυβερνήσεως, στὴν Ἀγγλία ὅπου ναυάγησε. Βλ. · Ἀρχεῖα τῆς Ἑλληνικῆς Παλιγγενεσίας…, τόμ. Ε΄, σς. 419 (ἔγγραφο μὲ ἀρ. 1206) καὶ 437 (ἔγγραφο μὲ ἀρ. 1258).
[57] AYE, 1825, Α΄, ἔγγραφο κατηχήσεως τοῦ Ἰωάννου Θ. Στεφάνου (ἀποσπασματικῶς δημοσιευμένο στὸ βιβλίο τοῦ Δημήτρη Μιχαλοπούλου, Μὲ τὸν Σταυρὸ τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέα. Ὁ Καποδίστριας, ὁ Κολοκοτρώνης καὶ ἡ Ἐλευθερία τῶν Ἑλλήνων, 1800-1834 [Ἀθήνα: Πελασγός. Ἰωάννης Χρ. Γιαννάκενας, 2013], σσ. 12-14). Ἡ ἄποψις, πράγματι, πὼς ἡ Φιλικὴ Ἑταιρεία δὲν ἤταν παρὰ συνέχεια τῆς Ἑταιρείας τοῦ Ῥήγα Βελεστινλῆ παραμένει ἰσχυρή. (Βλ. D. Dakin, Ὁ ἀγώνας τῶν Ἑλλήνων γιὰ τὴν ἀνεξαρτησία…, σσ. 48, 62· τοῦ ἴδιου, Ἡ ἑνοποίησις τῆς Ἑλλάδας…, σσ. 46-47.)  Ὁ ἴδιος ὁ Θεόδωρος Κολοκοτρώνης ἄλλωστε μυήθηκε γενικῶς στὴν «Ἑταιρεία» ἤδη κατὰ τὸ 1806. (Βλ. D. Dakin, Ὁ ἀγώνας τῶν Ἑλλήνων γιὰ τὴν ἀνεξαρτησία…, σ. 51.)
[58] «Ἀνωνύμου: Ἀνέκδοτο ὑπόμνημα (Φιλικὴ Ἑταιρεία-Καποδίστριας-Κολοκοτρώνης-Δ. Ρώμας)», Ἑπτανησιακὰ Φύλλα, τόμ. 6 (1968), σσ. 19-31· D. Dakin, Ὁ ἀγώνας τῶν Ἑλλήνων γιὰ τὴν ἀνεξαρτησία…, σ. 71.
[59] Th. Gordon, Ἱστορία τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως. Μετάφραση: Φρίξος Βράχας, βιβλίο Α΄ – τόμ. Ι (Ἀθήνα: Μπάυρον, ἄ.ἔ.), σ. CVIII.
[60] Xένρυ Ά. Κίσσινγκερ, Ἕνας αποκατεστημένος κόσμος. Ὁ Μέττερνιχ, ὁ Κάσλρη καὶ τὰ προβλήματα τῆς εἰρήνης, 1812-1822. Πρόλογος-μετάφρασις-εἰσαγωγὴ-ἐπιμέλεια: Δημήτρης Μιχαλόπουλος (Ἀθήνα: Παπαζήσης, 2003), σ. 487 ἑπ.
[61] Robert Service, Lenin. A biography (Λονδῖνο: Pan Books, 2002), σσ. 16-17.
[62] https://en.wikipedia.org/wiki/Karl_Nesselrode     (3 Σεπτεμβρίου 2016).
[63] Δεδομένου ὅτι ἔστρεψε τὴν προσοχὴ τοῦ αὐτοκράτορος Ἀλεξάνδρου Α΄ πρὸς τὴν… Ἱσπανία. (D. Dakin, Ὁ ἀγώνας τῶν Ἑλλήνων γιὰ τὴν ἀνεξαρτησία…, σ. 189.)
[64] Φωτάκου, Ἀπομνημονεύματα…, σ. 404.
[65] Αὐτόθι.
[66] Γιάννη Βλαχογιάννη, Κλέφτες τοῦ Μοριᾶ. Μελέτη ἱστορικὴ ἀπὸ νέες πηγὲς βγαλμένη, 1715-1820 (Ἀθήνα, 1935), σ. 31.
[67] Στρατηγοῦ Μακρυγιάννη, Ἀπομνημονεύματα, τόμ. Α΄, σ. 197·  Θ. Ρηγοπούλου, Ἀπομνημονεύματα…, σ. 13.
[68] Θ. Ῥηγοπούλου, Ἀπομνημονεύματα…,  σ. 14.
[69] Μετὰ τὴν ἧττα τῶν Ἑλλήνων στὰ Τρίκορφα. Βλ. Θ. Ῥηγοπούλου, Ἀπομνημονεύματα…, σ. 60· πρβλ. Θεοδώρου Κ. Κολοκοτρώνη, Διήγησις συμβάντων τῆς ἑλληνικῆς φυλῆς…, σ. 157.
[70] D. Dakin, Ἡ ἑνοποίησις τῆς Ἑλλάδοςς…, σ. 48.
[71] Φωτάκου, Ἀπομνημονεύματα…, σσ. 446-448. Ἐνδιαφέρουσες λεπτομέρειες: Θ. Ρηγοπούλου, Ἀπομνημονεύματα…, σσ. 65-66.
[72] Φωτάκου, Ἀπομνημονεύματα…,  σ. 547. Ὑπάρχει πάντως ἡ εἴδησις ὅτι ὁ Κολοκοτρώνης, προφανῶς γιὰ νὰ ἐξουδετερώσῃ τὶς συνέπειες τῆς αἰτήσεως πρὸς τὴν Μεγάλη Βρεταννία, ὑπέγραψε στὴν συνέχεια καὶ ἄλλη – φυσικὰ πρὸς τὴν Ῥωσσία αὐτὴν τὴν φορά. (D. Dakin, Ὁ ἀγώνας τῶν Ἑλλήνων γιὰ τὴν ἀνεξαρτησία…, σ. 210.)
[73] Φωτάκου, Ἀπομνημονεύματα…,   σσ. 498-500.
[74] Ἑλληνικὰ ὑπομνήματα…, σ. 281 (ἐπιστολὴ τοῦ Ἀνδρέα Μεταξᾶ πρὸς τὸν Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, Ναύπλιο, 13 Νοεμβρίου 1825).
[75] Δηλαδὴ Κράτους ὑπὸ τὴν ἐπικυριαρχία τοῦ παδισὰχ τῶν Ὀθωμανῶν. (Μονόφυλλα τοῦ Ἀγώνα…, ἔγγραφο  Ι-17· ΑΥΕ, 1827, Α.Α.Κ., ὁ Stratford Canning, Βρεταννὸς πρέσβυς στὴν Κωνσταντινούπολη, πρὸς τὸν ὑπουργὸ Ἐξωτερικῶν τῆς Ὑψηλῆς Πύλης, Κωνσταντινούπολη, 4 Φεβρουαρίου 1827.)
[76] Ὁ Richard Church ἀνέλαβε, στὴν συνέχεια, ρόλο πρωταγωνιστοῦ στὴν ὅλη προσπάθεια ὑπονομεύσεως τοῦ Ἰωάννου Καποδίστρια. (Τὰ σχετικὰ ἔγγραφα: ΑΥΕ, 1830, 98. 2β.)
[77] Αὐτόθι…, ἔγγραφα Ι-5, Ι-8 καὶ Ι-9.
[78] Αὐτόθι, ἔγγραφο Ι-6.
[79] Θεοδώρου Κ. Κολοκοτρώνη, Διήγησις συμβάντων τῆς ἑλληνικῆς φυλῆς…, σσ. 186-188.
[80] Εἰδικῶς γιὰ τὴν ὑπὲρ τοῦ Καποδίστρια δράση τοῦ Κωνσταντίνου Κανάρη: ΑΥΕ, 1831, 98. 2δ, «Rapport du commandant Lalande à Son Excellence le ministre de la Marine», Ναύπλιο, 9 Αὐγούστου 1831.
[81] Δ. Μιχαλόπουλου, Μὲ τὸν Σταυρὸ τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέα…, σσ. 128-129.
[82] Ἑλληνικὰ ὑπομνήματα…, σ. 141 (ἐπιστολὴ τοῦ Γενναίου Κολοκοτρώνη πρὸς τὸν πατέρα του, Σούλι, 28 Μαΐου 1825).
[83] Αὐτόθι, σ. 144 (ἐπιστολὴ τοῦ Π. Μαυρομιχάλη πρὸς τὴ Διοίκηση, Πετροβούνι, 30 Μαΐου 1825).
 

πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου