Τα μικρά υδροηλεκτρικά (ΜΥΗΕ) ως ανανεώσιμη πηγή ενέργειας : Αξίζει το εγχείρημα; Γράφει ο Γιώργος Καραβίδας
Διαβάστε επίσης: Ξεκίνησε η καταστροφή του “Αμαζόνιου της Ελλάδας”
Δυναμώνουν όλο και περισσότερο οι προβληματισμοί και οι αντιδράσεις τοπικών κοινωνιών και των κάθε μορφής φορέων τους απέναντι σε συγκεκριμένες μορφές ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ), με το ενδιαφέρον να εστιάζεται τον τελευταίο καιρό στην, χάριν της «σωτηρίας του πλανήτη» από την «κλιματική αλλαγή», προωθούμενη εγκατάσταση αιολικών πάρκων, σε πολλά μέρη της πατρίδας μας.
Στο απυρόβλητο, ωστόσο, δε μένουν, για τους δικούς τους ξεχωριστούς λόγους, κι άλλες μορφές ΑΠΕ, έστω κι αν οι αντιδράσεις επ’ αυτών δεν είναι ή δεν προβάλλονται σε τόσο έντονη μορφή. Και τέτοιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν τα συνδεδεμένα στο δίκτυο ηλεκτροδότησης φωτοβολταϊκά πάρκα, τα μικρά υδροηλεκτρικά (ΜΥΗΕ), κ.λ.π..
Φανερή από την άλλη μεριά και η προσπάθεια ορισμένων κύκλων να παρουσιάσουν ως «οπισθοδρομικό», «οπαδό της γκαζόλαμπας» ή εχθρό του περιβάλλοντος, της ανάπτυξης και της προόδου, οποιονδήποτε πολίτη ή φορέα εκφράζει και την παραμικρή, ακόμα, επιφύλαξη απέναντι στις παραπάνω μορφές ενέργειας, χωρίς, όμως, να προβάλλονται αντικειμενικά και οι λόγοι των προβληματισμών και επιφυλάξεών τους.
Λόγοι που καμία σχέση δεν έχουν με δήθεν εκ μέρους των αντιδρούντων διάθεση για «δαιμονοποίηση» και «εξοβελισμό» των ΑΠΕ αλλά με προβληματισμούς αναφορικά με :
τα πραγματικά κίνητρα που βρίσκονται πίσω από την προώθησή τους (π.χ. απορρόφηση προγραμμάτων και επιδότηση – περίπου δύο δις ευρώ ετησίως - της όποιας παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας, που μετατρέπουν κάποιους σε μεγάλους ή μικρούς εισοδηματίες, πληρωμένους απ’ όλους εμάς τους υπόλοιπους καταναλωτές),
τις συνέπειες από την εγκατάσταση και λειτουργία τους (στο περιβάλλον, την κοινωνία, την οικονομία, την απώλεια φυσικού και υδάτινου πλούτου και τις επιπτώσεις της στην παραγωγική διαδικασία, κ.λ.π.),
την πραγματική τους δυνατότητα να υλοποιήσουν όλα όσα υπόσχονται για φτηνό και «καθαρό» ρεύμα ή για απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα και για μείωση ρύπων στην ατμόσφαιρα,
την αδυναμία τους να στηρίξουν αυτόνομα, με ασφάλεια και επάρκεια, το δίκτυο ηλεκτροδότησης, κ.λ.π..
Προβληματισμοί και επιφυλάξεις που επιβεβαιώνονται κατά καιρούς και με τοποθετήσεις τόσο αρμόδιων φορέων (όπως ο ΑΔΜΗΕ) όσο και ειδικών επιστημόνων ή και από πρακτικές χωρών του εξωτερικού, απ’ αυτές που αρχικά (βλ. Γερμανία) είχαν πρωτοστατήσει στην εγκατάσταση ΑΠΕ αλλά σήμερα στρέφονται σε άλλες πηγές ενέργειας για κάλυψη των αναγκών τους.
Αλλά, καθώς στόχος της παρούσας είναι ν’ αναφερθεί συγκεκριμένα στην προώθηση, στις συνέπειες και στις αρνητικές επιπτώσεις των μικρών υδροηλεκτρικών, ως ανανεώσιμης πηγής ενέργειας, επιβάλλεται να μην επιμείνουμε εδώ περισσότερο σε γενικές αναφορές ή σε άλλες μορφές ΑΠΕ και να επικεντρωθούμε στο συγκεκριμένο αυτό ζήτημα.
Τα μικρά υδροηλεκτρικά, λοιπόν, είναι κι αυτά μια μορφή των αποκαλούμενων «Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας» και ένα από τα πιο επιτακτικά, σήμερα, προβλήματα πολλών ορεινών περιοχών της πατρίδας μας. Είναι γεγονός πως όσοι τα προωθούν, έχουν μέχρι στιγμής καταφέρει να κρατήσουν πολύ χαμηλούς τόνους, εμφανίζοντάς τα αρκετά ωραιοποιημένα ή προκαλώντας ακόμα και σύγχυση στην κοινή γνώμη, ώστε αυτά να παρουσιάζονται αποκλειστικά και μόνο ως μια ήπια μορφή παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Αποτέλεσμα, σημαντική μερίδα φορέων και πολιτών, που δεν έχουν έρθει αντιμέτωποι με το ζήτημα, να μην έχουν αντιληφθεί την πραγματικότητα και τις συνέπειές της.
Μια πραγματικότητα που καταδεικνύει πως, όταν αναφερόμαστε σε μικρά υδροηλεκτρικά, δεν πρέπει να τα συγχέουμε είτε ως προς την απόδοση (παραγωγή ενέργειας σημαντικής ισχύος), είτε την ωφελιμότητα (πιθανή ανάπτυξη τουρισμού με αντίστοιχες θέσεις εργασίας, δημιουργία νέων βιότοπων, συμβολή σε ύδρευση και άρδευση, κ.λ.π.) με τα μεγάλα του είδους, για τα οποία, παρεμπιπτόντως, η ενέργεια που παράγουν (3.060 MW σήμερα) ΔΕΝ υπολογίζεται (ειδικά για τη χώρα μας) ως προερχόμενη από ΑΠΕ!!! Δεν πρέπει, ακόμα, να τα συγχέουμε ούτε με την περιβόητη «αντλησιοταμίευση» (ή, αλλιώς και κατ’ ορισμένους, «αποθήκευση» ενέργειας). Και ούτε, φυσικά, μιλώντας για μικρό υδροηλεκτρικό, εννοούμε ότι πάμε απλά κάτω από μια υδατόπτωση (καταρράκτη) και το στήνουμε. (Θα ήταν, ίσως, ιδανικό αλλά …….δεν!!!!).
Ακόμα, η πραγματική εικόνα για τα μικρά υδροηλεκτρικά καμία σχέση δεν έχει μ’ εκείνες τις ωραιοποιημένες που συναντούμε στο διαδίκτυο, όπου δε διακρίνονται ούτε τα φράγματα/εκτρώματα εντός των κοιτών των ποταμών, ούτε τα πραγματικά χιλιόμετρα εκτροπής των νερών από τις κοίτες, ούτε ότι οι επεμβάσεις πραγματοποιούνται εντός δασωμένων εκτάσεων, ούτε ότι τα νερά εξαφανίζονται -κυριολεκτικά, όμως- από τις κοίτες, κ.λ.π..
Εκτροπή νερού
Στην πράξη και μετά από έρευνα σε σχετική νομοθεσία, μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων (ΜΠΕ), αποφάσεις έγκρισής τους (ΑΕΠΟ) αλλά και εμπειρίες και μαρτυρίες από τη λειτουργία τους (όπου τέτοια έχουν ήδη εγκατασταθεί), κ.λ.π., η αναφορά σε μικρά υδροηλεκτρικά σημαίνει :
Ποσότητα μέχρι και 90% των νερών των ορεινών ρεμάτων και ποταμών εκτρέπεται από την κοίτη τους, με αποτέλεσμα πραγματικοί βιότοποι να καταστρέφονται και προστατευόμενα είδη χλωρίδας και πανίδας, την ύπαρξη των οποίων οι σχετικοί «μελετητές» φροντίζουν ν’ αποκρύπτουν από τις αντίστοιχες μελέτες, να εξαφανίζονται. Υπόψη πως στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων μιλάμε για ποτάμια και ρέματα που ήδη, ειδικά κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, στερούνται επάρκειας υδάτων.
Εκτροπή των νερών από τις κοίτες των ρεμάτων και ποταμών σε μήκος πολλών χιλιομέτρων, προκειμένου να επιτευχθεί η απαιτούμενη για την παραγωγή ενέργειας υψομετρική διαφορά, με τις ανάλογες συνέπειες σε ποτάμιο και παραποτάμιο οικοσύστημα.
Φυσικά τοπία και ποτάμια αλλοιώνονται, κοίτες στερεύουν και η εντός ή πλησίον αυτών χλωρίδα και πανίδα εξαφανίζονται, ενώ φράγματα/εκτρώματα ξεφυτρώνουν καταμεσής σε ρέματα και ποτάμια, τα οποία οι «μελετητές» παρουσιάζουν και ως «απόλυτα προσαρμοσμένα στο περιβάλλον της περιοχής».
Αυθαίρετες και ανεξέλεγκτες επεμβάσεις στο περιβάλλον, που συνεπάγονται η επίκληση δήθεν υφιστάμενων δρόμων εκεί που τέτοιοι δεν υπάρχουν, η μη οριοθέτηση πριν την αδειοδότηση της κοίτης των υπό επέμβαση ρεμάτων και ποταμών, κ.λ.π..
Πενιχρά «αντισταθμιστικά» και «ανταποδοτικά» οφέλη για δικαιούχους καταναλωτές (όπως αυτά ύψους εννέα ευρώ, με βάση την τελευταία σχετική ΚΥΑ), ή και για δήμους, καταφεύγουν, όμως, σε αγωγές για να διεκδικήσουν όσα δικαιούνται και τις εμπλεκόμενες εταιρίες ν’ ανταπαντούν κι αυτές με αγωγές, αρνούμενες τις υποχρεώσεις τους. Αντίθετα, οι ειδικοί φόροι υπέρ ΑΠΕ, όπως το ΕΤΜΕΑΡ, είναι πολλαπλάσιοι και τους καταβάλλουμε ΑΜΕΣΑ και ΟΛΟΙ ΜΑΣ, μέσω των λογαριασμών ενέργειας.
Αδιαμφισβήτητη, μέσω των «αδειών χρήσης νερού», που η πολιτεία χορηγεί σε ιδιώτες, δέσμευση υδάτινων πόρων (ορεινών πηγών) και ορατός ο μέσω αυτών κίνδυνος ιδιωτικοποίησής τους. Τέτοιοι στόχοι και προθέσεις αναδεικνύονται ξεκάθαρα και από δηλώσεις υποψήφιων «επενδυτών», όπως το «όποιος θέλει νερό για τον κήπο του, τώρα πρέπει να έρθει σε μένα… εγώ έχω τώρα τα δικαιώματα!!!» και πως «θα προέχει πάντα η λειτουργία της επιχείρησής μου», έναντι των όποιων αναγκών ενδιαφερόμενων, ιδίως δε μελλοντικών τέτοιων. Κίνδυνος που μεγιστοποιείται αν αναλογιστούμε πως η συγκεκριμένες άδειες μπορούν να μεταβιβαστούν και, άρα, να καταλήξουν στα χέρια λίγων.
Απόπειρες καταπάτησης ιδιωτικών περιουσιών, που αντιμετωπίζονται ως δασικές εκτάσεις.
Παραβάσεις της εθνικής και ευρωπαϊκής νομοθεσίας ή και λοιπές παρατυπίες, όπως η αδειοδότηση ΜΥΗΕ με βάση άδειες παραγωγής που έχουν λήξει, η μη εφαρμογή της ευρωπαϊκής Οδηγίας 2000/60 για την προστασία των Υδάτων και η μη σύμφωνη μ’ αυτή «οικολογική παροχή» (η ελάχιστη, δηλαδή, ποσότητα νερού που πρέπει ν’ απομένει στην κοίτη), η με σκοπό την αδειοδότηση του έργου χρήση μη επικαιροποιημένων υδρολογικών δεδομένων καθώς και τέτοιων από περιοχές μη σχετικές με το έργο, η χρήση διάφορων άλλων ανακριβών στοιχείων, κ.λ.π.. Παραβάσεις και παρατυπίες για τις οποίες οι «επενδυτές», όταν διαπιστώνουν πως ανακαλύπτονται, απαντούν : "Ε, και τι να κάνουμε τώρα; Την πήραμε την άδεια... Κρίμα δεν είναι να μη γίνει το έργο;".
Πλήρης άγνοια των τοπικών κοινωνιών για όσα σε βάρος τους έχουν μεθοδευτεί και μεθοδεύονται, με την όποια μαζί τους διαβούλευση να περιορίζεται στις «γνωμοδοτήσεις» αρμόδιων οργάνων (τοπικά και δημοτικά συμβούλια) ή απλών προσώπων (βλ. «εκπρόσωπος κοινότητας», σε κοινότητες κάτω των τριακοσίων κατοίκων).
Και όλα αυτά έναντι απόδοσης κατά μέσο όρο δύο (2) περίπου MW για κάθε μικρό υδροηλεκτρικό και με ανώτατο στόχο (ταβάνι) τα 350 MW πανελλαδικά, ποσότητα που δεν κρίνεται σημαντική, ιδιαίτερα αν κανείς αναλογιστεί την εγκαταστημένη ισχύ ηλεκτρικής ενέργειας σήμερα στη χώρα μας (περίπου 20 GW) σε σχέση με τις πραγματικές της ανάγκες σε ενέργεια (περίπου 6 GW) καθώς και ότι ήδη από το 2013, τουλάχιστο, έχουν επιτευχθεί όλοι οι σχετικοί με την ενέργεια στόχοι (όπως το γνωστό 20-20-20), που από διεθνείς συνθήκες η χώρα μας υποχρεούται να εκπληρώσει.
Και με τις προοπτικές προώθησης κάθε μορφής παραγωγικής διαδικασίας (όπως κτηνοτροφία, διάφορες καλλιέργειες) ή και λοιπών μορφών ανάπτυξης της υπαίθρου (όπως εναλλακτικός τουρισμός) να εγκαταλείπονται, εξαιτίας της δέσμευσης του απαραίτητου για όλα αυτά υδάτινου δυναμικού, και τους εναπομείναντες στα χωριά μας κατοίκους να αναγκάζονται να καταφύγουν κι αυτοί στ’ αστικά κέντρα.
Απέναντι, λοιπόν, στα διλήμματα, που με συγκεκριμένο στόχο και πολύ μεθοδευμένα ορισμένοι θέτουν, εμφανίζοντας τα μικρά υδροηλεκτρικά ως έναν (ακόμα) τρόπο «προστασίας του περιβάλλοντος» και «σωτηρίας» του πλανήτη από την «κλιματική αλλαγή», ας αναλογιστούμε :
Είναι η προερχόμενη από μικρά υδροηλεκτρικά ενέργεια αρκετή και ικανή ν’ αντισταθμίσει την περιβαλλοντική καταστροφή, που, στο όνομα κι εδώ της προστασίας του περιβάλλοντος, αυτά τα ίδια προκαλούν;
Υποκαθιστά η συγκεκριμένη ενέργεια αντίστοιχη από συμβατικές πηγές, εξαφανίζοντας παράλληλα ή μειώνοντας, έστω, ανάλογο περιβαλλοντικό κόστος των τελευταίων, σε βαθμό που να την καθιστά περιβαλλοντικά και οικονομικά συμφέρουσα ή, μήπως, και τα μικρά υδροηλεκτρικά αποτελούν απλά ένα μέσο «απορρόφησης» ευρωπαϊκών προγραμμάτων και κερδοσκοπίας ορισμένων, από τις «επιδοτήσεις» που απολαμβάνουν;
Πόσο θεμιτό είναι να χρησιμοποιείται η ενέργεια ως το όχημα για την υπέρ ιδιωτικών συμφερόντων δέσμευση δημόσιας γης και λοιπού εθνικού πλούτου και ποια, άραγε, ποσότητα ενέργειας από μικρά υδροηλεκτρικά θα ήταν ικανή ν’ αντισταθμίσει τις συνέπειες από τη δέσμευση και τον μέσω αυτής κίνδυνο ξεκάθαρης ιδιωτικοποίησης του ορεινού υδάτινου δυναμικού μας, με τις επιπτώσεις που αυτό θα έχει στην επιβίωση των τοπικών κοινωνιών και στην παραγωγική διαδικασία;
Ας προβληματιστούμε …..
Γιώργος Δ. Καραβίδας,
νομικός Α.Π.Θ. - Υπ/τγος (ε.α.) Νομικού Σώματος Ε.Δ., δημοτικός σύμβουλος και αντιπρόεδρος Δημοτικού Συμβουλίου Δήμου Μουζακίου Καρδίτσας, πρώην πρόεδρος και νυν μέλος ΔΣ Πολιτιστικού Συλλόγου Οξυάς Καρδίτσας, ιδρυτικό μέλος και μέλος ΔΣ περιβαλλοντικής Κίνησης «Εξόρμηση για την προστασία του χωριού της Οξυάς», ιδρυτικό μέλος Δικτύου Φορέων και Πολιτών για την Προστασία των Αγράφων.
ΠΗΓΗ
https://thesecretrealtruth.blogspot.com/2019/11/blog-post_4468.html?m=0
Διαβάστε επίσης: Ξεκίνησε η καταστροφή του “Αμαζόνιου της Ελλάδας”
Δυναμώνουν όλο και περισσότερο οι προβληματισμοί και οι αντιδράσεις τοπικών κοινωνιών και των κάθε μορφής φορέων τους απέναντι σε συγκεκριμένες μορφές ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ), με το ενδιαφέρον να εστιάζεται τον τελευταίο καιρό στην, χάριν της «σωτηρίας του πλανήτη» από την «κλιματική αλλαγή», προωθούμενη εγκατάσταση αιολικών πάρκων, σε πολλά μέρη της πατρίδας μας.
Στο απυρόβλητο, ωστόσο, δε μένουν, για τους δικούς τους ξεχωριστούς λόγους, κι άλλες μορφές ΑΠΕ, έστω κι αν οι αντιδράσεις επ’ αυτών δεν είναι ή δεν προβάλλονται σε τόσο έντονη μορφή. Και τέτοιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν τα συνδεδεμένα στο δίκτυο ηλεκτροδότησης φωτοβολταϊκά πάρκα, τα μικρά υδροηλεκτρικά (ΜΥΗΕ), κ.λ.π..
Φανερή από την άλλη μεριά και η προσπάθεια ορισμένων κύκλων να παρουσιάσουν ως «οπισθοδρομικό», «οπαδό της γκαζόλαμπας» ή εχθρό του περιβάλλοντος, της ανάπτυξης και της προόδου, οποιονδήποτε πολίτη ή φορέα εκφράζει και την παραμικρή, ακόμα, επιφύλαξη απέναντι στις παραπάνω μορφές ενέργειας, χωρίς, όμως, να προβάλλονται αντικειμενικά και οι λόγοι των προβληματισμών και επιφυλάξεών τους.
Λόγοι που καμία σχέση δεν έχουν με δήθεν εκ μέρους των αντιδρούντων διάθεση για «δαιμονοποίηση» και «εξοβελισμό» των ΑΠΕ αλλά με προβληματισμούς αναφορικά με :
τα πραγματικά κίνητρα που βρίσκονται πίσω από την προώθησή τους (π.χ. απορρόφηση προγραμμάτων και επιδότηση – περίπου δύο δις ευρώ ετησίως - της όποιας παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας, που μετατρέπουν κάποιους σε μεγάλους ή μικρούς εισοδηματίες, πληρωμένους απ’ όλους εμάς τους υπόλοιπους καταναλωτές),
τις συνέπειες από την εγκατάσταση και λειτουργία τους (στο περιβάλλον, την κοινωνία, την οικονομία, την απώλεια φυσικού και υδάτινου πλούτου και τις επιπτώσεις της στην παραγωγική διαδικασία, κ.λ.π.),
την πραγματική τους δυνατότητα να υλοποιήσουν όλα όσα υπόσχονται για φτηνό και «καθαρό» ρεύμα ή για απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα και για μείωση ρύπων στην ατμόσφαιρα,
την αδυναμία τους να στηρίξουν αυτόνομα, με ασφάλεια και επάρκεια, το δίκτυο ηλεκτροδότησης, κ.λ.π..
Προβληματισμοί και επιφυλάξεις που επιβεβαιώνονται κατά καιρούς και με τοποθετήσεις τόσο αρμόδιων φορέων (όπως ο ΑΔΜΗΕ) όσο και ειδικών επιστημόνων ή και από πρακτικές χωρών του εξωτερικού, απ’ αυτές που αρχικά (βλ. Γερμανία) είχαν πρωτοστατήσει στην εγκατάσταση ΑΠΕ αλλά σήμερα στρέφονται σε άλλες πηγές ενέργειας για κάλυψη των αναγκών τους.
Αλλά, καθώς στόχος της παρούσας είναι ν’ αναφερθεί συγκεκριμένα στην προώθηση, στις συνέπειες και στις αρνητικές επιπτώσεις των μικρών υδροηλεκτρικών, ως ανανεώσιμης πηγής ενέργειας, επιβάλλεται να μην επιμείνουμε εδώ περισσότερο σε γενικές αναφορές ή σε άλλες μορφές ΑΠΕ και να επικεντρωθούμε στο συγκεκριμένο αυτό ζήτημα.
Τα μικρά υδροηλεκτρικά, λοιπόν, είναι κι αυτά μια μορφή των αποκαλούμενων «Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας» και ένα από τα πιο επιτακτικά, σήμερα, προβλήματα πολλών ορεινών περιοχών της πατρίδας μας. Είναι γεγονός πως όσοι τα προωθούν, έχουν μέχρι στιγμής καταφέρει να κρατήσουν πολύ χαμηλούς τόνους, εμφανίζοντάς τα αρκετά ωραιοποιημένα ή προκαλώντας ακόμα και σύγχυση στην κοινή γνώμη, ώστε αυτά να παρουσιάζονται αποκλειστικά και μόνο ως μια ήπια μορφή παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Αποτέλεσμα, σημαντική μερίδα φορέων και πολιτών, που δεν έχουν έρθει αντιμέτωποι με το ζήτημα, να μην έχουν αντιληφθεί την πραγματικότητα και τις συνέπειές της.
Μια πραγματικότητα που καταδεικνύει πως, όταν αναφερόμαστε σε μικρά υδροηλεκτρικά, δεν πρέπει να τα συγχέουμε είτε ως προς την απόδοση (παραγωγή ενέργειας σημαντικής ισχύος), είτε την ωφελιμότητα (πιθανή ανάπτυξη τουρισμού με αντίστοιχες θέσεις εργασίας, δημιουργία νέων βιότοπων, συμβολή σε ύδρευση και άρδευση, κ.λ.π.) με τα μεγάλα του είδους, για τα οποία, παρεμπιπτόντως, η ενέργεια που παράγουν (3.060 MW σήμερα) ΔΕΝ υπολογίζεται (ειδικά για τη χώρα μας) ως προερχόμενη από ΑΠΕ!!! Δεν πρέπει, ακόμα, να τα συγχέουμε ούτε με την περιβόητη «αντλησιοταμίευση» (ή, αλλιώς και κατ’ ορισμένους, «αποθήκευση» ενέργειας). Και ούτε, φυσικά, μιλώντας για μικρό υδροηλεκτρικό, εννοούμε ότι πάμε απλά κάτω από μια υδατόπτωση (καταρράκτη) και το στήνουμε. (Θα ήταν, ίσως, ιδανικό αλλά …….δεν!!!!).
Ακόμα, η πραγματική εικόνα για τα μικρά υδροηλεκτρικά καμία σχέση δεν έχει μ’ εκείνες τις ωραιοποιημένες που συναντούμε στο διαδίκτυο, όπου δε διακρίνονται ούτε τα φράγματα/εκτρώματα εντός των κοιτών των ποταμών, ούτε τα πραγματικά χιλιόμετρα εκτροπής των νερών από τις κοίτες, ούτε ότι οι επεμβάσεις πραγματοποιούνται εντός δασωμένων εκτάσεων, ούτε ότι τα νερά εξαφανίζονται -κυριολεκτικά, όμως- από τις κοίτες, κ.λ.π..
Εκτροπή νερού
Στην πράξη και μετά από έρευνα σε σχετική νομοθεσία, μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων (ΜΠΕ), αποφάσεις έγκρισής τους (ΑΕΠΟ) αλλά και εμπειρίες και μαρτυρίες από τη λειτουργία τους (όπου τέτοια έχουν ήδη εγκατασταθεί), κ.λ.π., η αναφορά σε μικρά υδροηλεκτρικά σημαίνει :
Ποσότητα μέχρι και 90% των νερών των ορεινών ρεμάτων και ποταμών εκτρέπεται από την κοίτη τους, με αποτέλεσμα πραγματικοί βιότοποι να καταστρέφονται και προστατευόμενα είδη χλωρίδας και πανίδας, την ύπαρξη των οποίων οι σχετικοί «μελετητές» φροντίζουν ν’ αποκρύπτουν από τις αντίστοιχες μελέτες, να εξαφανίζονται. Υπόψη πως στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων μιλάμε για ποτάμια και ρέματα που ήδη, ειδικά κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, στερούνται επάρκειας υδάτων.
Εκτροπή των νερών από τις κοίτες των ρεμάτων και ποταμών σε μήκος πολλών χιλιομέτρων, προκειμένου να επιτευχθεί η απαιτούμενη για την παραγωγή ενέργειας υψομετρική διαφορά, με τις ανάλογες συνέπειες σε ποτάμιο και παραποτάμιο οικοσύστημα.
Φυσικά τοπία και ποτάμια αλλοιώνονται, κοίτες στερεύουν και η εντός ή πλησίον αυτών χλωρίδα και πανίδα εξαφανίζονται, ενώ φράγματα/εκτρώματα ξεφυτρώνουν καταμεσής σε ρέματα και ποτάμια, τα οποία οι «μελετητές» παρουσιάζουν και ως «απόλυτα προσαρμοσμένα στο περιβάλλον της περιοχής».
Αυθαίρετες και ανεξέλεγκτες επεμβάσεις στο περιβάλλον, που συνεπάγονται η επίκληση δήθεν υφιστάμενων δρόμων εκεί που τέτοιοι δεν υπάρχουν, η μη οριοθέτηση πριν την αδειοδότηση της κοίτης των υπό επέμβαση ρεμάτων και ποταμών, κ.λ.π..
Πενιχρά «αντισταθμιστικά» και «ανταποδοτικά» οφέλη για δικαιούχους καταναλωτές (όπως αυτά ύψους εννέα ευρώ, με βάση την τελευταία σχετική ΚΥΑ), ή και για δήμους, καταφεύγουν, όμως, σε αγωγές για να διεκδικήσουν όσα δικαιούνται και τις εμπλεκόμενες εταιρίες ν’ ανταπαντούν κι αυτές με αγωγές, αρνούμενες τις υποχρεώσεις τους. Αντίθετα, οι ειδικοί φόροι υπέρ ΑΠΕ, όπως το ΕΤΜΕΑΡ, είναι πολλαπλάσιοι και τους καταβάλλουμε ΑΜΕΣΑ και ΟΛΟΙ ΜΑΣ, μέσω των λογαριασμών ενέργειας.
Αδιαμφισβήτητη, μέσω των «αδειών χρήσης νερού», που η πολιτεία χορηγεί σε ιδιώτες, δέσμευση υδάτινων πόρων (ορεινών πηγών) και ορατός ο μέσω αυτών κίνδυνος ιδιωτικοποίησής τους. Τέτοιοι στόχοι και προθέσεις αναδεικνύονται ξεκάθαρα και από δηλώσεις υποψήφιων «επενδυτών», όπως το «όποιος θέλει νερό για τον κήπο του, τώρα πρέπει να έρθει σε μένα… εγώ έχω τώρα τα δικαιώματα!!!» και πως «θα προέχει πάντα η λειτουργία της επιχείρησής μου», έναντι των όποιων αναγκών ενδιαφερόμενων, ιδίως δε μελλοντικών τέτοιων. Κίνδυνος που μεγιστοποιείται αν αναλογιστούμε πως η συγκεκριμένες άδειες μπορούν να μεταβιβαστούν και, άρα, να καταλήξουν στα χέρια λίγων.
Απόπειρες καταπάτησης ιδιωτικών περιουσιών, που αντιμετωπίζονται ως δασικές εκτάσεις.
Παραβάσεις της εθνικής και ευρωπαϊκής νομοθεσίας ή και λοιπές παρατυπίες, όπως η αδειοδότηση ΜΥΗΕ με βάση άδειες παραγωγής που έχουν λήξει, η μη εφαρμογή της ευρωπαϊκής Οδηγίας 2000/60 για την προστασία των Υδάτων και η μη σύμφωνη μ’ αυτή «οικολογική παροχή» (η ελάχιστη, δηλαδή, ποσότητα νερού που πρέπει ν’ απομένει στην κοίτη), η με σκοπό την αδειοδότηση του έργου χρήση μη επικαιροποιημένων υδρολογικών δεδομένων καθώς και τέτοιων από περιοχές μη σχετικές με το έργο, η χρήση διάφορων άλλων ανακριβών στοιχείων, κ.λ.π.. Παραβάσεις και παρατυπίες για τις οποίες οι «επενδυτές», όταν διαπιστώνουν πως ανακαλύπτονται, απαντούν : "Ε, και τι να κάνουμε τώρα; Την πήραμε την άδεια... Κρίμα δεν είναι να μη γίνει το έργο;".
Πλήρης άγνοια των τοπικών κοινωνιών για όσα σε βάρος τους έχουν μεθοδευτεί και μεθοδεύονται, με την όποια μαζί τους διαβούλευση να περιορίζεται στις «γνωμοδοτήσεις» αρμόδιων οργάνων (τοπικά και δημοτικά συμβούλια) ή απλών προσώπων (βλ. «εκπρόσωπος κοινότητας», σε κοινότητες κάτω των τριακοσίων κατοίκων).
Και όλα αυτά έναντι απόδοσης κατά μέσο όρο δύο (2) περίπου MW για κάθε μικρό υδροηλεκτρικό και με ανώτατο στόχο (ταβάνι) τα 350 MW πανελλαδικά, ποσότητα που δεν κρίνεται σημαντική, ιδιαίτερα αν κανείς αναλογιστεί την εγκαταστημένη ισχύ ηλεκτρικής ενέργειας σήμερα στη χώρα μας (περίπου 20 GW) σε σχέση με τις πραγματικές της ανάγκες σε ενέργεια (περίπου 6 GW) καθώς και ότι ήδη από το 2013, τουλάχιστο, έχουν επιτευχθεί όλοι οι σχετικοί με την ενέργεια στόχοι (όπως το γνωστό 20-20-20), που από διεθνείς συνθήκες η χώρα μας υποχρεούται να εκπληρώσει.
Και με τις προοπτικές προώθησης κάθε μορφής παραγωγικής διαδικασίας (όπως κτηνοτροφία, διάφορες καλλιέργειες) ή και λοιπών μορφών ανάπτυξης της υπαίθρου (όπως εναλλακτικός τουρισμός) να εγκαταλείπονται, εξαιτίας της δέσμευσης του απαραίτητου για όλα αυτά υδάτινου δυναμικού, και τους εναπομείναντες στα χωριά μας κατοίκους να αναγκάζονται να καταφύγουν κι αυτοί στ’ αστικά κέντρα.
Απέναντι, λοιπόν, στα διλήμματα, που με συγκεκριμένο στόχο και πολύ μεθοδευμένα ορισμένοι θέτουν, εμφανίζοντας τα μικρά υδροηλεκτρικά ως έναν (ακόμα) τρόπο «προστασίας του περιβάλλοντος» και «σωτηρίας» του πλανήτη από την «κλιματική αλλαγή», ας αναλογιστούμε :
Είναι η προερχόμενη από μικρά υδροηλεκτρικά ενέργεια αρκετή και ικανή ν’ αντισταθμίσει την περιβαλλοντική καταστροφή, που, στο όνομα κι εδώ της προστασίας του περιβάλλοντος, αυτά τα ίδια προκαλούν;
Υποκαθιστά η συγκεκριμένη ενέργεια αντίστοιχη από συμβατικές πηγές, εξαφανίζοντας παράλληλα ή μειώνοντας, έστω, ανάλογο περιβαλλοντικό κόστος των τελευταίων, σε βαθμό που να την καθιστά περιβαλλοντικά και οικονομικά συμφέρουσα ή, μήπως, και τα μικρά υδροηλεκτρικά αποτελούν απλά ένα μέσο «απορρόφησης» ευρωπαϊκών προγραμμάτων και κερδοσκοπίας ορισμένων, από τις «επιδοτήσεις» που απολαμβάνουν;
Πόσο θεμιτό είναι να χρησιμοποιείται η ενέργεια ως το όχημα για την υπέρ ιδιωτικών συμφερόντων δέσμευση δημόσιας γης και λοιπού εθνικού πλούτου και ποια, άραγε, ποσότητα ενέργειας από μικρά υδροηλεκτρικά θα ήταν ικανή ν’ αντισταθμίσει τις συνέπειες από τη δέσμευση και τον μέσω αυτής κίνδυνο ξεκάθαρης ιδιωτικοποίησης του ορεινού υδάτινου δυναμικού μας, με τις επιπτώσεις που αυτό θα έχει στην επιβίωση των τοπικών κοινωνιών και στην παραγωγική διαδικασία;
Ας προβληματιστούμε …..
Γιώργος Δ. Καραβίδας,
νομικός Α.Π.Θ. - Υπ/τγος (ε.α.) Νομικού Σώματος Ε.Δ., δημοτικός σύμβουλος και αντιπρόεδρος Δημοτικού Συμβουλίου Δήμου Μουζακίου Καρδίτσας, πρώην πρόεδρος και νυν μέλος ΔΣ Πολιτιστικού Συλλόγου Οξυάς Καρδίτσας, ιδρυτικό μέλος και μέλος ΔΣ περιβαλλοντικής Κίνησης «Εξόρμηση για την προστασία του χωριού της Οξυάς», ιδρυτικό μέλος Δικτύου Φορέων και Πολιτών για την Προστασία των Αγράφων.
ΠΗΓΗ
https://thesecretrealtruth.blogspot.com/2019/11/blog-post_4468.html?m=0
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου