Όταν
οι Μπολσεβίκοι κατέλαβαν τη Ρωσία κατά τη διάρκεια της Οκτωβριανής
Επανάστασης του 1917, ο στόχος τους ήταν να επιφέρουν δραστικές αλλαγές
στις δομές της κοινωνίας. Ένας τρόπος με τον οποίο προσπάθησαν να το
κάνουν αυτό ήταν με την αλλαγή του ημερολογίου. Το 1929, δημιούργησαν το «Σοβιετικό Αιώνιο Ημερολόγιο»,
το οποίο άλλαξε την δομή της εβδομάδας, του μήνα και του έτους. Ο μήνας
διαιρέθηκε σε 6 πεντάδες και το έτος σε 72. Αργίες δεν προβλέπονταν,
παρά μόνο ευκαιριακά. Εννοείται ότι η αργία της Κυριακής καταργήθηκε.
Πολλές
φορές όταν ισχυρές πολιτικές ιδεολογίες, κατάφερναν ανατροπές στην
πολιτική κατάσταση της εποχής τους, ήθελαν να αποτυπώσουν την ιδεολογία
τους (και κατ’ αυτό τον τρόπο να «διαιωνίσουν» την παρουσία τους στη ροή
του χρόνου) - εκτός των άλλων νεωτερισμών - και με διαφορετικά από τα
ισχύοντα ημερολόγια. Ο κύριος στόχος τους ήταν να τονίσουν στον αποδέκτη
λαό ότι η «νέα κατάσταση» έρχεται σε αντίθεση με την παλιά και συνεπώς
με τα κηρύγματά τους εγκαινιάζουν κάτι καινούργιο που θα αποτελέσει
«σταθμό» μέσα στο χρόνο.
Η πιο ανατρεπτική αλλαγή του ισχύοντος ημερολογίου, δηλαδή του χριστιανικού, έγινε στη Γαλλία το 1793. Οι
Γάλλοι επαναστάτες, επιθυμούντες να υπογραμμίσουν την κατάργηση του
παλαιού καθεστώτος και την εγκαθίδρυση του νέου, της δημοκρατίας,
καθιέρωσαν το «δημοκρατικό ημερολόγιο» (calendrier républicain) υπολογίζοντας αναδρομικά το 1792 ως «έτος 1». Το «δημοκρατικό ημερολόγιο» διεπόταν από έντονο ορθολογιστικό και αντιχριστιανικό πνεύμα.
Η
σοβιετική μεταρρύθμιση του Γρηγοριανού ημερολογίου ήταν πολύ
διαφορετική από το «δημοκρατικό ημερολόγιο» που έγινε κατά τη διάρκεια
της Γαλλικής Επανάστασης. Αν και δεν αναιρέθηκε το Γρηγοριανό
ημερολόγιο, η νέα μεταρρύθμιση αναδιάρθρωσε πλήρως τις εβδομάδες. Ο
επίσημος λόγος ήταν η «μεγαλύτερη παραγωγικότητα από τους εργαζόμενους
και τα εργοστάσια», αλλά όπως και στη γαλλική μεταρρύθμιση πριν από
αυτό, η σοβιετική ημερολογιακή μεταρρύθμιση ήταν σε μεγάλο βαθμό μια αντίδραση ενάντια στην (χριστιανική) θρησκεία.
[Στις 10 Δεκεμβρίου 1918 θεσπίστηκαν έξι Μπολσεβίκικες γιορτές κατά τη διάρκεια των οποίων οι εργασίες απαγορεύονταν. Η 1η Ιανουαρίου – εορτή Πρωτοχρονιάς, η 22η Ιανουαρίου η εορτή της «Ματωμένης Κυριακής του 1905», η 12η Μαρτίου - εορτή της «Ημέρας της Ανατροπής της απολυταρχίας», η 18η Μαρτίου – εορτή της «Ημέρας της Παρισινής Κομμούνας», η 1η Μαΐου – εορτή της «Παγκόσμιας Ημέρας των Εργαζομένων», η 7η Νοεμβρίου
– εορτή της «Ημέρας της Προλεταριακής Επανάστασης». Τον Ιανουάριο του
1925 η επέτειος του θανάτου του Λένιν το 1924 προστέθηκε στην 21η Ιανουαρίου.]
Τον Μάιο του 1929, ο Εβραίος μπολσεβίκος Yuri M. Larin (κανονικό όνομα: Mikhail Aleksandrovich Luria, γιος του σιωνιστή Shneur Zalman Luria), πρότεινε μια συνεχή εβδομάδα παραγωγής. Ενώ αρχικά η πρότασή του ελαφρώς απορρίφθηκε, τον επόμενο μήνα κέρδισε την υποστήριξη του Ιωσήφ Στάλιν, ηγέτη (Γενικού Γραμματέα) της Σοβιετικής Ένωσης. Κάθε αντίθεση στην προτεινόμενη μεταρρύθμιση γρήγορα συνθλίφτηκε ως «αντεπαναστατικό γραφειοκρατικό σαμποτάζ».
Δύο μήνες αργότερα, στις 26 Αυγούστου 1929, το Συμβούλιο των Επιτρόπων
του Λαού (CPC) αποφάσισε ότι όλες οι παραγωγικές επιχειρήσεις θα
μεταφέρονταν από την παραδοσιακή εβδομάδα εργασίας που διακόπτεται από
το Σαββατοκύριακο, σε μια εβδομάδα συνεχούς παραγωγής. Περαιτέρω, η CPC
δήλωσε ότι ήταν «απαραίτητο η συστηματική προετοιμασμένη μετάβαση των
επιχειρήσεων και θεσμών στην συνεχή παραγωγή να αρχίσει κατά τη διάρκεια
του οικονομικού έτους 1929-1930». Η ιδέα φάνηκε απλή: διαιρέστε το
σύνολο των εργαζομένων σε βάρδιες. Αυτό ίσχυε όχι μόνο για τους
εργαζόμενους στα εργοστάσια, αλλά και για το προσωπικό των καταστημάτων
και τους κυβερνητικούς υπαλλήλους. Με τα εργοστάσια και τα καταστήματα
να λειτουργούν και να παράγουν 24 ώρες την ημέρα, κάθε μέρα της
εβδομάδας, η παραγωγικότητα θα αυξηθεί. Αυτό ονομάστηκε ‘nepreryvka’ ή εβδομάδα «χωρίς διακοπή».
Η μεταρρύθμιση στο ημερολόγιο ήταν απλά μόνο αυτό που φαινόταν. Η επίδραση στην κοινωνική ζωή ήταν καταστροφική. Οι
εβδομάδες ήταν πέντε ημέρες. Κάθε μέρα ήταν κωδικοποιημένη είτε με ένα
λατινικό αριθμό, I έως V, είτε με ένα χρώμα. Αυτά τα χρώματα σύντομα
ήρθαν να ταυτιστούν με ορισμένες ημέρες της εβδομάδας. Οι εργαζόμενοι
σημείωναν έναν αριθμό ή ένα χρώμα για να δείξουν τις μέρες που είχαν
ρεπό.
Με
ένα τόσο μεγάλο τμήμα του πληθυσμού της χώρας να εργάζεται οποιαδήποτε
δεδομένη ημέρα, το αποτέλεσμα ήταν να απομονώνεται από τους φίλους, τα
μέλη της εκκλησίας και της οικογένειάς του. Εάν ο σύζυγος αναπαύονταν
κάθε Κόκκινη ημέρα, η σύζυγος ξεκουραζόταν κάθε Μπλε ημέρα και τα παιδιά
δεν είχαν σχολείο κάθε Πράσινη ημέρα, υπήρχαν πολύ λίγες ευκαιρίες για
κοινωνικοποίηση ακόμη και εντός της οικογένειας, μετά από μια κουραστική
μέρα δουλειάς.
Οι
εργαζόμενοι μπορεί να αναπαύονταν πιο συχνά από ό, τι πριν (μία φορά
κάθε πέντε, αντί για επτά, ημέρες), αλλά σίγουρα δεν ξεκουράζονταν μαζί,
ως μία κοινωνία, δεδομένου ότι το 80 τοις εκατό του συνόλου του ενεργού
πληθυσμού θα ήταν στην εργασία οποιαδήποτε δεδομένη ημέρα.
Είτε
Χριστιανός, είτε μουσουλμάνος, είτε Εβραίος, είτε άθεος, η ζωή ενός
ατόμου περιστρέφονταν γύρω από τις ημέρες που δεν είχε εργασία. Το
σοβιετικό ημερολογιακό πείραμα ήταν πολύ πιο ριζοσπαστικό από εκείνο των Γάλλων. Αντί απλά να αλλάξουν τον αριθμό των ημερών σε μια εβδομάδα, οι Σοβιετικοί ουσιαστικά χώρισαν την κοινωνία σε πέμπτα :
το ένα πέμπτο της κοινωνίας που ζούσε από το ένα ημερολόγιο, το δεύτερο
ένα πέμπτο ζούσε από ένα άλλο, το τρίτο από ακόμα ένα άλλο και ούτω
καθεξής. Αυτή ήταν μια κατακερματισμένη κοινωνία. Εκκλησίες,
οικογένειες, ολόκληρη η κοινωνία δεν ήταν πλέον ένα αρμονικό σύνολο,
αλλά, στην ουσία, πέντε ξεχωριστές κοινωνίες, που ζούσαν παράλληλα, αντί
να ζουν από κοινού.
Ως κοινωνικό πείραμα, οδήγησε σε μια πλήρη κατάρρευση της οικογενειακής μονάδας.
Το
ότι κάποιος θα επέλεγε τους φίλους του μεταξύ εκείνων που είχαν τις
ίδιες ημέρες ρεπό, είναι απολύτως κατανοητό, δεδομένου ότι, κατά τις
ημέρες που οι εργαζόμενοι είχαν ρεπό, μόνο ένα περίπου 20 τοις εκατό των
ανθρώπων γνώριζε ότι θα είναι διαθέσιμο για κοινωνικές σχέσεις, το άλλο
80 τοις εκατό για εργασία.
Ωστόσο,
όπως φαίνεται από την ακόλουθη καταγγελία, η οποία δημοσιεύθηκε στην
επίσημη εφημερίδα ‘Πράβντα’ την ίδια την μέρα που η ‘nepreryvka’ τέθηκε
σε ισχύ, τέτοια προβλήματα επισκιάστηκαν από την πραγματική διακοπή της
οικογενειακής ζωής που επέφερε η μεταρρύθμιση : «Τι μένει σε εμάς να
κάνουμε στο σπίτι, αν οι γυναίκες μας είναι στο εργοστάσιο, τα παιδιά
μας στο σχολείο και κανείς δεν μπορεί να μας επισκεφθεί... ; Αυτό δεν
είναι αργία, αν πρέπει να είσαι μόνος σου».
Λαμβάνοντας υπόψη την παραδοσιακή μαρξιστική αποστροφή προς την οικογένεια, (βλέπε κι εδώ) είναι αρκετά πιθανό ότι η ενδεχόμενη καταστροφή της οικογένειας μπορεί να ήταν η πραγματική ατζέντα των αρχιτεκτόνων της Σοβιετικής ημερολογιακής μεταρρύθμισης.
Η δυσαρέσκεια του πληθυσμού οδήγησε σύντομα σε μια τροποποίηση της ημερολογιακής μεταρρύθμισης. Στις 16 Μαρτίου του 1930,
η «κυβέρνηση της Επιτροπής του Συμβουλίου Εργασίας και Άμυνας για τη
Μετάβαση των Επιχειρήσεων και Γραφείων σε μια Εβδομάδα Συνεχούς
Παραγωγής» αναγνώρισε την ανάγκη να υπάρχουν ίδια ρεπό και ότι θα πρέπει
να ληφθούν υπόψη τα εν λόγω αιτήματα για προγράμματα ανάθεσης εργασιών.
Το CPC εξέδωσε διάταγμα στις 23 Νοεμβρίου 1931, το οποία τερμάτιζε ένα
πείραμα τόσο καταστροφικό για τις οικογένειες. Ωστόσο, δεν
αποκαταστάθηκε η παραδοσιακή εβδομάδα των επτά ημερών. Από τότε και
μέχρι τον Ιούνιο του 1940, το Σοβιετικό Γρηγοριανό ημερολόγιο χωρίστηκε
σε μήνες που περιείχαν πέντε εβδομάδες έξι ημερών ή αλλιώς
‘chestidnevki’. Η έκτη ημέρα ήταν κοινό ρεπό για όλους.
Είναι γνωστό ότι κατά τον Μαρξ η
θρησκεία ήταν απλώς μια "απόδραση από την πραγματικότητα". Έπρεπε
λοιπόν, οπωσδήποτε η θρησκεία να φύγει από την μέση. Το σύνθημα του
καθεστώτος των μπολσεβίκων ήταν : «Η θρησκεία είναι το όπιο του λαού». Ως τέτοια, η θρησκεία θεωρήθηκε "δεισιδαιμονία για τα αδύναμα μυαλά" η οποία έπρεπε να "συντριβεί". Όπως και στη Γαλλία 140 χρόνια νωρίτερα, ο κύριος σκοπός της κατάργησης της εβδομάδας των επτά ημερών στη Σοβιετική Ένωση ήταν να καταστραφεί η θρησκεία.
Όχι
μόνο ήταν δύσκολο να παρακολουθήσει κάποιος μια κυριακάτικη λειτουργία,
αλλά μόνο μία φορά κάθε τριάντα πέντε ημέρες ο εργαζόμενος, θα μπορούσε
να πάει στην εκκλησία. Όταν ο Κομισάριος Εργασίας εξέφρασε την ανησυχία του για το μέλλον της Κυριακής ως βιώσιμης ημέρας στο ημερολόγιο, κατηγορηματικά δήλωσε ότι ο σκοπός της μεταρρύθμισης ήταν, στην ουσία, «η καταπολέμηση του θρησκευτικού πνεύματος».
Ο εκκλησιασμός και ο γάμος, δύο θεοίδρυτοι θεσμοί, δέχτηκαν την επίθεση από την διαβολική ημερολογιακή μεταρρύθμιση. Η ανατροπή αυτής της μεταρρύθμισης ξεκίνησε από πιστούς αγρότες.
Όπως και στη Γαλλία 140 χρόνια νωρίτερα , ήταν ο κατ’ ουσίαν πιστός στις παραδόσεις αγροτικός πληθυσμός ο
οποίος ηγήθηκε του κινήματος για τη διατήρηση της εβδομάδας των επτά
ημερών. Όταν οι αρχές επέμειναν να ξεκουράζονται σύμφωνα στο νέο κοσμικό
εβδομαδιαίο ρυθμό, πολλοί αγρότες ακολούθησαν το παράδειγμα των
προκατόχων τους, των Γάλλων και σαμποτάρισαν τις προσπάθειές τους
με το να παίρνουν και τις επίσημες σοβιετικές κρατικές αργίες και τις
ημέρες εκκλησιασμού της παραδοσιακής εβδομάδας, τις οποίες προκλητικά
σημείωναν στα επίσημα χρονοδιαγράμματα που εκδίδονταν από το τυπογραφείο
της κυβέρνησης.
Η ημερολογιακή μεταρρύθμιση δεν είχε τα παραγωγικά και οικονομικά οφέλη που
οραματίστηκαν οι μπολσεβίκοι. Όχι μόνο οι μηχανές κατέρρεαν περισσότερο
καθώς δεν υπήρχε χρόνος να γίνει η συντήρηση ρουτίνας, αλλά και με τους
εργαζόμενους στο ίδιο εργοστάσιο να φεύγουν από την εργασία ή να
επιστρέφουν στη δουλειά κάθε μέρα, η έλλειψη συνέχειας στο εργατικό
δυναμικό συνέβαλε στη μείωση της παραγωγής αλλά και στην αύξηση της
ανευθυνότητας η οποία, με τη σειρά της, έφερε ακόμη περισσότερη μειωμένη
παραγωγή. Ο επίσημος λόγος που δόθηκε για την εγκατάλειψη του
μεταρρυθμισμένου ημερολογίου ήταν η αποκατάσταση της παραγωγικότητας.
Ωστόσο, ένας μεγάλος παράγοντας που συνέβαλλε, αν και δεν αναγνωρίστηκε
επίσημα, ήταν η άρνηση των χωρικών να συμμορφωθούν πλήρως.
Για να εκτιμηθεί ο ρόλος που διαδραμάτισαν τα θρησκευτικά συναισθήματα στην
πτώση της ‘chestidnevki’, ας σημειωθεί ότι, μαζί με την αποκατάσταση
του εβδομαδιαίου κύκλου των επτά ημερών, οι σοβιετικές αρχές αποκατέστησαν και την Κυριακή ως
την επίσημη ημέρα της εβδομαδιαίας ανάπαυσης. Αν δεν υπήρχαν οι ισχυρές
θρησκευτικές πιέσεις προφανώς, η κυβέρνηση θα μπορούσε να επιλέξει
εύκολα οποιαδήποτε άλλη ημέρα της εβδομάδας, ιδίως με δεδομένο το
γεγονός ότι η Κυριακή ήταν επισήμως «νεκρή» σχεδόν έντεκα χρόνια.
Στις 26 Ιουνίου 1940 το Προεδρείο του Ανώτατου Σοβιέτ αποκατέστησε την εβδομάδα των επτά ημερών.
ΚΟΚΚΙΝΟΣ ΟΥΡΑΝΟΣ / Πηγές: εδώ και εδώ
Ἡ Πελασγική
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου